Άρχισε, πριν μερικές μέρες, στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο η δίκη του παιδοκτόνου ο οποίος, πέρσι δολοφόνησε και «εξαφάνισε» με φρικιαστικό τρόπο κάθε ίχνος από το σώμα της άτυχης κορούλας του, της τετράχρονης Αννυς.
Το τεμαχισμένο κορμάκι της ένωσε τη διασπασμένη και αποκαμωμένη, από το τότε σήριαλ των διαπραγματεύσεων και της επερχόμενης ή μη χρεωκοπίας, κοινωνία μας και την έβγαλε απότομα από τον λήθαργό της. Ο κόσμος φρίκαρε, θύμωσε, καταδίκασε με βδελυγμία το γεγονός ζητώντας την παραδειγματική τιμωρία του δράστη, κάνοντας υπαινιγμούς έως και για τη θανάτωσή του.
Bεβαίως, ο ρόλος του κράτους είναι να νομοθετεί, να διασφαλίζει την εφαρμογή των νόμων και να σωφρονίζει και όχι ν' αφαιρεί ζωές. Το θέμα όμως με την ιστορία της μικρής Αννυς έχει πολλές κοινωνικές προεκτάσεις που υπερκαλύπτουν την παραδειγματική τιμωρία του δράστη στον οποίο η φύση έδωσε, κατά λάθος, το δώρο της... πατρότητας.
Το να γίνει κάποιος πατέρας είναι το πιο εύκολο πράγμα στο κόσμο. Το να γίνει όμως «μπαμπάς» είναι ίσως και ο πιο δύσκολος ρόλος που καλείται κάποιος να αναλάβει και δεν είναι όλοι προορισμένοι για αυτόν.
Μερικοί δε είναι εντελώς ακατάλληλοι έως επικίνδυνοι. Το ίδιο ισχύει και για τις γυναίκες οι οποίες... πριμοδοτούνται λίγο με τη... φημολογία του μητρικού ένστικτου, πράγμα όμως που για μερικές πέρασε και δεν ακούμπησε...
Ίσως θα έπρεπε να υπάρχουν υποχρεωτικές «Σχολές Γονέων» όπου να εκπαιδεύονται οι μελλοντικοί γονείς για την ώρα που θα κάνουν οικογένεια και τι συνέπειες έχει αυτό. Τα παιδιά δεν είναι παιχνίδι, ούτε λόγος για να ικανοποιήσει κάποιος τα εγωϊστικά του ένστικτα για να νιώσει τη μητρότητα/πατρότητα ή να συμβάλει στη διαιώνιση του ονόματός του...
Ανοίγοντας εδώ μία παρένθεση, θυμάμαι, όταν πριν μερικά χρόνια, ήμουν εθελόντρια στο Νοσοκομείο Παίδων, είχα ακούσει για μία ελληνίδα μάνα που άφησε πέντε παιδιά (ηλικίας 7 ετών έως 8 μηνών) στα σκαλιά της εισόδου και... έφυγε. Είπε ότι δε μπορούσε, δεν άντεχε άλλο. Δεν ήταν ούτε ένα ούτε δύο... και δεν ήταν γατιά. Ήταν παιδιά τα οποία εκείνη η ίδια έφερε στον κόσμο ένα-ένα αλλά τα... πέταξε όλα μαζί. Τονίζω δε το «ελληνίδα» γιατί, απ'ότι μου είπαν οι νοσηλεύτριες, αυτό το φαινόμενο είναι σύνηθες για τις τσιγγάνες.
Εκείνο το ίδιο διάστημα μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση το πόσα υγιέστατα παιδιά ζουν μέσα στο νοσοκομείο, ελλείψει χώρου σε κάποιο ίδρυμα για να τα φιλοξενήσει, αλλά και της δύσκολης, χρονοβόρας και ψυχοφθόρας διαδικασίας για κάποιον να τα υιοθετήσει, γεγονός που συντελεί συχνά στην άνθιση παράνομων κυκλωμάτων εμπορίας βρεφών.
Όταν είχα ρωτήσει πώς είναι δυνατόν να μην υπάρχει ζήτηση για υιοθεσία, μου απάντησαν ότι δίνεται άμεση προτεραιότητα στα ζευγάρια εκείνα που επιθυμούν να υιοθετήσουν παιδιά με αναπηρίες και προβλήματα υγείας, ενώ για τα υπόλοιπα μπορεί να χρειαστούν και μέχρι 4 χρόνια για την ολοκλήρωση της υιοθεσίας.
Ειδικός δεν είμαι για να κρίνω το σκεπτικό αυτού του κανονισμού των κρατικών ιδρυμάτων, αλλά δυστυχώς ο αλτρουϊσμός σπανίζει στις μέρες μας και έτσι χάνεται η ευκαιρία από ένα άλλο παιδί να γνωρίσει την θαλπωρή μίας οικογένειας και ενός σπιτιού, που σίγουρα θα ήταν πιο υγιές από τους τέσσερεις τοίχους του θαλάμου ενός νοσοκομείου ή ενός ιδρύματος, όσο εξαιρετική φροντίδα και αν τους παρέχουν εκεί μέσα οι νοσηλεύτριες και το προσωπικό.
Υπάρχουν επιχειρήματα, αντι-επιχειρήματα, λόγοι και αντίλογοι για όλα αυτά με πρωτοστατούντα την απελπισία και την απόγνωση στην οποία θα πρέπει να βρίσκεται μία μάνα ώστε ν' αναγκάζεται να παρατήσει τα παιδιά της. Απελπισία και απόγνωση που πηγάζουν από ανωριμότητα, επιπολαιότητα αλλά και ένα σωρό προβλήματα που η υφιστάμενη κρίση - οικονομική και ηθική - τα κάνει να φαντάζουν ακόμη πιο δυσεπίλυτα.
Δε χρειάζεται όμως να είναι κάποιος ειδήμων για να αντιληφθεί ότι ένα παιδί που γνωρίζει τη βία, την κακοποίηση ή την παραμέληση στα παιδικά του χρόνια, δύσκολα επουλώνει τα τραύματά των αρνητικών εμπειριών του και τα προβλήματα που θα εμφανίσει μεγαλώνοντας θα ταλαιπωρήσουν τόσο το ίδιο, όσο και τους ανθρώπους γύρω και αυτό έχει μεγάλο κόστος για όλους.
Γυρίζοντας πίσω στην ιστορία της Άννυς, θυμάμαι ότι είχε γραφτεί τότε ότι οι γονείς της είναι τοξικομανείς και πήγαιναν για απεξάρτηση στον ΟΚΑΝΑ. Η θεραπεύτρια είχε αντιληφθεί τη σοβαρότητα του θέματος και είχε ειδοποιήσει τον εισαγγελέα για την απομάκρυνση της μικρής από το οικογενειακό περιβάλλον. Οι διαδικασίες όμως αυτές καθυστερούν και εκεί εντοπίζεται ένα ακόμη μεγάλο πρόβλημα. Της αυτεπάγγελτης δηλαδή προστασίας του παιδιού.
Γείτονες και συγγενείς ήξεραν αλλά σιωπούσαν. Η κοινωνία ολόκληρη αντέδρασε με συντριβή αλλά η ίδια αυτή κοινωνία διστάζει να βγει μπροστά έτσι και αντιληφθεί ότι κάτι δεν πάει καλά στη... διπλανή πόρτα. Ισως, από αδιαφορία, ίσως από φόβο, ίσως γιατί δε θέλει να μπλέξει σε μία υπόθεση που δεν την αφορά.
Το ίδιο συνέβη και πριν δύο χρόνια περίπου με την περίπτωση του φοιτητή από τα Γιάννενα. Στόματα ερμητικά κλειστά πριν το τραγικό γεγονός, άνοιξαν μετά για να φλυαρήσουν άσκοπα και να ξανακλείσουν όταν η ιστορία έπαψε πια να είναι πρωτοσέλιδο.
Ο κόσμος κουφός δεν είναι με τη κυριολεκτική σημασία της λέξης. Ακούει αλλά δε δίνει καμία προσοχή σε ό,τι ακούει, όσο το πρόβλημα δεν ακουμπά τον ίδιο προσωπικά και είναι έξω από τη δική του ακτίνα ασφάλειας... Ίσως και τον ίδιο τον παιδοκτόνο κάποιος να μην άκουσε, όταν αυτός ήταν μικρός και κάτι ήθελε να πει, κάποιος μπορεί να τον κακοποίησε ή να τον παραμέλησε... παρεμποδίζοντας έτσι την συναισθηματική και κοινωνική του εξέλιξη.
Η πλημμελής παρουσία του κοινωνικού προσώπου του κράτους και η ανεπάρκεια των κοινωνικών φορέων καθιστά τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και κακοποίησης ανηλίκων δύσκολα στη διαχείριση και την έγκαιρη αντιμετώπισή τους. Η ηχηρή σιωπή μας όμως, όταν αυτά πέφτουν στην αντίληψή μας, ΔΕΝ είναι χρυσός και μας καθιστά συνενόχους σε ό,τι συμβαίνει.
Και τελειώνοντας, ας ευχηθούμε η δίκη αυτή να ολοκληρωθεί μέσα στους επόμενους δύο μήνες γιατί τότε συμπληρώνεται το 18μηνο της προσωρινής κράτησης τόσο για τον πα-τέρα όσο και την μητέρα και σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο θα πρέπει ν'αποφυλακιστούν.