Σχεδόν 16 χρόνια μετά την κυκλοφορία του ευρώ στη Γερμανία δεν έχουν ανταλλαχθεί ακόμη δισεκατομμύρια μάρκα, τόσο χαρτονομίσματα όσο και κέρματα. Στο τέλος του προηγούμενου Νοεμβρίου το ποσό ανερχόταν σύμφωνα με στοιχεία της Bundesbank σε 12,64 δις μάρκα, που αντιστοιχούν σε περίπου 6,46 δις ευρώ.
«Χαρτονομίσματα και κέρματα αξίας 100 έως 150 εκατομ. μάρκων επιστρέφονται κάθε χρόνο. (…) Ένα μέρος των κερμάτων και χαρτονομισμάτων ενδέχεται να έχει χαθεί, να έχει καταστραφεί ή να βρίσκεται στα χέρια συλλεκτών», αναφέρει ο Καρλ-Λούντβιχ Τίλε, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Bundesbank.
Ξεχασμένοι… θησαυροί σε μάρκα ξαναβγαίνουν στο φως συχνά όταν διαλύεται κάποιο νοικοκυριό ή σε περιπτώσεις ανακαίνισης – κάποια εντοπίζονται κρυμμένα σε συρτάρια, βιβλία ή βάζα. Σε μια πιο ασυνήθιστη περίπτωση είχαν βρεθεί 3.000 μάρκα κρυμμένα πίσω από την εσωτερική επένδυση ενός παλιού τροχόσπιτου που προοριζόταν για απόσυρση.
Υψηλή συλλεκτική αξία
Ένα μέρος των μάρκων που δεν ανταλλαχθεί εκτιμάται από την Bundesbank ότι βρίσκονται εκτός Γερμανίας. «Το γερμανικό μάρκο το εκτιμούν κυρίως στην ανατολική και νοτιοανατολική Ευρώπη ως ένα μέσο διατήρησης αξιών», επισημαίνει ο Καρλ-Λούντβιχ Τίλε, εξηγώντας ότι αυτό ισχύει κυρίως για χώρες με υψηλό πληθωρισμό, όπου το μάρκο ήταν δημοφιλές για τη σταθερότητά του. Όμως μάρκα δεν υπάρχουν μόνο εκεί. Το υποκατάστημα της Bundesbank στο Μάιντς έλαβε πρόσφατα επιστολή από τον Καναδά. Σε ένα φάκελο είχε τοποθετηθεί ένα χαρτονόμισμα των 50 μάρκων μαζί με μια μεγάλη φωτοτυπία ενός ακόμη χαρτονομίσματος αξίας 1.000 μάρκων. Βεβαίως ανταλλάχθηκε μόνο το αληθινό χαρτονόμισμα των 50 μάρκων. «Η Bundesbank εξακολουθεί να δέχεται την επιστροφή μάρκων χωρίς περιορισμό ή προθεσμία. Έτσι δείχνουμε ότι είμαστε αξιόπιστοι», υπογραμμίζει ο Καρλ-Λούντβιχ Τίλε. Η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας ανταλλάσσει ακόμη και χαρτονομίσματα που έχουν υποστεί ζημιά, αρκεί να έχουν διατηρηθεί τουλάχιστον κατά το ήμισυ.
Σε άλλες χώρες της ευρωζώνης, ανάμεσά τους και στην Ελλάδα, οι ανταλλαγή παλιών εθνικών νομισμάτων δεν είναι πλέον δυνατή. Τα ποσά των παλιών νομισμάτων που δεν είχαν ανταλλαχθεί στις εκάστοτε προθεσμίες που είχαν τεθεί από τις κεντρικές τράπεζες καταγράφηκαν στους ισολογισμούς τους ως κέρδος, το οποίο εν συνεχεία έρρευσε στα κρατικά ταμεία.
Ο Ομοσπονδιακός Σύνδεσμος Γερμανικών Τραπεζών (BdB) συνιστά στους καταναλωτές να ελέγξουν τα παλιά μάρκα τους, επισημαίνοντας ότι έχουν αποκτήσει εν μέρει στο μεταξύ σημαντική συλλεκτική αξία. Σε τέτοιες περιπτώσεις συνιστά στους κατόχους να τα πωλούν σε ειδικούς εμπόρους παρά να παραδίδουν στην Bundesbank λαμβάνοντας απλά και μόνο την ονομαστική τους αξία.