Μαθήματα θάρρους, δυναμισμού και επιμονής να κρατηθεί στον τόπο της, δίνει μία γυναίκα 62 ετών, κτηνοτρόφος. Η Σοφία Δημητρίου, ζει ολομόναχη στο έρημο ακριτικό χωριό Ορεινό Πωγωνίου. Στην οριογραμμή των συνόρων με την Αλβανία, στα 730 μέτρα υψόμετρο, το Ορεινό είναι ένα χωριό «φάντασμα». Αυτή την εικόνα αντικρίζει ο επισκέπτης φτάνοντας στον οικισμό. Πέτρινα παλιά σπίτια με κλειστά παράθυρα, χορταριασμένες αυλές και μία νεκρική σιγή που «σπάει» το γαύγισμα των σκυλιών της Σοφίας Δημητρίου η οποία μας περίμενε στο δρόμο κάτω από το σπίτι της. Η πρώτη συνάντησή μας με την αγέρωχη γυναίκα είναι μια τεράστια έκπληξη, καθώς την βλέπουμε να κυκλοφορεί οπλισμένη με καραμπίνα.
«Δεν ζει χωρίς όπλο μία γυναίκα μόνη στα σύνορα», λέει αυθόρμητα και χαμογελάει. Η προσωπική γνωριμία με την Σοφία επιβεβαιώνει την «φήμη» που έχει σε όλα τα χωριά του Πωγωνίου, γεγονός που στάθηκε και η αφορμή για την συνάντηση μαζί της. Είναι μία γυναίκα από την οποία αντλούν δύναμη και θάρρος οι ηλικιωμένοι των γύρω χωριών, που νιώθουν ανασφάλεια στον τόπο τους, την ξεχασμένη Ελλάδα όπως λένε, δίπλα στα σύνορα με την Αλβανία. Τόπος που πολλές φορές έγινε πεδίο παράνομων δραστηριοτήτων.
Ένα ανηφορικό μονοπάτι οδηγεί από το δρόμο στο σπίτι της κ. Δημητρίου. Πρόκειται, για ένα οίκημα «οχυρό», με σιδερόφραχτα παράθυρα, διπλές μαντεμένιες πόρτες και θέα μέχρι τον κάμπο του Αργυροκάστρου, στην γειτονική χώρα.
Όταν πριν από 17 χρόνια έχασε τον άνδρα της, όπως αναφέρει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων η Σοφία, πήρε την απόφαση να μην εγκαταλείψει το χωριό, γιατί εκεί, είχαν την περιουσία τους, την στάνη με τα πρόβατα. Παρά το γεγονός, πως το χωριό άρχισε να ερημώνει, καθώς οι νέοι έφυγαν αναζητώντας καλύτερη τύχη και την τελευταία δεκαετία κανένας δεν μένει πλέον μόνιμα στο Ορεινό, η Σοφία αρνείται πεισματικά να το εγκαταλείψει. Δεν την πτοούν ούτεω τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει με επιθέσεις δολιοφθοράς που δέχεται η στάνη της. Μέσα σε δύο μήνες τον χειμώνα που πέρασε, άγνωστοι έκαψαν ολοσχερώς τρεις φορές τις αποθήκες με την τροφή για το κοπάδι. «Είχα μία πολλή μεγάλη οικονομική ζημιά. Πιστεύω πως κάποιοι θέλουν να με διώξουν για να εκμεταλλευτούν τα βοσκοτόπια. Νομίζω, είναι Αλβανοί βοσκοί. Τα σύνορα είναι εδώ, στα 100 μέτρα, όμως εγώ δεν θα φύγω», λέει με πείσμα και μας δείχνει, την μικρή απόσταση μιας βουνοκορφής από την στάνη της.
Η δουλειά για την Σοφία Δημητρίου ξεκινάει καθημερινά στις 5 τα ξημερώματα, με το άρμεγμα των αιγοπροβάτων. Πριν ανοίξει την πόρτα του σπιτιού της, όπως εξηγεί, για λόγους ασφαλείας γεμίζει το όπλο της και τηλεφωνεί στο βοσκό που μένει στο μαντρί. «Τον ενημερώνω ότι βγαίνω από το σπίτι, γιατί, εάν σε πέντε λεπτά δεν έχω φτάσει στην στάνη, ίσως κάτι κακό να μου έχει συμβεί», μας αναφέρει και συνεχίζει: «Πάντα έχω όπλο μαζί μου, αλλά και τα πέντε σκυλιά που μένουν γύρω από το σπίτι, στην αυλή. Δεν φοβάμαι. Παίρνω όμως προφυλάξεις. Εδώ, στα σύνορα, δεν γνωρίζεις ποτέ τι θα συμβεί την επόμενη στιγμή». Μάλιστα, θυμάται πως πριν από 20 χρόνια στην προσπάθειά της μαζί τον σύζυγό της, να αποτρέψουν μία διάρρηξη σε γειτονικό σπίτι, δέχτηκε σφαίρα στο πόδι και δείχνει την ουλή.
Στις 7 το πρωί, η κ. Σοφία φορτώνει το γάλα στο αγροτικό της αυτοκίνητο και κατεβαίνει έξι χιλιόμετρα κάτω από το χωρίο, για να το παραδώσει σε βυτίο γνωστής γαλακτοβιομηχανίας.
Η παρουσία της 62χρονης γυναίκας στο Ορεινό Ξηρόβαλτο λειτουργεί ενθαρρυντικά για κάποιους συνταξιούχους συγχωριανούς της ώστε να περάσουν λίγες βδομάδες το καλοκαίρι στα πατρικά τους. Η ίδια, ανυπομονεί να έρθουν στο χωριό για να διώξουν έστω και για λίγο, τη μονοτονία της μοναξιάς. Πριν την αποχαιρετήσουμε στην κεντρική πλατεία του χωριού, μας δείχνει ένα κλειστό πέτρινο κτίριο και διατυπώνει το αίτημά της. Ζητάει, να επαναλειτουργήσει το στρατιωτικό φυλάκιο που υπήρχε στο χωριό και μάλιστα λέει, πως θα φροντίζει καθημερινά εκείνη για το φαγητό των φαντάρων.
(Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ)