Σήμερα, Τετάρτη, αναμένεται να ληφθούν οι τελικές αποφάσεις για την πρόταση της κυβέρνησης με τα μέτρα που απαιτούν οι δανειστές για μετά το 2018 σε σύσκεψη υπό τον πρωθυπουργό του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης με την παρουσία του Γιάννη Δραγασάκη. Το τελικό σχέδιο θα παρουσιαστεί την Πέμπτη από την αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Γιώργο Χουλιαράκη κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του EuroWorking Group, σε μια προσπάθεια να βρεθεί κοινός τόπος με τους δανειστές.
Σύμφωνα με πληροφορίες η ελληνική πρόταση θα προβλέπει:
1.Μείωση του αφορολόγητου ορίου στα 7.200 ευρώ από 8.636 ευρώ που βρίσκεται σήμερα. Η περικοπή το αφορολόγητου θα οδηγήσει σε μείωση της έκπτωσης φόρου στα 1.600 ευρώ από 2.100 ευρώ, προκειμένου να εισπραχθούν 990εκατ ευρώ επιπλέον φόροι.
2. Διατήρηση του στόχου για πρωτογενή πλεονάσματα στο 3% του ΑΕΠ από το 2019 έως το 2023.
3. Θεσμοθέτηση του διευρυμένου δημοσιονομικού «κόφτη» ο οποίος θα περιλαμβάνει συγκεκριμένα μέτρα περικοπής δαπανών και αύξησης εσόδων.
4. Εφαρμογή «αντίστροφου κόφτη» με την υπεραπόδοση από τα έσοδα να κατευθύνεται για μειώσεις φόρων και κοινωνικές δαπάνες.
Στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι με τις συγκεκριμένες προτάσεις θα κάμψουν τις αντιστάσεις των δανειστών προκειμένου να επιστρέψουν άμεσα στην Αθήνα οι επικεφαλής των τεχνικών κλιμακίων και να επανεκκινήσει η δεύτερη αξιολόγηση.
Οι αντιδράσεις των σκληροπυρηνικών της Ευρώπης οι οποίοι εκφράζονται μέσω των γνωστών αξιωματούχων από την πλευρά των δανειστών, αποτελούν αυτή τη στιγμή το μεγαλύτερο εμπόδιο στην προσπάθεια να σημειωθεί πρόοδος στις διαπραγματεύσεις.
Στελέχη των Βρυξελλών σημειώνουν ότι όλες οι πλευρές έχουν δηλώσει τις απαιτήσεις τους αλλά και τα περιθώρια υποχώρησης. Ως εκ τούτου αυτό που μένει είναι να υπάρξει σύγκλιση μεταξύ όλων των πλευρών, παρά τις σκληρές επιστολές που έστειλαν στο Ταμείο ο υπουργός Οικονομικών και ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδα, αλλά και την εμμονική στάση που επιδεικνύει το ΔΝΤ, αλλά και μέρος των Ευρωπαίων.
Η σύγκλιση βέβαια θα σημαίνει αποδοχή επιπλέον δημοσιονομικών μέτρων από την Αθήνα, λεπτομερή περιγραφή των μέτρων διευθέτησης του Ελληνικού χρέους από τις Βρυξέλλες και αποδοχή των υψηλών στόχων πρωτογενούς πλεονάσματος από το ΔΝΤ. Πληροφορίες αναφέρουν ότι και στα τρία θέματα υπάρχει πρόοδος στις διαπραγματεύσεις σε ότι έχει να κάνει με τις τεχνικές λεπτομέρειες.
Αυτό ωστόσο που αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για την επίτευξη οριστικής συμφωνίας είναι ο τρόπος που θα υπάρξουν δεσμεύσεις απ΄ όλες τις πλευρές. Από την πλευρά της η κυβέρνηση κατά τη διάρκεια των τελευταίων διαπραγματεύσεων εμφανίζεται περισσότερο διαλλακτική στο ενδεχόμενο να συμφωνηθούν μια σειρά νέων προληπτικών μέτρων. Ωστόσο θεωρεί ως απαραίτητο στοιχείο για να προχωρήσει η συμφωνία, ότι δεν θα υπάρξει προνομοθέτηση νέων μέτρων για την περίοδο μετά το 2018.
Η κυβέρνηση επιμένει στη ψήφιση μόνο του δημοσιονομικού κόφτη μαζί με την περιγραφή των τομέων που θα επιβληθεί. Αντίθετα συμφωνεί να βρεθούν από τώρα τα μέτρα τα οποία όμως δεν θα ψηφιστούν από τη Βουλή απλά θα καταγραφούν αναλυτικά σε συνεργασία με τους δανειστές.
Η τελευταία προϋπόθεση που θέτει η Αθήνα σε συνδυασμό με την απαίτηση να υπάρξει από τους Ευρωπαίους αναλυτική περιγραφή και σαφής δέσμευση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, προσκρούει στην άρνηση του Βερολίνου να ανοίξει η συζήτηση τουλάχιστον πριν την ολοκλήρωση των Γερμανικών εκλογών. Ακόμα περισσότερο βέβαια δεν αποδέχεται να οριστικοποιήσει από τώρα τα μέτρα όπως ζητούν η Ελλάδα, το ΔΝΤ, αλλά και η ΕΚΤ.
Η στάση του ΔΝΤ
Χωρίς τις αποφάσεις για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα, το ΔΝΤ θα συνεχίζει να χαρακτηρίζει το Ελληνικό χρέος «εξαιρετικά μη βιώσιμο». Ως αποτέλεσμα θα είναι να συνεχίσει να μην μετέχει με χρηματοδότηση στο Ελληνικό πρόγραμμα διατηρώντας απλά τη θέση του τεχνικού συμβούλου. Ταυτόχρονα όμως το Ταμείο θέτει ζήτημα για την παραμονή του στο πρόγραμμα, αλλά κυρίως για την επιτυχία του προγράμματος εξαιτίας των επιμονής των Ευρωπαίων να ζητούν πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 3% του ΑΕΠ και μετά το 2018.
Δεδομένο είναι ότι η λύση στο μπερδεμένο κουβάρι που έχει δημιουργηθεί εξαιτίας των εμμονών που έχουν όλες οι πλευρές, αλλά και των πολιτικών επιδιώξεων δεν θα μπορέσει να τους ικανοποιήσει όλους. Σε αυτό το πλαίσιο εάν οι γνωστοί κύκλοι από την πλευρά των δανειστών δεν επιλέξουν να οδηγήσουν στα άκρα τις διαπραγματεύσεις, θα πρέπει να υπάρξουν υποχωρήσεις από όλες τους παράγοντες..
Αυτό θα σημαίνει για την κυβέρνηση νέα μέτρα τα οποία θα στοχεύουν και πάλι στη μείωση του αφορολόγητου και στην περικοπή της ασφαλιστικής δαπάνης, ενώ το Ταμείο επιμένει για ακόμα μεγαλύτερη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων.