Η συζήτηση για την έλλειψη οικονομικής ανάπτυξης στην Ελλάδα είναι κοινός τόπος συζήτησης και παραδοχής. Υπήρξε ή δεν υπήρξε «οικονομική ανάκαμψη» λίγο πριν ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, αναλάβει τα καθήκοντά του ως πρωθυπουργός της χώρας στα τέλη του Ιανουαρίου 2015; Και ενώ η συζήτηση έχει κολλήσει στην αύξηση του ΑΕΠ, και στο πώς θα επιτευχθεί αυτή η αύξηση, ελάχιστοι θεατές της δραματικής αυτής και παράλογα παρατεταμένης κρίσης έχουν πραγματικά μελετήσει το ζήτημα του ελληνικού χρέους από μια διαφορετική αλλά σημαντική οπτική γωνία: Και αν τελικά η οπτική της ανάπτυξης, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από την άνοδο του ΑΕΠ, δεν είναι στην πραγματικότητα το ζητούμενο για την Ελλάδα; Και αν, μάλιστα, η αύξηση του ΑΕΠ στην πραγματικότητα σημαίνει επιδείνωση και όχι βελτίωση της κατάστασης της πλειοψηφίας των Ελλήνων πολιτών;
Μα, θα ρωτήσει κανείς, η αύξηση του ΑΕΠ δεν είναι πάντα κάτι θετικό για μια χώρα; Θα έλεγα πως όχι. Διότι κοιτάζοντας μονάχα το ΑΕΠ ως έναν αριθμό και εστιάζοντας στο αν αυξάνεται ή μειώνεται, και όχι στο πως δημιουργείται μπορεί να είναι από μόνο του παραπλανητικό. Θα πρέπει, λοιπόν, να εξετάσει κανείς πιο προσεκτικά την ανάλυση του ΑΕΠ, δηλαδή από πού προέρχεται η ανάπτυξη σε μια χώρα και επιπλέον, στην περίπτωση της Ελλάδος, με ποιες θυσίες δημιουργείται αυτή η ανάπτυξη αλλά και ποιος υφίσταται αυτές τις θυσίες. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι μόνο η αύξηση του ΑΕΠ δεν είναι κατ 'ανάγκη και a priori θετική, παρόλο που έχει επικρατήσει το αντίθετο σαν αντίληψη. Παρακάτω ακολουθούν μερικοί από τους λόγους:
Τελικά ο στόχος μας, στην περίπτωση της Ελλάδας, θα πρέπει να είναι ανάπτυξη με κάθε κόστος; Διότι εν προκειμένω αυτό συμβαίνει μέχρι σήμερα.
Στην Ελλάδα, συστηματικά τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα πληρώνουν για λογαριασμό των υψηλών εισοδημάτων. Στο πλαίσιο του κυρίαρχου οικονομικού συστήματος, οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι, ενώ οι μεσαίες τάξεις και τα χαμηλότερα εισοδήματα φτωχαίνουν ή, στην καλύτερη περίπτωση, μένουν στάσιμα. Με άλλα λόγια, «το λογαριασμό» στην Ελλάδα τον πληρώνουν οι μεσαίες και χαμηλότερες εισοδηματικά τάξεις μέσα από τη δραματική μείωση των εισοδημάτων τους, την απότομη αύξηση της ανεργίας καθώς και την υψηλότερη φορολογία.
Είναι ενδιαφέρον να δούμε ότι από την αρχή της οικονομικής κρίσης και μετά, η εισοδηματική ανισότητα μεταξύ των πλουσιότερων και των φτωχότερων στρωμάτων αυξήθηκε δραματικά. Σύμφωνα με σχετική έκθεση του ΟΟΣΑ*, το ανώτατο 10% των πιο πλούσιων της κοινωνίας το 2012 κέρδιζε 12,3 φορές περισσότερα απ΄ ό,τι το φτωχότερο, αριθμός που αυξήθηκε σημαντικά έναντι του 10,5 φορές το 2007. Εκείνοι, λοιπόν, που έχουν τη μεγαλύτερη οικονομική ανάγκη τα τελευταία χρόνια πληρώνουν δυσανάλογα περισσότερα από εκείνους που είχαν ήδη υπεραρκετά. Το αποτέλεσμα είναι να έχει περαιτέρω και σημαντικά διευρυνθεί το χάσμα μεταξύ πλουσιότερων και φτωχότερων γεγονός το οποίο θα έπρεπε να μας ανησυχεί ιδιαίτερα και να εστιάζουμε στην ανατροπή του. Αυτή είναι η ανάπτυξη την οποία παλεύουμε να πετύχουμε;
Επιπρόσθετα, εφόσον το ΑΕΠ θα αρχίσει να αυξάνεται με υψηλότερους ρυθμούς, το top 10% θα επωφελείται και πάλι δυσανάλογα με συνέπεια οι ανισότητες να συνεχίσουν να αυξάνονται. Αυτό είναι που θέλουμε τελικά χάριν της αύξησης του ΑΕΠ; Διότι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο αυτό επιλέγουμε μέχρι σήμερα. Ως εκ τούτου, πιστεύω ότι θα πρέπει να ρίξουμε μια πιο προσεκτική ματιά στα στοιχεία κατανομής εισοδήματος, εφόσον θέλουμε να έχουμε μια σαφέστερη εικόνα από το πού προέρχεται η ανάπτυξη αλλά και το πώς δεν θα επιβαρυνθούν περαιτέρω τα χαμηλότερα και τα μεσαία εισοδήματα. Θα πρέπει να δούμε πώς θα πετύχουμε να δημιουργήσουμε μια βιώσιμη (ή και ηθική ακόμη) ανάπτυξη, η οποία θα προέρχεται από την πλειοψηφία των ανθρώπων και όχι μονάχα από μια μειοψηφία, αυτή των πολύ πλουσίων.
Το ΑΕΠ αυξάνεται εις βάρος του περιβάλλοντος. Επί του παρόντος, η οικονομική ανάπτυξη σε παγκόσμιο επίπεδο, επιτυγχάνεται με σημαντικές επιπτώσεις για το περιβάλλον και με το μακροπρόθεσμο κόστος να υπερβαίνει κατά πολύ τα βραχυπρόθεσμα οφέλη της. Πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να μην γνωρίζουν τι σημαίνει κλιματική αλλαγή καθώς και τι θα μπορούσε να σημάνει πάνω στον πλανήτη μας, αν συνεχίσουμε να επιλέγουμε να μην ενεργούμε αποφασιστικά στο θέμα αυτό.
Οι επιπτώσεις περιλαμβάνουν μια σειρά από φαινόμενα όπως, για παράδειγμα, την αύξηση της στάθμης των νερών της θάλασσας, ή και ακόμα πιο ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως πλημμύρες και ξηρασίες, περισσότερες πυρκαγιές αλλά και την όξυνση (αύξηση της οξύτητας) στο περιβάλλον των υδάτινων εκτάσεων, αφού εκτιμάται ότι το 30-40% του διοξειδίου του άνθρακα που απελευθερώνεται από τον άνθρωπο στην ατμόσφαιρα διαλύεται στους ωκεανούς, τα ποτάμια και τις λίμνες. Ακόμα, επιδράσεις στα θαλάσσια οικοσυστήματα, απώλειες της βιοποικιλότητας, λειψυδρία και σοβαρές επιπτώσεις αυτής στην παραγωγή τροφίμων, την υγεία, την οικονομία αλλά και την ίδια την διαβίωση** είναι συνέπειες της αλόγιστης και μη ορθά κατανεμημένης και προγραμματισμένης ανάπτυξης. Αυτό εκτιμώ ότι συνιστά τον πιο σαφή και περιεκτικό οδηγό για την κατανόηση των μη αναστρέψιμων βλαβών που μπορεί να υποστεί ο πλανήτης μας σε βάρος των μελλοντικών γενεών.
Νομίζετε ότι η προσφυγική κρίση που βιώνουμε σήμερα είναι μεγάλη; Σωστά, είναι πράγματι σοβαρή σε μέγεθος. Σκεφτείτε, όμως, το πώς αυτή η σημερινή κρίση μπορεί να επισκιαστεί από μία πολύ μεγαλύτερη όταν άνθρωποι από τις περιοχές της Αφρικής, νότια της Σαχάρας, θα αφήνουν μαζικά και απεγνωσμένα τον τόπο τους με προορισμό την Ευρώπη, αφού εκτεταμένοι καύσωνες και λειψυδρία θα καταστρέφουν ολοσχερώς τις καλλιέργειες και θα υπονομεύσουν την ίδια τη ζωή.
Μπορούμε να κάνουμε κάτι για αυτό; Επιστήμονες από το IPCC συνιστούν ότι αν θέλουμε να αποτραπεί μια τέτοια καταστροφή, θα πρέπει η πλειοψηφία των υφιστάμενων αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων - πετρέλαια, άνθρακας, φυσικό αέριο- να παραμείνουν στο έδαφος όπου βρίσκονται. Να σταματήσουμε, δηλαδή, να χρησιμοποιούμε το μεγαλύτερο μέρος αυτών και να τα αντικαταστήσουμε με άλλες μορφές ενέργειας. Όμως, είναι αυτή η λύση εφικτή; Κατά πόσο είναι έτοιμες, κυβερνήσεις, μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες κοκ να αναλάβουν την ευθύνη τους ως προς τον πλανήτη; Μπορούν άραγε να συνεργαστούν για να πάρουν τις αναγκαίες αποφάσεις βάζοντας στην άκρη τα ατομικά τους συμφέροντα για μέγιστη κερδοφορία και να τοποθετήσουν το περιβάλλον σε πρώτη προτεραιότητα;
Μα, θα ρωτήσει κανείς, η αύξηση του ΑΕΠ δεν είναι πάντα κάτι θετικό για μια χώρα; Θα έλεγα πως όχι.
Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε περιθώρια επιλογής. Η ανάπτυξη του ΑΕΠ θα πρέπει να ευθυγραμμιστεί με την προστασία του περιβάλλοντος σε παγκόσμιο επίπεδο αν θέλουμε ο πλανήτης μας και ο πλανήτης των παιδιών μας να έχει μέλλον. Στο ελληνικό πλαίσιο σημαίνει οτι η όποια κυβέρνηση πρέπει να πάψει να χτίζει καινούργιες λιγνιτικές μονάδες όπως την "Πτολεμαΐδα V" και να κεφαλοποιήσει τον αληθινό φυσικό πλούτο της Ελλάδας (την θάλασσα, τον ήλιο, τον άνεμο, κτλπ.) μέσω των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η ανάπτυξη είναι αδιάφορη προς την ανθρώπινη δυστυχία. Η ανάπτυξη εξ ορισμού είναι μια έννοια που αδιαφορεί για τον ανθρώπινο πόνο. Όταν η οικονομική παραγωγή αυξάνεται, αυτό θεωρείται ανάπτυξη και άρα κάτι καλό, αγνοώντας όμως το πώς και γιατί παράχθηκε το αποτέλεσμα αυτό. Για παράδειγμα, οικονομική ανάπτυξη υπάρχει όταν έχουμε περισσότερα αυτοκινητιστικά ατυχήματα και όταν περισσότεροι άνθρωποι πεθαίνουν από καρκίνο, καθώς αυτό αυξάνει τις συνολικές δαπάνες και, συνεπώς, αυξάνεται το ΑΕΠ. Οπότε πώς μιλάμε μονάχα για ανάπτυξη; Τελικά ο στόχος μας, στην περίπτωση της Ελλάδας, θα πρέπει να είναι ανάπτυξη με κάθε κόστος; Διότι εν προκειμένω αυτό συμβαίνει μέχρι σήμερα.
Είναι επίσης ενδιαφέρον -αλλά και δυσάρεστο- να σημειωθεί ότι το ΑΕΠ δεν περιλαμβάνει εθελοντική εργασία και δράση και άρα και την ανάπτυξη που προκύπτει μέσα από τον εθελοντισμό. Στην Ελλάδα, οι εθελοντικές προσπάθειες που λαμβάνουν χώρα όλο και περισσότερο τα τελευταία 6 χρόνια της κρίσης είναι σημαντικές και έχουν κάνει τεράστια διαφορά στις ζωές χιλιάδων ανθρώπων. Η εθελοντική εργασία περιλαμβάνει τη δημιουργία κοινοτήτων που φροντίζουν για τροφή και καταφύγιο για τους πρόσφυγες και τους ηλικιωμένους, φροντίδα για τα ορφανά παιδιά, σίτιση σε απόρους, και πολλά άλλα. Εντούτοις, δεν συμπεριλαμβάνονται με κανέναν τρόπο στον δείκτη ανάπτυξης, στην «αύξηση του ΑΕΠ». Γιατί, αυτό δεν είναι ανάπτυξη; Αντιθέτως, είναι ενδιαφέρον ότι η «ανάπτυξη» περιλαμβάνει το πόσο καταναλώνουμε. Η κατανάλωση, πέραν του ότι αυξάνει το ΑΕΠ, ευθύνεται, κατά κάποιον τρόπο, και για τη διάβρωση της κοινωνίας και του πολιτισμού μια και ενθαρρύνει τον επιπόλαιο καταναλωτισμό, ο οποίος με τη σειρά του μας υποβιβάζει σε απλούς καταναλωτές, οι οποίοι πρέπει να καταναλώνουν συνεχώς όλο και περισσότερο, το νεότερο, το καλύτερο, κλπ.
Όπως φαίνεται, η συζήτηση περί ανάπτυξης είναι εσφαλμένη και αυτό συμβαίνει για έναν και μόνο λόγο: αυτή η νοοτροπία στηρίζει το status quo και αποτρέπει τη δημιουργία ενός διαλόγου με μια καινούρια αφήγηση όπου η ανθρώπινη ζωή και η ευημερία των πολλών θα έμπαινε στο προσκήνιο.
*Πηγή:ΟΟΣΑ (ΟργανισμόςΟικονομικήςΣυνεργασίαςκαιΑνάπτυξης). - Για περισσότερες πληροφορίες, δείτε εδώ.
**Σε περίπτωση που θα θέλατε να μάθετε περισσότερα σχετικά με την κλιματική αλλαγή, σας προτείνω να διαβάσετε την περίληψη της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC).