Επιπρόσθετα στις υπάρχουσες πιέσεις της λιτότητας, οι ανανεωμένες οικονομικές πιέσεις από την κρίση αυξάνουν τους φόβους στους κύκλους της ελληνικής κυβέρνησης ότι ένα νέο κύμα αντιπροσφυγικής ξενοφοβίας θα μπορούσε να εκδηλωθεί, εκτός και αν η Ε.Ε. και η Τουρκία αυξήσουν σημαντικά τις προσπάθειές τους για διαχείριση της κρίσης.
Αναφορά του Γιάννη Στουρνάρα, διοικητή της ΤτΕ, το επιβεβαιώνει αυτό. Η αναφορά, που παρουσιάστηκε στο συμβούλιο της ΕΚΤ στις 17 Δεκεμβρίου, επικαλείται υπάρχουσες έρευνες πάνω στις οικονομικές επιπτώσεις των προσφυγικών ροών, για να δείξει τους κινδύνους τους οποίους συνεπάγεται η κρίση για την Ελλάδα.
«Η συνέχιση/ επιδείνωση της (προσφυγικής) κρίσης, προσθέτει έναν επιπλέον παράγοντα κινδύνου στις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας» υποστηρίζει ο κ. Στουρνάρας. Το ότι το μήνυμα προέρχεται από αυτόν, υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησης Σαμαρά, υποδεικνύει την έκταση του προβλήματος.
Διαβάστε επίσης:
Οι αυξημένες δημόσιες δαπάνες για την απορρόφηση/ διαχείριση των χιλιάδων προσφύγων που καταφθάνουν καθημερινά στις ελληνικές ακτές θα αντιστοιχεί στο 0,3% του ΑΕΠ φέτος, ή 600 εκατ. ευρώ, γράφει στην αναφορά του ο κ. Στουρνάρας, επικαλούμενος εκτιμήσεις της κυβέρνησης.
Αυτές οι δαπάνες θα αναγκάσουν σε δύσκολες “ανταλλαγές” /επιλογές, από τη στιγμή που λαμβάνουν χώρα σε «μια στιγμή αυστηρής δημοσιονομικής προσαρμογής» σημειώνεται στην αναφορά.
Στην αναφορά ακόμα παρατηρείται ότι η μαζική προσέλευση αιτούντων άσυλο, η πλειοψηφία των οποίων είναι Σύριοι, έχει προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στην τουριστική βιομηχανία στα ελληνικά νησιά και στο διεθνές εμπόριο, το οποίο βασίζεται στην απρόσκοπτη πρόσβαση στις ελληνικές θαλάσσιες γραμμές.
Η συντριπτική πλειοψηφία των προσφύγων που καταφθάνουν στην Ελλάδα συνεχίζουν την πορεία τους προς πλουσιότερες ευρωπαϊκές χώρες, ειδικά τη Γερμανία και τη Σουηδία, που μέχρι πρόσφατα τους υποδέχονταν σχετικά θετικά. Αλλά με αυξανόμενο τον αριθμό γειτονικών χωρών που κλείνουν τα σύνορά τους στους αιτούντες άσυλο που περνούν από την Ελλάδα, είναι πιθανό πολλοί περισσότεροι πρόσφυγες να παραμένουν στη χώρα, κάτι που σημαίνει ότι η κυβέρνησης θα πρέπει επίσης να σηκώσει το βάρος των εξόδων για ημι-μόνιμη διαμονή, τροφή και υγειονομική περίθαλψη, σύμφωνα με την αναφορά.
Κατά ειρωνεία, οι πλουσιότερες χώρες- προορισμοί για αιτούντες άσυλο, όπως η Γερμανία, έχουν τις μεγαλύτερες δυνατότητες να επωφεληθούν οικονομικά από την αύξηση προσφύγων, σύμφωνα με την αναφορά, από τη στιγμή που έχουν ελλείψεις εργατικού δυναμικού σε τομείς υψηλών δεξιοτήτων, που μπορούν να καλυφθούν από νέες αφίξεις.
Η Ελλάδα, το κύριο σημείο τράνζιτ για πρόσφυγες που φτάνουν στις ευρωπαϊκές ακτές, είναι μεταξύ των χωρών που είναι λιγότερο οικονομικά ικανές να αντιμετωπίσουν την εισροή (Περίπου 84% των αιτούντων άσυλο που έφτασαν στην Ευρώπη μέσω θάλασσας το 2015, και το 92% φέτος, έχουν περάσει από την Ελλάδα, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη).
Η ελληνική οικονομία παραπαίει ακόμα από την οικονομική κρίση και τα τεράστια μέτρα λιτότητας που απαιτήθηκαν από τα τρία διεθνή πακέτα διάσωσης από το 2010 και μετά. Η ανεργία, γύρω στο 25%, είναι η υψηλότερη στην Ε.Ε., και η οικονομία είναι 25% μικρότερη από ό,τι το 2009- μειώνοντας σημαντικά τα ελληνικά εισοδήματα.
Οι ποικίλες οικονομικές επιπτώσεις της προσφυγικής κρίσης σε διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες υπογραμμίζουν τις υπάρχουσες ανισότητες στην Ευρωζώνη, αναφέρει ο Άγγελος Χρυσόγελος, ειδικός σε θέματα Ευρωπαϊκής πολιτικής στο LSE.
«Είναι σαν να μιλάμε για αύξηση εξαγωγών στην Ευρωζώνη: Δεν σημαίνει τα ίδια οφέλη για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες» είπε, σημειώνοντας πως η Γερμανία έχει συχνά τη μεγαλύτερη μερίδα της ανάπτυξης εξαγωγών.
Η ελληνική υπομονή εξαντλείται
Χωρίς μια πιο αναλυτική λύση από την Ε.Ε., η ελληνική κυβέρνηση φοβάται πως η αμείωτη προσφυγική ροή και οι επιπτώσεις της στην οικονομία δημιουργούν τον κίνδυνο ενίσχυσης των ξενοφοβικών στοιχείων στη χώρα, σύμφωνα με ανώτερο κυβερνητικό αξιωματούχο.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει υιοθετήσει τις σκληρές τακτικές άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως η Ουγγαρία, η οποία κλείνει τους πρόσφυγες σε στρατόπεδα και αποτρέπει την αναχώρησή τους για άλλους προορισμούς στην Ευρώπη, ή τη Δανία ή την Ελβετία, που δεσμεύουν υπάρχοντα των προσφύγων για να καλύψουν τα κόστη συντήρησης. Ούτε έχει σημειωθεί η μαζική ροή προσφύγων να ωθήσει τους Έλληνες να συνταχθούν πίσω από ξενοφοβικά κινήματα, όπως στη Γαλλία, τη Δανία, τη Φινλανδία και τη Σουηδία.
Αλλά ο αξιωματούχος προειδοποίησε ότι η εμφανής αποτυχία της Ε.Ε, να παρέχει μια λύση πολιτικής στην κρίση και οι κατηγορίες κάποιων κρατών προς την Ελλάδα δοκιμάζουν τη γενναιοδωρία του ελληνικού κοινού. Εάν η κατάσταση συνεχιστεί, τόνισε ο αξιωματούχος, υπάρχει κίνδυνος ενίσχυσης ξενοφοβικών δυνάμεων όπως η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή.
«Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος της ανόδου της ακροδεξιάς αν συνεχίσουμε να πιεζόμαστε από τις ροές προσφύγων, και την ίδια στιγμή αντιμετωπιζόμαστε αυστηρά από τους εταίρους μας» είπε ο αξιωματούχος. «Πρέπει να κατανοήσουμε πως η ελληνική κοινωνία έχει υποφέρει πολύ, και υποφέρει ακόμα».
Εργαζόμενος στην ανθρωπιστική βοήθεια στη Λέσβο, σημαντικό σημείο άφιξης αιτούντων άσυλο, μοιράστηκε τους ίδιους προβληματισμούς. Ο εργαζόμενος είπε ότι οι ντόπιοι έχουν υποδεχτεί τους πρόσφυγες με ανοιχτές αγκάλες. Ωστόσο, έχουν αρχίσει να αντιπαθούν μια διεθνή κοινότητα η οποία έχει δαπανήσει πάρα πολλούς πόρους για να βοηθήσει τους πρόσφυγες ενώ αγνοεί τα οικονομικά δεινά της Ελλάδας, τα οποία έχει εντείνει η προσφυγική κρίση.
«Οι Έλληνες έχουν δείξει αξιοθαύμαστη φιλοξενία προς τους πρόσφυγες και τους εργαζομένους ανθρωπιστικών οργανώσεων στο νησί, αλλά νιώθουν πραγματικά ότι τους έχει εγκαταλείψει η Ευρώπη, και ότι τιμωρούνται για αυτό που κάνουν» είπε σχετικά ο εργαζόμενος, που ζήτησε να μην κατονομαστεί, επειδή ο εργοδότης του δεν είχε δώσει την άδεια να μιλήσει (σχετικά με το θέμα).
Δύο κάτοικοι της Λέσβου τέθηκαν υποψήφιοι για το Νόμπελ Ειρήνης για τις προσπάθειές τους να βοηθήσουν πρόσφυγες, μαζί με την ηθοποιό Σούζαν Σαράντον, που κατέγραψε την ανθρωπιστική της δουλειά εκεί τον χειμώνα. Οι Έλληνες ακαδημαϊκοί και μέλη της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής, που υπέβαλαν τις υποψηφιότητες, είπαν ότι οι δύο Έλληνες υποψήφιοι αντιπροσωπεύουν «τη συμπεριφορά και τη στάση της Ελλάδας, οργανώσεων και εθελοντών προς την τεράστια προσφυγική κρίση».
Οι προβληματισμοί για την εξάντληση της καλής θέλησης του κοινού προκύπτουν καθώς άλλα μέλη της Ε.Ε. ασκούν έντονη κριτική προς την Ελλάδα, απειλώντας την με τιμωρία.
Η Κομισιόν έθεσε τελεσίγραφο στην Ελλάδα την Τρίτη, να συμμορφωθεί σε μια σειρά συστάσεων για την καταγραφή των αιτούντων άσυλο εντός των συνόρων της και τη φύλαξη των θαλασσίων συνόρων της. Εάν η Ελλάδα δεν συμμορφωθεί εντός τριών μηνών, σύμφωνα με το ABC News, τα κράτη της Ε.Ε. θα μπορούσαν να επαναφέρουν τους ελέγχους στα σύνορα για μέχρι δύο χρόνια- πρακτικά αποκόπτοντας την Ελλάδα από τη ζώνη Σένγκεν, των 26 κρατών, η οποία επιτρέπει ταξίδια χωρίς διαβατήρια ανάμεσα στις συμμετέχουσες χώρες. Η κίνηση αυτή πιθανότατα θα εγκατέλειπε την Ελλάδα με χιλιάδες πρόσφυγες που φτάνουν στα σύνορά της, καθώς οι γειτονικές χώρες εντείνουν τις προσπάθειες να κλείσουν τα σύνορά τους στους αιτούντες άσυλο, οι οποίοι αφήνουν την Ελλάδα για άλλους προορισμούς.
Η ενέργεια της Κομισιόν ακολουθεί εβδομάδες σκληρών κατηγοριών από αξιωματούχους κρατών-μελών ότι η Ελλάδα έχει αποτύχει να φυλάξει αποτελεσματικά τα θαλάσσια σύνορά της προκειμένου να αποτρέψει τους αιτούντες άσυλο από το να μπουν στην Ευρώπη. Αυτοί οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι επίσης ισχυρίζονται ότι η βοήθεια που δόθηκε στην Ελλάδα δεν αξιοποιήθηκε όπως έπρεπε για τη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης.
Η Κομισιόν έδωσε στην Ελλάδα 27,8 εκατ. ευρώ σε χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης, και παρέχει 474 εκατ. ευρώ σε βοήθεια από το 2014 ως το 2020 για «διευκόλυνση υποδοχής, επιστροφές και μετεγκαταστάσεις στην Ελλάδα», σύμφωνα με αναφορά της Κομισιόν στα τέλη του Ιανουαρίου.
Η Τόβε Ερνστ, εκπρόσωπος της Κομισιόν, αρνήθηκε ισχυρισμούς ότι η Κομισόν δεν έχει αναγνωρίσει τις προσπάθειες μεμονωμένων Ελλήνων πολιτών ή της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της κρίσης. Την ίδια στιγμή, η Ερνστ υπέδειξε ότι η Κομισιόν θεωρεί πως η Ελλάδα πρέπει να βελτιώσει την προσέγγισή της. «Δεν απομονώνουμε ή στιγματίζουμε τους Έλληνες, αλλά τους βοηθάμε να σεβαστούν τις υποχρεώσεις τους, βοηθώντας τους να διορθώσουν τα ελαττώματα» είπε η Ερνστ.
«Αυτό το κράτος- ένα χρεοκοπημένο κράτος- προσπαθεί να αναπτύξει έναν μηχανισμό διαχείρισης της μεγαλύτερης προσφυγικής κρίσης των τελευταίων δεκαετιών»- Κώστας Ελευθερίου, Πανεπιστήμιο Αθηνών
Έλληνας διπλωμάτης που εμπλέκεται στις συζητήσεις με Ευρωπαίους αξιωματούχους για την προσφυγική κρίση αναγνώρισε τα ελληνικά λάθη του παρελθόντος, αλλά υποστήριξε ότι η δράση της Κομισιόν αντιπροσωπεύει μια «πολύ μερική προσέγγιση όσον αφορά στην πραγματικότητα επί τόπου».
«Αυτή τη στιγμή οι συστάσεις της Κομισιόν χρησιμοποιούνται ως προσπάθεια από κάποιους στις Βρυξέλλες να καταστήσουν την Ελλάδα αποδιοπομπαίο τράγο για την κατάσταση με την προσφυγική και μεταναστευτική πολιτική» είπε ο διπλωμάτης. «Κάποιες συστάσεις είναι λογικές, κάποιες έχουν έχουν εκπληρωθεί ήδη και κάποιες είναι εκεί για να νομιμοποιήσουν περιορισμούς στα σύνορα και να κάνουν την Ελλάδα αποδιοπομπαίο τράγο».
Η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα ότι έχει ζητήσει τη βοήθεια του στρατού για να επιταχύνει την ολοκλήρωση των hot spots, ή κέντρων υποδοχής, προκειμένου να επιταχύνει τη υποδοχή και «επεξεργασία» των προσφύγων.
Εν των μεταξύ, καλεί τις ευρωπαϊκές χώρες να τιμήσουν τις δεσμεύσεις τους για την επανεγκατάσταση αιτούντων άσυλο, και ζητεί από την Ε.Ε. να πιέσει την Τουρκία για να περιορίσει την εκροή προσφύγων από την επικράτειά της. Η Ε.Ε. συμφώνησε τον Νοέμβριο να δώσει στην Τουρκία 3,2 δισ. σε βοήθεια για τα 2,2 εκατ. Συρίων προσφύγων οι οποίοι έχουν καταφύγει εκεί. Σε αντάλλαγμα, η Ε.Ε. ζήτησε από την Τουρκία να αποτρέπει πιο ενεργά τη μετανάστευση στην Ευρώπη μέσω θαλάσσης.
Ωστόσο, παρά τη συμφωνία, χιλιάδες, κυρίως Σύριοι, πρόσφυγες από την Τουρκία, καταφθάνουν κάθε ημέρα στις ελληνικές ακτές, πιέζοντας ακόμα πιο πολύ την οικονομία.
Ο Έλληνας διπλωμάτης σημειώνει πως Ευρωπαίοι αξιωματούχοι συχνά παραπονούνται ότι η Ελλάδα δεν επεξεργάζεται τις αιτήσεις επανεγκατάστασης των προσφύγων όσο γρήγορα θα έπρεπε, αλλά δεν είναι ταχύτερη η επανεγκατάσταση των προσφύγων, μετά την εν λόγω επεξεργασία/ εξέταση. Από 700 αιτήσεις που έχουν επεξεργαστεί οι ελληνικές αρχές από τον Σεπτέμβριο, μόνο σε 200 έχει γίνει επανεγκατάσταση, σημείωσε ο διπλωμάτης.
Η μη κερδοσκοπική οργάνωσης Human Rights Watch (Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) επιβεβαιώνει πολλούς από τους ισχυρισμούς της ελληνικής κυβέρνησης.
Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει επικρίνει την ελληνική κυβέρνηση, υποστηρίζοντας ότι δεν κάνει αρκετά για την υποδοχή/ φιλοξενία των προσφύγων, συγκεκριμένα ότι δεν προβαίνει σε επαρκείς ενέργειες για την επίσημη καταγραφή τους. Αλλά η οργάνωση αναγνωρίζει πως τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας ευθύνονται εν μέρει για αυτό και ασκεί την πλέον αυστηρή κριτική της για Ευρωπαίους αξιωματούχους που θα χρησιμοποιούσαν την Ελλάδα σαν «αποθήκη» για αιτούντες άσυλο ή απλά θα τους έδιωχναν.
«Η παγίδευση αιτούντων άσυλο υπό κακές συνθήκες στην Ελλάδα θα ήταν καταστροφική για αυτές τις γυναίκες, τους άνδρες και τα παιδιά, και είναι το ακριβώς αντίθετο του είδους διαμοιρασμού της ευθύνης που πρέπει να δούμε» είπε η Εύα Κοσέ, ειδικός της Human Rights Watch Greece σε ανακοίνωση στις 28 Ιανουαρίου. «Θα υποδείκνυε επίσης μια παντελή έλλειψη ηγεσίας μέσα στην Ε.Ε. όσον αφορά στη συνεχιζόμενη παγκόσμια προσφυγική κρίση».
Η Κοσέ επίσης σημείωσε πως η Ε.Ε. δεν έχει επιτύχει να παρέχει το υποσχεθέν προσωπικό στην ανθρωπιστική βοήθεια και στη φύλαξη των συνόρων, ή να αναπτύξει ένα σύστημα επεξεργασίας/ διαχείρισης της άνευ προηγουμένου κρίσης για όλη την ήπειρο.
«Αυτό το κράτος- ένα χρεοκοπημένο κράτος- προσπαθεί να αναπτύξει έναν μηχανισμό διαχείρισης της μεγαλύτερης προσφυγικής κρίσης κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό είναι αλλοπρόσαλλο» λέει ο Κώστας Ελευθερίου, ειδικός σε θέματα ελληνικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. «Λένε ότι ότι δεν διαχειρίζονται τα hot spots και την κρίση με τον σωστό τρόπο» προσθέτει, αλλά όλα όσα κάνει η Ελλάδα θα έπρεπε να εξετάζονται στο πλαίσιο της απελπιστικής οικονομικής κατάστασης.
Πώς αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει τις συνομιλίες για την ελάφρυνση χρέους;
Η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει επικαλεστεί την προσφυγική κρίση στις διαπραγματεύσεις όσον αφορά στο πακέτο ελάφρυνσης χρέους με τους θεσμικούς δανειστές της, σύμφωνα με την κυβέρνηση.
Αλλά ο κ. Ελευθερίου, του Πανεπιστημίου Αθηνών, είπε ότι θα ήταν σοφό από πλευράς του Τσίπρα να φέρει την κρίση στις συνομιλίες ελάφρυνσης χρέους, αν και ο ίδιος δεν γνωρίζει κατά πόσον θα είχε επιπτώσεις.
«Οι Ευρωπαίοι εταίροι δεν θα δεχτούν τέτοιου είδους επιχειρήματα, για σύνδεση της προσφυγικής κρίσης με το θέμα του προγράμματος λιτότητας» λέει. «Δεν ξέρω εάν είναι κάτι που θα προσφέρει επιχειρήματα στην ελληνική πλευρά, επειδή πιστεύω ότι προσπάθησαν να το κάνουν στο παρελθόν».
Ο κ. Χρυσόγελος, του LSE, υποψιάζεται ότι η Ελλάδα θα προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει την προσφυγική κρίση ως μέσον για να επιτύχει πιο ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής χρέους.
«Προσπαθούν να επιτύχουν περισσότερες παραχωρήσεις στο οικονομικό μέτωπο, υιοθετώντας πιο λογική στάση στο προσφυγικό και σε διεθνή ζητήματα» είπε σχετικά.
«Προσπαθούν να επιτύχουν περισσότερες παραχωρήσεις στο οικονομικό μέτωπο, υιοθετώντας πιο λογική στάση στο προσφυγικό και σε διεθνή ζητήματα»- Άγγελος Χρυσόγελος, LSE
Το ΔΝΤ, που αποτελεί μεγάλο θεσμικό δανειστή της Ελλάδας και φέρεται να έχει υιοθετήσει σκληρή γραμμή στις πρόσφατες διαπραγματεύσεις για τη μεταρρύθμιση στο Ασφαλιστικό, δήλωσε ότι δεν προβαίνει σε σχόλια για τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις με τους δανειζόμενους. Το ΔΝΤ αντ'αυτού παρέπεμψε τη HuffPost σε αναφορά του που δημοσιοποιήθηκε στις 20 Ιανουαρίου, η οποία αξιολογεί τις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες οικονομικές επιπτώσεις των προσφυγικών ροών.
Στην αναφορά σημειώνεται ο ρόλος της ως χώρας- πύλης για πρόσφυγες αιτούντες άσυλο, συμπεραίνοντας ότι οι επιπλέον δαπάνες της Ελλάδας αντιστοιχούν στο 0,17% του ΑΕΠ της το 2015- λιγότερο από ό,τι πολλών χωρών που αποτελούν τελικούς προορισμούς προσφύγων. Δεν εξετάζει, ωστόσο, τις επιπτώσεις που έχουν τα έξοδα της χώρας όσον αφορά στο προσφυγικό στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης κρίσης χρέους.
«Η μελέτη υποδεικνύει πως, με τις αρμόζουσες πολιτικές- ειδικά την αποτελεσματική ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας- το δυναμικό που προκύπτει από τους πρόσφυγες μπορεί να αξιοποιηθεί προς όφελος όλων» δήλωσε η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, σε ανακοίνωσή της που συνόδευσε την αναφορά. «Οι συνθήκες που αντιμετωπίζει κάθε χώρα είναι διαφορετικές, και τέτοια (διαφορετική) θα έπρεπε να είναι και η απάντηση, αλλά, εν τέλει, η αύξηση των προσφύγων είναι μια διεθνής πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσω διεθνούς συνεργασίας».