Ήταν Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 1989, 7.58 το πρωί. Τρεις ένοπλοι πυροβολούν με δύο 45άρια πιστόλια και τραυματίζουν θανάσιμα τον Παύλο Μπακογιάννη, στην είσοδο του γραφείου του στην οδό Ομήρου στο Κολωνάκι. Ο βουλευτής μεταφέρθηκε στον «Ευαγγελισμό», όπου εξέπνευσε μία ώρα αργότερα. Ήταν 54 ετών.
Οι ένοπλοι που στάθηκαν απέναντί του και τράβηξαν την σκανδάλη ανήκαν στην τρομοκρατική οργάνωση της «17 Νοέμβρη» και στο πρόσωπό του έβλεπαν έναν μισητό εχθρό.
Η δολοφονία του συγκλόνισε την πολιτική επικαιρότητα εκείνων των ημερών, η οποία μονοπωλούνταν από έναρξη της διαδικασίας για την παραπομπή των πολιτικών του σκανδάλου Κοσκωτά. Λίγες ώρες μετά τον θάνατο του Παύλου Μπακογιάννη η Ευρωπαϊκή Ένωση εγκρίνει την χρηματοδότηση του προγράμματος για την Ευρυτανία, κάτι που ο ίδιος είχε καταρτίσει.
Κηδεύτηκε στο Καρπενήσι, στις 29 Σεπτεμβρίου 1989 παρουσία πολύ κόσμου, που φώναζαν συνθήματα κατά της τρομοκρατίας.
«Αποφασίσαμε λοιπόν να εκτελέσουμε τον απατεώνα και ληστή του λαού Μπακογιάννη. Ο κύριος αυτός είναι υπεύθυνος όχι μόνο γιατί έκλεψε τα πρώτα 60 εκατομμύρια του ιδρυτικού κεφαλαίου της Γραμμής αλλά και για τις εκατοντάδες εκατομμύρια που είτε έκλεψε μαζί με τον συνεργάτη του Κοσκωτά για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου Γραμμής, αλλά και για την αγορά μέσω της Γραμμής της Τράπεζας Κρήτης» (απόσπασμα από τη 12σέλιδη προκήρυξη με ημερομηνία 18.9.1989 που εστάλη στην «Ελευθεροτυπία» στις 9 Οκτωβρίου 1989). Στην προκήρυξη με τίτλο «Άρχισε η κάθαρση», που έχει ημερομηνία 18.9.1989, αναφέρθηκε ότι η ΝΔ και ο Συνασπισμός εξαπάτησαν και εξαπατούν χυδαία τον λαό, αφού οδηγούν με τη στάση τους στην παραγραφή των εγκλημάτων, χωρίς να κρατάνε τα προσχήματα. Στην προκήρυξη αναφέρονται ως συνυπεύθυνοι (με τον Μπακογιάννη) του σκανδάλου Κοσκωτά οι Παπανδρέου, Κουτσόγιωργας, Πέτσος, Ρουμελιώτης και Χαλικιάς.
Η Αστυνομία διαθέτει την ομολογία του Βασίλη Τζωρτζάτου, ο οποίος είπε στην προανακριτική του κατάθεση ότι πήρε μέρος στη λήψη απόφασης της δολοφονίας. Βάσει της κατάθεσής του, με τη δολοφονία εμπλέκονται ακόμη οι Αλέκος Γιωτόπουλος,Δημήτρης Κουφοντίνας, Σάββας Ξηρός και Ηρακλής Κωστάρης: «... Σε συνάντηση που είχαμε στα μέσα Αυγούστου 1989 εγώ, ο "Λάμπρος" (σ.σ.: Γιωτόπουλος), ο "Λουκάς"(σ.σ.: Κουφοντίνας) και ο "Μιχάλης" (σ.σ.: Σ. Ξηρός) με πρόταση του "Λουκά" και του "Λάμπρου" αποφασίσαμε την εκτέλεση του βουλευτή Μπακογιάννη. [...] Την εκτέλεση έκαναν ο "Λουκάς", ο "Μιχάλης" και ο "Χάρης" (σ.σ.: Κωστάρης), χωρίς να ξέρω ποιος πυροβόλησε. Μετά την εκτέλεση και οι τρεις ήρθαν πεζή στο αυτοκίνητο όπου ήμουν εγώ».Στη δική του κατάθεση ο Χριστόδουλος Ξηρός τονίζει: «Στη δολοφονία του Μπακογιάννη εγώ δεν συμμετείχα, πλην όμως, απ' όσα άκουσα στην οργάνωση, την ομάδα αποτελούσαν ο "Σταμάτης", ο αδελφός μου ο Σάββας, ο "Λουκάς", ο "Χάρης" και ο "Λάμπρος"».
Στη δική του κατάθεση ο Χριστόδουλος Ξηρός τονίζει: «Στη δολοφονία του Μπακογιάννη εγώ δεν συμμετείχα, πλην όμως, απ' όσα άκουσα στην οργάνωση, την ομάδα αποτελούσαν ο "Σταμάτης", ο αδελφός μου ο Σάββας, ο "Λουκάς", ο "Χάρης" και ο "Λάμπρος"».
Σύμφωνα με αυτόπτη μάρτυρα, που κατέθεσε στη δίκη της 17 Νοέμβρη, στο σημείο της επίθεσης είδε τον Σάββα Ξηρό και τον Ηρακλή Κωστάρη. Ο άνθρωπος που έδωσε τη χαριστική βολή με το 45αρι φέρεται να είναι ο Δημήτρης Κουφοντίνας.
Η ετυμηγορία του δικαστηρίου
Την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων επί της ενοχής ή όχι των 19 κατηγορουμένων για την υπόθεση της 17 Νοέμβρη εκφώνησε τη Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2003 ο πρόεδρος του δικαστηρίου, Μιχάλης Μαργαρίτης. Από την αίθουσα του δικαστηρίου απουσίαζε ο Σάββας Ξηρός λόγω ασθένειας.
Για την ανθρωποκτονία του Παύλου Μπακογιάννη κρίθηκαν ένοχοι οι Δημήτρης Κουφοντίνας, Σάββας Ξηρός, Βασίλης Τζωρτζάτος, Ηρακλής Κωστάρης και Αλέξανδρος Γιωτόπουλος.
Ποιος ήταν ο Παύλος Μπακογιάννης
Γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1935 στο χωριό Βελωτά της Ευρυτανίας και σπούδασε Πολιτικές και Κοινωνικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία. Πήρε πτυχίο Πολιτικής Οικονομίας και Πολιτικών Επιστημών των Πανεπιστημίων Μονάχου, Τύμπιγκεν και Κωστάντσας (Konstanz), στην οποία ανακηρύχθηκε Διδάκτωρ των Κοινωνικών Επιστημών.
Στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, δίδαξε Πολιτικές Επιστήμες και Δημοσιογραφία, ενώ από τα μέσα της δεκαετίας του ΄60 και για 10 περίπου χρόνια διηύθυνε το ελληνόφωνο πρόγραμμα της ραδιοφωνίας της Βαυαρίας. Την περίοδο του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, είχε έντονη αντιδικτατορική δράση με εκπομπές, σχόλια και ειδήσεις που αναμεταδίδονταν μέχρι και από την «Ντόυτσε Βέλλε».
Λίγα χρόνια μετά, στο Μόναχο, γνώρισε τη Ντόρα Μητσοτάκη την οποία και παντρεύτηκε το 1974 κάνοντας μαζί της δύο παιδιά, την Αλεξία και τον Κώστα.
Το 1974 με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας επιστρέφουν στην Ελλάδα και ξεκινά την καριέρα του στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ». Το 1982 ανέλαβε εκδότης - διευθυντής του εβδομαδιαίου περιοδικού «ΕΝΑ» ως το Φεβρουάριο του 1985 και από το Νοέμβριο του 1985 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1989 διετέλεσε πολιτικός σύμβουλος του Προέδρου της Ν.Δ. Κώστα Μητσοτάκη.
Στις εκλογές του Ιουνίου του 1989 εκλέχθηκε βουλευτής της μονοεδρικής περιφέρειας Ευρυτανίας, με ενεργό ρόλο στην κυβέρνηση Τζαννετάκη, στο σχηματισμό της οποίας έλαβε ενεργό ρόλο, ως διαπραγματευτής μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του Συνασπισμού. Ο ίδιος ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ανάπτυξη της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Ευρυτανίας.