Χωρίς ξεκάθαρο σχέδιο οι ΗΠΑ μετά τις πυραυλικές επιθέσεις κατά της Συρίας

Χωρίς ξεκάθαρο σχέδιο οι ΗΠΑ μετά τις πυραυλικές επιθέσεις κατά της Συρίας
WASHINGTON, DC - APRIL 07: Demonstrators gather outside the White House to protest the recent U.S. missile strike in Syria April 7, 2017 in Washington, DC. The United States has launched a missile strike in Syria after reports that Syrian President Bashar al-Assad allegedly used nerve agent sarin gas in a recent attack in his own country. (Photo by Eric Thayer/Getty Images)
WASHINGTON, DC - APRIL 07: Demonstrators gather outside the White House to protest the recent U.S. missile strike in Syria April 7, 2017 in Washington, DC. The United States has launched a missile strike in Syria after reports that Syrian President Bashar al-Assad allegedly used nerve agent sarin gas in a recent attack in his own country. (Photo by Eric Thayer/Getty Images)
Eric Thayer via Getty Images

Χωρίς ξεκάθαρο σχέδιο φαίνεται να είναι ο Λευκός Οίκος όσον αφορά στα επόμενα βήματα έπειτα από την πυραυλική επίθεση που εξαπέλυσαν αμερικανικά πολεμικά εναντίον συριακής αεροπορικής βάσης, κατόπιν εντολής του προέδρου Τραμπ, σε αντίποινα για το περιστατικό της 4ης Απριλίου, όπου δεκάδες άμαχοι έχασαν τη ζωή τους από χρήση χημικών όπλων, που οι ΗΠΑ και η Δύση, αποδίδουν στην κυβέρνηση Άσαντ.

Πολλοί ψηφοφόροι του προέδρου Τραμπ θεωρούν ότι τα αεροπορικά πλήγματα στην Συρία ήταν μια επίδειξη ισχύος των ΗΠΑ, ωστόσο, όπως μεταδίδει το Reuters, κάποιοι υποστήριξαν ότι η απόφαση του να δώσει εντολή στον αμερικανικό στρατό να εμπλακεί απευθείας στον συριακό πόλεμο απείχε παρασάγγας από το κεντρικό σύνθημα της προεκλογικής εκστρατείας του: «Πρώτα Η Αμερική» (America First) και την πολιτική απομονωτισμού που στήριξε.

Όμως, σύμφωνα με τον Guardian ο Λευκός Οίκος, σε λιγότερες από 24 ώρες, φαίνεται να υπαναχωρεί από τα σχέδια του για μια ευρύτερη εμπλοκή στη Συρία.

Τα πυραυλικά πλήγματα έστειλαν ένα ισχυρό μήνυμα στον κόσμο, υποστήριξε ο Λευκός Οίκος την Παρασκευή, αποφεύγοντας όμως να διευκρινίσει αν ο Αμερικανός πρόεδρος θα εγκρίνει και νέες επιθέσεις ή άλλες ενέργειες εναντίον της κυβέρνησης Άσαντ.

«Νομίζω ότι οι ενέργειες του προέδρου ήταν πολύ αποφασιστικές και ήταν σαφείς όσον αφορά το τι πιστεύει ότι θα πρέπει να γίνει» είπε ο Σον Σπάισερ, εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, χωρίς να κάνει αναφορά για τα επόμενα βήματα, δηλαδή εάν αυτά θα είναι στρατιωτικά ή διπλωματικά. «Πρώτα και κύρια, ο πρόεδρος πιστεύει ότι η συριακή κυβέρνηση, το καθεστώς Άσαντ, θα πρέπει τουλάχιστον να συμφωνήσει ότι θα συμμορφωθεί με τις συμφωνίες που έχει κάνει να μην χρησιμοποιεί χημικά όπλα», πρόσθεσε ο Σπάισερ επίσης χωρίς να κάνει αναφορά για το εάν ο Ασάντ πρέπει να φύγει ή να μείνει στην εξουσία.

Αντίθετα ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Ρεξ Τίλερσον, λίγο πριν την πυραυλική επίθεση δήλωσε ότι βρίσκονται εν εξελίξει διπλωματικές ενέργειες που θα «εκθρονίσουν» τον Ασάντ.

Σημειώνεται ότι ο Τραμπ προέβη στην απόφαση του παρά την δέσμευση που είχε κάνει κατά την προεκλογική του εκστρατεία ότι θα αποφύγει ανάμειξη στις συγκρούσεις της Μέσης Ανατολής. Πριν από τέσσερα χρόνια, είχε προειδοποίησε τον προκάτοχό του, Δημοκρατικό Μπαράκ Ομπάμα να αποφύγει να εξαπολύσει επίθεση ενάντια στις δυνάμεις του συριακού καθεστώτος, ως απάντηση στην επίθεση τους με χημικά όπλα ενάντια σε αμάχους.

Την ίδια ώρα το Κογκρέσο για ακόμη μια φορά ασκεί πιέσεις στον Τραμπ να παρουσιάσει μια ξεκάθαρη στρατηγική σχετικά με τη Συρία.

Εν τω μεταξύ στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ που συνεδρίασε την Παρασκευή, ο Αμερικανός πρέσβης στον ΟΗΕ δήλωσε ότι οι ΗΠΑ δεν θα διστάσουν να χτυπήσουν ξανά εάν ο Ασάντ προβεί εκ νέου σε μια επίθεση με χημικά. «Δεν θα πρέπει να περιμένει κανείς από τις ΗΠΑ ότι θα αφήσει τον Ασάντ να κάνει χρήση χημικών χωρίς συνέπειες. Αυτές οι μέρες είναι παρελθόν. Είμαστε έτοιμοι να κάνουμε περισσότερα, άλλα ελπίζουμε πως αυτό δεν θα καταστεί αναγκαίο» δήλωσε.

Αυτή η αβεβαιότητα που εκφράζεται απ΄όλους τους αμερικανικούς διαύλους προκαλεί μια δυσφορία στη συριακή αντιπολίτευση που προσωρινά αναθάρρησε από την παρέμβαση των ΗΠΑ με την πυραυλική επίθεση, καθώς ήλπισαν ότι η πλάστιγγα θα γείρει προς το μέρος τους. Όμως ακόμη και αυτή η επίθεση των ΗΠΑ στη συριακή αεροπορική βάση επέφερε μικρό πλήγμα καθώς λίγες ώρες αργότερα μαχητικά αεροπλάνα απογειώθηκαν και προχώρησαν σε βομβαρδισμούς.

Τώρα ο Τραμπ βρίσκεται ανάμεσα στο Κογκρέσο που του ζητεί να κάνει περισσότερα, από τη στιγμή που το ξεκίνησε, για τη Συρία και τη Ρωσία που του ζητεί να υποχωρήσει από αυτού του είδους τις ενέργειες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε και τις ανθρωπιστικές οργανώσεις που και αυτές με τη σειρά τους ζητούν να δουν ένα ξεκάθαρο σχέδιο που θα τερματίσει την πολύχρονη σύγκρουση στη Συρία που έχει κοστίσει τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους.

Παράλληλα με όλα αυτά ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν θεωρεί τα αμερικανικά πλήγματα κατά της Συρίας «επίθεση κατά κυρίαρχου κράτους» που βασίσθηκαν «σε κατασκευασμένα προσχήματα», όπως ανακοίνωσε το Κρεμλίνο, ενώ η Μόσχα ανέστειλε το μνημόνιο που έχει συνάψει με τις ΗΠΑ για την αποτροπή επεισοδίων και τη διασφάλιση της αεροπορικής ασφάλειας στη διάρκεια των επιχειρήσεων στη Συρία. Πρόκειται για μια απόφαση που μόνο απλή δεν είναι καθώς ο Πούτιν με αυτό τον τρόπο θέτει το δίλημμα στον Αμερικανό ομόλογό του για το εάν θέλει να χτυπήσει τον Ασάντ ή το Ισλαμικό Κράτος. Ο δίαυλος επικοινωνίας επιτρέπει στους Ρώσους και Αμερικανούς πιλότους μαχητικών να αποφύγουν ατυχήματα κατά τη διάρκεια επιθέσεων και κανείς πραγματικά δεν θέλει ένα «ατύχημα» στον αέρα που θα οδηγούσε στη σύγκρουση δύο πυρηνικών υπερδυνάμεων. Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Ρώσος πρεσβευτής στον ΟΗΕ, ο Βλάντιμιρ Σαφρόνκοφ, ο οποίος προειδοποίησε πως «οι συνέπειες από μια διεθνή αποσταθεροποίηση μπορεί να είναι εξαιρετικά σοβαρές. Δεν μπορείτε να φανταστείτε την ανάταση που ένιωσαν οι τρομοκράτες στη Συρία μετά την επίθεση του Τραμπ είπε». Επιπλέον η Ρωσία ανακοίνωσε ότι θα συνδράμει στην βελτίωση της συριακής αεράμυνας.

Βέβαια ο Τραμπ βρήκε υποστηρικτές τη Γαλλία, τη Βρετανία, τη Γερμανία, ακόμη και την Τουρκία. Ο υπουργός Άμυνας της Βρετανίας διευκρίνισε βέβαια πως δεν θα εμπλακεί άμεσα σε στρατιωτική δράση στη Συρία χωρίς κοινοβουλευτική έγκριση, πρόσθεσε δε, ότι βρίσκεται σε συνομιλίες με τον Αμερικανό ομόλογό του, χωρίς όμως να διευκρινίσει εάν έχουν καταλήξει σε κάποια απόφαση. Επίσης αξίζει να σημειωθεί ότι ο Μπόρις Τζόνσον, ο υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, ακύρωσε την προγραμματισμένη για τη 10η Απριλίου επίσκεψή του στη Μόσχα, μετά τις τελευταίες εξελίξεις στη Συρία.

«Οι εξελίξεις στη Συρία έχουν αλλάξει την κατάσταση δραματικά. Η προτεραιότητά μου, είναι τώρα να συνεχίσω την επικοινωνία μου με τις ΗΠΑ, αλλά κι άλλες χώρες για την προετοιμασία της διάσκεψης της ομάδας G7 (10-11 Απριλίου) προκειμένου να συντονιστεί μία διεθνής προσπάθεια για την κατάπαυση του πυρός, μέσω μιας πολιτικής διαδικασίας ειρήνευσης», τόνισε ο Τζόνσον σε ανακοίνωσή του.

Το Συμβούλιο Ασφαλείας που συνεδρίασε την Παρασκευή, όπως αναμενόταν δεν κατέληξε κάπου. Η πραγματική ευκαιρία για να σταματήσει αυτή η κλιμάκωση είναι πιθανό να προκύψει την ερχόμενη Τρίτη όταν ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών θα επισκεφθεί τη Ρωσία όπου εκτιμάται, σύμφωνα με όσα έχουν διαρρεύσει, ότι θα πει πως οι πυραυλικέ επιθέσεις είχαν περιορισμένο και συγκεκριμένο στόχο να αποκλείσουν τη χρήση χημικών όπλων και ότι η προτεραιότητα των ΗΠΑ παραμένει ο πόλεμος κατά του Ισλαμικού Κράτους και η πολιτική μετάβαση ακολουθεί σε δεύτερο πλάνο.

Παράλληλα το αμερικανικό Πεντάγωνο κάνει ξεκάθαρο με διάφορους τρόπους ότι επιθυμεί το άνοιγμα του διαύλου επικοινωνίας με τη Ρωσία, άλλωστε τη δήλωση αυτή την έκανε ξεκάθαρα και χωρίς υπονοούμενα ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου.

Όμως όπως και να έχει η επόμενη ημέρα βρίσκει τον Τραμπ να δέχεται πιέσεις από το Κογκρέσο ακόμη και από Δημοκρατικούς που του ζητούν να κλιμακώσει την εμπλοκή των ΗΠΑ στον πόλεμο της Συρίας. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που του ζητούν επίμονα να παρουσιάσει ένα συγκεκριμένο σχέδιο για την μελλοντική εμπλοκή των ΗΠΑ και δηλώνουν θετικοί σε μια εκ νέου συζήτηση που θα οδηγήσει σε έγκριση από το Κογκρέσο για επέμβαση στη Συρία με αεροπορικά χτυπήματα, ένα μέτρο που πρέπει να θυμίσουμε ότι το είχε προτείνει ο Ομπάμα και δεν πέρασε στην ψηφοφορία το 2013.

Όμως ο Guardian επισημαίνει ότι δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι μια στρατιωτική εμπλοκή θα πρέπει να ακολουθηθεί από μια δύσκολη και πολύπλοκη διπλωματική διαδικασία. Ο Ντέιβιντ Μίλιμπάντ, ο πρώην Βρετανός υπουργός Εξωτερικών και νυν πρόεδρος της οργάνωσης αρωγής, την International Rescue Committee humanitarian aid organisation, δήλωσε σχετικά με τις εξελίξεις:«Αντιλαμβανόμαστε την οργή του προέδρου όσον αφορά στην επίθεση με χημικά ενάντια σε αμάχους. Η ατιμωρησία όλων αυτών που εξαπολύουν πόλεμο κατά των πολιτών είτε με χημικά ή με συμβατικές επιθέσεις πρέπει να τερματιστεί. Το ερώτημα που θέτουμε σε όλους όσους εμπλέκονται στη στρατιωτική δράση στη Συρία έχει να κάνει με τα σχέδιά τους να σταματήσουν τους σκοτωμούς και να επιτύχουν μια βιώσιμη και με διάρκεια ειρήνη. Αυτό το ερώτημα είναι ακόμη πιο σημαντικό τις τελευταίες ώρες (έπειτα από την επίθεση με χημικά και τις πυραυλικές επιθέσεις των ΗΠΑ). Κάθε Σύριος πολίτης περιμένει την απάντηση σε αυτό το ερώτημα»καταλήγει ο Guardian.

Όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όπως υπογραμμίζει και ο Μίχαελ Λύντερς, ειδικός αναλυτής για θέματα Εγγύς και Μέσης Ανατολής, ο οποίος μίλησε στηDeutsche Welle: «Στη Συρία διεξάγεται ένας πόλεμος αντιπροσώπων. Από τη μια πλευρά οι ΗΠΑ, η ΕΕ, η Τουρκία και οι χώρες του Κόλπου που θέλουν την πτώση του Άσαντ. Από την άλλη Ρωσία, Ιράν και Κίνα που κάνουν τα πάντα για να αποφευχθεί αυτή η εξέλιξη. Όταν λοιπόν πραγματοποιείς μια επίθεση τέτοιας μορφής και έκτασης όπως αυτή που διέταξε ο Τραμπ, τότε ελλοχεύει ο κίνδυνος να υπάρξει κλιμάκωση της κατάστασης και να βρεθούν ξαφνικά Αμερικανοί και Ρώσοι αντιμέτωποι επί συριακού εδάφους».

Ο ειδικός εκτιμά ότι στην παρούσα φάση και πέρα από τα λεκτικά πυρά, δεν πρόκειται να υπάρξει άλλου είδους ή πιο ουσιαστική αντίδραση εκ μέρους της Ρωσίας. «Δεδομένου ότι εξ΄ όσων γνωρίζουμε δεν υπήρξαν Ρώσοι ανάμεσα στα θύματα, η Μόσχα (…) δεν αναμένεται να αντιδράσει. Σε περίπτωση όμως που υπάρξουν και νέες επιθέσεις των Αμερικανών και πληγούν άμεσα Ρώσοι ή o στρατιωτικός τους εξοπλισμός, τότε η Ρωσία δεν πρόκειται να παραμείνει άπραγη και ενδέχεται να υπάρξει άμεση κλιμάκωση της κατάστασης».

Η μάχη κατά του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους πιστεύει ότι θα συνεχιστεί, μολονότι στην παρούσα φάση κυριαρχεί η αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ρωσίας. Αυτό όμως μπορεί να αλλάξει και πάλι σε 1-2 εβδομάδες. Ουάσιγκτον και Μόσχα συμφωνούν ότι το ISIS θα πρέπει να εκδιωχθεί από τη Ράκκα και ίσως οι δυο πλευρές βρουν σε αυτό το πεδίο και άλλα κοινά στοιχεία. Στην παρούσα φάση όμως δεν γνωρίζουμε ποια θα είναι τα επόμενα βήματα της αμερικανικής διακυβέρνησης και ποια πορεία θα ακολουθήσει. Θα υπάρξουν οι σκληροπυρηνικοί που θα πουν ότι θέλουν το showdown με τη Ρωσία και να δοκιμάσουν τα όρια της χώρας τους. Θα υπάρξουν όμως και οι πιο μετριοπαθείς φωνές που θα ζητήσουν την αποκλιμάκωση».

Σύμφωνα με τον Μίχαελ Λύντερς, το πρόβλημα για την Ουάσιγκτον είναι η πιθανή διάδοχη κατάσταση στη Συρία: τι θα γίνει εάν εκδιωχθεί όντως ο Άσαντ; Ποιος θα τον διαδεχθεί; Στη Συρία δεν υπάρχει σήμερα μια ουσιαστική, δημοκρατική και μετριοπαθής αντιπολίτευση η οποία θα μπορούσε να αναλάβει τα ηνία της χώρας. Συνεπώς, όπως εκτιμά ο ειδικός, «η εξουσία θα κατέληγε στα χέρια των τζιχαντιστών. Αυτό το γνώριζε και ο πρόεδρος Ομπάμα και γι΄ αυτό το λόγο ήταν τόσο επιφυλακτικός όσον αφορά την άμεση στρατιωτική εμπλοκή στη Συρία».

Πάντως, όπως επισημαίνει ο ειδικός σε θέματα Εγγύς και Μέσης Ανατολής, η αμερικανική επίθεση ήταν προσχηματική και στην πραγματικότητα έχει γεωστρατηγικό υπόβαθρο. Οι ΗΠΑ δεν αποδέχονται να αποκτήσουν Ρωσία και Ιράν θέσεις ισχύος στη Συρία, όπως λέει. «Εάν ήταν στο χέρι του, ο Τραμπ θα είχε αποφασίσει ήδη την καταγγελία της συμφωνίας με την Τεχεράνη για τα πυρηνικά. Πιστεύω ότι η (…) τακτική αυτή δεν πρόκειται να οδηγήσει σε τίποτα εποικοδομητικό πέρα απλώς από την περαιτέρω καταστροφή της Συρίας».

Δημοφιλή