Η Ισπανία ζει μία από τις ιστορικότερες και πιο κρίσιμες στιγμές της μετα-Φράνκο εποχής. Η αντιπαράθεση Μαδρίτης και των αυτονομιστών της Καταλονίας είναι μια από τις χειρότερες κρίσεις που έχει περάσει η χώρα μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1975.
►O πρόεδρος της Καταλονίας, Κάρλες Πουτζντεμόν απηύθυνε έκκληση στους πολίτες της Καταλονίας να παραμείνουν ειρηνικοί και πιστοί στην πολιτική τους συνείδηση μετά την έγκριση από το κοινοβούλιο στη Βαρκελώνη του ψηφίσματος που κηρύσσει την ανεξαρτησία της περιφέρειας.
Η αντεπίθεση της Μαδρίτης
► Η Γερουσία του ισπανικού κοινοβουλίου εξουσιοδότησε την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μαριάνο Ραχόι να θέσει την Καταλονία υπό την απευθείας διακυβέρνηση της Μαδρίτης. Και το έκανε αποφασίζοντας τη διάλυση του κοινοβουλίου της Καταλονίας και προκήρυξη εκλογών στις 21 Δεκεμβρίου.
Παράλληλα, η γενική εισαγγελία της Ισπανίας θα κινήσει εντός της επόμενης εβδομάδας δικαστική διαδικασία σε βάρος του προέδρου της Καταλονίας Κάρλες Πουτζντεμόν με την κατηγορία της «εξέγερσης».
Και το διάγγελμα
«Είναι τα πρώτα μέτρα που εφαρμόζουμε προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο εκείνοι που ήταν έως σήμερα επικεφαλής (της καταλανικής διοίκησης) να μπορέσουν να συνεχίσουν την κλιμάκωση της ανυπακοής» υπογράμμισε ο Μαριάνο Ραχόι μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου που συγκλήθηκε προκειμένου η Καταλονία να τεθεί υπό καθεστώς κηδεμονίας.
Ο Ισπανός πρωθυπουργός είπε ότι θα επιδιώξει να κηρυχθεί παράνομη η σημερινή κήρυξη της ανεξαρτησίας από την Καταλονία.
Επιπλέον, δήλωσε ότι αποφάσισε να αποπέμψει τον πρόεδρο της Καταλονίας Κάρλες Πουτζντεμόν και την κυβέρνηση της Καταλονίας, τονίζοντας ότι οι υπουργοί της κεντρικής κυβέρνησης θα αναλάβουν τα καθήκοντα της καταλανικής διοίκησης.
Επίσης, θα προχωρήσει στη διάλυση του κοινοβουλίου της Καταλονίας, ενώ προκήρυξε εκλογές για την 21η Δεκεμβρίου.
Όπως τόνισε ο Μαριάνο Ραχόι, ο αρχηγός της καταλανικής αστυνομίας παύεται των καθηκόντων του.
«Πιστεύουμε ότι επείγει να ακούσουμε τους πολίτες της Καταλονίας, όλους ανεξαιρέτως, ώστε να μπορούν να αποφασίζουν για το μέλλον τους και κανείς να μην μπορεί να ενεργεί εκτός του νόμου για λογαριασμό τους» τόνισε ο επικεφαλής της ισπανικής κυβέρνησης.
Οι αντιδράσεις
Η γερμανική κυβέρνηση διαμήνυσε ότι δεν αναγνωρίζει την κήρυξη της ανεξαρτησίας της Καταλονίας.
«Η γερμανική κυβέρνηση παρακολουθεί με ανησυχία την επιδείνωση της κατάστασης στην Καταλονία. Η εθνική κυριαρχία και η εδαφική ακεραιότητα της Ισπανίας είναι και παραμένουν απρόσβλητες», επομένως, η κυβέρνηση «δεν αναγνωρίζει αυτού του είδους την ανακήρυξη ανεξαρτησίας» τόνισε σε μήνυμά του στο Twitter ο Στέφεν Ζάιμπερτ.
«Η κυβέρνηση στηρίζει τη σαφή θέση του πρωθυπουργού της Ισπανίας στη βούλησή του να εγγυηθεί και να αποκαταστήσει τη συνταγματική τάξη» συνέχισε ο Γερμανός αξιωματούχος.
Το Βερολίνο διατυπώνει την ελπίδα «όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να προωθήσουν τον διάλογο με στόχο την άμβλυνση της κατάστασης».
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε ότι ο πρωθυπουργός της Ισπανίας Μαριάνο Ραχόι έχει την «πλήρη στήριξή του».
Η Ευρωπαϊκή Ένωση «δεν έχει ανάγκη από άλλες ρωγμές, άλλα ρήγματα» δήλωσε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.
«Δεν είναι απαραίτητο να εμπλακούμε σε αυτήν τη διαμάχη στο εσωτερικό της Ισπανίας όμως δεν θέλω αύριο η Ευρωπαϊκή Ένωση να αποτελείται από 95 κράτη-μέλη» είπε σε δημοσιογράφους.
«Η κήρυξη της ανεξαρτησίας από το κοινοβούλιο της Καταλονίας δεν αλλάζει τίποτα και η Ευρωπαϊκή Ένωση θα συνδιαλέγεται μόνο με την κεντρική κυβέρνηση στη Μαδρίτη», δήλωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ.
«Για την ΕΕ δεν αλλάζει τίποτα. Η Ισπανία παραμένει ο μόνος συνομιλητής μας», έγραψε ο Τουσκ στον λογαριασμό του στο Twitter.
Νωρίτερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε δηλώσει ότι δεν έχει κανένα νέο σχόλιο για την Καταλονία. Ειδικότερα, η εκπρόσωπος της Κομισόν Μίνα Αντρέεβα είχε υπογραμμίσει: «Δεν έχουμε τίποτα να προσθέσουμε σε ό,τι είπαμε στην καθιερωμένη μεσημεριανή ενημέρωση των δημοσιογράφων»
Την ίδια στιγμή, η αμερικανική κυβέρνηση δήλωσε σήμερα ότι στηρίζει την «ενότητα» της Ισπανίας, όπως επισημαίνεται σε ένα δελτίο τύπου που εξέδωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
«Η Καταλονία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Ισπανίας και οι ΗΠΑ υποστηρίζουν τα συνταγματικά μέτρα που λαμβάνει η ισπανική κυβέρνηση με στόχο να κρατήσει την Ισπανία ισχυρή και ενωμένη» τονίζει στο δελτίο τύπου η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ Χέδερ Νάουερτ.
Η βρετανική κυβέρνηση γνωστοποίησε ότι δεν θα αναγνωρίσει τη μονομερή κήρυξη της ανεξαρτησίας από την Καταλονία διατυπώνοντας τη βούλησή της για τη «διαφύλαξη της ενότητας της Ισπανίας».
«Η Βρετανία δεν αναγνωρίζει και δεν θα αναγνωρίσει τη μονομερή κήρυξη ανεξαρτησίας από το περιφερειακό κοινοβούλιο της Καταλονίας» επισήμανε κυβερνητικός εκπρόσωπος. Η κήρυξη αυτή «στηρίζεται σε μια ψηφοφορία που είχε κριθεί παράνομη από τα ισπανικά δικαστήρια. Συνεχίζουμε να επιθυμούμε τη διαφύλαξη του κράτους Δικαίου, τον σεβασμό του ισπανικού Συντάγματος και τη διαφύλαξη της ενότητας της Ισπανίας».
Από την πλευρά της η κυβέρνηση της Σκωτίας εμφανίστηκε περισσότερο θετικά διακείμενη προς την Καταλονία, χωρίς εντούτοις να αναγνωρίζει την ανεξαρτησία της περιφέρειας.
«Κατανοούμε και σεβόμαστε την θέση της καταλανικής κυβέρνησης» δήλωσε σήμερα η Φιόνα Χίσλοπ, η υπουργός Εξωτερικών της Σκοτίας, στέλεχος του Εθνικού Κόμματος της Σκωτίας (SNP).
«Ενώ η Ισπανία έχει το δικαίωμα να αντιτίθεται στην ανεξαρτησία, ο λαός της Καταλονίας πρέπει να έχει τη δυνατότητα να καθορίζει το ίδιο του το μέλλον» τόνισε.
Η Σκωτσέζα υπουργός απηύθυνε έκκληση για τη διεξαγωγή «διαλόγου με στόχο την εύρεση μιας λύσης που θα σέβεται τη δημοκρατία» εκτιμώντας ότι το να τεθεί σε καθεστώς κηδεμονίας η περιφέρεια από την κεντρική διοίκηση «δεν μπορεί να είναι η λύση».
Η Ισπανία παραμένει ένας σημαντικός σύμμαχος στους κόλπους του ΝΑΤΟ και η κρίση στην Καταλονία είναι ένα εσωτερικό ζήτημα που θα πρέπει να επιλυθεί στο πλαίσιο του ισπανικού Συντάγματος, επισήμανε αξιωματούχος του Βορειοατλαντικού Συμφώνου.
Ερωτηθείς σχετικά με την κήρυξη της ανεξαρτησίας από το κοινοβούλιο της Καταλονίας, ο αξιωματούχος του ΝΑΤΟ απάντησε:
«Η Ισπανία είναι ένας αφοσιωμένος σύμμαχος, που συμβάλλει σε σημαντικό βαθμό στην κοινή μας ασφάλεια. Το ζήτημα της Καταλονίας είναι ένα εσωτερικό ζήτημα που θα πρέπει να επιλυθεί στο πλαίσιο του ισπανικού Συντάγματος».
Η Κυπριακή Δημοκρατία τάχθηκε κατά της μονομερώς ανακηρυχθείσας ανεξαρτησίας της Καταλονίας, αναφέρεται σε ανακοίνωση του κυπριακού υπουργείου Εξωτερικών.
«Η Κύπρος καταδικάζει την παραβίαση του κράτους δικαίου και υποστηρίζει σθεναρά την ανάγκη για πλήρη σεβασμό της ενότητας και διατήρηση της συνταγματικής τάξης του Βασιλείου της Ισπανίας», αναφέρει μεταξύ άλλων η ανακοίνωση.
«Η Κυπριακή Δημοκρατία παρακολουθεί τις εξελίξεις στην Ισπανία με μεγάλη ανησυχία. Η Κύπρος καταδικάζει την παραβίαση του κράτους δικαίου και υποστηρίζει σθεναρά την ανάγκη για πλήρη σεβασμό της ενότητας και διατήρηση της συνταγματικής τάξης του Βασιλείου της Ισπανίας».
Διαβάστε επίσης:
Μάθημα ισπανικών
Ποια είναι η Καταλονία;
Η Καταλονία, με πρωτεύουσα την Βαρκελώνη, είναι μια από τις 16 Αυτόνομες Κοινότητες, στις οποίες χωρίζεται το Βασίλειο της Ισπανίας. Οι Κοινότητες είναι αρμόδιες για την παιδεία, υγεία, μεταφορές, κοινωνική πρόνοια, περιβάλλον. Όπως και οι άλλες κοινότητες, με εξαίρεση τη χώρα των Βάσκων, η Καταλονία εισπράττει το φόρο κινητής και ακίνητης περιουσίας και το φόρο κληρονομιάς (στην Βαρκελώνη είναι ιδιαίτερα υψηλός) το φόρο για τα αλκοολούχα ποτά, το 50% του ΦΠΑ και ένα ποσοστό του φόρου εισοδήματος. Η Καταλονία είναι η τρίτη κοινότητα της Ισπανίας σε ό,τι αφορά το κατά κεφαλήν εισόδημα της χώρας και συμβάλει στο 20% του εθνικού ΑΕΠ, στην δεύτερη θέση μετά την κοινότητα της Μαδρίτης. Oι Καταλανοί καταβάλλουν στο ισπανικό φορολογικό σύστημα περισσότερα χρήματα από όσα λαμβάνουν. Το «φορολογικό έλλειμμα» υπολογίζεται από τους αυτονομιστές, γύρω στο 8% του περιφερειακού ΑΕΠ. Οι «ενωτικοί» αμφισβητούν το στοιχείο αυτό και το επανακαθορίζουν, ανάλογα με τα διάφορα έτη, ανάμεσα στο 2% και στο 6%.
Για ποιο λόγο η Καταλονία θέλει να είναι ανεξάρτητη;
Οι λόγοι είναι πολυάριθμοι και το βάρος που δίδεται στο ένα ή στο άλλο σημείο αλλάζει ανάλογα με την περίοδο και τους συνομιλητές. Μέχρι πριν λίγα χρόνια το κίνημα υπέρ της ανεξαρτησίας συνδεόταν, κυρίως, με την ταυτότητα της Καταλονίας και οφειλόταν σε γλωσσικές και πολιτιστικές διαφορές. Η καταλανική γλώσσα μοιάζει πολύ με τα ισπανικά, όπως μοιάζουν και τα ιταλικά. Η εμπορική παράδοση της Βαρκελώνης κάνει την πόλη αυτή να νιώθει ότι έχει έναν διαφορετικό «εθνικό» χαρακτήρα, σε σύγκριση με εκείνον που υπερισχύει στις εσωτερικές, αγροτικές περιοχές της Ισπανίας. Για τους υποστηρικτές της ανεξαρτησίας το 1714 είναι το έτος κατά το οποίο οι Βουρβόνοι κατέκτησαν την Βαρκελώνη, θέτοντας τέλος στην μορφή αυτοδιακυβέρνησης που είχε ξεκινήσει στον Μεσαίωνα. Για τις ενωτικές δυνάμεις πρόκειται απλώς για την νίκη των Βουρβόνων (της Γαλλίας) κατά των Αψβούργων (της Αυστρίας) στην αναμέτρηση για την διαδοχή του Καρόλου του Β΄. Οι Βουρβόνοι επέβαλαν το συγκεντρωτικό τους κρατικό μοντέλο, σε αντίθεση με το παλαιότερο αψβουργικό, το οποίο ήταν πολυγλωσσικό και πολυπολιτισμικό. Πιο πρόσφατη είναι ο διχασμός αριστεράς- δεξιάς, κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο του 1936, ο οποίος μετετράπη σε μάχες ανάμεσα στην Ισπανική Δημοκρατία και στη στρατιωτική χούντα, η οποία είχε ήδη κατακτήσει την Μαδρίτη.
Συχνά οι υποστηρικτές της ανεξαρτησίας, θυμίζουν και «χτυπούν» στην ενωμένη Ισπανία την περίοδο της δικτατορίας του Φράνκο (1939- 1975) κατά την οποία η χρήση της καταλανικής γλώσσας απαγορευόταν στους δημόσιους χώρους. Τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε και το βάρος των οικονομικών διεκδικήσεων. Η παγκοσμιοποίηση διεύρυνε τις δυνατότητες εμπορικών συναλλαγών για τις επιχειρήσεις της Καταλονίας, οι οποίες, χάρη στην δυναμική αυτή δεν εξαρτώνται, πλέον, μόνο από την αγορά της Ισπανίας. Η οικονομική κρίση του 2018, βέβαια, επηρέασε και το κοινωνικό κράτος της Καταλονίας και οι υπέρμαχοι της ανεξαρτησίας λένε ότι αν δεν κατέβαλε φόρους στην Ισπανία, η Καταλονία θα ήταν πλουσιότερη, με καλύτερες υπηρεσίες προς τους πολίτες και περισσότερες επενδύσεις. Οι υποστηρικτές της ενιαίας Ισπανίας απαντούν ότι το κόστος της άμυνας, της εξωτερικής πολιτικής και των υποδομών κατανέμονται καλύτερα σε μια μεγαλύτερη κρατική οντότητα.