Οι τελευταίες εξελίξεις στο προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα, δημιουργούν καθημερινά ένα όλο και πιο πιεστικό πλαίσιο, το οποίο η Ελληνική κυβέρνηση αδυνατεί να παρακολουθήσει, πολύ δε περισσότερο να προλάβει ή/και να χρησιμοποιήσει για την προαγωγή των καλώς εννοουμένων Ελληνικών και Ευρωπαϊκών συμφερόντων.
Μεταξύ αυτών των πρόσφατων σημαντικών γεγονότων, σημειώνουμε τα εξής:
α) Την αμείωτη διακίνηση προσφύγων και μεταναστών από τα Τουρκικά παράλια προς τα Ελληνικά νησιά και τις εκατόμβες θυμάτων στο Αιγαίο
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης, τις πρώτες 28 ημέρες του χρόνου, 55.528 πρόσφυγες και μετανάστες κατάφεραν να περάσουν το Αιγαίο, ενώ 218 άνθρωποι έχασαν την ζωή τους στην προσπάθεια αυτή. Αυτοί προστίθενται στους 853.650 πρόσφυγες και μετανάστες που πέρασαν στην Ελλάδα συνολικά το 2015 (το 2014 ήταν μόνο 72.632), ενώ 805 άνθρωποι, εξακριβωμένα, έχασαν τη ζωή τους στα νερά του Αιγαίου με ευθύνη των διακινητών και όσων τους υποστηρίζουν ή τους ανέχονται. Και οι αριθμοί αυτοί καθημερινά αυξάνονται...
Παράλληλα, παρά το γεγονός ότι η προφανής λύση για την Ελλάδα είναι να επιμείνει στην επανεισδοχή των οικονομικών μεταναστών από την Τουρκία (ένα μέτρο που μπορεί να σταματήσει την μεταναστευτική και προσφυγική ροή), ο τρόπος που το επιδιώκει είναι προφανώς αναποτελεσματικός: από την αρχή του χρόνου, μόνο 123 οικονομικοί μετανάστες έγιναν δεκτοί από την Τουρκία, σύμφωνα με δηλώσεις του κ. Μουζάλα.
β) Την αλλαγή της στάσης της Γερμανίας στο προσφυγικό ζήτημα
Λίγους μήνες μετά το μήνυμα της καγκελαρίου Μέρκελ, ότι η Γερμανία είναι σε θέση να ενσωματώσει τους πρόσφυγες που θα φτάσουν στο έδαφός της, η στάση της έχει αλλάξει και πλέον ζητάει την με κάθε τρόπο μείωση των εισερχόμενων ροών.
Κομβικό σημείο αυτής της μεταστροφής αποτέλεσαν τα γεγονότα της Κολωνίας, όπου την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, περισσότερες από 500 Γερμανίδες δέχτηκαν οργανωμένες επιθέσεις σεξουαλικής παρενόχλησης, με την αστυνομία, τον Τύπο και τις τοπικές αρχές να προσπαθούν αρχικά να αποσιωπήσουν ή να υποβαθμίσουν τα γεγονότα. Τελικά αποδείχθηκε ότι την ίδια ημέρα, παρόμοια οργανωμένα επεισόδια από μετανάστες συνέβησαν και σε άλλες πόλεις της Γερμανίας καθώς και στη Σουηδία, αυξάνοντας το κλίμα δυσπιστίας σε βάρος μεταναστών και προσφύγων.
Το γεγονός ότι στις 13 Μαρτίου γίνονται εκλογές σε τρία Γερμανικά κρατίδια, ασφαλώς συμβάλλει καθοριστικά στην αλλαγή πολιτικής της Γερμανίας, ειδικά αν υπολογιστεί ότι η χώρα αυτή ανέλαβε το μεγαλύτερο μέρος του βάρους της υποδοχής των προσφύγων, υποδεχόμενη συνολικά πάνω από 1.000.000 πρόσφυγες το 2015.
γ) Την σκλήρυνση της στάσης των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών
Εκτός από ορισμένες «σκληρές» ανατολικές χώρες που κατηγορούνταν για «διακριτική μεταχείριση» σε βάρος προσφύγων και μεταναστών, οι περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες τείνουν πλέον να ακολουθήσουν παρόμοια πολιτική.
Δηλώσεις, όπως αυτές του Πρωθυπουργού Κάμερον στην Αγγλία για περιορισμούς στην επανένωση οικογενειών προσφύγων σε περίπτωση ελλιπούς γνώσης της αγγλικής γλώσσας, μέτρα όπως η κατάσχεση τιμαλφών των εισερχομένων προσφύγων στην Δανία, Ελβετία και μελλοντικά στην Γερμανία, ανέγερση τειχών στα σύνορα χωρών όπως της Ουγγαρίας, Κροατίας, Σλοβενίας, Αυστρίας και ΠΓΔΜ, προσπαθούν να αποτρέψουν την είσοδο των μεταναστών και προσφύγων σε αυτές και οδηγούν τις ροές σε «μποτιλιάρισμα», που τελικά μεταφέρεται στην Ελλάδα.
Ειδικά για τα Σκόπια, σημειώνουμε ότι από τον περασμένο Νοέμβριο απαγορεύει την είσοδο σε όσους πρόσφυγες δεν είναι από τη Συρία, το Αφγανιστάν και το Ιράκ, κλείνει κατά διαστήματα τα σύνορα με τη χώρα μας και προειδοποιεί ότι εάν οι άλλες Ευρωπαϊκές χώρες μειώσουν τις προσφυγικές ροές, θα λάβει τα ανάλογα μέτρα.
Οι θέσεις πολλών ηγετών Ευρωπαϊκών χωρών, όπως της Ουγγαρίας, της Σλοβακίας και της Πολωνίας, ότι αρνούνται να δεχτούν μουσουλμάνους πρόσφυγες, αντιτίθεται στην Συνθήκη της Γενεύης του 1951, περί μη διάκρισης των ανθρώπων με βάση την θρησκεία, ενώ άλλες χώρες, όπως η Αυστρία και η Σουηδία υπονομεύουν ευθέως την Συνθήκη Σέγκεν με τις πρόσφατες αποφάσεις τους που βάζουν φραγμό στον αριθμό των προσφύγων που θα δεχτούν τους επόμενους μήνες. Βέβαια, η μεν Αυστρία υποχρεώνεται σε αυτήν την κίνηση, λόγω των διασυνοριακών ελέγχων που αποφάσισε η Γερμανία στα σύνορά της με την Αυστρία (και ισχύουν κατ' αρχήν μέχρι τις 12.05.2016), ενώ στην Σουηδία ο αριθμός των αιτήσεων ασύλου έχει αυξηθεί δραματικά τους τελευταίους μήνες.
Τα πιο πάνω έχουν επιπτώσεις στην μη εφαρμογή των αποφάσεων της Ε.Ε. για την μετεγκατάσταση 160.000 προσφύγων σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες εντός διετίας, αφού συνολικά μόνο 414 πρόσφυγες έχουν μετεγκατασταθεί μέχρι σήμερα. Εμμέσως η Γερμανία αποδέχεται αυτήν την συμπεριφορά, ενώ ορισμένες χώρες, όπως η Ουγγαρία, δηλώνουν ότι προτίθενται να καταφύγουν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για το θέμα των ποσοστώσεων των προσφύγων.
Με δυο λόγια, η Ελλάδα είναι για άλλη μια φορά ένα βήμα πίσω. Πλέον (σχεδόν) κανείς στην Ευρώπη δεν επιθυμεί να φιλοξενήσει τους πρόσφυγες, ειδικά όταν καταφθάνουν σε αυτούς τους ρυθμούς, πολύ δε περισσότερο τους οικονομικούς μετανάστες και αναζητείται η κατάλληλη νομική και διαδικαστική φόρμουλα, που θα επιτρέψει την τήρηση των προσχημάτων, σε βάρος του πιο αδύναμου ή του λιγότερου πειστικού.
δ) Την καθυστέρηση υλοποίησης των μέτρων που υποσχέθηκε να λάβει η Ελλάδα
Στο άτυπο Συμβούλιο Κορυφής της 23.09.2015, μεταξύ άλλων, αποφασίστηκε η υλοποίηση Κέντρων ταυτοποίησης, καταγραφής και λήψης δακτυλικού αποτυπώματος (hotspots), ενώ η Καγκελάριος Μέρκελ κατά την αντίστοιχη ομιλία της επεσήμανε ότι η λειτουργία των κέντρων αυτών είναι προϋπόθεση για την εφαρμογή της μετεγκατάστασης των προσφύγων.
Από την αιφνιδιαστική επίσκεψη ειδικών εμπειρογνωμόνων στις 10-13 Νοεμβρίου στα νησιά του Αιγαίου, διαπιστώθηκαν «σοβαρές ελλείψεις» και «σοβαρές υποχρεώσεις που παραμένουν παραμελημένες» της Ελληνικής πλευράς.
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, η Έκθεση αυτή ήταν από τότε γνωστή στην Ελληνική πλευρά, χωρίς όμως να ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα, με αποτέλεσμα να ενεργοποιηθεί πλέον ένας μηχανισμός που μπορεί να καταλήξει στην αναστολή της ισχύος της Συνθήκης Σέγκεν για την Ελλάδα.
Με βάση τα ανωτέρω, επιβάλλεται η Ελληνική πλευρά το αργότερο μέχρι τις 17-18 Φεβρουαρίου (όποτε θα γίνει η επόμενη Σύνοδος Κορυφής) να έχει ολοκληρώσει τις εργασίες εγκατάστασης των hotspots, εκφράζονται όμως σοβαρές αμφιβολίες για την δυνατότητα τήρησης αυτού του χρονοδιαγράμματος οι δε δηλώσεις του Πρωθυπουργού, ότι «θα είμαστε έτοιμοι εντός του επόμενου μήνα», δηλαδή εντός του Φεβρουαρίου, αποκλίνουν από το πιο πάνω χρονοδιάγραμμα.
Φαίνεται πολύ πιθανό, η Ελληνική πλευρά να μην έχει συνειδητοποιήσει το παιχνίδι που παίζεται και την σημασία της άμεσης ανταπόκρισης στις δεσμεύσεις της (που έχει ήδη καθυστερήσει). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου η Ελλάδα να μπορεί να «ξεμπροστιάζει» την Τουρκία και να πιέζει τα μέλη της Ε.Ε. προς την κατεύθυνση της επανεισδοχής των οικονομικών μεταναστών στην χώρα αυτή, θα πρέπει κατ' αρχήν, να είναι η ίδια συνεπής στις υποχρεώσεις της. Αντί γι αυτό, προβλέπονται περαιτέρω καθυστερήσεις στην υλοποίησή τους, που (κατά το ελληνικό σύστημα) είναι πολύ πιθανόν να γίνουν ακόμα μεγαλύτερες.
Με βάση τα πιο πάνω, κρίνεται αναγκαίο ο κ. Πρωθυπουργός να ενισχύσει άμεσα την ομάδα εργασίας που χειρίζεται το όλο θέμα των hotspots με ανθρώπους που θα συμβάλουν ουσιαστικά στην επίτευξη του προσδοκώμενου αποτελέσματος.
Παράλληλα, τόσο η Κυβέρνηση, όσο και η Αντιπολίτευση θα πρέπει να αξιοποιήσουν τις υψηλές επαφές τους το επόμενο διάστημα, προκειμένου να αναδείξουν την αρνητική στάση της τουρκικής πλευράς, καταγγέλλοντας παράλληλα όσους υποστηρίζουν τα συμφέροντα της Τουρκίας, αντί να υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα αλλά και την ίδια την προοπτική της Ε.Ε..
Αντικειμενικά, η μόνη λύση είναι να καταστεί σαφές από την Ε.Ε. στην Τουρκία ότι η μη δίωξη των παράνομων κυκλωμάτων διακίνησης (που διαπλέκονται με τις αρχές), η μη αποτελεσματική φύλαξη των συνόρων της και η μη επανεισδοχή εκ μέρους της του συνόλου των οικονομικών μεταναστών (τα μόνα μέσα που μπορούν να αποτρέψουν τις μεταναστευτικές ροές), θεωρούνται από την Ε.Ε. ως μη τήρηση εκ μέρους της Τουρκίας της σχετικής Συμφωνίας, η οποία δεν δικαιούται πλέον των αντίστοιχων ωφελημάτων που προβλέπει η Συμφωνία.