Καθώς γράφονται οι γραμμές αυτές, πριν το Eurogroup σε συνθήκες αβεβαιότητας, κυριαρχεί ανασφάλεια για την τελική έκβαση:
Θα βρεθεί λύση, άραγε, στο ελληνικό πρόβλημα; Εμείς πρέπει να είμαστε σε θέση να πληρώνουμε. Από την πλευρά τους, οι δανειστές έχουν συμφέρον να πάρουν πίσω τα λεφτά τους. Άρα και οι δύο έχουμε το συμφέρον να βγει η Ελλάδα από την ύφεση. Δηλαδή, υφίσταται πεδίο ειλικρινούς συμβιβασμού. Απλώς πρέπει να κάτσουμε κάτω και να συμφωνήσουμε ακριβώς με ποιον τρόπο θα γίνει αυτό.
Άρα υπάρχει λύση αμοιβαία επωφελής στην οποία και οι δύο κερδίζουν. Οι λογικοί άνθρωποι εκατέρωθεν θα το καταλάβουν αυτό και τελικά θα συμφωνήσουν. Αυτό είναι το εγωιστικό συμφέρον του καθενός - συνεπώς γιατί να μην το πετύχουμε;
Μια τέτοια αισιοδοξία προκύπτει από την παραδοσιακή οικονομική προσέγγιση: Αν υπάρχει μια επωφελής λύση, οι ασυντόνιστες ενέργειες του καθενός που κοιτάει μόνο το δικό του συμφέρον θα οδηγήσουν «αυτόματα» σαν να «καθοδηγούνται από ένα αόρατο χέρι» όπως είπε ο Ανταμ Σμιθ ήδη από το 1776, στον εντοπισμό και την υλοποίηση του γενικού καλού. Θα συμφωνούσε και ο σχεδόν συνομήλικός του, ο Dr. Pangloss του Βολταίρου.
Αυτή την αισιοδοξία αντισταθμίζει από τα μέσα του 20ου αιώνα η προσέγγιση της θεωρίας των παιγνίων, που ανέπτυξε ο μαθηματικός και οικονομολόγος von Neumann. Σύμφωνα με αυτή όταν εξετάζουμε την αντίδραση μεμονωμένων «παικτών»που παίζουν ο ένας εναντίον του άλλου σε υπαρκτές καταστάσεις μπορούν εύκολα να προκύψουν «παθολογικές»περιπτώσεις. Σε αυτές, αν και υπάρχει κοινά επωφελής λύση, η προώθηση του ατομικού ορθολογισμού οδηγεί σε σαφώς υποδεέστερη επιλογή , που μπορεί μάλιστα να είναι και η καταστροφή. Οι καταστάσεις αυτές αποκαλούνται «παιχνίδια». Ένα παιχνίδι χαρακτηρίζεται από μια δομή αλληλεξάρτησης (οι κανόνες του παιχνιδιού, το story) και από μια δομή επιβραβεύσεων της κάθε επιλογής. Σε πολλά τέτοια παιχνίδια η ορθολογική στρατηγική οδηγεί σε επιλογές που στρέφονται καθαρά εναντίον του γενικού καλού - με όποιον τρόπο και να το ορίσουμε αυτό.
Ποιο είναι άρα το παιχνίδι που παίζεται και θα παιχθεί με την Ελλάδα και την Ευρωζώνη;
Το παιχνίδι αυτής της εβδομάδας αφορά τις καταληκτικές ημερομηνίες, και είναι σίγουρα το παιχνίδι της μαγκιάς ή της δειλίας (game of chicken): Δύο οχήματα είναι σε τροχιά σύγκρουσης, ενώ είναι σαφές ότι κάποιος από τους δυο πρέπει να κάνει πίσω. Όμως αυτό θα στοιχίσει σε γόητρο. Για να κερδίσει, ο κάθε παίκτης πείθει τον άλλο ότι δεν έχει πρόβλημα να το «κάνει Κούγκι» για να εκμαιεύσει την υποχώρηση. Αν αργήσουν και ο δύο πλευρές, τότε προκύπτει η πλήρης καταστροφή - το Κούγκι - και για τους δύο. Ένα παρόμοιο παιχνίδι έπαιζε ήρωας στην ταινία «Επαναστάτης χωρίς Αιτία» και σκοτώθηκε.
Στις αυλές των δημοτικών σχολείων της Επικράτειας τα παιδάκια παίζουν επιτυχώς το παιχνίδι της μαγκιάς και αποφεύγουν τα Κούγκια. Η επαπειλούμενη βλακεία είναι τόσο εξόφθαλμη ώστε η παρέμβαση της ψύχραιμης δασκάλας βρίσκει άμεσα ανταπόκριση από όλους.
Ας πούμε λοιπόν ότι καταφέρνουμε να περάσουμε αυτόν τον σκόπελο στις 20 του μηνός και μπαίνουμε στην ουσία της διαπραγμάτευσης. Τότε ποιο είναι το παιχνίδι που θα παιχτεί στις διαπραγματεύσεις για το νέο «πρόγραμμα»/«σύμβαση»/ «Ρόζα» /«Ευκαρπία»;
Το πιο προβληματικό παιχνίδι είναι «το παιχνίδι του φυλακισμένου». Σε αυτό το παιχνίδι οι δύο παίκτες οδηγούνται από το συμφέρον τους να διαλέξουν την λύση που είναι χειρότερη και για τους δυο. Αυτό γίνεται στην προσπάθειά τους να προασπίσουν το στενό τους συμφέρον, φορτώνοντας ο καθένας όσα μπορεί περισσότερα στον άλλο. Το χειρότερο είναι ότι, ακόμη και αν καταλήξουν σε συμφωνία χάρις στην μεσολάβηση τρίτου, ο καθένας έχει συμφέρον να την 'σπάσει». Και έτσι τελικά καταλήγουν στην ακριβώς αντίθετη κατάληξη - αυτήν που προσπαθούσαν να αποφύγουν.
Στο παιχνίδι αυτό αντιδιαστέλλεται το «παιχνίδι της διαβεβαίωσης». Αυτό μοιάζει με το παιχνίδι του φυλακισμένου αφού οι ασυντόνιστες 'ορθολογικές' ενέργειες καταλήγουν σε αποτέλεσμα που δεν είναι το καλύτερο για κανένα από τους δύο. Όμως υπάρχει μια κρίσιμη διαφορά: Τα κίνητρα είναι έτσι, ώστε, αν εξασφαλιστεί συμφωνία, δεν θα υπάρχει λόγος αυτή να ανατραπεί.
Τι παιχνίδι θα παιχτεί για την Ελλάδα; Κατ' αρχάς αρχίζουμε από μια επιβαρυντική παρατήρηση: παίζουν πολλοί παίκτες και όχι μόνο δύο. Τα συμφέροντα του καθενός ίσως να αλλάζουν, να αλληλοαναιρούνται, να υποσκάπτουν ο ένας τον άλλον, να ενεργούν με υστεροβουλία προσπαθώντας να εξασφαλίσουν καλύτερη θέση σε άλλο παιχνίδι που τους ενδιαφέρει περισσότερο. (Έτσι υπάρχουν αστάθμητοι παράγοντες που δημιουργούν τον κίνδυνο 'ατυχήματος»: Να συμφωνήσει ο βασικός παίκτης αλλά να την πάθουμε από αλλού.) Τα πράγματα θα ήταν καλύτερα αν υπήρχε ένας παίκτης αρκετά μεγάλος να κοιτάει το γενικό καλό, ή αν όλοι οι παίκτες εμφορούνται από πίστη στην ενωμένη Ευρώπη ούτως ώστε να ενεργούν σαν να κοιτούσαν το γενικό καλό.
Όπως και να έχουν οι κανόνες του παιχνιδιού, η κρίσιμη ερώτηση έχει να κάνει με την ίδια τη δομή του: Έχουμε μπροστά μας ένα παιχνίδι φυλακισμένου ή ένα παιχνίδι διαβεβαίωσης; Δηλαδή, άπαξ και εντοπιστεί η αμοιβαία επωφελής λύση, υπάρχει ελπίδα αυτή να παραμείνει, ή όχι;
Η Ελληνική θέση (με την οποία συμφωνούν από ότι φαίνεται και οι ΗΠΑ και το ΔΝΤ) είναι ότι είμαστε εγκλωβισμένοι σε ένα παιχνίδι φυλακισμένου. Στην ελληνική επιχειρηματολογία, κεντρικό ρόλο παίζει η άποψη ότι η απεμπλοκή από την λιτότητα με συνθήκες αναθέρμανσης της ζήτησης στην ΕΕ είναι το βραβείο (που μας αρνούνται ως τώρα). Η ανάπτυξη είναι αυτό που μετατρέπει το παιχνίδι από αμοιβαίας απώλειας - lose/lose σε αμοιβαίου οφέλους - win/win.
Ρεαλισμός και φυλακισμένοι. Το κρίσιμο ζήτημα είναι: Τι πρέπει να αλλάξει για να μετατραπεί το παιχνίδι φυλακισμένου, στο οποίο είμαστε τώρα εγκλωβισμένοι, σε παιχνίδι διαβεβαίωσης; Αυτό σημαίνει ότι πρέπει (α) να καθοριστεί η ταυτότητα της αμοιβαία επωφελούς λύσης και (β) να υπάρχουν εχέγγυα ότι αυτή η λύση δεν θα ανατραπεί με την πρώτη ευκαιρία.
Η μελλοντική διαπραγμάτευση που οφείλει να επακολουθήσει το παιχνίδι δειλίας/μαγκιάς θα πρέπει να ασχοληθεί με αυτά τα δύο θέματα. Στις διαπραγματεύσεις η ελληνική πλευρά προσέρχεται βάζοντας την βιωσιμότητα του χρέους στο επίκεντρο -οποιαδήποτε λύση που θα άφηνε τον βραχνά του χρέους να επικρέμεται θα είναι θνησιγενής. Η «άλλη»πλευρά προσέρχεται θέτοντας στο επίκεντρο την αναγκαιότητα μεταρρυθμίσεων. Χωρίς μεταρρυθμίσεις, θα επιστρέψει η Ελλάδα στην εμπειρία της άνισης ανάπτυξης χωρίς δουλειές του 2000. Άρα υπάρχει η αμοιβαία επωφελής λύση.
Τα βασικά εμπόδια «ουσίας» είναι τρία: Πρώτον, ο φετιχισμός του χρέους: αν αυξηθεί η ανάπτυξη ένα συγκεκριμένο χρέος μπορεί να γίνει βιώσιμο (ακόμα και αν δεν είναι τώρα). Δεύτερον, η αντίληψη του πώς λειτουργεί η ελληνική οικονομία σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Με δεδομένο ότι η Ευρώπη βασίζεται σε ανοικτούς θεσμούς και ευελιξία στην οικονομία, είναι αυτό συμβατό με κάποιες απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ για τον δεσπόζοντα ρόλο του κράτους; Τρίτον, μπορεί κανείς να εμπιστευτεί μια πλευρά που άλλα λέει μέσα και άλλα έξω, άλλα ο Λαφαζάνης και άλλα ο Βαρουφάκης; Που έχει συγκρουστεί σκληρά (ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο) και έχει υποσκάψει την εμπιστοσύνη όλο το διάστημα που έπαιζε το παιχνίδι της μαγκιάς/δειλίας;
Το παιχνίδι της μαγκιάς αυτής της εβδομάδας είναι μόνο προκαταρκτικό: γίνεται προκειμένου να κάτσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Όταν αυτό γίνει, θα πρέπει να πείσουμε ως αξιόπιστοι Έλληνες και ευρωπαίοι πολίτες ότι συμμετέχουμε σε παιχνίδι διαβεβαίωσης και όχι φυλακισμένου.
Αλλά για να το πετύχουμε αυτό, την μεγαλύτερη μάχη θα έχουμε να την δώσουμε με τον εαυτό μας και τις αδράνειες των κεκτημένων ταχυτήτων. Να παραδεχτούμε ότι η Ελλάδα της προεκλογικής ρητορείας και των περήφανων ιδιαιτεροτήτων είναι διαφορετική από την χώρα που μπορεί να αναπτυχθεί σε ένα σύγχρονο ανοικτό κόσμο. Ότι αυτούς που ονειρεύονται το Κούγκι, στον 21ο αιώνα, τους λέμε βομβιστές αυτοκτονίας.