Η Τεχεράνη και η Δαμασκός είχαν ανέκαθεν κοινά γεωπολιτικά, αμυντικά και οικονομικά συμφέροντα. Αφενός, το σύγχρονο επαναστατικό Ιράν αποτελεί χαρακτηριστική έκφραση της δυναμικότητας της κληρονομιάς του στην Μέση Ανατολή κι αφετέρου, η Συρία είναι ένα εκ των δύο αραβικών κρατών (το άλλο ήταν η Λιβύη) που στήριξε την επίθεση του Ιράν κατά του Σαντάμ Χουσεΐν, κι αποτέλεσε σημαντικό δίαυλο για τη διακίνηση όπλων στο απομονωμένο Ιράν.
Ο Χαφέζ Αλ Άσαντ επέτρεψε στο Ιράν να συνδράμει στην σύσταση της Χεζμπολάχ, το σιιτικό πολιτικό κίνημα στον Λίβανο. Αν και οι διμερείς σχέσεις μεταξύ Τεχεράνης και Δαμασκού έχουν ταραχθεί κατά περιόδους, όταν ο Χαφέζ Ασάντ συγκρούστηκε με την Χεζμπολάχ στον Λίβανο, εντούτοις ο γιος του Μπασάρ Ασάντ μετά τον θρίαμβο της Χεζμπολάχ έναντι του Ισραήλ το 2006 υπήρξε πιο θερμός υποστηρικτής για μια συμμαχία με το Ιράν παρά τις ιδεολογικές τους αντιθέσεις.
Αρχής γενομένης από το 2013, το Ιράν θεμελίωσε την στρατιωτική του παρουσία στην Συρία όχι μόνο για να αντικρούσει τις επιθέσεις διαφόρων πολυάριθμων ένοπλων αντιπολιτευτικών ομάδων και οργανώσεων κατά του Ασάντ αλλά περισσότερο και για να σχηματίσει στρατιωτικές υποδομές ικανές να ασκήσουν πίεση στο Ισραήλ και να μεταφέρει οπλισμό στον εταίρο της, την Χεζμπολάχ. Την τελευταία δεκαετία, οι Φρουροί της Επανάστασης παρέχουν εκπαίδευση, ανθρώπινο δυναμικό, χρηματοδότηση, εξοπλισμό κι οδηγίες στις συριακές στρατιωτικές δυνάμεις ενώ έχουν σημειωθεί σημαντικές ιρανικές επενδύσεις στην συριακή οικονομία.
Ο κρίσιμος ρόλος της Ρωσίας είναι αδιαμφισβήτητος δεδομένου ότι διατηρεί καλές σχέσεις με την Συρία, το Ιράν και το Ισραήλ. Σύμφωνα με το ισραηλινό πρακτορείο ειδήσεων “Nziv.net”, αποκαλύφθηκε η ύπαρξη σιωπηρής συμφωνίας μεταξύ Μόσχας και Τελ Αβίβ, βάσει της οποίας το Ισραήλ έχει δικαίωμα να επιτεθεί κατά ιρανικών στρατιωτικών βάσεων που βρίσκονται σε συριακό έδαφος, εξυπηρετώντας το κοινό συμφέρον των δύο αυτών συμμάχων. Το Ισραήλ επιδιώκει την απεμπλοκή του Ιράν από την Συρία προς όφελος (παράλληλα) της Ρωσίας που στοχεύει στην αποδυνάμωση της ιρανικής επιρροής στη περιοχή καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να απειλήσει τον βαθμό ελέγχου του Κρεμλίνου στην Συρία. Σημαντικό επίτευγμα για τη Μόσχα ήταν η συμφωνία βάσει της οποίας οι ιρανικές δυνάμεις απέχουν 85χλμ από τα ισραηλινά σύνορα. Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο του 2018 κλονίστηκε η ισορροπία μεταξύ τους καθώς ο συριακός στρατός κατέρριψε κατά λάθος ρώσικο αεροπλάνο κατά τη διάρκεια ισραηλινής επίθεσης, ένα λάθος το οποίο η Μόσχα απέδωσε στο Τελ-Αβίβ.
Η Τεχεράνη αντιμετωπίζει τον Ασάντ ως σύμμαχο στρατηγικής σημασίας και ένεκα αυτού έστειλε μεγάλο αριθμό δυνάμεων των Φρουρών της Επανάστασης (IRGC) προκειμένου να τον στηρίξει όταν βρισκόταν σε πολύ δυσμενή θέση στην αρχή του εμφύλιου πολέμου επιβαρύνοντας τον προϋπολογισμό του κατά $4,6 δις από το 2012. Το Ιράν εκτός του ότι διατηρεί βάσεις στη Συρία, έχει στη κατοχή του και εργοστάσια κατασκευής όπλων στη περιοχή. Τόσο οι αξιωματούχοι του όσο και ο άξονας πληρεξούσιων του έχουν συμβάλει στις στρατιωκές αποστολές του ασαντικού καθεστώτος. Αν και σταδιακά επικρατούν στον εμφύλιο πόλεμο, το ασαντικό καθεστώς αδυνατεί να επιβληθεί χωρίς τη βοήθεια των συμμάχων του των οποίων τα γεωπολιτικά συμφέροντα εξυπηρετούνται όσο συντηρείται το ίδιο καθεστώς.
Μεγάλος αριθμός ιρανών αξιωματούχων έχει χαθεί στον συριακό εμφύλιο–στο πλαίσιο της ηρωικής θυσίας για την διαφύλαξη των ιρανικών συμφερόντων και της επιτυχίας της επανάστασης- μεταξύ των οποίων και ο Αξιωματούχος των Φρουρών της Επανάστασης, Mohammed Allahdadi, τον Ιανουάριο του 2015. Παρ’ολ’αυτά, η Τεχεράνη δε φαίνεται να συμμετέχει με πολυάριθμο αριθμό μαχητών στην διένεξη αλλά να προτιμάει να στελεχώνει σιιτικές ομάδες από διάφορα μέρη της Μέσης Ανατολής για τις παραστρατιωτικές ομάδες της. Η αόρατος χειρ του Ιράν στην Συρία είναι πιο διακριτική από ότι στο Ιράκ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο αριθμός ιρανών στρατιωτών στο συριακό έδαφος προσέγγιζε τις 2.000 το 2015, συμπεριλαμβανομένων των IRGC. Ανάλογες εκτιμήσεις για τον αριθμό λιβανέζων μαχητών της Χεζμπολάχ στη Συρία συγκλίνουν στον αριθμό των 7.000 χωρίς να υπάρχει σαφής εικόνα για την σημερινή κατάσταση. Επίσης, ο αριθμός μαχητών των σιιτικών παραστρατιωτικών οργανώσεων υπό την ιρανική καθοδήγηση την περίοδο 2013-2017 κυμαινόταν μεταξύ 24.000-80.000 (συμπεριλαμβανομένων μαχητών από Ιράκ, Αφγανιστάν και Πακιστάν). Στα τέλη του 2018 υπήρξε σαφής μείωση στην τελευταία κατηγορία και σύμφωνα με εκτίμηση του Βrian Hook, αξιωματούχου του State Department, ο αριθμός των σιιτών μαχητών προσεγγίζει τις 10.000, μεταξύ των οποίων υπάρχουν και παιδιά ηλικίας 12 ετών.
Το Ιράν έχει μεικτές βλέψεις και αντικρουόμενα συμφέροντα στη συριακή κρίση. Το βέβαιο είναι ότι η Τεχεράνη έχει στρατηγικό συμφέρον να αντιτίθεται στην χρήση χημικών όπλων ένεκα της τραγικής εμπειρίας του πολέμου τη περίοδο 1980-1988 κατά τον οποίο χάθηκαν χιλιάδες ιρανοί στρατιώτες. Συνεπώς, ευθυγραμμίζεται με τις ΗΠΑ, την ΕΕ και τον Αραβικό Σύνδεσμο ως προς την απόρριψη των χημικών όπλων. Είναι αξιοσημείωτο ότι τόσο το Ιράν όσο και η Συρία έχουν έναν κοινό στόχο, να αποτρέψουν το ενδεχόμενο υπερίσχυσης των σουνιτικών εξτρεμιστικών ομάδων στην Δαμασκό. Επίσης, προτίμηση της Τεχεράνης και των ΗΠΑ αποτελεί η διαβούλευση έναντι της στρατιωτικής διευθέτησης στην συριακή κρίση και είναι απαραίτητο να συμπεριληφθεί η Τεχεράνη σε αυτήν την διαδικασία δεδομένης της επιρροής της στην Συρία αλλά κι επειδή κάτι τέτοιο θα εξυπηρετούσε τον απώτερο στόχο της Ουάσιγκτον σε όρους διπλωματικής επιτυχίας στο πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
Σημαντική επιδίωξη του Ιράν είναι επίσης η προστασία των σιιτικών ιερών μνημείων στην Συρία και ιδιαίτερα στη περιοχή Zeinab Shrine.Με τη πρόφαση αυτών των ιερών μνημείων, η Τεχεράνη στελέχωσε τις μαχητικές δυνάμεις του Αssad. Η Συρία αποτελεί τον γεωπολιτικό άξονα της ιρανικής επιρροής στον ευρύτερο αραβικό κόσμο κι ένα ενδεχόμενο κατάρρευσης του ασαντικού καθεστώτος θα είχε σημαντική επίδραση στην διοχέτευση οπλισμού στην Χεζμπολάχ.
Υπό αυτό το πρίσμα συμπεραίνεται ότι ενδεχόμενη ανατροπή του ασαντικού καθεστώτος θα προκαλούσε τεράστιο κενό πολιτικής ισχύος, δημιουργώντας ευνοϊκότερες προϋποθέσεις για μεγαλύτερη αβεβαιότητα για την ασφάλεια της χώρας. Αυτό οφείλεται στην δεδομένη ενίσχυση της επιρροής, της δυναμικής και της γενικότερης παρουσίας των διαφόρων παρακρατικών οργανώσεων που είναι φίλα προσκείμενες στο Ιράν. Ειδικότερα, σε ενδεχόμενη περίπτωση κατάρρευσης του ασαντικού καθεστώτος (κάτι που πλέον φαντάζει ως ένα εξαιρετικά απίθανο σενάριο με βάση τους συσχετισμούς ισχύος στην περιοχή), η Χεζμπολάχ ή διάφορες εξτρεμιστικές και παρακρατικές οργανώσεις θα έβρισκαν ένα ευνοϊκότερο πεδίο δράσης, έχοντας συν τοις άλλοις την δυνατότητα να καταστήσουν ευκολότερη την μεταφορά υλικοτεχνικής υποστήριξης προς τις ίδιες από το ιρανικό καθεστώς.