Ζούμε σε περίοδο σχεδόν απόλυτης έλλειψης πολιτικής σκέψης. Η κυριαρχία των εικόνων και των εύπεπτων συνθημάτων έχει αντικαταστήσει τη σκέψη και την ουσιαστική συζήτηση. Το χειρότερο είναι πως παλαιοί όροι χρησιμοποιούνται με τρόπο σκοπίμως αποπροσανατολιστικό ή απλώς ανόητο. Με τον τρόπο αυτόν θεωρούμε σχεδόν αυτονόητο οτιδήποτε η τηλεόραση, με τρόπο δήθεν βαθυστόχαστο ή με τρόπο infotainment, μας πληροφορεί για το οτιδήποτε, διαβεβαιώνοντάς μας περί της αληθείας του.
Η δημαγωγία περί «δεξιάς» και «αριστεράς» κρατάει χρόνια. Μας έχει επιτυχώς μπερδέψει στον τρόπο που ψηφίζουμε και αντιμετωπίζουμε την πολιτική. Εμπιστευόμαστε άκριτα τους προβεβλημένους, τους επιτήδειους, τα φληναφήματα και τις πομφόλυγες των αρχηγών. Ως γνωστόν, οι όροι «δεξιά» και «αριστερά» πρωτοεμφανίστηκαν στο πολιτικό λεξιλόγιο μετά τη Συντακτική Συνέλευση στην επαναστατημένη Γαλλία του 1789. Σε αυτήν τη Συνέλευση υπήρξαν δύο απόψεις, αυτών που κάθονταν δεξιά του Λουδοβίκου ΙΣΤ' και αυτών που κάθονταν αριστερά. Οι ακραιφνώς βασιλικοί ήταν οι «δεξιοί», που θεωρούσαν πως ο βασιλιάς έπρεπε να καθορίζει τα πάντα, οι δημοκρατικοί ήταν οι «αριστεροί». Γενικεύοντας, ο «δεξιός» τασσόταν υπέρ της συντήρησης της ισχυρής κεντρικής εξουσίας, της βασιλικής, ο δε αριστερός απέβλεπε σε ενίσχυση των απόψεων των πολιτών, δηλαδή στην ελευθεροποίησή τους από την κεντρική κρατική εξουσία.
Γρήγορα όμως οι όροι διαστράφηκαν, για απολύτως δημαγωγικούς λόγους. Η «Δεξιά» αρχικά έμεινε πιστή στη Βασιλεία. Στη συνέχεια όμως, που ο θεσμός αυτός έχασε την παλαιά του ισχύ, τα αποκαλούμενα δεξιά κόμματα δημαγωγούν, άλλοτε προς τον κρατισμό, άλλοτε προς τον «φιλελευθερισμό», που άρχισε να αποκτά οπαδούς, κυρίως από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα και εξής. Ενώ δηλαδή ως όρος θα έπρεπε να χαρακτηρίζει ξεκάθαρα το μοντέλο του ισχυρού και απολύτως ελεγχόμενου κράτους από μια πανίσχυρη κεντρική εξουσία, οι «δεξιοί» προσπάθησαν και προσπαθούν να διεισδύσουν στους οπαδούς της φιλελεύθερης οικονομίας.
Η αναρχία είναι θεμελιωμένη στην αρχή της απόλυτης πρόταξης του ατόμου, που διακηρύττει την απέχθειά του προς κάθε μορφής συλλογικότητα.
Η «Αριστερά» κατέληξε και αυτή να στηρίζει την κεντρική εξουσία και το κρατικιστικό μοντέλο, κατά το παράδειγμα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Χρησιμοποίησε βέβαια ως πρόσχημα το «δημοκρατικό συγκεντρωτισμό» και τη δήθεν λαϊκή εξουσία μέσω των «σοβιέτ», αλλά ξέρουμε πώς άρχισε αυτό το «σοσιαλιστικό» κράτος και το πώς κατέληξε. Ξεκίνησε καθαρά αντιδημοκρατικά, με τεράστιο αριθμό δολοφονιών αντιφρονούντων και κατέληξε σε λαϊκή καταπίεση, φτώχεια και ανελευθερία. Ιδού η βασική σύγχυση περί «δεξιάς» και «αριστεράς», όπου βρίσκει έδαφος η παραπλάνηση των λαών.
Το ιδεολόγημα του «φιλελευθερισμού» - του οικονομικού και πολιτικού φιλελευθερισμού, γιατί δεν μπορούν να διαχωριστούν οι έννοιες αυτές - εμφανίστηκε από το τέλος του 18ου αιώνα. Οι φιλελεύθεροι θεωρούσαν πως η ιδιωτική οικονομία, δηλαδή η επιδίωξη οικονομικού κέρδους από μεμονωμένα άτομα, θα βοηθούσε τελικώς όλη την κοινωνία -μέσω του «αόρατου χεριού», κατά τον κύριο θεωρητικό του φιλελευθερισμού, τον Άνταμ Σμιθ. Ταυτόχρονα όμως, προϋπέθεταν και τη ρυθμιστική παρουσία του «κράτους δικαίου», χωρίς να αντιτίθενται στην παροχή της βασικής πρόνοιας προς τους πολίτες. Κάθε άλλο μάλιστα, τουλάχιστον σε ορισμένες περιπτώσεις, π.χ. με τις προτάσεις του Κέυνς, τον «φορντισμό» των αρχών του 20ού αιώνα, που περιελάμβανε μέριμνα προς σχετική τουλάχιστον κοινωνική σταθερότητα, τις πρακτικές των «σοσιαλδημοκρατών», κ.λ.π.
Ο φιλελευθερισμός, αλλά και οι ιστορικά πριν από αυτόν «δεξιά» και «αριστερά», στις όποιες σημασίες τους, προήλθαν από τη νέα φιλοσοφική θεμελίωση της Δύσης, αυτήν της «νεωτερικότητας» (για τις μη Δυτικές κοινωνίες ισχύουν άλλα, συνθετότερα ζητήματα, που δεν είναι του παρόντος). Ήδη από τον 13ο αιώνα στη Δύση, άρχισε η σταδιακή εγκατάλειψη των παλαιών ιερών πεδίων αναφοράς της ανθρωπότητας και η πρόταξη του ατόμου ως αυτόνομη οντότητα. Αυτή η νέα φιλοσοφική θεμελίωση, αυτή η νέα φιλοσοφική θέσμιση της Δύσης, είναι που οδήγησε στη στροφή της διανόησης από τα οντολογικά ερωτήματα της φιλοσοφίας, στον τρόπο διευθέτησης των κοινωνιών, «εδώ και τώρα». Σε αυτό εντοπίζονται οι στόχοι της ζωής, εδώ βρίσκεται η ευτυχία. Έτσι, μετά τον «θάνατο του Θεού», πολιτικά ιδεολογήματα θα αντικαταστήσουν τις παλιές φιλοσοφικές αναζητήσεις, με «κοινωνικά συμβόλαια» που θα εξασφάλιζαν την επικερδή για όλους συμβίωση ατόμων που ο καθένας ενδιαφέρεται πρωτίστως για τη δική του ευτυχία. Οι κοινωνίες μετατρέπονται σε σχεδόν εταιρικά σχήματα, άλλωστε και οι εταιρίες και οι κοινωνίες αποκαλούνται με την ίδια λέξη : societé. Με την έννοια της ευτυχίας ίδια και στον Μαρξ και στον Άνταμ Σμίθ. Οι τρόποι κατάκτησής της διέφεραν.
Αλλά και αυτός ο φιλελευθερισμός παρέκλινε της αρχικής του διατύπωσης ως πρότασης τρόπου ανάπτυξης των κοινωνιών. Η ολοκλήρωση της στροφής προς το άτομο οδήγησε σε μια νέα διατύπωσή του, σε αυτό που σήμερα ονομάζουμε νεο-φιλελευθερισμό, που ίσως να είναι σωστότερο να πούμε πως πρόκειται περί συστήματος που απλώς καπηλεύεται το όνομα του φιλελευθερισμού. Ο Νόαμ Τσόμσκι, π.χ., θεωρεί πως ο Άνταμ Σμιθ θα απεχθανόταν αυτό που εμείς σήμερα αποκαλούμε καπιταλισμό. Σε κάθε περίπτωση αποτελεί συνέπεια της νεωτερικής φιλοσοφικής πρότασης. Εγκαταλείπεται το κράτος ως ρυθμιστικός παράγοντας δικαίου, ο καθένας υπάρχει για τον εαυτό του και οι συλλογικότητες της ζούγκλας δείχνουν «κοινωνικότερες». Εκεί τα ζώα σκοτώνουν μόνο όταν πεινάνε και για να φάνε. Οι άνθρωποι δείχνουν αγριότεροι.
Η αναρχία είναι θεμελιωμένη στην αρχή της απόλυτης πρόταξης του ατόμου, που διακηρύττει την απέχθειά του προς κάθε μορφής συλλογικότητα. Αποτελεί την κορύφωση του νεο-φιλελευθερισμού, υπερβαίνοντας την πρώτη μετριοπαθή διατύπωσή του από τον Άνταμ Σμιθ. Οι αναρχικοί και πυρπολητές λοιπόν των Εξαρχείων, απλώς εκφράζουν με συνέπεια και γλαφυρότητα την επικρατούσα φιλοσοφική θέσμιση της κοινωνίας μας. Ας μη παρασυρόμαστε από το «κράτος», που στην προκειμένη περίπτωση εφαρμόζει στρατηγικές δημιουργίας «αξόνων κακού», προς αποπροσανατολισμό της πολιτικής συζήτησης και προς επίτευξη ανομολόγητων επιδιώξεων.
Καλούμε όλους εμάς να δούμε τα πολιτικά ζητήματα στην ουσία τους. Τους «αριστερούς» και τους «δεξιούς» να κατανοήσουν πόσο έχουν παραπλανηθεί με τους όρους αυτούς. Καλούμε και τους ανιδιοτελείς αναρχικούς να καταλάβουν πως «εφιάλτης ήταν τ' όνειρο, αλήθεια όμως το πάθος» - όπως έλεγε ο Σαββόπουλος- και να χρησιμοποιήσουν με περισσότερο «λογισμό και όνειρο» αυτό το πάθος. Να καταλάβουν πως ενισχύουν αυτό που νομίζουν πως αντιπαλεύουν. Με την παράλογη δράση τους δίνουν επιχειρήματα καταδίκης των όποιων δικαίων αιτημάτων τους -και υπάρχουν πολλά τέτοια.
Με άλλα λόγια, προσβλέπουμε σε μια ουσιαστική πολιτική σκέψη και πράξη, με ανάλογο πολιτικό προσωπικό, προσωπικό που έχει σκοπίμως αποκλειστεί από το επικρατούν κλειστό και πανούργο πολιτικό σύστημα της χώρας μας.