«Η ανεπάρκεια των media να καλύψουν τα εγκλήματα μίσους, έκαναν την άκρα δεξιά ακόμη πιο δυνατή».
Ένας φοιτητής και μέλος του αντιφασιστικού κινήματος στη Σαξονία της Γερμανίας, στέλνει ένα άρθρο στον Guardian για την ζωή σε περιοχή που δρουν νεοναζί. Και περιγράφει μια πραγματικότητα που συναντάμε σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Ακόμη και στην Ελλάδα.
Το άρθρο το στέλνει ανυπόγραφο γιατί φοβάται. Και αυτό είναι το λιγότερο κακό από αυτά που περιγράφει.
Όπως αναφέρει, όσα έδειξαν τα media όταν κάλυψαν τις διαδηλώσεις των ρατσιστών στο Τσέμνιτς πέρυσι, είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Αυτό που ελοχεύει κάτω από την επιφάνεια, παραμένει ακόμη καλά κρυμμένο.
Ο αρθρογράφος μένει κοντά στο Τσέμνιτς. «Για πολύ καιρό υποτιμούσα το μέγεθος του δεξιού εξτρεμισμού στη Γερμανία. Πριν μετακομίσω εδώ, πριν από λίγα χρόνια, δεν γνώριζα για τη Σαξονία και θεωρούσα δεδομένο το μεγάλο μέγεθος του αντιφασιστικού κινήματος. Δεν είχα συναντήσει ποτέ ”πραγματικούς” φασιστές ή βίαιους ρατσιστές. Μεγάλωσα στο Βερολίνο όπου είναι νορμάλ να μην είσαι άσπρος ή να μην έχεις γερμανικό όνομα».
Και συνεχίζει: «Για πολύ καιρό έλεγα στον εαυτό μου ότι δεν με αφορούσε το χάσμα μεταξύ ανατολικού και δυτικού μπλοκ. Γεννήθηκα μετά την κατάρρευση του Τείχους του Βερολίνου. Αλλά όταν μετακόμισα στα ανατολικά, άρχισα να σκέφτομαι περισσότερο τη δυτική ανατροφή μου [...] Θέλω να πολεμώ κατά των διακρίσεων παντού και ανά πάσα στιγμή, αλλά σε αυτές τις μικρές πόλεις είναι δύσκολο και εξαντλητικό.
Θα πίστευε κανείς ότι η ιστορία της Γερμανίας θα ήταν αρκετή για να διασφαλίσει ότι ο φασισμός και ο εθνικισμός δεν θα έβρισκαν ποτέ ξανά υποστηρικτές. Δυστυχώς, όμως, τα πράγματα δεν είναι έτσι.
Όταν εμφανίστηκε ξαφνικά το ακροδεξιό κίνημα Pegida, συγκεντρώνοντας ακόμη και 20.000 άτομα σε διαδηλώσεις στη Δρέσδη, όπου φώναζαν ισλαμοφοβικά και ρατσιστικά συνθήματα, αρχικά η κοινή γνώμη σοκαρίστηκε. Αλλά σύντομα ο δημόσιος λόγος άλλαξε και υπήρξαν φωνές που δικαιολογούσαν αυτούς τους διαδηλωτές, λέγοντας ότι έχουν «καλή θέληση». Το Pegida έκανε παρόμοιες συγκεντρώσεις σε πολλές άλλες πόλεις, οι οποίες αντιμετωπίστηκαν με τον ίδιο καθησυχαστικό τρόπο. Μετά στον Τύπο ανέλυαν το ”ερώτημα του ασύλου” ως πρόβλημα και υποστήριζαν την ανάγκη καθορισμού ενός ανώτατου ορίου στον αριθμό των προσφύγων. Ήταν αρκετό να δώσει μια ακόμη ώθηση στο Pegida.
Μετά ήρθε το AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), ένα νέο κόμμα στην πολιτική σκηνή της Γερμανίας, ευρωσκεπτικιστικό, ξενοφοβικό, εθνικιστικό. Eπικράτησε πανικός στα παραδοσιακά κόμματα για τους ψηφοφόρους που χάνουν και το ”ερώτημα του ασύλου” έγινε βασικό ζήτημα στην ατζέντα στις εκλογές του 2017. Σαν απάντηση, αντιφασιστικές οργανώσεις οργάνωσαν τα «καλωσόρισες πολιτισμέ». Ο κόσμος άρχισε να αντιδρά στις διακρίσεις και τα media λάτρεψαν τις εικόνες των Γερμανών που αντιδρούσαν σε μια κρίση με αγάπη και ηρεμία.
Αλλά αυτό που παρέβλεψαν να δείξουν ήταν οι επιθέσεις σε αλλοδαπούς και σε δομές που φιλοξενούνταν αιτούντες άσυλο. Έχουν γίνει πάνω από 4.000 επιθέσεις από το 2015, ενώ κάποιες έγιναν με μολότοφ και ρόπαλα του μπέιζμπολ. Υπήρξαν ακόμη και επιθέσεις των νεοναζί σε δωμάτια όπου έμεναν μικρά παιδιά. Το 2016, γινόντουσαν κατά μέσο όρο 10 εγκλήματα μίσους κάθε μέρα.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για την ζωή των ανθρώπων που ζουν εκεί;
Θα ακούει καθημερινά κανείς τις συζητήσεις στον φούρνο όπου μια γιαγιά φωνάζει για τους «κακούς» ξένους και η υπάλληλος συμφωνεί. Ο ελεγκτής σκόπιμα θα ελέγξει μόνο τα εισιτήρια των μαύρων επιβατών. Επιθέσεις σε αντιφασίστες -πέτρες, ξυλοδαρμοί, βία που βιώνεις όταν προσπαθείς να κάνεις κάτι καλό. Και βέβαια υπάρχει η παθητικότητα του λεγόμενου ”άμαχου πληθυσμού” - αυτοί που θα μείνουν άπραγοι και θα κοιτάνε τον ξυλοδαρμό ενός μαύρου στο κέντρο της πόλης. Ο ρατσισμός και ο φασισμός γίνεται πραγματικότητα. [...] Η λίστα με τις πόλεις και τα χωριά που έχουν πλέον θέμα με τον ναζισμό, είναι μεγάλη. Δεν περιλαμβάνει μόνο το Τσέμνιτς ή τη Δρέσδη. Βλέποντας την Ευρώπη στο σύνολό της, είναι σαφές ότι ο φασισμός πρέπει να ξεριζωθεί.
Πρέπει επίσης να καταλάβουμε όλοι ότι επιτρέποντας εθνικιστικά σλόγκαν να μονοπωλούν στα μέσα ενημέρωσης και στην πολιτική, επιτρέποντας την διοργάνωση μεγάλων νεοναζιστικών διαδηλώσεων και αφήνοντας χωρίς τιμωρία εγκλήματα μίσους, συμβάλλουμε στην εγκαθίδρυση του νεοναζισμού. Βλέπω πολλούς παραλληλισμούς, με μια εποχή που πιστεύαμε ότι θα έμενε για πάντα τα βιβλία της ιστορίας, τη σκοτεινή εποχή πριν από τον Χίτλερ.
Προτιμώ να μην δείξω το πρόσωπό μου και να μην αναφέρω την πόλη που ζω ή την ομάδα ακτιβιστών στην οποία είμαι μέλος - γιατί δεν υπάρχει λόγος να βάλουμε αυτούς τους ανθρώπους σε μεγαλύτερο κίνδυνο».
Πηγή: