Η εν ψυχρώ εκτέλεση του Ρώσου πρεσβευτή Αντρέι Καρλόβ στην Άγκυρα και η σχεδόν παράλληλη τρομοκρατική επίθεση στο Βερολίνο υπενθυμίζουν ότι η απειλή της τρομοκρατίας δεν είναι ένα μεταφυσικό horror story αλλά αποτελεί μέρος της στρατηγικής που χρησιμοποιούν διάφορες οργανώσεις και ομάδες (ορισμένες πιθανόν συνδεδεμένες με κάποια κράτη) για να πετύχουν πολιτικούς σκοπούς.
Πρέπει, όμως, κάποια στιγμή να δούμε την τρομοκρατία για αυτό που είναι:μια μέθοδος προπαγάνδας στην οποία η βία ασκείται εκούσια εναντίον αμάχων, ώστε να προωθήσει συμφέροντα, κοινωνικοπολιτικά, εθνικά ή θρησκευτικά. Η τρομοκρατία ως εργαλείο δεν συνδέεται αποκλειστικά με μια ιδεολογία, αφού πολλές ιδεολογίες την έχουν κατά καιρούς υιοθετήσει ως μέθοδο. Άλλωστε ο περίφημος «πόλεμος» ενάντια στην τρομοκρατία που οραματίστηκε και «υλοποίησε» ο Μπους ήταν άδειος νοήματος, αφού πως πολεμά κάποιος στα αλήθεια μια μέθοδο; Τα φιάσκο το διαπιστώσαμε στο Ιράκ. Αλλά και η στρατηγική Ομπάμα για στρατιωτικές επιχειρήσεις ενάντια σε στοχευμένες οργανώσεις αποδείχθηκε προβληματική.
Σήμερα, καθώς οι δυο συμμαχίες στο πόλεμο εναντίον του ISIS βρίσκονται πολύ κοντά στο να συντρίψουν την οργάνωση στα εδάφη που επιχειρεί σε Ιράκ και Συρία, πολιτικοί και αναλυτές προσπαθούν να προβλέψουν πως η μεταβλητή υποχώρησης του ISIS θα επηρεάσει την ιδεολογία και την δράση του στη Μέση Ανατολή, στην Ευρώπη και αλλού. Τα συμπεράσματα από την εν λόγω συζήτηση είναι κρίσιμα, καθώς αναμένεται να επηρεάσουν τα δεδομένα που έχουμε για την απειλή της τρομοκρατίας στην Ευρώπη. Στην πρώτη συμμαχία εναντίον του ISIS ηγούνται οι Ηνωμένες Πολιτείες (αν και για κάποιο λόγο δεν μοιάζει ακριβώς με συμμαχία) και στη δεύτερη ηγούνται η Ρωσία και το Ιράν.
Και ενώ η προσοχή μας βρίσκεται στη Συρία, δεν πρέπει να λησμονούμε την περίπτωση της Λιβύης. Εκεί ο ISIS έχει ισχυροποιηθεί σημαντικά υπό τις οδηγίες της ηγεσίας της οργάνωσης, απορροφώντας τζιχαντιστές που φθάνουν από την Συρία και το Ιράκ, χρησιμοποιώντας την τρομοκρατία για να αποκομίσει οφέλη από τον εμφύλιο πόλεμο που μαίνεται ανάμεσα σε πολυάριθμες φυλές και ένοπλες ομάδες. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, μέχρι το τέλος του 2015 περίπου 27.000 άνθρωποι από 86 χώρες είχαν ταξιδέψει στη Συρία και στο Ιράκ για να ενταχθούν στον ISIS και σε άλλες ένοπλες σαλαφιστικές οργανώσεις. Ωστόσο, λίγο πριν το τέλος του 2016 τα εδάφη που ελέγχει ο ISIS έχουν συρρικνωθεί και η οργάνωση δεν διαθέτει απόθεμα μαχητών, αφού οι ξένοι μαχητές που στρατολογούνταν, διασχίζοντας τα σύνορα Τουρκίας- Συρίας έχουν μειωθεί σημαντικά. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, οι μαχητές που περνούν τα σύνορα δεν ξεπερνούν πλέον τους 50 ανά μήνα, ενώ μέσα στην τελευταία διετία, όταν άρχισε η επιχείρηση με επικεφαλής τις Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου 45.000 τζιχαντιστές έχουν σκοτωθεί στο Ιράκ και στη Συρία, με τους περισσότερους από τους μισούς να έχουν σκοτωθεί μέσα στο 2016. Τέλος, υπολογίζεται ότι η πραγματική αριθμητική δύναμη του ISIS σήμερα κυμαίνεται μεταξύ 15.000 και 30.000 μαχητές.
Αν δεχθούμε ότι μέσα στους επόμενους μήνες οι δυνάμεις του ISIS θα κατακερματιστούν, η ερώτηση είναι προς τα που θα κατευθυνθούν οι εναπομείναντες μαχητές του. Οι περισσότεροι από αυτούς αναμένεται να ενταχθούν στις τάξεις της Jabhat Fatah al-Sham (Τζαμπχάτ Φάταχ αλ Σαμ) στη Συρία. Από την ανάδυση της οργάνωσης στη Συρία το 2012, η πρώην Jabhat al-Nusra αποτέλεσε την πιο ανθεκτική οργάνωση στο πλαίσιο του εμφυλίου πολέμου, πολεμώντας ταυτόχρονα και τις δυνάμεις του Άσαντ και τον ISIS. Μολονότι αρχικά η οργάνωση αυτή είχε την υποστήριξη του ISIS, αποφάσισε να διακόψει την συνεργασία μαζί του το 2013, όταν το Ισλαμικό Κράτος ακολούθησε την σκληρή και αποτρόπαιη τακτική μαζικού τρόμου. Επίσης, ο πιθανός τακτικισμός διάσπασης της Jabhat al-Nusra από την Αλ Κάιντα και η απόφαση η οργάνωση να μετονομαστεί σε Jabhat Fatah al-Sham μαρτυρά ίσως την αναθεώρηση των σχεδίων της Αλ Κάιντα και το μήνυμα για υιοθέτηση στρατηγικής αποκέντρωσης για το ενιαίο μέτωπο τζιχαντιστών.
Με την ανακατάληψη του Χαλεπιού από τον Συριακό Στρατό τα πράγματα σχηματοποιούνται εκ νέου και θα καθορίσουν τις εξελίξεις μέσα στο 2017. Η εκδίωξη του ISIS και των άλλων τζιχαντιστικών οργανώσεων από το Χαλέπι με την συνεργασία της Ρωσικής συμμαχίας θα οδηγήσουν στην πλήρη αποσυναρμολόγηση τους και η Jabhat Fatah al-Sham θα αναδυθεί πιθανόν ως η αποκλειστική οργάνωση που θα πολεμήσει το καθεστώς Άσαντ.
Η εξέλιξη του πολέμου στην Συρία και η δολοφονία του Ρώσου πρέσβη στην Άγκυρα αντανακλούν τον συνολικότερο πόλεμο που διεξάγεται στη Μέση Ανατολή και που ύστερα από πέντε χρόνια έχει παράξει πιο συμπαγή αντίπαλα μέτωπα. Από την μια πλευρά το στρατόπεδο που υποστηρίζει η Ρωσία και αποτελείται από το καθεστώς Άσαντ, το Ιράν, την Χεζπολάχ και διάφορες άλλες σιιτικές παραστρατιωτικές οργανώσεις. Στο αντίπαλο στρατόπεδο βρίσκονται οι τζιχαντιστικές και σαλαφιστικές οργανώσεις, δηλαδή ο ISIS, η Jabhat Fatah al-Sham, καθώς και κράτη, όπως η Σαουδική Αραβία και τα υπόλοιπα κράτη του Κόλπου που θέλουν να υπονομεύσουν τους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς του Ιράν. Όπως βλέπουμε από τις εξελίξεις ανάμεσα στα δυο μέτωπα αμφιταλαντεύονται χώρες και δυνάμεις, όπως οι Κούρδοι της Συρίας αλλά και η Τουρκία, η οποία βρίσκεται εγκλωβισμένη σε μια κατάσταση απόλυτου χάους μετά την απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του Ερντογάν.
Σύμφωνα με την έκθεση της Europol που δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο όλες οι χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είναι μέρος της συμμαχίας εναντίον του ISIS είναι πιθανοί στόχοι τρομοκρατών είτε αυτοί καθοδηγούνται από τον ISIS είτε δρουν αυτόνομα. Παράλληλα τα συμπεράσματα των περισσότερων αναλυτών συγκλίνουν στο γεγονός ότι η ήττα και ο κατακερματισμός του Iσλαμικού Κράτους θα αυξήσει μακροπρόθεσμα την κλιμάκωση χρήσης της τρομοκρατίας στην Ευρώπη, ώστε να κλιμακωθεί η ιδεολογική προπαγάνδα των τζιχαντιστών, καθώς ηττούνται στρατιωτικά στη Συρία.
Οι παράγοντες που θα διαμορφώσουν την εκτίμηση κόστους- οφέλους που θα κάνουν οι διάφορες οργανώσεις στο πλαίσιο των νέων δεδομένων είναι οι εξής: το αίτημα για εκδίκηση για την στρατιωτική -και εν μέρει ιδεολογική- ήττα τους στη Συρία και στο Ιράκ. Φαινομενικά, αν επαληθευθεί ότι η Jabhat Fatah al-Sham βρίσκεται πράγματι πίσω από την δολοφονία του Ρώσου πρέσβη στην Άγκυρα, αυτό τεκμηριώνεται. Ο δεύτερος παράγοντας είναι η προσπάθεια πρόληψης για την οριστική ιδεολογική διάσπαση του τζιχαντιστικού κινήματος σύμφωνα τουλάχιστον με την στρατηγική του Ισλαμικού Κράτους. Ωστόσο, αν η νέα στρατηγική της Αλ Κάιντα προσανατολίζεται στην αποκέντρωση των δυνάμεων και των οργανώσεων που ελέγχει, τότε η χρήση της τρομοκρατίας στη Δύση θα αυξηθεί, ώστε να διατηρήσει τον έλεγχο.
Πόσο σοβαρή είναι η απειλή της τρομοκρατίας για την Ελλάδα;
Όσο και αν οι ευρωπαϊκές αρχές έχουν αποτρέψει και συνεχίζουν αποτρέπουν πολλές επιθέσεις είναι αδύνατον να αποτραπούν όλες οι τρομοκρατικές ενέργειες. Στην Ελλάδα, αν και δεν έχουμε βιώσει τρομοκρατικές επιθέσεις από οργανώσεις ή μεμονωμένα άτομα που έχουν εμπνευστεί από την σαλαφιστική-τζιχαντιστική ιδεολογία του ΙSIS και της Αλ Κάιντα, δεν θα πρέπει να εφησυχάζουμε. Πολλοί πιστεύουν ότι επειδή η Ελλάδα αντιμετωπίζει την δική της οικονομική κρίση αλλά και επειδή έχει πράγματι επιδείξει μεγάλη αλληλεγγύη στην υποδοχή των προσφύγων δεν αποτελεί στόχο τρομοκρατικών οργανώσεων. Δυστυχώς, αυτό αποτελεί ένα ωραίο ευχολόγιο και πρέπει να κατανοήσουμε ότι όταν η τρομοκρατική δράση αυξάνεται στην περιοχή, διαχέεται και περιφερειακά. Καθώς η κινδυνολογία δεν είναι εποικοδομητική, θα θυμίσω ένα παράδειγμα από την πρόσφατη ιστορία που ενδεχομένως οι περισσότεροι λησμονούν:
Όταν το 1987 ξέσπασε η Πρώτη Ιντιφάντα, πολλές παλαιστινιακές οργανώσεις άρχισαν να ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποια θα ακολουθήσει πιο σκληρή γραμμή και θα διατηρήσει την επιρροή της. Παράδειγμα, η οργάνωση του Αμπού Νιντάλ που είχε αποκοπεί από την Φατάχ γιατί θεωρούσε τον Αραφάτ «μετριοπαθή». Η οργάνωση του Αμπού Νιντάλ βρισκόταν πίσω από την πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα τρομοκρατική επίθεση που έγινε στις 11 Ιουλίου του 1988 στο μικρό κρουαζιερόπλοιο City Of Poros που ταξίδευε στον Αργοσαρωνικό. Ο απολογισμός της επίθεσης ήταν 11 νεκροί και 60 τραυματίες, ανάμεσά τους ξένοι τουρίστες και Έλληνες μέλη του πληρώματος. Η υπόθεση του City of Poros δείχνει ότι η Ελλάδα δέχθηκε επίθεση, όχι επειδή αποτελούσε απευθείας στόχο, αλλά επειδή ήταν κομβικό μέρος διέλευσης για τα δίκτυα της διεθνούς τρομοκρατίας στο πλαίσιο των ζυμώσεων και των ανταγωνισμών ανάμεσα στις διάφορες οργανώσεις.
Η δολοφονία του Ρώσου πρέσβη στην Άγκυρα, όσο και οι προβλέψεις για ήττα του ISIS και νέες ζυμώσεις στις τζιχαντιστικές οργανώσεις και στα μέτωπα του πολέμου στη Συρία θα πρέπει να θέσουν την ελληνική κυβέρνηση και τις αρχές σε πλήρη επαγρύπνηση. Η μέθοδος της τρομοκρατίας παραμένει ακλόνητη και οι στόχοι και οι στρατηγικές είναι κινούμενη άμμος.