Η «Θητεία» είναι άτυπη συνέχεια του αφιερώματος στον Φώτη Κόντογλου που φιλοξένησε πριν από δύο χρόνια το μουσείο Γουλανδρή στο Παγκράτι. Τότε, για πρώτη φορά, επιχειρήθηκε να φανεί η επίδραση του Αϊβαλιώτη στις κατοπινές γενιές των εικαστικών ως τις μέρες μας. Σήμερα, μια έκθεση στην γκαλερί Roma φέρνει μια ομάδα καλλιτεχνών με κοινά χαρακτηριστικά και παρόμοια ηλικία (γεννημένοι τη δεκαετία του 1970 έως τις αρχές του 1980).
Το σχεδίασμα της Θητείας έγινε από κοινού, με τον Ηριδανό Τριριγκούλη, θέλοντας να δείξουμε νέους εικαστικούς που προχωρούν τη ζωγραφική μας παράδοση με δημιουργικές προσλήψεις, με πρωτότυπα κράματα από την pop κουλτούρα, όπου μπορεί να υπερτερεί το ένα ή το άλλο στοιχείο, με επιστροφές, ακόμη και με προσπάθειες αποστασιοποίησης από αυτήν. Όταν τον περασμένο Οκτώβριο έφυγε από τη ζωή ο Στέλιος Φαϊτάκης (1976-2023), ήταν ένα σημείο καμπής, ένα γεγονός που, πιστεύω, έχει τη σημασία του στα εικαστικά μας πράγματα. Όπως ο Κόντογλου τάραξε τα νερά της εγχώριας τέχνης επαναφέροντας τον τρόπο της βυζαντινής τέχνης σε κοσμικά θέματα, έτσι και ο Φαϊτάκης με την πρότασή του κατάφερε να επιβληθεί σε ένα περιβάλλον ξένο απέναντι στη ζωγραφική. Ας μη λησμονούμε ότι παραμένει τρέχον νόμισμα η εννοιολογική τέχνη και η ολοένα μεγαλύτερη σύνδεσή της με τα ψηφιακά μέσα. Το πέτυχε, λοιπόν, ο Φαϊτάκης τόσο εντυπωσιακά, που, παρά τις δυσκολίες που είχε με τις ελληνικές γκαλερί, έβγαλε με επιτυχία την τέχνη του στο εξωτερικό.
Προσωπικά, μου δόθηκε το μεγάλο δώρο να πρωτογνωρίσω τον Στέλιο από την πτυχιακή του εργασία στην ΑΣΚΤ, με μια μνημειακών διαστάσεων τοιχογραφία για την «Κόλαση» (μήκους 60 μ., 2003). Με την απαραίτητη απόσταση του χρόνου μπορούμε σήμερα να δούμε πως η πορεία του ζωγράφου διακρίνεται από μια ενότητα, μία σταθερή διέπουσα από το ξεκίνημά του.
Ζωγραφικά μορφώθηκε από τη Ρένα Παπασπύρου και τον Σώζο Γιαννούδη, από τον οποίο διδάχτηκε αγιογραφία. Στην εννοιολογική Παπασπύρου είδε πώς να χειριστεί μια μεγάλη επιφάνεια, στον Γιαννούδη ανακάλυψε την παραμόρφωση της φιγούρας. Αμέσως τον κέρδισε το στυλιζαρισμένο πλάσιμο της βυζαντινής μορφής που λειτουργεί ως οπτική μαρτυρία μιας πνευματικότητας πέρα από τα όρια αυτού του κόσμου. Ποιος δεν θυμάται τη μνημειακή σύνθεση «ο Σωκράτης πίνει το κώνειο» στην εμβληματική τοιχογραφία που δημιούργησε για την πρώτη Μπιενάλε της Αθήνας το 2007; Προφήτης στον καιρό του, ο Αθηναίος υψώνεται στην εικονογραφία του Φαϊτάκη ως αρχετυπική φιγούρα του «μάρτυρα».
Έκτοτε θα ακολουθήσει μία ζωντανή πινακοθήκη προμηθειακών προσωπικοτήτων. Είναι αληθινά εντυπωσιακό το πόσο γρήγορα ο ίδιος ο δημιουργός έθεσε το πλαίσιο στο οποίο αποφάσισε να κινηθεί. Δήλωνε ευτυχής που εργάστηκε τότε σε ένα «ξωκλήσι» - θυμίζω μέσα στην Τεχνόπολη - και αποκαλούσε τον εαυτό του ζωγράφο «θρησκευτικό». Θρασύ μάλλον για νεαρό γκραφιτά, όταν δεν ήταν στα χρόνια της ωριμότητας και είχε να επιδείξει ένα «ασεβές» πνεύμα απέναντι στην επίσημη τέχνη της Εκκλησίας.
Κι όμως, αν ο Φαϊτάκης δεν διέθετε την πίστη να κλείσει τα αφτιά στις «σειρήνες» της εποχής, να επιμείνει στην τέχνη που εκφράζεται με αμιγώς ζωγραφικά μέσα, να δει στις εικόνες του Άγγελου Ακοτάντου έναν τρόπο που μπορούσε να γίνει δικός του αναπλάθοντας όχι τα πρόσωπα αγίων, αλλά «αγιογραφώντας» τον εξεγερμένο άνθρωπο – αυτό, κυρίως, το απασχόλησε –, δεν θα έβαζε ξανά τη βυζαντινή ζωγραφική – με όσα ζητήματα έχει ο όρος – στη σύγχρονη τέχνη. Όταν έρθει η ώρα του μεγάλου αφιερώματος στον Φαϊτάκη μέσα σε μεγάλο μουσείο της Αθήνας, αυτό θα φανεί καλύτερα. Κι εδώ ακριβώς είναι που συναντιέται με τον Κόντογλου.
Στην ελευθερία του θέματος, ο Φαϊτάκης ακολούθησε το παράδειγμα του δασκάλου, ο οποίος μετέφερε το βυζαντινό ζωγραφικό σύστημα στην κοσμική του ζωγραφική. Σε μια από τις κουβέντες μας ομολογούσε ότι η ζωγραφική του «έχει πολύ περισσότερο να κάνει με τον Κόντογλου παρά με οτιδήποτε άλλο από τον 20ο αιώνα και μετά». Μια θητεία που δεν την επιδίωξε, αλλά εκφράζεται μέσα από ποικίλες συνδέσεις, θα τολμούσα τον όρο και ιδεολογικές. Τον Κόντογλου τον γνωρίζουμε από τα πύρινα γραπτά και τις μαρτυρίες των μαθητών του. Παρόμοια, ο Φαϊτάκης ήταν ξεροκέφαλος, είχε τις απόψεις του κι αυτές έβγαζε πηγαία με τη ζωγραφική του. Πολιτικά διαφωνούσα μαζί του, αλλά στεκόμουν με δέος μπροστά στην εικονογραφία του. Ήταν ένας κομήτης που με το έργο και το παράδειγμά του πλάτυνε τον δρόμο της παραδοσιακής ζωγραφικής, οπλίζοντας με αυτοπεποίθηση τους νεότερους ζωγράφους.
Η Θητεία δεν είναι εξαντλητική καθώς υπάρχουν κι άλλοι Έλληνες καλλιτέχνες που συγγενεύουν με τον τρόπο του Φαϊτάκη – έχοντας διδαχθεί τον Κόντογλου - κι ασφαλώς θα μπορούσαν να βρουν θέση σε χώρο έξω από την γκαλερί. Θέτει όμως, στα σοβαρά, τα χαρακτηριστικά μιας καλλιτεχνικής ομάδας που φανερώνει ότι ο Φαϊτάκης δεν είναι το μόνο παράδειγμα. Με τους περισσότερους από τους συμμετέχοντες καλλιτέχνες ζυμώθηκαν σχέσεις, μέσα από μια πορεία κοινή στη ζωή και την τέχνη.
Highlights
Πρώτη φορά παρουσιάζεται στην Αθήνα το έργο του Στέλιου Φαιτάκη «Για τη βελτίωση της γεωργίας», καρπός της συζήτησης που ανέπτυξε ο ζωγράφος με τον Νίκο Κυριαζή. Απολύτως ενταγμένο στο ύφος του ζωγράφου, το έργο έγινε ξανά επίκαιρο από τις κινητοποιήσεις των αγροτών στην Ευρώπη. Παρουσιάστηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού (άνοιξη 2022).
Στην έκθεση παρουσιάζονται έργα που φιλοτεχνήθηκαν ειδικά για να τιμηθεί ο ζωγράφος. Ίσως, το πιο προσωπικό είναι αυτό του Φίκου (με αντίστοιχη θητεία στη street art) που απεικονίζει τον Φαϊτάκη ως νίντζα να παλεύει στο άχρονο του χρυσού κάμπου. Ο ζωγράφος αγαπούσε τις πολεμικές τέχνες κι ασκούνταν συστηματικά.
Ξεχωριστή παρουσία έχει ο Φώτης Κόντογλου με έργα που, κυρίως, απηχούν το πνεύμα του αθάνατου «Πέδρο Καζάς».
Στρατιώτες που στέκονται ως «πρόγονοι» δίπλα στους ήρωες του Φαϊτάκη.
«Θητεία»: Συμμετέχουν οι καλλιτέχνες: Φώτης Βάρθης, Ιωάννα Καφίδα,Φώτης Κόντογλου, Κώστας Λάβδας, Νίκος Μόσχος, Εμμανουήλ Μπιτσάκης, Στέλιος Φαϊτάκης, Φίκος, Georgia Fambris
Εγκαίνια: Τρίτη, 23.4.2024, 19:00. Διάρκεια έκθεσης: 23.04.2024 – 25.05.2024 Roma Gallery: Ρώμα 5, 10673, Αθήνα.
Ωράριο: Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή 10:00 – 20:00, Τετάρτη, Σάββατο 10:00 – 16:00. Ελεύθερη είσοδος.