Μερικά πράγματα που σε άλλα κράτη μοιάζουν αυτονόητα -όπως για παράδειγμα το να στείλεις με e-mail κάποια δικαιολογητικά σου σε δημόσια υπηρεσία προκειμένου να μην κουβαλιέσαι εκεί χάνοντας το πρωινό σου, τον ύπνο σου, τη δουλειά σου κτλ. - στην Ελλάδα του 2016 μοιάζουν τόσο πιθανά όσο το να ξαναπεθάνει ο Τζον Σνόου και να ξανααναστηθεί. Πάνε λίγες μέρες που ένας φίλος, ελεύθερος επαγγελματίας μου περιέγραψε μια σουρεαλιστική ιστορία του, όταν θέλησε να συνδιαλλαγεί με υποκατάστημα του ΟΑΕΕ, για να ανανεώσει την εξαίρεση που έχει από την καταβολή των ασφαλιστικών του εισφορών, έχοντας σαν κύριο φορέα ασφάλισης άλλο φορέα.
Πριν από κανένα μήνα περίπου, είχε μεταβεί στο -από τη χώρα του Ποτέ- υποκατάστημα του ΟΑΕΕ νομίζοντας πως έχει όλα τα απαραίτητα έγγραφα που θα του έδιναν την πολυπόθητη εξαίρεση. Πλησίασε την υπάλληλο γεμάτος θάρρος. Αυτή κοίταξε προσεκτικά τα δικαιολογητικά -άρχιζε να τον λούζει κρύος ιδρώτας όσο η σιωπή μεγάλωνε. «Σας λείπει υπεύθυνη δήλωση που να λέει αυτό κι αυτό... τα ένσημά σας από τον κύριο φορέα ασφάλισης μέχρι και τον προηγούμενο μήνα και μια βεβαίωση...». «Ωραία», απαντά ο φίλος. «Μπορώ τουλάχιστον να σας τα στείλω με e-mail, για να μην τραβιέμαι πάλι εδώ και χάνω χρόνο;». «Φυσικά», απαντά η υπάλληλος, δίνοντας την ηλεκτρονική διεύθυνση του οργανισμού. «Μας τα στέλνετε συγκεντρωμένα, και θα σας έρθει εντύπως η εξαίρεση στο σπίτι». Ενθουσιασμός, από την πλευρά του.
Ενθουσιασμός που ένα μήνα και κάτι πιο μετά είχε σβήσει εντελώς, καθώς δεν ερχόταν «το γράμμα». Τι κι αν είχε στείλει άλλα 3 e-mail που ζητούσε επιβεβαίωση της λήψης των εγγράφων, τι κι αν έπαιρνε απανωτά και για ώρες και μέρες όλα τα τηλέφωνα του Οργανισμού... Με τα πολλά αποφασίζει να πάει από κει.
Αποφασισμένος πάει στην αρμόδια υπάλληλο με τόλμη, έτοιμος να τα «χώσει» για την καθυστέρηση, τη γραφειοκρατία, την απουσία του κράτους, την την την... «Σσσστ, μισό λεπτό, θέλω να ακούσω αυτό το τραγουδάκι που με ηρεμεί και που έχει και τ' όνομά μου μέσα. Σε λίγο σας εξυπηρετώ», τον κόβει η υπάλληλος αφαιρώντας του κάθε γραμμή άμυνας. Μόλις τελειώνει το τραγούδι, τη ρωτάει τι έχει γίνει με την περίπτωσή του. «Δεν ξέρω, δεν έχω λάβει κανένα φάκελο με το όνομά σας, ρωτήστε την κοπέλα στα e-mail». Πάει στην κοπέλα στα e-mail. «Ξέρετε, έχω στείλει τρία e-mail με τα δικαιολογητικά μου και σας ζητούσα την επιβεβαίωση λήψης αλλά δεν έχει απαντήσει κανείς εδώ και ένα μήνα». «Μμμμ, ναι, έχετε απόλυτο δίκιο αλλά ξέρετε υπάρχει ένα πρόβλημα. Μας έχει τελειώσει το μελάνι στον εκτυπωτή εδώ και πάρα πολύ καιρό, ήταν και το Πάσχα...» -εκείνη τη στιγμή φέρνει ένα άρτι εκτυπωμένο έγγραφο για να αποδείξει τον ισχυρισμό της. Όντως, είχε δίκιο. «Ε και; Τι σχέση έχει αυτό με τα e-mail μου;». «Τα mail τα εκτυπώνουμε, οπότε αφού δεν έχουμε μελάνι δε μπορούμε πλέον. Έτσι το mail εχει γεμίσει, και η προϊσταμένη που χειρίζεται τα mail δε μπορεί να τα διαγράψει. Καταλαβαίνετε. Πάντως δε βλέπω το mail σας που λέτε να το έχετε στείλει πριν ένα μήνα». Ο φίλος χαμογελάει διάπλατα. «Και δε μπορείτε να προωθείτε τα e-mail αυτά στο αντίστοιχο e-mail της αρμοδίου υπαλλήλου;». «Μα οι υπάλληλοι δεν έχουν ατομικό e-mail. Πού να τους το στείλουμε;». Αγαλλίαση.
«Τα τηλέφωνά σας ρε παιδιά γιατί δε δουλεύουν; Έστω να μπορεί να μάθει κάποιος τι έχει συμβεί με την περίπτωσή του», συνεχίζει ο φίλος ψάχνοντας αχτίδα λογικής. «Ααα, ξέρετε έχει πάρα πολλή δουλειά, οπότε δεν προλαβαίνουν οι υπάλληλοι να τα σηκώσουν. Μετά τις 14.30 είναι πιο πιθανό να το σηκώσουν». Μάλιστα. Επιστρέφει στην αρχική υπάλληλο που τον εξυπηρετούσε. «Τίποτα, δε βρίσκει το mail μου η κυρία, οπότε καλά έκανα και έφερα και τα έντυπα δικαιολογητικά μάλλον, ε;». «Ναι, κοίτα, καλά έκανες. Εγώ δεν έλαβα κανένα mail άλλωστε, ό,τι μου φέρνουν εδώ το εξυπηρετώ. Δε μπορώ να κάνω κάτι παραπάνω. Τα παίρνεις, πας πρωτόκολλο, θεώρηση στα έσοδα, και είσαι οκ».
«Σπάαααμ, σπάααμ, ήταν στα σπαμ, το βρήκα το e-mail σας». Έρχεται καταχαρούμενη η αρμόδια για τα e-mail υπάλληλος, φέρνοντας του στο μυαλό το σκετσάκι των Monty Python (γιατί αντικειμενικά, μόνο αυτοί θα περιέγραφαν ιδανικά την κατάσταση).
Τα σπασμένα νεύρα του φίλου έχουν μετατραπεί σε χαρμολύπη και ξεσπάει λίγο πριν κάνει τη μεγάλη έξοδο. Γελάει δυνατά, εξηγεί πως όλα αυτά του φαίνονται βγαλμένα από ανέκδοτο, πως θα πρεπε να είναι παθογένειες μιας άλλης εποχής, όχι του 2016, τροφοδοτώντας έτσι την ενέργεια της υπαλλήλου. «Αγόρι μου ξέρεις πόσοι μου τα λένε αυτά; Δε μπορώ άλλο. Δε μπορώ να κάνω κάτι παραπάνω, αλλιώς θα τρελαθώ εδώ μέσα. Εγώ θέλω να ζήσω, και θα ζήσω. Για αυτό κι εγώ έχω το παραθυράκι μου ανοιχτό να με χτυπάει ο αέρας, έχω το ραδιοφωνάκι μου και κάνω τη δουλειά που μου δίνουν. Λοιπόν, έγινε η έγκριση της εξαίρεσης, έχεις την ίδια διεύθυνση; Αν ναι, είμαστε οκ, πας στη δουλειά σου και περιμένεις να σου έρθει ταχυδρομικώς». Παύση 5 δευτερολέπτων. «Εννοείται όταν μας έρθει το μελάνι και μπορούμε να την εκτυπώσουμε», προσθέτει η υπάλληλος. Γέλια εκατέρωθεν. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος αντίδρασης. «Δε βαριέσαι», μονολόγησε το φιλαράκι βγαίνοντας. «Τουλάχιστον έχουμε ανταποδοτικά οφέλη».
Αυτά για να μην έχουμε «αυταπάτες», που είναι και μια λέξη που φοριέται πολύ τελευταία.