Η πρώτη σφαίρα στην πιο αιματηρή μάχη της ιστορίας του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και όχι μόνο, έπεσε πριν από 100 χρόνια, τη Δευτέρα της 21ης Φεβρουαρίου του 1916 στο Βερντέν της βορειοανατολικής Γαλλίας στις όχθες του ποταμού Μόζα.
Η μάχη διεξήχθη μεταξύ Γερμανών και Γάλλων και έχει χαρακτηριστεί ως πιο μακρά στην ιστορία καθώς διήρκησε 10 μήνες.
«Κρεατομηχανή», την αποκαλούν οι ιστορικοί και όχι άδικα, αφού Γάλλοι και Γερμανοί πολεμούσαν κυριολεκτικά για κάθε σπιθαμή εδάφους και σε αυτές τις 303 ημέρες περισσότεροι από 250 χιλιάδες άνδρες έχασαν τη ζωή τους και περίπου μισό εκατομμύριο τραυματίσθηκαν. Ειδικότερα εκτιμάται ότι από την πλευρά των Γάλλων οι νεκροί ανέρχονταν σε 163.000 και οι τραυματίες σε 215.000 τραυματίες, ενώ από την πλευρά των Γερμανών τα αντίστοιχα νούμερα ήταν 143.000 νεκροί και 187.000 τραυματίες.
Πολλοί από τους νεκρούς δεν βρέθηκαν ποτέ καθώς διαλύθηκαν σε κομματάκια από τους βομβαρδισμούς, ή αποσυντέθηκαν στα λασπωμένα χώματα του Βερντέν, ανώνυμοι ήρωες ενός νόμιμου μακελειού.
«Τι αιματοκύλισμα, τι φοβερές εικόνες, τι σφαγή! Ούτε η κόλαση δεν πρέπει να είναι έτσι» έγραφε ένας από αυτούς που πολέμησαν.
Αυτό το χώμα στο Βερντέν ήταν καταραμένο εδώ και αιώνες μεταξύ αυτών που πολέμησαν και έχασαν εκεί ήταν και ο Αττίλας.
Όταν ξεκίνησε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, σε αυτόν που χάθηκαν τα πιο λαμπρά μυαλά και νιάτα της Ευρώπης κάτι που ίσως πληρώνουμε ακόμη και σήμερα, το Βερντέν απείχε μόλις 40 χιλιόμετρα από τα σύνορα της Γαλλίας με το Παρίσι. Εκτός αυτού ήταν η πιο σύντομη οδός από τη Γερμανία στο Παρίσι. Αυτό σήμαινε για το στρατό του Κάιζερ ότι εάν το Βερντέν έπεφτε τότε θα ήταν θέμα ημερών η προέλαση του γερμανικού στρατού στη Γαλλική πρωτεύουσα.
Οι Γάλλοι είχαν από καιρό κατασκευάσει οχυρωματικά έργα σε έκταση περίπου 50 χιλιομέτρων, επρόκειτο για τη πιο μοντέρνα, σπουδαία, άρτια και αδιαπέραστη αμυντική γραμμή στον κόσμο. Μέσα στον οχυρωματικό χώρο υπήρχαν χιλιάδες στρατιώτες και βαρύς οπλισμός. Η τρίχρωμη γαλλική σημαία ανέμιζε σαν να προειδοποιούσε τους Γερμανούς: «Μην τολμήσετε».
Από την έναρξη του πολέμου τα γερμανικά στρατεύματα είχαν προελάσει, το 1914 από το Βέλγιο και το 1915 μάχονταν στη βόρεια Γαλλία ενάντια στους Βρετανούς και τους Γάλλους στρατιώτες. Ο αρχηγός του Γερμανικού Επιτελείου, Έριχ φον Φαλκενχάιν έκρινε πως η μεγαλύτερη απειλή για τη γερμανική επιτυχία ήταν οι Βρετανοί, όμως πριν αντιμετωπισθούν κατά μέτωπο θα έπρεπε να πετάξουν τους Γάλλους έξω από την εξίσωση και το μέρος για να γίνει αυτό, όπως συμβούλεψε τον Κάισερ, ήταν το Βερντέν. Ηξερε άλλωστε πως η Γαλλία ήταν ήδη αποδυναμωμένη, εξαντλημένη και με πεσμένο το ηθικό.
Ο Φαλκενχάιν τα έβαλε κάτω και είπε πως εάν οι Γάλλοι δεν παραδοθούν τότε η μάχη είναι αναπόφευκτη και υπολόγισε πως για κάθε δύο νεκρούς Γερμανούς στρατιώτες θα αντιστοιχούν πέντε Γάλλοι.
Έστησε μεταξύ άλλων 1.200 βαριά όπλα, τα οποία έσυρε με άλογα στο πεδίο της μάχης, ενώ είχαν ετοιμαστεί και 2,5 εκατομμύρια βλήματα για να σφυροκοπήσουν τον εχθρό. Αρκετά από αυτά περιείχαν χημικά αέρια. Μαζί και 150.000 άντρες έτοιμοι να χύσουν το αίμα των Γάλλων.
Οι Γάλλοι μαθαίνουν τι πρόκειται να γίνει και ενισχύουν το οχυρό με 30.000 άντρες.
Στις 21 Φεβρουαρίου στις 4 τα ξημερώματα και υπό το φως της πανσελήνου έπεσαν τα πρώτα βλήματα και κατέστρεψαν το σιδηροδρομικό σταθμό του Βερντέν.
Ο βομβαρδισμός του πυροβολικού συνεχίστηκε πλήττοντας το οχυρό και τα χαρακώματα.
«Οι οβίδες και τα βλήματα έρχονταν από παντού, εμφανίζονταν μέσα από τους καπνούς και τη σκόνη» περιγράφει ένας Γάλλος αξιωματικός που έζησε τη φρίκη και συνεχίζει: «Επρεπε να εγκαταλείψουμε τα καταφύγιά μας και να πέσουμε να κρυφτούμε σε έναν από τους μεγάλους κρατήρες που κάποιο βλήμα είχε ανοίξει. Τριγύρω μας ήταν τραυματισμένοι και ετοιμοθάνατοι και εμείς ήμασταν παντελώς ανίκανοι να τους προσφέρουμε την οποιαδήποτε βοήθεια».
Έπειτα από εννέα ώρες το σφυροκόπημα σταμάτησε, πρέπει να έπεσαν πάνω από ένα εκατομμύριο βλήματα και οι Γερμανοί στρατιώτες βγήκαν από τα χαρακώματα και άρχισαν να προχωρούν στο σκαμμένο από τα βλήματα έδαφος.
Κρατούσαν ένα νέο όπλο, που δεν είχε δοκιμασθεί στο πεδίο της μάχης. Το φλογοβόλο. Με αυτό εξαπέλυσαν επίθεση στα χαρακώματα καίγοντας τους άνδρες που ήταν εκεί.
Την πρώτη ημέρα της σφαγής οι Γάλλοι υποχώρησαν τέσσερα χιλιόμετρα τις επόμενες τρεις ημέρες οπισθοχώρησαν 12 χιλιόμετρα. Οι απώλειες συγκλονιστικές. 9.000 άντρες νεκροί, τραυματίες ή εξαφανισμένοι. Ένα από τα οχυρά, το Ντουομόντ έπεσε στους Γερμανούς και το ηθικό των Γάλλων κατέρρευσε. Οι πολίτες ξεκίνησαν να εγκαταλείπουν τη Βερντέν πιστεύοντας πως είναι θέμα χρόνου να μπουν μέσα οι Γερμανοί.
Όμως ο γαλλικός εγωισμός και περηφάνια έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο. Εν τω μεταξύ η εντολή από το Παρίσι ήταν «κρατήστε το Βερντέν με κάθε κόστος»,ενώ στο μέτωπο φτάνει ένας νέος διοικητής, το όνομά του Φιλίπ Πεταίν, μαζί με ενισχύσεις.
Μάχες και αίμα είναι το σκηνικό που εξακολουθεί να στήνεται. Μάλιστα οι μάχες είναι τόσο σφοδρές, που τελικά οι Γερμανοί έχουν χάσει τον ίδιο αριθμό ανδρών όπως οι Γάλλοι, περίπου 25.000 άνδρες. Αυτό σήμαινε ότι για πρώτη φορά χάνουν το προβάδισμα.
Οι Γερμανοί όσο προχωρούν και απομακρύνονται από το βεληνεκές του πυροβολικού τους είναι πιο εκτεθειμένοι, η οπισθοφυλακή βρίσκεται σε στατικότητα και αδυνατεί να προχωρήσει μπροστά καθώς οι σφοδροί βομβαρδισμοί έχουν καταστρέψει το έδαφος και το έχουν κάνει απροσπέλαστο. Είναι τώρα η σειρά του γαλλικού πυροβολικού που καταφέρνει σημαντικές απώλειες εναντίον του αντιπάλου.
Ο πόλεμος των χαρακωμάτων έχει ξεκινήσει, μάχες σώμα με σώμα και με παρατεταμένες τις ξιφολόγχες, οβίδες να πέφτουν και τα αυτόματα πυροβόλα όπλα διαμελίζουν τους νέους που πολεμούν μέσα στις λάσπες.
Η daily mail επικαλείται τα γραπτά ενός Γάλλου λοχία: «Το έδαφος κάθε τόσο σείεται και μας πετά επάνω. Η ατμόσφαιρα είναι αποπνικτική, δεν μπορούμε να αναπνεύσουμε. Οι τυφλοί και τραυματισμένοι συνάδελφοί μας πέφτουν επάνω μας και πεθαίνουν αφού πρώτα μας λούσουν με το αίμα τους».
Η αποφορά από τα σώματα που αποσυντίθενται είναι αβάσταχτη και για τα δύο στρατόπεδα.
Οι Γάλλοι προσπάθησαν ανεπιτυχώς να ανακαταλάβουν το Ντουομόντ χάνοντας χιλιάδες άνδρες.
Γάλλοι και Γερμανοί ζουν μέσα στη βρωμιά έχοντας 8.000 βλήματα να απειλούν τη ζωή τους καθημερινά. Στα χαρακώματα κάποιοι ξεμένουν από νερό και πίνουν τα ούρα τους.
Έχει περάσει μια εβδομάδα που οι άνδρες μάχονται με φλογοβόλα, ξιφολόγχες και αυτόματα που θερίζουν.
Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν και άλλο οχυρό, το Βο και το καταφέρνουν με πολύ υψηλό τίμημα, περίπου 2.750 νεκροί.
«Το Βερντέν δεν πρέπει να πέσει» έλεγε ο Πετέν ο οποίος αφού σταθεροποίησε το μέτωπο τον Μάιο πήρε προαγωγή και στη θέση του ήλθε ο στρατηγός Ρομπέρ Νιβέλ.
«Δεν θα περάσουν» (Ils ne passeront pas) είναι το μότο του Νιβέλ. Όμως οι Γάλλοι έχουν καταρρακωμένο ηθικό.
Ωστόσο ο Έριχ φον Φαλκενχάιν δεν μπορεί να πάρει το παιχνίδι γιατί η Γερμανία πολεμά σε δύο μέτωπα και ξαφνικά άνοιξε και τρίτο από τα ανατολικά με την προέλαση των Ρώσων. Η Γερμανία είναι εκτεθειμένη και πρέπει να σταλούν στρατιώτες στα ανατολικά. Έτσι 50.000 άνδρες φεύγουν με απόσπαση και κάθε σκέψη για μαζική επίθεση που θα τους οδηγούσε στο Παρίσι «παγώνει».
Όμως πριν από αυτό επιχείρησαν να πάρουν την παρτίδα κάνοντας χρήση χημικών αερίων. Φριχτοί θάνατοι μέσα στα χαρακώματα. Όμως εκεί σταματούν δεν υπάρχει χρόνος για να συνεχίσουν την επίθεση και κρατούν αμυντική στάση.
Ο στρατάρχης Πάουλ φον Χίντενμπουργκ τον Αύγουστο του 1916 έχει αναλάβει την αρχηγία των γερμανικών δυνάμεων. «Το Βερντέν έχει εξαντλήσει τις δυνάμεις μας, είναι μια ανοιχτή πληγή. Η επιχείρηση είναι ανέλπιδη» είχε δηλώσει και ο δεύτερος στην ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων ο Έριχ Λούντεντορφ ο οποίος κατέληξε πως «το Βερντέν είναι μια κόλαση, ένας εφιάλτης. Οι απώλειες μας είναι πολύ βαριές».
Φυσικά δεν επρόκειτο να γίνει άμεση οπισθοχώρηση. Οι Γάλλοι έχουν περάσει στην αντεπίθεση και στις 24 Οκτωβρίου παίρνουν πίσω το Ντουμόντ, 10 ημέρες αργότερα το οχυρό Βο και η τελική μάχη δόθηκε στις 18 Δεκεμβρίου.
Οι Γάλλοι ανακηρύχθηκαν νικητές, κράτησαν το Βερντέν, παρέμειναν στον πόλεμο και δεν εγκατέλειψαν όπως οι Γερμανοί. Ωστόσο η νίκη αυτή πάντα προκαλεί θλίψη. Επρόκειτο για ακόμη μια αποτυχία του ανθρωπίνου είδους. Μετά το Βερντέν φτιάχτηκε η Γραμμή Μαζινό κατά μήκος των γαλλογερμανικών συνόρων η συνέχει είναι γνωστή.