O Σύρος δάσκαλος Άχμαντ Αλσαχού, τα τρία παιδιά του και η 10χρονη ανιψιά του Ντεϊάν, της οποίας την κηδεμονία έχει αναλάβει, βρίσκονται ακόμα στην Ελλάδα ζώντας στην αβεβαιότητα. Περιμένουν να ταξιδέψουν στη Γερμανία για να ενωθούν και πάλι με τα άλλα δύο παιδιά της οικογένειας. Έχει παρέλθει το εξάμηνο που προβλέπεται για τη μετάβασή τους στη χώρα, αλλά παραμένουν ακόμη στην Ελλάδα. Και αυτό παρά το γεγονός ότι η νεαρή Ντεϊάν αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας.
Ο Άχμαντ Αλσαχού ήρθε στην Ελλάδα στις 11 Αυγούστου του 2016. Η φυγή από την πατρίδα του ήταν η μόνη λύση, όπως εξιστορεί στο Αθηναϊκό Πρακτορείο, γιατί ως δημόσιο υπάλληλο το Ισλαμικό Κράτος τον θεωρούσε προδότη και κινδύνευε η ζωή του. Όταν παρακίνησε τα δύο μεγαλύτερα αγόρια του να εγκαταλείψουν τη χώρα με προορισμό τη Γερμανία για να μην υπηρετήσουν στο στρατό, ο Άχμαντ δέχτηκε επιπλέον απειλές για αποκεφαλισμό. Τότε πήρε τη γυναίκα του, την ανιψιά του και τα τρία μικρότερα παιδιά τους και κατευθύνθηκαν στην Τουρκία και από εκεί στην Ελλάδα. Τελικός προορισμός τους θα ήταν η Γερμανία, όπου είχαν ήδη εγκατασταθεί τα δύο μεγαλύτερα παιδιά τους. Στην Ελλάδα, όπου ζουν σήμερα, έκαναν δύο αιτήματα οικογενειακής επανένωσης, μέσω της γερμανικής πρεσβείας και της Υπηρεσίας Ασύλου.
Η πρώτη απογοήτευσή τους ήρθε με την απάντηση της γερμανικής πρεσβείας: το αίτημα έγινε δεκτό για εκείνον και τη γυναίκα του, αλλά απορρίφθηκε για τα τρία ανήλικα παιδιά και την ανιψιά του. Πήραν τότε την απόφαση να πάει η γυναίκα του στη Γερμανία για να βρίσκεται κοντά στα δύο μεγαλύτερα παιδιά τους και να μείνει εκείνος πίσω με τα μικρότερα.
«Αυτό που γίνεται είναι σαν τιμωρία, σαν να μας τιμωρούν που είμαστε πρόσφυγες. Πώς γίνεται να αποφασίζουν ότι μπορούν να φύγουν οι γονείς και να αφήνουν τα ανήλικα παιδιά τους εδώ;» σχολιάζει ο Άχμαντ, ο οποίος εκτιμά πως «θέλουν να δυσκολέψουν τη διαδικασία της οικογενειακής επανένωσης. Η Ευρώπη θέλει να τιμωρήσει αυτούς που είναι ήδη στην Ελλάδα για να μην έρθουν άλλοι. Αυτό δεν είναι οικογενειακή επανένωση, είναι οικογενειακή τιμωρία».
Το δεύτερο αίτημα, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, έγινε δεκτό για όλη την οικογένεια στις 20 Ιανουαρίου 2017. Σύμφωνα με τον Κανονισμό του Δουβλίνου, θα έπρεπε να ταξιδέψουν εντός έξι μηνών, ωστόσο μέχρι σήμερα δεν έχουν λάβει καμία ενημέρωση για την αναχώρησή τους.
Τις επόμενες ημέρες ο Άχμαντ και συμπατριώτες του στον Σκαραμαγκά, όπου διαμένουν, προτίθενται να κάνουν απεργία πείνας ζητώντας να επανενωθούν με τις οικογένειές τους.
Η περίπτωση της 13χρονης ασυνόδευτης Α.Α.
Ανάμεσα στους πρόσφυγες που περιμένουν τη διεκπεραίωση του αιτήματός τους για οικογενειακή επανένωση βρίσκονται και ασυνόδευτα παιδιά. Όπως η περίπτωση της 13χρονης Σύριας Α.Α. που βρίσκεται στην Ελλάδα μαζί με τον επίσης ανήλικο αδελφό της. Η μικρή έχει πέσει θύμα σεξουαλικής βίας από τον διακινητή της κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της, γεγονός που έχει καθορίσει την ευάλωτη ψυχολογία της. Τα δύο παιδιά έχουν καταθέσει αίτημα επανένωσης με τη μητέρα τους στη Γερμανία, ήδη αναγνωρισμένη δικαιούχο διεθνούς προστασίας εκεί. Τον Ιανουάριο 2017 η Γερμανία ανέλαβε την ευθύνη εξέτασης του αιτήματος για διεθνή προστασία. Σχεδόν έναν μήνα μετά την παρέλευση του ορισμένου από τον Κανονισμό του Δουβλίνου εξαμήνου, δεν έχει οριστεί ακόμα προγραμματισμένη πτήση για τη μετάβαση των παιδιών στη Γερμανία, ενώ παρά την ευαλωτότητα της μικρής η υπόθεση δεν έχει προτεραιοποιηθεί και εκτιμάται ότι δεν προβλέπεται η μετεγκατάστασή της ούτε κατά τις πτήσεις του Αυγούστου, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των αναμονών.
Κοινωνικοί λειτουργοί που βρίσκονται κοντά της περιγράφουν ότι η ανήλικη εκφράζει έντονα και επανειλημμένα την ανάγκη να βρεθεί κοντά στη μητέρα της, ενώ ο θάνατος του πατέρα της λίγες εβδομάδες πριν από την αναχώρησή τους από τη Συρία, κατά τη διάρκεια των πολεμικών συρράξεων στην πόλη τους, όπως και κάποια προβλήματα υγείας που αντιμετώπισε το κορίτσι, έχουν επιβαρύνει σημαντικά την ψυχική της κατάσταση.
2.500 εκκρεμή αιτήματα
Σύμφωνα με στοιχεία της Υπηρεσίας Ασύλου, σε περίπου 2.500 ανέρχονται τα εκκρεμή αιτήματα οικογενειακής επανένωσης στη Γερμανία.
Την ολοκλήρωση των υποθέσεων επανένωσης δυσχεραίνουν περιορισμοί που έχουν τεθεί στον αριθμό των αιτούντων που θα ταξιδεύουν κάθε μήνα. Πρόσφατο δελτίο Τύπου της ΜΚΟ Αίτημα δημοσιοποιεί έγγραφη απάντηση της Υπηρεσίας Ασύλου στις 15 Ιουνίου προς την οργάνωση, στην οποία αποκαλύπτει ότι τον περιορισμό έχει ζητήσει η Μονάδα Δουβλίνου της Γερμανίας. Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι «η Μονάδα Δουβλίνου Γερμανίας ζήτησε από την Υπηρεσία μας την μεταφορά των αιτούντων σε ελεγχόμενο αριθμό ανά μήνα ανεξάρτητα με την εξάμηνη προθεσμία για την ολοκλήρωση της μεταφοράς που προβλέπεται στο άρθρο 29 του Κανονισμού ΕΕ 604/2013».
Από τα αριθμητικά στοιχεία της Υπηρεσίας Ασύλου για τις οικογενειακές επανενώσεις φαίνεται ότι ο περιορισμός αυτός είναι σημαντικός: ενώ τον Φεβρουάριο 2017 έφυγαν 321 άτομα και τον Μάρτιο 544, τον Απρίλιο ταξίδεψαν μόλις 73 άτομα και τον Μάιο 70.
Σε πολλές περιπτώσεις για τους αιτούντες έχει παρέλθει το προβλεπόμενο εξάμηνο, ωστόσο πηγές της Υπηρεσίας Ασύλου διευκρινίζουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «οι γερμανικές αρχές έχουν δώσει ρητή παράταση και διαβεβαίωση ότι αυτές θα εκτελεστούν κανονικά».
Οι ίδιες πηγές διευκρινίζουν ότι στις αποστολές «προτεραιοποιούνται οι ευάλωτοι, σοβαρά ιατρικά περιστατικά και ανήλικοι, ωστόσο είναι πολύ μεγάλος ο αριθμός των ατόμων που έχουν κάποια ευαλωτότητα».
Ανοιχτή επιστολή από ελληνικές και γερμανικές ΜΚΟ
Ελληνικές και γερμανικές μη κυβερνητικές οργανώσεις απέστειλαν σήμερα ανοιχτή επιστολή για το θέμα της οικογενειακής επανένωσης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την επιτροπή LIBE του Ευρωκοινοβουλίου, το Συμβούλιο της Ευρώπης, την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε., καθώς και τους υπουργούς Εσωτερικών της Γερμανίας και Μεταναστευτικής Πολιτικής της Ελλάδας.
Στην επιστολή οι οργανώσεις εκφράζουν τις σοβαρές ανησυχίες τους για την «παραβίαση του δικαιώματος στην οικογενειακή επανένωση». Όπως σημειώνουν, «οι αιτούντες άσυλο που δικαιούνται να μεταφερθούν στη Γερμανία σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, "εγκλωβίζονται" στην Ελλάδα για περίοδο που υπερβαίνει τις προθεσμίες που προβλέπονται, για λόγους που οφείλονται στον επιπρόσθετο όρο ενός μέγιστου αριθμού μεταφορών ανά μήνα».
«Η κατάσταση αυτή», επισημαίνουν, «θέτει σε κίνδυνο όλη τη διαδικασία και υπονομεύει το δικαίωμα των αιτούντων άσυλο στην οικογενειακή επανένωση, ενώ παραβιάζει περαιτέρω και το δικαίωμά τους στην οικογενειακή ζωή».
Στην επιστολή τονίζεται ότι «ο διακανονισμός μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας αναφορικά με την εφαρμογή της οικογενειακής επανένωσης των αιτούντων άσυλο, θέτοντας ποσοτικά κριτήρια (μέγιστος αριθμός ανά μήνα) παραβιάζει κατάφωρα τη διεθνή, ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία, η οποία καθιερώνει την αρχή της οικογενειακής ενότητας και του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού».
Τέλος, οι οργανώσεις ζητούν να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα «προκειμένου να σταματήσει αυτή η παράνομη πρακτική».
Την ανοιχτή επιστολή υπογράφουν 27 οργανώσεις: Advocates Abroad, Αίτημα, 'Αρσις, Asylkoordination, BUMF, CCME- Churches' Commission for Migrants in Europe, Diakonie Deutschland, Evangelischer Bundesverband E.V., Δίκτυο Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και τους Εξόριστους (ECRE), Ευρωπαϊκή Ουμανιστική Ομοσπονδία, Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι, Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, Ελληνικό Φόρουμ Προσφύγων, Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Ένωση Ουμανιστών-τριών Ελλάδας, Κόσμος Χωρίς Πολέμους και Χωρίς Βία, Διεθνής Ουμανιστική και Ηθική Ένωση, Mobile Info Team, «ΛΑΘΡΑ;»- Επιτροπή Αλληλεγγύης στους Πρόσφυγες της Χίου, OMCT-Παγκόσμιος Οργανισμός Κατά των Βασανιστηρίων, Praksis, Proasyl, Πρωτοβουλία για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων, Refugee Law Clinics Abroad, Safe Passage, Solidarity Now, Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο.