Εκλογές αλά ιταλικά
Open Image Modal
TIZIANA FABI via Getty Images

Κυριακή, 4 Μαρτίου, η Ιταλία πάει να ψηφίσει. Οι Ιταλοί πολίτες θα επιλέξουν ποιον θα φέρουν στο κοινοβούλιο δύο νομοθετικών σωμάτων, ψηφίζοντας στη Βουλή των Αντιπροσώπων και στη Γερουσία. Το ιταλικό κοινοβούλιο βασίζεται σε σύστημα αναλογικής πλειοψηφίας, με τον πρόσφατο εκλογικό νόμο Rosatellum, για τη θέσπιση ορισμένων νέων εκλογικών προτύπων. Για παράδειγμα, ο νόμος επαναφέρει το σύστημα συνασπισμού, σύμφωνα με το οποίο τα διάφορα κόμματα μπορούν να επιλέξουν να εκπροσωπούνται από έναν μόνο υποψήφιο, σε αντίθεση με τον Italicum ο οποίος επικροτούσε τα κόμματα που ανήκαν σε μονές λίστες.
Στο καζάνι των 75 κομμάτων που έγιναν δεκτά στις ψηφοφορίες, οι υποψήφιοι πρωθυπουργοί ξεχωρίζουν.

Κατά πάσα πιθανότητα, τα δύο μεγάλα κόμματα που θα διεκδικήσουν την προεδρία είναι το Forza Italia (κεντροδεξιά) και το Partito Democratico (κεντροαριστερά), με το Movimento Cinque Stelle, το οποίο θα αφαιρέσει σημαντικά μερίδια στα δύο πρώτα κόμματα. Το μέγεθος αυτών πιθανών να καθορίσει μια νίκη του Movimento Cinque Stelle.

Στην κεντροδεξιά, υπάρχει ένας μεγάλος συνασπισμός ο οποίος εμπεριέχει ως κυριότερα κόμματα το Lega (με τον Matteo Salvini υποψήφιο για την προεδρία), το Forza Italia (Silvio Berlusconi), το Fratelli dItalia (Giorgia Meloni) και το Noi con lItalia - UDC (Raffaele Fitto).

Εάν κερδίσει το Forza Italia, αυτά τα τρία μέρη θα υποστηρίξουν τον Μπερλουσκόνι. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί πως, παρόλο που ο Μπερλουσκόνι είναι το πρόσωπο της προεκλογικής εκστρατείας, πιθανότατα δεν θα είναι ο πρόεδρος αν κερδίσει το Forza Italia. Σε αυτό, μάλιστα, εκκρεμεί μια απόφαση μη επιλεξιμότητας κατά του λεγόμενου νόμου Severino και του Δικαστηρίου του Στρασβούργου, η τελική απόφαση του οποίου αναμένεται μετά τις εκλογές. Παρ’ όλα αυτά, το όνομά του Μπερλουσκόνι εμφανίζεται στο σύμβολο του κόμματος και συνεχίζει να είναι το πρόσωπο του για όλους τους σκοπούς.

Η κεντροαριστερά, για τις εκλογές του 2018, είναι πιο κατακερματισμένη από πριν, με πολλές αποχωρήσεις από το κύριο κόμμα, το Partito Democratico. To “αυταρχικό” ύφος για το οποίο κατηγορήθηκε ο Matteo Renzi δεν άρεσε σε ένα αξιόλογο κομμάτι του PD.
Τα μεγάλα κόμματα που θα υποστηρίξουν ο ένας τον άλλον σε περίπτωση νίκης είναι: το
Partito Democratico (Matteo Renzi), το Civica Popolare (Beatrice Lorenzin), το +Europa (Emma Bonino) και το Insieme (Giulio Santagata).

Το Partito Democratico, απέδωσε αυτόματα την υποψηφιότητα για την πρωθυπουργία, κατόπιν επανεκλογής του ως γραμματέας του κόμματος, στον Matteo Renzi, σύμφωνα με το καταστατικό του κόμματος. Η ρητορική του κόμματος βασίζεται σε συνθήματα “ευθύνης”, σε αντίθεση με αυτούς που αποκαλεί “τυχάρπαστους”.

Το +Europa της Emma Bonino, ένα ιερό τέρας της ριζοσπαστικής αριστεράς και μητέρα μεγάλων επιτευγμάτων της ιταλικής κοινωνίας, θα μπορούσε να έχει κάποιες ενδιαφέρουσες εκπλήξεις ως προς τα αποτελέσματα.

Ακόμη, στα αριστερά είναι το Liberi e Uguali, του απερχομένου προέδρου της Γερουσίας Pietro Grasso, ο οποίος έφυγε από το Partito Democratico για να ιδρύσει το δικό του κόμμα, και επέλεξε να μην ενώσει τις δυνάμεις του με κανένα.

Παραμένοντας πιστό στην ταυτότητα του, το Movimento Cinque Stelle (Luigi di Maio) επιλέγει επίσης να τρέξει μόνο του.

Είναι αξιοσημείωτο, αν και δεν δίνεται μεγάλη προσοχή, το 10 Volte Meglio, το οποίο χρησιμοποιεί ομιλίες, θέματα και γλώσσα απευθύνόμενα σαφώς στην μεγάλη μερίδα των Ιταλών φοιτητών και νέων, άνεργων και δυσαρεστημένων (31,5% οι νέοι άνεργοι το Ιαν 2018). Μεταξύ των συνθημάτων τους, η δημιουργία ενός “Υπουργείου για το Μέλλον”.

Επίσης παρουσιάζονται το Partito Comunista Italiano και το Forza Nuova (νεο-φασιστικό κόμμα), τα οποία στην προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο δεν είχαν έδρα στο κοινοβούλιο (το Forza Nuova ποτέ δεν ήταν εγγεγραμμένο, ενώ το PCI είναι απών από όλες τις τελευταίες αλλαγές κοινοβουλίων ) και οι δύο προσπαθούν να διασχίσουν το κατώφλι του 3% ώστε να εισέλθουν στο κοινοβούλιο.

Ένας ενδοιασμός σχετικά με αυτές τις εκλογές αφορά τις ερχόμενες σχέσεις με την Ευρώπη, καθώς οι συμπεριφορές ποικίλλουν. Προβληματισμό δημιουργούν οι συνέπειες σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την ιταλική ψηφοφορία, η οποία, ωστόσο, φαίνεται ιδιαίτερα καθοριστική για τις αγορές μετοχών, αντί για το καθαρά πολιτικό επίπεδο. Ενώ, για παράδειγμα, ο Luigi di Maio - με εκτιμήσεις που τού δίνουν 26% των ψήφων – υπόσχεται δημοψήφισμα για το ευρώ και μάχη για την επανάσταση της αναλογίας δημοσίου χρέους/ΑΕΠ στο 3% (όπως ο Μπερλουσκόνι και άλλοι), ο Matteo Salvini, πρόσθεσε σε αυτά την υπεροχή του κρατικού δικαίου πάνω στο Ευρωπαϊκό δίκαιο και την αναθεώρηση των ευρωπαϊκών συνθηκών.

Ένα τέτοιο σενάριο, δημιουργεί ανησυχία στην Ευρώπη για τις ιταλικές εκλογές. Η Ιταλία είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στην ευρωζώνη: μια πολιτική αποσταθεροποίηση στην Ιταλία, σημαίνει επίσης οικονομική, και μια παρόμοια κατάσταση στην Ιταλία θα είχε επιπτώσεις σε όλη την Ευρώπη. Ο Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Pierre Moscovici το έχει επαναλάβει αυτές τις ημέρες.

Μια μελέτη του δημοφιλούς συναισθήματος στις μέρες αυτές προκαλεί ενδιαφέρον. Κυρίως, προβλέπεται αποχή από την ψηφοφορία σε μέγιστο βαθμό, για τα δεδομένα της Ιταλίας, γεγονός που θα ήταν μία σημαντική ένδειξη για την ήττα της δημοκρατικής συσκευής.

Ακόμη και ο πιο ανεύθυνος των ψηφοφόρων, με τα χρόνια κατάλαβε ότι οι εκπληκτικές υποσχέσεις που μπορεί να έχουν ειπωθεί, σχεδόν ποτέ δεν τηρούνται. Ο ιταλικός λαός χαιρετάει τις εκλογές του 2018 με ένα αρκετά ψυχρό και απογοητευμένο πνεύμα. Η Ευρώπη, από την άλλη πλευρά, αρχίζει να διακρίνει τα σκαμπανεβάσματα της ιταλικής πολιτικής και χάνει την πίστη της, ενώ η Ιταλία χάνει την αξιοπιστία της.

Η ιταλική σκηνή πριν από τις εκλογές είναι, όπως μπορούμε να δούμε, πολύ κατακερματισμένη. Η εκλογική εκστρατεία αφορούσε κυρίως θέματα χαμηλής πολιτικής, δηλαδή οικονομικά, εργασία, και γενικότερα κοινωνική πρόνοια. Γενικά, όπως συνήθως λέμε, τα θέματα μιας εκλογικής εκστρατείας καθορίζουν την κατάσταση μιας χώρας. Αν μια καμπάνια μιλά σχεδόν αποκλειστικά για χαμηλή πολιτική, αυτό σημαίνει ότι η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση πριν ή μετά την κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Στην περίπτωση της Ιταλίας, δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι στην ίδια ύφεση του 2012, αλλά τα σημάδια στην ψυχολογία του εκλογικού σώματος εξακολουθούν να υπάρχουν (μάλιστα, τα εκλογικά σώματα διαφέρουν ανάλογα με την χώρα). Δυστυχώς όμως, αυτό δεν βοηθάει μια εποικοδομητική συζήτηση από την πλευρά της πολιτικής και αποτελεί μια κούρσα στην τελευταία ψηφοφορία με τις χαμηλότερες - πρέπει να πω - στρατηγικές.

Επίσης, το εκλογικό σώμα, χρόνο με το χρόνο, κουράζεται και ζητά μια πιο εποικοδομητική συζήτηση, όπως λέγεται ότι συνέβη πριν από αρκετές δεκαετίες (μια γενιά που πιά δεν συμμετέχει στην σημερινή ιταλική πολιτική). Θα ήταν ωραίο αν τα κόμματα μια μέρα, όχι μόνο στην Ιταλία, θα μπορούσαν να συμφωνήσουν να υιοθετήσουν μια ετικέτα, αυτό που κάποτε ήταν, ίσως, ένα είδος κώδικα δεοντολογίας εκτός του οποίου κανένα κόμμα δεν μπορεί να αναλάβει δράση. Φυσικά, κάποιος θα μπορούσε να επισημάνει μια άρνηση της ελευθερίας έκφρασης σε αυτό... αλλά ποιο είναι το όριο ανάμεσα στην ελευθερία και την οχλοκρατία;