Ο Γιάννης Καρυπίδης είναι ένας πρώην επαγγελματίας ποδοσφαιριστής που σπούδασε λογιστικά, αλλά ποτέ δεν τα άσκησε. Ασχολήθηκε με την διαφήμιση, όμως στη συνέχεια ήρθε η κρίση. Η Στέβη Θεοδώρου είναι τελειόφοιτη παιδαγωγός, αλλά ποτέ δεν διορίστηκε. Οι δυο τους γνωρίστηκαν στη Θεσσαλονίκη κατά την διάρκεια σπουδών της Στέβης. Λίγο πριν φύγουν για το Λονδίνο, όπου θα έκανε εκείνη το μεταπτυχιακό στην παιδική ψυχολογία , είπαν να δώσουν μια δεύτερη ευκαιρία στον τόπο τους. Έτσι ίδρυσαν το 2012 στην Εύβοια την Stayia Farm, από τα αρχικά του Σταυρούλα και Γιάννης.
Η εταιρεία παρουσίασε αρχικά τρεις κωδικούς μελιού και σήμερα προσφέρει στην αγορά την σειρά Vasilissa, με πέντε κωδικούς βιολογικού μελιού και επτά κωδικούς μελιών με καινοτόμες προσμίξεις, δύο βασιλικούς πολτούς , έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και τραγανό παραδοσιακό παστέλι. Το προϊόν που αδιαμφισβήτητα ξεχωρίζει είναι το βιολογικό μέλι με τα 24 καράτια φύλλων βρώσιμου χρυσού, το οποίο έχει κατακτήσει τις αγορές του εξωτερικού.
Γραφειοκρατία, αυτός ο εφιάλτης
Μιλώντας στην HuffPost Greece, θυμούνται το πώς άρχισαν όλα: «Όσο κι αν έχει περάσει καιρός και η κούραση των τότε ημερών έχει ξεχαστεί, ένα πράγμα δεν μπορεί να ξεχαστεί, φέρνοντας πάλι τον φόβο στο μυαλό μας: η ελληνική γραφειοκρατία. Η δυσκολία για τον Έλληνα επιχειρηματία, και όχι μόνο, είναι μεγάλη. Κάθε μέρα χρειάζεσαι και ένα διαφορετικό χαρτί».
Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, νιώθουν τυχεροί που δεν χρειάστηκαν καμία επιδότηση, γιατί, όπως λένε οι ίδιοι, θα κολλούσαν «για τα καλά στα γρανάζια της γραφειοκρατίας». Αντίθετα, επιστράτευσαν τους δικούς τους ανθρώπους και τα δικά τους χρήματα. Στη συνέχεια, όπως περιγράφουν στην HuffPost Greece, «τα χρήματα που έμπαιναν στην επιχείρηση από πωλήσεις γινόντουσαν κεφάλαιο, για μετέπειτα επενδύσεις.»
Νομαδική μελισσοκομία
Με βάση την οικογενειακή βιολογική φάρμα της Χαλκίδα της Εύβοιας, το μέλι που παράγεται στην Stayia Farm γίνεται με τον τρόπο της νομαδικής μελισσοκομίας, ανάλογα δηλαδή με την εποχική ανθοφορία. «Ασκούμε βιολογική μελισσοκομία, πιστοποιημένη από την BIO-HELLAS. Αυτό ήταν άλλωστε το αρχικό μας μέλημα, για να κάνουμε την λεγόμενη διαφορά στο ράφι,» λένε οι ίδιοι.
Ο στόχος τους είναι να δημιουργούν καλαίσθητα προϊόντα, με πολύ καλή ποιότητα, που θα ευχαριστήσουν ψυχολογικά, αλλά και γαστρονομικά τους καταναλωτές.
Ό,τι λάμπει (στο μέλι) είναι χρυσός
Όλα άρχισαν όταν δοκίμασαν σε μία εκδήλωση αφρώδη οίνο με φύλλα βρώσιμου χρυσού και σκέφτηκαν: «Γιατί να μην υπάρχει χρυσός και στο μέλι;». Ήταν όπως φάνηκε και στη συνέχεια μια εξαιρετικά πρωτότυπη και σπάνια ιδέα, αφού μετά από όλες τις απαραίτητες ενέργειες που έκαναν για να λανσάρουν το προϊόν, διαπίστωσαν θα είναι οι πρώτοι στον κόσμο που θα το δημιουργήσουν.
Πρόκειται λοιπόν για ένα θυμαρίσιο μέλι με φύλλα βρώσιμου χρυσού, το οποίο περιέχει και όλες τις δραστικές ουσίες του. Όπως τονίζουν, η εμφάνιση του προϊόντος είναι και το δυνατό στοιχείο του. «Είναι ένα προϊόν, καθαρά για πολυτελή ράφια του εξωτερικού και όχι για την ελληνική πραγματικότητα,» συμπληρώνουν.
Και η ανταπόκριση ήταν ανάλογη της σημαντικής αυτής προσπάθειας. Τόσο το «χρυσό μέλι» όσο και τα άλλα προϊόντα της σειράς, λόγω της καινοτομίας των προσμίξεων αλλά και της εμφάνισης τους, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα βρέθηκαν στα ράφια διάσημων καταστημάτων του εξωτερικού, όπως είναι τα Harrods, Selfridges, KaDeWe και Galeries Lafayette.
Η δυναμική του μελιού
Η Stayia Farm ήταν και παραμένει μια καθαρά εξαγωγικού χαρακτήρα επιχείρηση, όπως πληροφορούν την HuffPost Greece. Αυτή τη στιγμή, προϊόντα της εταιρείας υπάρχουν σε Αμερική, Καναδά, Αυστραλία, Ιαπωνία, στις Χώρες του Κόλπου αλλά και σε 11 ευρωπαϊκές χώρες.
«Το ελληνικό μέλι είναι από τα πιο εξαγώγιμα προϊόντα που έχει η χώρα μας, και όχι το λάδι που πιστεύουν πολλοί. Αυτό συμβαίνει επειδή ο ανταγωνισμός στο λάδι με χώρες όπως η Ιταλία και Ισπανία, είναι μεγάλος ενώ στο μέλι υπάρχει αρκετός ανεκμετάλλευτος χώρος,» υπογραμμίζουν.
Τα σχέδια τους για το μέλλον, όπως απαντούν και οι ίδιοι διαγράφονται ξεκάθαρα: «Η συνεχής ανάπτυξη και η ολοκληρωτική αναγνώριση του brand name μας Vasilissa.» Εάν συνεχίσουν έτσι, και δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην το κάνουν, τα επόμενα χρόνια διαγράφονται σίγουρα «χρυσά».