Ευρύτατη συναίνεση καταγράφηκε στην Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος κατά τη συζήτηση της πέμπτης θεματικής ενότητας που αφορά τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για το άρθρο 62 (περιορισμός της βουλευτικής ασυλίας) και το άρθρο 86 παρ. 3, (κατάργηση των προνομιακών ρυθμίσεων περί ποινικής ευθύνης υπουργών).
Τα δύο αυτά αναθεωρητέα άρθρα είχαν εγκριθεί από την προτείνουσα (προηγούμενη) Βουλή με ευρύτατη συναίνεση, με το πρώτο να εγκρίνεται από 237 βουλευτές και το δεύτερο να λαμβάνει 253 ψήφους.
Διαφωνία ωστόσο υπήρξε στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, να προστεθεί ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 86 ώστε η νέα διάταξη να έχει αναδρομική ισχύ, με τη ΝΔ να χαρακτηρίζει «εξόχως προβληματική και επικίνδυνη» την εκ των υστέρων ποινική δίωξη υπουργών, καθώς μπορεί να δημιουργήσει πολιτικό περιβάλλον ρεβανσισμού, ενώ και το ΚΙΝΑΛ την απορρίπτει κατηγορηματικά.
Σημειωτέον ότι η διάταξη, για να κριθεί αναθεωρητέα, χρειάζεται να λάβει 180 ψήφους, καθώς στη προηγούμενη αναθεωρητική Βουλή δεν πέρασε τον πήχη για μία ψήφο, καθώς ψηφίστηκε από 179 βουλευτές.
Ως προς το άρθρο 86 για την ποινική ευθύνη των υπουργών, τα τρία κόμματα, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ, συμφωνούν, τόσο για την επιμήκυνση της αποσβεστικής προθεσμίας της Βουλής να ασκεί δίωξη, (και από δύο έως τέσσερα χρόνια που είναι σήμερα να γίνει σε περισσότερο χρόνο), όσο και προς την κατεύθυνση εξομοίωσης του χρόνου παραγραφής εκάστου αδικήματος, με εκείνον που ισχύει για τους πολίτες.
Επίσης, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ πρότειναν τη λύση να απαλειφθεί η αποσβεστική προθεσμία, και συμφώνησαν να εξετάσουν, σε συνάντηση που θα έχουν οι εισηγητές όλων των κομμάτων, την πρόταση του ΚΙΝΑΛ να οριστεί επακριβώς ποιες θα είναι οι χρονικές επιλογές που θα έχει ο κοινός νομοθέτης και ο κανονισμός της Βουλής.
Και στις τρεις προτάσεις, (Νέας Δημοκρατίας, ΣΥΡΙΖΑ και Κινήματος Αλλαγής) παραμένει αρμόδια η Βουλή να αποφασίζει για την εκκίνηση της σχετικής διαδικασίας.
Το ΚΚΕ τάχθηκε κατά της αναθεώρησης του άρθρου 62, και υπέρ της πλήρους κατάργησης του άρθρου 86.
Ελληνική Λύση και ΜεΡΑ25 συμφώνησαν στην κατάργηση των βουλευτικών και υπουργικών προνομίων, διαφωνώντας με τον δικαιοδοτικό ρόλο της Βουλής.
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για το άρθρο 62, είναι «προς την κατεύθυνση περιορισμού της βουλευτικής ασυλίας αποκλειστικά στα αδικήματα που σχετίζονται με τη βουλευτική ιδιότητα εντός ή εκτός Βουλής» και για το άρθρο 86 παρ. 3 προς την κατεύθυνση «περιορισμού των προνομιακών ρυθμίσεων περί ποινικής ευθύνης υπουργών, ιδίως μέσω της κατάργησης της αποσβεστικής προθεσμίας και της καταστρατήγησης της δυνατότητας αναστολής της δίωξης, της προδικασίας ή της κύριας διαδικασίας».
Η ερμηνευτική δήλωση για το άρθρο 86, είναι προς την κατεύθυνση διευκρίνισης, ότι το πεδίο ισχύος του άρθρου αναφέρεται αποκλειστικά στα αδικήματα που τελέσθηκαν κατά την άσκηση, και όχι επ′ ευκαιρία της άσκησης των υπουργικών καθηκόντων.
Ο εισηγητής της ΝΔ, Κώστας Τζαβάρας, αναγνώρισε ότι «πράγματι η διάταξη του άρθρου 62 παρ. 1 είναι γενική και αόριστη και δημιούργησε προβλήματα και στην Επιτροπή Δεοντολογίας και στην Ολομέλεια της Βουλής», επισημαίνοντας χαρακτηριστικά ότι «πολλές φορές υπήρξε άρνηση για άρση ασυλίας βουλευτή, ακόμα και για υπογραφή και έκδοση ακάλυπτης επιταγής».
«Υιοθετούμε τη πρόταση γιατί πρέπει να αποκατασταθεί η κανονικότητα και να αποφεύγονται υπερβολές και καταχρήσεις για πράξεις που δεν έχουν άμεση συνάφεια με τα κοινοβουλευτικά καθήκοντα και τη πολιτική δραστηριότητα του βουλευτή», σημείωσε ο εισηγητής της ΝΔ.
Για το άρθρο 86 περί ευθύνης υπουργών, ο κ. Τζαβάρας, συμφώνησε στην διεύρυνση του χρονικού ορίζοντα της παραγραφής των αδικημάτων, ωστόσο σημείωσε ότι «είναι ένα ζήτημα, το πώς μπορεί μια ποινική υπόθεση να μένει ανοιχτή για μεγάλο διάστημα».
«Να καταργηθεί η σύντομη αποσβεστική προθεσμία – όμως πρέπει να εξετάσουμε μέχρι ποιου χρονικού σημείου θα έχει δράση η Βουλή» επεσήμανε ο κ. Τζαβάρας .
«Είναι ανεπίτρεπτο να υπάρχει ακαταδίωκτο για πρωθυπουργούς και υπουργούς. Όμως, σε αυτές τις ποινικές δίκες υποβόσκει το πολιτικό πεδίο σύγκρουσης. Άποψή μου είναι να τελειώνει στα 10 χρόνια για να μην είναι όμηροι πρωθυπουργοί και υπουργοί. Στην Ελλάδα οι ποινικές δίκες τροφοδοτούν τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και τις πολιτικές αντιδικίες», τόνισε και πρόσθεσε ότι «για αυτό ακριβώς η Βουλή πρέπει να έχει τη γενική αρμοδιότητα».
Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Κατρούγκαλος, υπογράμμισε από την πλευρά του ότι και τα δύο άρθρα είναι μείζονος σημασίας και άπτονται της δημοκρατικής λειτουργίας του πολιτεύματος, αλλά και της προστασίας της τιμής του πολιτικού κόσμου, ενώ σημείωσε ότι είναι απαραίτητη η θεσμική εγγύηση ώστε να ασκούν οι πολιτικοί τα καθήκοντά τους χωρίς εκβιασμούς.
«Μόνο για αυτά που συνδέονται με την άσκηση των καθηκόντων των βουλευτών και των υπουργών θα αποφασίζει η Βουλή, ενώ για όλα τα άλλα, αρμοδιότητα έχει μόνο ο δικαστής» τόνισε ο κ. Κατρούγκαλος και πρόσθεσε:
«Είναι ανάγκη να σταθούμε απέναντι στο πρόβλημα με μόνιμα χαρακτηριστικά. Είναι μείζον το ζήτημα το πώς θα έχουμε μια σταθερή νομολογία των δικαστηρίων. Εμείς ζητούμε να τυποποιηθεί συνταγματικά και να αποδεχτούμε ότι μόνο τα αδικήματα κατά την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων εμπίπτουν στο άρθρο 86, και για όλα τα υπόλοιπα ο υπουργός έχει το φυσικό του δικαστή. Με αυτό τον τρόπο θα λυθεί το ζήτημα της κρίσης της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος. Να δώσουμε το μήνυμα ότι όσοι βάζουν το δάχτυλο στο μέλι θα τιμωρηθούν».
Ο εισηγητής του ΚΙΝΑΛ, Ανδρέας Λοβέρδος, χαρακτήρισε «ατελέσφορες» τις προτάσεις της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ για τη βουλευτική ασυλία, τονίζοντας ότι «υστερούν τα μάλα σε σχέση με τους ορισμούς του Κανονισμού της Βουλής» και πρότεινε, μόνο «αν αιτείται ο ίδιος, να κινείται η διαδικασία του ακαταδίωκτου στην Βουλή, και η ευθύνη να μεταφέρεται στον ίδιο αντί στη Βουλή που ισχύει σήμερα».
« Το ακαταδίωκτο του βουλευτή αποτελεί θεσμική εγγύηση της πολιτικής του λειτουργίας και ανεξαρτησίας. Η πληθωρική χορήγηση του ακαταδίωκτου από την Βουλή όμως, οδήγησε σε ευθεία προσβολή της αρχής της ισότητας έναντι του νόμου», ανέφερε ο κ. Λοβέρδος.
Ακόμα, ο κ. Λοβέρδος τόνισε ότι «ο θεσμός της ποινικής ευθύνης των υπουργών εμπεριέχει υπερεκχειλίζοντα πολιτικά στοιχεία εξ ορισμού» και πρόσθεσε ότι «η αλλαγή του άρθρου 86 είναι επιβεβλημένη – όμως η δημαγωγία οδηγεί σε άθλιες καταστάσεις, τις οποίες ενδεχομένως δεν θα δύναται να αποκλείσει, ακόμη και ο ίδιος ο δημαγωγός».
«Πρέπει να κινηθούμε με σοβαρότητα και με συνείδηση πως είμαστε πολιτικοί σε ένα διαρκώς πολωμένο πολιτικό σύστημα, με διχασμό-συγκρούσεις χωρίς όρια και διαρκείς προσπάθειες ηθικής εξόντωσης πολιτικών αντιπάλων. Αρκεί να σκεφτούμε πως δεκαπέντε πρωθυπουργοί έχουν κατηγορηθεί από τους αντιπάλους τους», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Λοβέρδος.
Επίσης, πρότεινε ένα Δικαστικό Συμβούλιο Αρεοπαγιτών και Συμβούλων της Επικρατείας να εξετάζει τα στοιχεία μιας δικογραφίας αντί να αποστέλλεται «αμελλητί» στη Βουλή, όπως ορίζει σήμερα το Σύνταγμα.
Ο εισηγητής του ΚΚΕ, Γιάννης Γκιόκας, επεσήμανε ότι η πρακτική που ακολουθήθηκε τα τελευταία χρόνια, δεν εμπόδισε την επιτροπή Δεοντολογίας και την ολομέλεια της Βουλής να μην άρουν την ασυλία για αδικήματα του ποινικού δικαίου, πλην ορισμένων εξαιρέσεων.
«Δεν συγχέουμε τα δύο άρθρα. Το άρθρο 86 πρέπει να καταργηθεί, γιατί οδηγεί στη συγκάλυψη. Το άρθρο 62 όμως, αφορά την πολιτική δραστηριότητα του βουλευτή και έχει να κάνει με τη στήριξη των λαϊκών αγώνων – γι’ αυτό και πρέπει να προστατεύεται», υπογράμμισε ο εισηγητής του ΚΚΕ Γιάννης Γκιόκας.
¨Όπως είπε ο κ. Γκιόκας «είναι υπερώριμο το αίτημα να καταργηθεί η αποσβεστική προθεσμία και ο δικαιοδοτικός ρόλος της Βουλής, δηλαδή η κοινοβουλευτική πλειοψηφία να ερευνά, να διώκει ή να ανακαλεί ποινικές διώξεις – γιατί αυτός είναι ο βασικός πυρήνας του άρθρου 86».
«Εμείς δεν υιοθετούμε την αποπροσανατολιστική θεωρία ότι για τη χρεοκοπία της χώρας φταίει η τιμή του πολιτικού κόσμου. Είναι μια ανυπόστατη θεωρία, που αξιοποιείται πολιτικά με σκανδαλολογία για να κρύψει τις άλλες μεγάλες συγκλίσεις που έχουν τα κόμματα σε αντιλαϊκές πολιτικές», τόνισε ο εισηγητής του ΚΚΕ και πρόσθεσε: «Γίνονται βελτιώσεις και τροποποιήσεις, που απέχουν όμως πολύ από την άνιση μεταχείριση ανάμεσα στο πολίτη και τον υπουργό […] Η αποσβεστική προθεσμία είναι απαράδεκτη, συμφωνούμε ότι πρέπει να καταργηθεί, ωστόσο παραμένει ο δικαιοδοτικός ρόλος της Βουλής.
Θέλετε να κάνετε συνταγματικά αναστύλωση του κύρους των αντιλαϊκών πολιτικών ασυνεπειών λόγων και έργων. Τη κατάργηση του άρθρου 86 την ξεπερνάτε με ημίμετρα. Η παρέμβαση της ΝΔ και η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, αντιμετωπίζουν μόνο την εξάλειψη της αποσβεστικής προθεσμίας» ανέφερε, ενώ εξέφρασε την διαφωνία του στο δικαιοδοτικό, δικαστικό ρόλο της Βουλής: «Ψηφίσαμε στη προτείνουσα βουλή την κατάργηση του άρθρου 86 και την ερμηνευτική δήλωση. Όμως ξεκαθαρίζουμε ότι με μεσοβέζικες λύσεις και ημίμετρα, εκ των πραγμάτων θα συνεχίσουν να παίζονται τα πολιτικά παιχνίδια. Εμείς λέμε ριζική κατάργηση του άρθρου, ή αναμόρφωσή του για να αφαιρεθεί η αρμοδιότητα της Βουλής που είναι στα χέρια της εκάστοτε πλειοψηφίας. Δεν χρειάζεται αναθεώρηση του άρθρου 62, αλλά κατάργηση του άρθρου 86» τόνισε ο κ. Γκιόκας.
Ο εισηγητής της Ελληνικής Λύσης Κώστας Χήτας, έκανε λόγο για «κοκορομαχίες» μεταξύ των κομμάτων και πρόσθεσε ότι η πρόταση του κόμματος του είναι η θέσπιση λαϊκής ελεγχόμενης εξουσίας.
Αναφερόμενος στο άρθρο 62, σημείωσε ότι «προσβάλλει το περί δικαίου αίσθημα» και πρόσθεσε ότι η Βουλή, σε ελάχιστες περιπτώσεις ήρε τη βουλευτική ασυλία.
«Από το 1975-1995, από τις 1000 αιτήσεις που κατατέθηκαν για άρση ασυλίας βουλευτών, μόνο 5 έγιναν δεκτές. Η βουλευτική συναδελφοσύνη απέρριψε ακόμα και αιτήσεις για αδικήματα για ψευδορκία, πλαστογραφία. Η ασυλία πρέπει να περιοριστεί στα κοινοβουλευτικά καθήκοντα του βουλευτή και καμία ασυλία δεν πρέπει να έχει για ποινικά αδικήματα», ανέφερε ο κ. Χήτας.
Ο κ. Χήτας πρότεινε τη πλήρη κατάργηση του άρθρου 86 «για την ατιμωρησία των υπουργών», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, «ώστε μέλη κυβέρνησης να δικάζονται ως απλοί πολίτες και κανένας να μην είναι υπεράνω του νόμου».
Διευκρίνισε πάντως, ότι το κόμμα του συμφωνεί με την απάλειψη της αποσβεστικής προθεσμίας ωστόσο προτείνει να αναγνωριστούν τα δικαιώματα της κοινοβουλευτικής μειοψηφίας, ώστε να μπορεί μεταξύ άλλων να προτείνει τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής.
Η εισηγήτρια του ΜεΡΑ25, Αγγελική Αδαμοπούλου, υποστήριξε μεταξύ άλλων, ότι η ποινική ευθύνη υπουργών ήταν όπλο της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας, ενώ εξέφρασε τη διαφωνία της στο να εμπλέκεται η Βουλή στον χειρισμό των υποθέσεων αυτών.
Έκανε ακόμα λόγο για προσεγγίσεις «εξόχως προβληματικές» και τόνισε ότι η προστασία των υπουργών μπορεί να εξασφαλιστεί και με άλλα μέσα, όπως αναθέτοντας την αρμοδιότητα σε ανώτερους εισαγγελείς, που έχουν εχέγγυα ευθυκρισίας.
Η κ. Αδαμοπούλου τάχθηκε υπέρ της κατάργησης του σημερινού «προνομιακού» συστήματος για τους υπουργούς και πρότεινε να διώκονται και να δικάζονται από τους δικαστές, με απόλυτη όμως χρονική προτεραιότητα, ώστε να τερματίζεται γρήγορα η πολιτική εκκρεμότητα.
Όπως είπε, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, είναι μια απόπειρα να βελτιωθούν τα λάθη, όχι όμως οριστικά. Η θέση του ΜεΡΑ25 για όσους διετέλεσαν μέλη κυβέρνησης, είναι να διώκονται και για υποθέσεις «κατά την άσκηση των καθηκόντων τους», όπως ορίζεται για όλους τους πολίτες. Για το άρθρο 62, υποστήριξε ότι δεν επιτρέπεται η Βουλή να υποκαθιστά το ρόλο της δικαιοσύνης, και πρόσθεσε ότι κανένα προνόμιο και καμία ιδιαίτερη μεταχείριση δεν πρέπει να υπάρχει για τους βουλευτές σε σχέση με όλους του υπόλοιπους πολίτες.
«Είναι διδακτική η ιστορική διαδρομή, τόσο για το παρόν, όσο και το μέλλον, και δείχνει πόσο χρήσιμο και αναγκαίο είναι ο υπουργός να είναι ίσος έναντι όλων των πολιτών, αλλά και να θωρακίζεται κατά την άσκηση των καθηκόντων του έναντι διαπλεκόμενων και υστερόβουλων ενεργειών που οδηγούν στη σπίλωση του», επεσήμανε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος της επιτροπής Αναθεώρησης, Ευριπίδης Στυλιανίδης.
(με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ)