Οι αναμενόμενες εξελίξεις στο Κυπριακό και η στάση της ελληνοκυπριακής πλευράς

Εφθασε ο καιρός να υιοθετήσει η ελληνοκυπριακή πλευρά μια νέα προσέγγιση η οποία να επικαιροποιείται συνεχώς. Τα νέα δεδομένα στο διεθνές περιβάλλον μας ευνοούν
via Associated Press

Τους τελευταίους μήνες είχε δημοσιευθεί ότι μετά τις εκλογές στην Κύπρο, την Ελλάδα και την Τουρκία θα αναμένετο μια διεθνής πρωτοβουλία για τα ζητήματα της Ανατολικής Μεσογείου. Η εκτίμηση αυτή είναι κατά την άποψή μου ορθή. Είναι γνωστό ότι οι ΗΠΑ, η ΕΕ και η Βρετανία επιθυμούν να εργασθούν με στόχο τη μείωση των εντάσεων στην Ανατολική Μεσόγειο καθώς και την προώθηση μιας ευρύτερης ενεργειακής συνεργασίας. Οι στόχοι αυτοί περιλαμβάνουν την αντιμετώπιση των ελληνοτουρκικών ζητημάτων καθώς και το Κυπριακό. Οι ΗΠΑ, η ΕΕ και η Βρετανία επιθυμούν επίσης τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της Τουρκίας από τη Ρωσία.

Στην Κύπρο το χάσμα μεταξύ των δύο πλευρών είχε διευρυνθεί το τελευταίο διάστημα ενώ στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είχε παρουσιασθεί μια σοβαρή όξυνση. Ο καταστροφικός σεισμός που έπληξε την Τουρκία και τη Συρία στις 6 Φεβρουαρίου 2023 και η ανιδιοτελής βοήθεια από την Ελλάδα διαφοροποίησε κάπως τα δεδομένα. Ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου αφού ευχαρίστησε την Ελλάδα για την πολύτιμη βοήθειά της δήλωσε ότι όλα τα ζητήματα μεταξύ των δύο χωρών πρέπει να επιλυθούν ειρηνικά.

Μπορεί κάποιος να θυμηθεί το 1999 όταν και πάλι οι σχέσεις των δύο χωρών ήταν ψυχρές και ότι μετά τους σεισμούς στην Κωνσταντινούπολη και την Αθήνα στις 23 Αυγούστου και 12 Σεπτεμβρίου αντίστοιχα επιδείχθηκε αλληλεγγύη και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου. Η διπλωματία των σεισμών συνέβαλε στην άρση του ελληνικού βέτο για την υποψηφιότητα της Τουρκίας για ένταξη στην ΕΕ τον Δεκέμβριο του 1999. Παράλληλα εκδηλώθηκε διεθνής πρωτοβουλία για το Κυπριακό που τελικά οδήγησε στο Σχέδιο Ανάν, το οποίο δεν ήταν ισοζυγισμένο.

Στη σημερινή συγκυρία εάν με την εκδήλωση μιας νέας διεθνούς πρωτοβουλίας για το Κυπριακό οι θέσεις των δυο πλευρών είναι αφ΄ ενός η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία και αφ΄ ετέρου τα δύο κράτη, το πιθανότερο είναι ότι οι διαμεσολαβητές θα καταλήξουν σε μια πρόταση που θα περιστρέφεται γύρω από μια πολύ χαλαρή ομοσπονδία στην καλύτερη περίπτωση ή ακόμα και σε συνομοσπονδία. Και τούτο ακόμα και στην περίπτωση που η προσπάθεια του Προέδρου Χριστοδουλίδη για αναβάθμιση της εμπλοκής της ΕΕ στεφθεί με επιτυχία.

Υπό τα νέα δεδομένα θεωρώ την υιοθέτηση μιας εξελικτικής προσέγγισης ως στρατηγικό μονόδρομο. Άλλωστε σήμερα δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια βιώσιμη ομοσπονδιακή διευθέτηση. Τις δυο πλευρές χωρίζει ένα βαρύ ιστορικό παρελθόν, ενώ παράλληλα δεν υφίστανται κοινοί στόχοι. Πέραν τούτου, υπάρχουν ξεχωριστά αφηγήματα για πολλά θέματα. Για παράδειγμα, για την ελληνική πλευρά η 20η Ιουλίου 1974 είναι «η μαύρη επέτειος της βάρβαρης τουρκικής εισβολής» ενώ για την τουρκική πλευρά «είναι η ευλογημένη μέρα της ειρηνευτικής επιχείρησης και της απελευθέρωσης». Προφανώς οι δύο προσεγγίσεις δεν μπορούν να γεφυρωθούν. Πάνω απ΄ όλα, η Τουρκία εξακολουθεί να έχει ως στόχο τον στρατηγικό έλεγχο της Κύπρου.

Ως εκ τούτου θεωρώ χρήσιμο να προταχθεί μια εξελικτική διαδικασία επίλυσης του Κυριακού. Ενώ θα είναι δυνατό να εντοπισθούν πεδία κοινής δράσης και συνεργασίας παράλληλα είναι σημαντικό όπως η ελληνοκυπριακή πλευρά καταθέσει κατευθυντήριες γραμμές για ένα ιδιότυπο ενοποιητικό ομοσπονδιακό μοντέλο το οποίο είναι δυνατό να προωθηθεί και να ευδοκιμήσει στην πορεία του χρόνου υπό προϋποθέσεις.

Υπογραμμίζεται ότι το θέμα της ενεργειακής συνεργασίας μπορεί να αποβεί καθοριστικής σημασίας. Δεν θα είναι υπερβολή να προταχθεί το θέμα της de facto οριοθέτησης της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης Κύπρου-Τουρκίας. Την ίδια εισήγηση είχα καταθέσει πριν λίγους μήνες στο πλαίσιο μιας συνολικής προσέγγισης (Κείμενο Πολιτικής/Policy Paper, A. Theophanous, “A PROPOSAL FOR A NORMAL STATE The Cyprus Problem after the Five Party Informal Conference”, 10/2021, revised January 2022).

Σημειώνω συναφώς ότι η πρόσφατη συμφωνία Ισραήλ-Λιβάνου με την καθοριστική συμβολή των ΗΠΑ μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο προηγούμενο. Πάνω απ΄ όλα ενώ η Δύση δεν θα είναι διατεθειμένη να υιοθετήσει μια πολιτική κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας για τη συνεχιζόμενη κατοχή, είναι δυνατό να συζητήσει τη συγκεκριμένη φιλοσοφία υπό τις περιστάσεις.

Πέραν τούτου, είναι τα ζητήματα της Αμμοχώστου, της εφαρμογής του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας, του συνεχιζόμενου εποικισμού και του υβριδικού πολέμου. Θεωρώ ότι στα πλαίσια μιας εξελικτικής φιλοσοφίας, με τη στήριξη Ελλάδας, Τουρκίας καθώς και των ΗΠΑ και της ΕΕ είναι δυνατόν να υπάρξουν θετικές εξελίξεις.

Υπογραμμίζω επίσης ότι η πολιτική η οποία αποσκοπούσε σε μια συνολική διευθέτηση απέτυχε παρά τους ατέρμονους κύκλους διακοινοτικών συνομιλιών μετά το 1974. Επαναλαμβάνω ότι ούτε και σήμερα υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος και μια τελική διευθέτηση ακόμα και με μια αναβαθμισμένη εμπλοκή της ΕΕ. Ως εκ τούτου θεωρώ ότι έφθασε ο καιρός να υιοθετήσει η ελληνοκυπριακή πλευρά μια νέα προσέγγιση η οποία να επικαιροποιείται συνεχώς. Τα νέα δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί στο διεθνές περιβάλλον μετά τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ευνοούν την προτεινόμενη προσέγγιση για την πλευρά μας.

***

* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Δημοφιλή