Η συνάντηση του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν με τον Βλαντιμίρ Πούτιν έχει επιφέρει στο πολιτικό προσκήνιο τη συζήτηση για τη σπουδαιότητα ή μη της θέσης της Ρωσίας στη συριακή κρίση. Η ένταση ανάμεσα στην Τουρκία και στους Συριακούς Κούρδους μειώθηκε για ένα μικρό χρονικό διάστημα έπειτα από την αμφιλεγόμενη παρέμβαση των Ηνωμένων Πολιτείων, με αποτέλεσμα να είναι πια θέμα ωρών εάν θα συνεχιστεί η εκεχειρία ή θα ξεκινήσει ξανά η σύγκρουση. Φαίνεται πως είναι η ευκαιρία να αποδειχθεί πόσο δυνατή είναι η ρωσική εξωτερική πολιτική.
Όπως εκτιμάται το πρόβλημα στη Συρία είναι έντονο και πολυδιάστατο. Αν και η Ρωσία μέσω των επιλογών της κατέχει εξέχουσα θέση, έχοντας μάλιστα καταφέρει να περιορίσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, ωστόσο οι ισορροπίες είναι εύθραυστες. Έστω ότι η Ρωσία αισθάνεται και ίσως να έχει πράγματι τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή μια ισχυρή θέση, ποια θα είναι τα εργαλεία του Πούτιν; Ο στόχος είναι αρκετά δύσκολος καθώς πρέπει να «συμφιλιώσει» την Τουρκία με τους Συριακούς Κούρδους, οι οποίοι ωστόσο λειτουργούν υπό την ηγεσία μια βίαιης και ένοπλης οργάνωσης. Επιπλέον, θα πρέπει να πράξει υπέρ του συμβιβασμού ανάμεσα στον Άσαντ και του Κούρδους και τέλος να αποφύγει την ένοπλη σύγκρουση μεταξύ Τουρκίας και Συρίας.
Αξίζει να σημειωθεί πως από την πλευρά του ο Ερντογάν έχει τη δική του «ατζέντα» για την συνάντηση με τον Ρώσο Πρόεδρο. Συγκεκριμένα, να επιτύχει όσα προβλέπει η συμφωνία, ήτοι την αποχώρηση των Κούρδων του YPG μέσα σε 120 ώρες σε βάθος 30 χλμ. από τα σύνορα της Τουρκίας και σε μία ζώνη μήκους περίπου 120 χλμ. αποκλειστικά και μόνο στα ανατολικά του Ευφράτη. Παράλληλα, η Τουρκία επιδιώκει να διευρύνει το έδαφος της επιρροής της και να επεκταθεί στις περιοχές Μάνμπιτζ, Κομπάνι και Καμισλί, οι οποίες είναι υπό τον έλεγχο του Άσαντ.
Μπορεί η Ρωσία να είναι στην κορυφή της παγκόσμιας τάξης, αναφορικά με τη Συρία, ωστόσο αν δεν καταφέρει να επιτύχει τους επιδιωκόμενους στόχους, ελλοχεύει ο κίνδυνος οι παράγοντες οι οποίοι εμπλέκονται να στραφούν εναντίον της.