Παρουσία των υψηλών προσκεκλημένων για τον εορτασμό της επετείου των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, έγιναν τα εγκαίνια της νέας Εθνικής Πινακοθήκης. Συγκεκριμένα, μεταξύ των καλεσμένων ήταν ο Πρίγκηπας της Ουαλίας Κάρολος και η Δούκισσα της Κορνουάλης Καμίλα, ο πρωθυπουργός της Ρωσικής Ομοσπονδίας Μιχαήλ Μισούστιν και ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάσης.
Στην ομιλία του κατά την τελετή των εγκαινίων ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αναφέρθηκε στην σημασία της νέας Εθνικής Πινακοθήκης για την Ελλάδα. Όπως είπε, αποτελεί ένα κόσμημα για όλη τη χώρα, «ένα εμβληματικό πολιτιστικό τοπόσημο, που συναντά ένα ανεπανάληπτο ιστορικό ορόσημο. Κτήμα, όχι μόνο των Ελλήνων. Αλλά και των ξένων φίλων μας που συμμετέχουν στην εθνική μας επέτειο. Έστω κι αν η πανδημία, τελευταία στιγμή, κράτησε κάποιους απ’ αυτούς μακριά μας, όπως τον αγαπητό μας Πρόεδρο της Γαλλίας», είπε ο πρωθυπουργός.
Σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη, το σημερινό γεγονός στέλνει ένα ανανεωμένο μήνυμα δυναμισμού στην αυγή του τρίτου αιώνα ελευθερίας της Ελλάδας. «Γιατί η Εθνική Πινακοθήκη δεν υπήρξε ποτέ ένα απλό αποθετήριο καλλιτεχνικής δημιουργίας. Αλλά, αντίθετα, ήταν ένας ζωντανός οργανισμός, που συμβάδισε με την πρόοδο του έθνους», σημείωσε ο πρωθυπουργός, τονίζοντας παράλληλα ότι η ιστορία της Εθνικής Πινακοθήκης ακολουθεί τη διαδρομή της χώρας.
Μία διαδρομή που ξεκινά από το 1829 στην Αίγινα, με τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια να συγκεντρώνει τότε πρώτος πίνακες ως πρώτο πυρήνα ενός μελλοντικού μουσείου. Και φτάνει στο 1896, όταν ο λόγιος και νομικός Αλέξανδρος Σούτσος κληροδοτεί στο Δημόσιο την προσωπική του περιουσία αλλά και την προσωπική του συλλογή για τη δημιουργία της Εθνικής Πινακοθήκης. Το 1900 ανατέλλει το νέο ίδρυμα, με πρώτο διευθυντή τον ζωγράφο Γεώργιο Ιακωβίδη και καταλήγει στην οριστική του στέγη, το 1975, σε ένα κτίριο που είναι σχεδιασμένο από τον Παύλο Μυλωνά και τον Δημήτρη Φατούρο, δείγμα του αθηναϊκού μοντερνισμού.
«Είναι, πραγματικά, μεγάλη μου τιμή, που δώδεκα χρόνια μετά, δώδεκα χρόνια μετά την εκκίνηση των εργασιών για τη νέα Πινακοθήκη, αυτή να ανοίγει τις πόρτες της για πρώτη φορά μια μέρα πριν την επέτειο των 200 χρόνων από την εθνική παλιγγενεσία», τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Σχεδόν δύο αιώνες από τα πρώτα της αποκτήματα, η Εθνική Πινακοθήκη αποτελεί ένα θησαυροφυλάκιο 20.000 έργων. H μόνιμη συλλογή της εκτίθεται για πρώτη φορά με τέτοια λαμπρότητα», ανέφερε ο πρωθυπουργός. Όπως είπε, σε αυτήν αποτυπώνεται ο δρόμος μέσα από τον οποίον η ζωγραφική της Νέας Ελλάδας επηρεάστηκε από όλα τα ρεύματα του μοντερνισμού, χωρίς, ωστόσο, να απωλέσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της παράδοσής της.
«Έτσι, ο Κόντογλου συνυπάρχει αρμονικά με τον Μόραλη. Και ο Λύτρας με τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Αυτός ο πλούτος της Ελλάδος. Αυτός ο πλούτος του κόσμου, θα απλώνεται, στο εξής, σε 21.000 τετραγωνικά μέτρα. Με χώρους έκθεσης και φύλαξης των πολύτιμων συλλογών. Με αμφιθέατρο και βιβλιοθήκη. Με υπερσύγχρονα εργαστήρια συντήρησης», υπογράμμισε ο κ. Μητσοτάκης, ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις σημαντικές ιδιωτικές προσφορές, με σημαντικότερη αυτή του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, που κάλυψαν μέρος του κόστους.
«Η νέα Πινακοθήκη επιβεβαιώνει τον ρόλο της ως «κιβωτού» της ελληνικής τέχνης με διεθνή ακτινοβολία, αναδεικνύοντας, παράλληλα, και το μερίδιό της στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Όμως, η επέτειος έναρξης του Αγώνα για την Ελευθερία και την Ανεξαρτησία στρέφει το ενδιαφέρον μας ειδικά σε 35 έργα, φορτισμένα με Ιστορία», εξήγησε ο κ. Μητσοτάκης ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά σε έργα που είναι εμπνευσμένα από τον Αγώνα του 1821. Όπως στην «Ελλάδα Ευγνωμονούσα» και στην «Υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα» του Θόδωρου Βρυζάκη. Ή στο «Μετά την Καταστροφή των Ψαρών» του Νικολάου Γύζη, έργα Ελλήνων δημιουργών, ανάμεσα στο 1858 και στο 1898. Αλλά και στο «Επεισόδιο του Ελληνικού Αγώνα» του Ευγένιου Ντελακρουά, χαρακτηρίζοντας αυτό το έργο ως την τελευταία του προσφορά στο φιλελληνικό κίνημα. Και μία ακόμη κατάθεση υπέρ της Επανάστασης δίπλα στην «Πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας» του Ιβάν Αϊβαζόφσκι. «Γιατί η Ελλάδα της Εθνικής Επανάστασης είχε, τότε, δίπλα της, Βρετανούς, Γάλλους και Ρώσους φίλους. Λαούς που οδήγησαν τελικά τις κυβερνήσεις τους στη ναυμαχία του Ναυαρίνου και στις συνθήκες του Λονδίνου. Αυτές που κατοχύρωσαν την εθνική ανεξαρτησία. Και εκείνοι οι δεσμοί, μαζί με της αδελφική μας σχέση με την Κύπρο, δεν λύθηκαν, φυσικά, στο πέρασμα του χρόνου», σημείωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ενώ στην συνέχεια έκανε μία αναφορά στους αγώνες που έδωσε η Ελλάδα δίπλα στους συμμάχους της κατά τον Πρώτο και Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Η Ιστορία, λοιπόν, μας θέλει σταθερούς συμπολεμιστές στις μεγάλες μάχες της ανθρωπότητας. Και σήμερα, μας βρίσκει δίπλα-δίπλα, μπροστά στη «Λαϊκή Αγορά» του Τέτση, αυτό το εμβληματικό έργο που κοσμεί την είσοδο της Νέας Πινακοθήκης. Είναι ένα έργο αφιερωμένο στην καθημερινή επικοινωνία των απλών ανθρώπων. Γιατί οι απλοί άνθρωποι έχτισαν τη σύγχρονη Ελλάδα. Με κόπο, δάκρυα, ιδρώτα και, συχνά, αίμα. Αλλά πάντα με ελπίδα», υπογράμμισε ο κ. Μητσοτάκης, στέλνοντας και ένα μήνυμα προς τους επίσημους προσκεκλημένους.
«Υψηλοί φίλοι της χώρας μου, ας απαντήσουμε, λοιπόν, με τη σειρά μας και εμείς στην Ιστορία. Μένοντας συνεργάτες και στην ειρήνη και στις νέες προκλήσεις που φέρνει για όλους μας το μέλλον», κατέληξε ο πρωθυπουργός.