Δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν αντικαταστήσει τη ζάχαρη με το μέλι στα ροφήματα θεωρώντας ότι το δεύτερο είναι πολύ πιο ωφέλιμο… και πράγματι είναι. Το μέλι είναι μια εξαιρετική πηγή σακχάρων, βιταμινών, μετάλλων και ενζύμων. Ενισχύει το ανοσοποιητικό μας σύστημα, βοηθάει στον πονόλαιμο, στον ύπνο, στην καλή υγεία του γαστρεντερικού, θεωρείται ελιξίριο ομορφιάς και είναι μια εξαιρετική πηγή φυσικής ενέργειας. Η αλήθεια όμως έρχεται να μας προβληματίσει, καθώς ο τρόπος που το καταναλώνουμε μπορεί να έχει βλαβερές συνέπειες για τον οργανισμό μας. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, όταν το μέλι χρησιμοποιείται σε υψηλές θερμοκρασίες βγάζει μια τοξική ουσία, που ονομάζεται 5-υδροξυμεθυλοφουρφουράλη, γνωστότερη με τα αρχικά HMF, η οποία είναι επικίνδυνη για τον ανθρώπινο οργανισμό. Τι εννοούμε όμως όταν λέμε υψηλή θερμοκρασία;
Μιλήσαμε με τη διατροφολόγο κα Αλιόνα Στρατουλάτ, η οποία μας εξήγησε τι ακριβώς συμβαίνει, αλλά και πως μπορούμε να καταναλώνουμε το μέλι με ασφάλεια.
Το μέλι αναμφισβήτητα μας ωφελεί ποικιλοτρόπως. Η πλούσια σύσταση του μας προσφέρει εξαιρετικές φαρμακευτικές ιδιότητες, οι οποίες σε συνδυασμό με τις φαινολικές ενώσεις μας εξασφαλίζουν πλούσια αντιοξειδωτική δράση. Όταν καταναλώνουμε το μέλι στη φυσική του θερμοκρασία μόνο οφέλη μπορούμε να έχουμε.
Τι γίνεται όμως όταν θέλουμε να το προσθέσουμε στα ζεστά ροφήματα;
Δυστυχώς, όταν βάζουμε μέλι σε θερμοκρασία άνω των 40 C -50 C μειώνεται σημαντικά η ποσότητα των βιταμινών και των μετάλλων, ενώ σε θερμοκρασία άνω των 60 C βαθμών τα ένζυμα διασπώνται πλήρως και χάνουν τις θεραπευτικές τους ιδιότητες. Όταν σερβίρουμε ένα ζεστό ρόφημα, η θερμοκρασία συνήθως είναι στους 70 C -80 C βαθμούς. H θερμοκρασία σε αυτούς τους βαθμούς καταστρέφει μόνο τις θρεπτικές του ουσίες, αλλά δεν είναι βλαβερή για τον άνθρωπο. Ακόμα κι αν είναι σε παραπάνω θερμοκρασία, εξηγεί η κα Στρατουλάτ, η συγκέντρωση του μελιού στα ροφήματα είναι σε τόσο μικρή ποσότητα που η τοξικότητα που βγάζει είναι αμελητέα. Φυσικά, αυτό που είναι προτιμότερο, συνεχίζει η διατροφολόγος, είναι να αφήνουμε το ρόφημα μας να πάρει χλιαρή θερμοκρασία και τότε να προσθέσουμε το μέλι μας, ώστε να μη χάσουμε κανένα από τα θρεπτικά συστατικά του.
Σύμφωνα με την ίδια, το πρόβλημα παρουσιάζεται όταν προσθέτουμε μέλι σε υψηλές θερμοκρασίες και μάλιστα άνω των 160 C και 200 C βαθμούς. Τέτοιες θερμοκρασίες χρησιμοποιούμε όταν κάνουμε γλυκά φούρνου. Σε αυτή την περίπτωση, εξηγεί η κα Στρατουλάτ, είναι καλύτερα να αναμείξουμε ή να αντικαταστήσουμε το μέλι με κάποιο άλλο γλυκαντικό, όπως το σιρόπι σφενδάμου που αντέχει σε υψηλότερη θερμοκρασία και να μειώσουμε την ένταση του φούρνου.
H μεγάλη συγκέντρωση της τοξικής αυτής ουσίας HMF, εξηγεί η κα Στρατουλάτ, παρουσιάζεται στα προϊόντα του εμπορίου που κατασκευάζονται με μέλι και η παραγωγή τους γίνεται σε βιοχημικό επίπεδο. Βέβαια, εδώ τίθεται κι ένα άλλο ερώτημα. Πόσα από αυτά τα προϊόντα περιέχουν πραγματικό μέλι και σε πόση ποσότητα;
Συμπέρασμα
Σε κάθε περίπτωση αν θέλουμε να απολαύσουμε ένα γλυκό που περιέχει στα συστατικά του μέλι είναι καλύτερα να το ψήσουμε σε σπιτικό φούρνο και σε χαμηλή θερμοκρασία, ενώ για συνταγές όπως σάλτσες γλυκών είναι καλύτερα να προσθέτουμε το μέλι στο τέλος για να διατηρήσουμε όλα τα θρεπτικά του συστατικά.