Ιστορίες περιπλάνησης, από χώρα σε χώρα, εξιστορούν οι Σύριοι πρόσφυγες, οι οποίοι φτάνουν στην Ελλάδα για ένα καλύτερο αύριο. Οι ιστορίες αυτές μπορεί να μοιάζουν σενάρια από ταινία, ωστόσο είναι πέρα για πέρα αληθινές.
Οι πρόσφυγες, φτάνοντας στη χώρα μας, έρχονται αντιμέτωποι και με την ελλιπή κρατική οργάνωση, σε ό,τι αφορά στην υποδοχή τους. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα αρκετών νησιών του Αιγαίου όπως είναι η Χίος, η Κως και η Λέρος.
Σύμφωνα με τους «Γιατρούς Χωρίς Σύνορα», οι πρόσφυγες που φτάνουν εκεί, έρχονται αντιμέτωποι με ένα δυσλειτουργικό σύστημα υποδοχής και απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης.
Αυτές είναι οι μαρτυρίες προσφύγων στους «Γιατρούς Χωρίς Σύνορα» τις οποίες συνέλεξε η HuffPost Greece.
«Έχω δει φρικτά πράγματα κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Συρία. Καταστροφή. Μόνο αυτό μπορώ να πω. Έχω υποστεί ξυλοδαρμούς και βασανισμό. Είδα παιδιά να πεθαίνουν από την πείνα. Είδα ανθρώπους να πεθαίνουν επειδή δεν είχαν πρόσβαση στα φάρμακά τους. Αναγκάστηκα να πληρώσω ένα μεγάλο ποσό για να διαφύγω. Πρώτα, πήγα στην Κωνσταντινούπολη. Ήθελα να δουλέψω στην Τουρκία, αλλά δεν υπήρχε δουλειά για μένα εκεί. Έπαιρνα 1.100 λίρες το μήνα - λεφτά με τα οποία είναι αδύνατον να ζήσει κάποιος εκεί. Έμεινα τρεις μήνες και μετά πήγα στη Σμύρνη. Τρεις φορές προσπαθήσαμε να περάσουμε απέναντι» τονίζει ο Σύριος Σουλεϊμάν και συνεχίζει:
«Την πρώτη φορά πήγαμε 2,5 ώρες μακριά από τη Σμύρνη για να περάσουμε στη Χίο. Μετά από 300-400 μέτρα από την Τουρκία, ήρθαν οι ελληνικές αρχές, και μας επαναπροώθησαν στην Τουρκία. Κατόπιν ήρθε τουρκικό πλοίο και μας τράβηξε πίσω. Ήμασταν 43 άτομα στη βάρκα.
Και τη δεύτερη φορά μας έπιασαν μετά από 40 λεπτά στη βάρκα. Ήρθαν οι ελληνικές αρχές και μας είπαν να σταματήσουμε. Όταν δεν εισακούσαμε, πυροβόλησαν στον αέρα και αναγκαστήκαμε να σταματήσουμε.
Έβρεχε. Φοβήθηκα πολύ. Πώς μπορείς να μην φοβηθείς;
Την τρίτη φορά η θάλασσα ήταν φουσκωμένη. Η βάρκα χάλασε και γυρίσαμε πίσω στην Τουρκία.
Την τέταρτη φορά μου είπαν ότι χρειάζεται να πληρώσω 200 ευρώ παραπάνω και μας πήγαν στο Bodrum. Από εκεί τελικά καταφέραμε να περάσουμε στην Ελλάδα. Την πρώτη φορά έδωσα 1.100 ευρώ, τη δεύτερη 1.250 ευρώ και την τρίτη φορά έδωσε ένας φίλος μου που μένει στην Ευρώπη και θα πρέπει να του τα επιστρέψω. Οι συνθήκες μέσα στο Αστυνομικό τμήμα της Κω, αν τις περιγράψω μόνο με μία φράση, θα έλεγα ότι δεν υπάρχει καθόλου υγιεινή. Είναι ανύπαρκτη. Δεν θέλω να πω κάτι άλλο».
Την περιπέτεια του μέχρι να φτάσει στην Ελλάδα περιγράφει και ο Σύριος Μοχάτζερ. «Διαγνώστηκα με ζαχαρώδη διαβήτη όταν ήμουν 7 χρονών. Έφυγα από την Συρία, από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος, γιατί δεν υπήρχε επαρκής ιατρική φροντίδα. Χρειάζομαι ινσουλίνη, αλλά αυτή δεν είναι πλέον διαθέσιμη. Πριν τον πόλεμο, με παρακολουθούσε γιατρός και είχα πρόσβαση σε φαρμακευτική αγωγή. Τώρα δεν υπάρχει τίποτα. Η φροντίδα είναι αδύνατη για μένα» λέει, ενώ παράλληλα συμπληρώνει:
«Λίγο πριν φύγω, μου ήρθε το χαρτί για να καταταγώ στον στρατό. Κρύφτηκα σε ένα φορτηγό και κατάφερα να διαφύγω από εκείνη την περιοχή. Στη συνέχεια όμως έπρεπε να περάσω και από άλλες ένοπλες ομάδες και να τους πείσω να με αφήσουν να φύγω. Ήμουν ολομόναχος. Πέρασα στην Τουρκία - ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα εκεί. Είχα κάποιους γνωστούς που με φιλοξένησαν. Μετά από κάποιες μέρες βρέθηκα στη Σμύρνη. Όλοι εκεί γνωρίζουν ότι οι ξένοι πηγαίνουν εκεί για να περάσουν απέναντι στην Ευρώπη. Κατάφερα να περάσω στην Ελλάδα την τρίτη φορά.
Την πρώτη μέρα που μας έφεραν στο Αστυνομικό Τμήμα της Κω ήταν ήδη 30 άτομα εκεί. Δεν υπήρχε χώρος. Αναγκαστήκαμε να κοιμηθούμε στο πάτωμα, όπου βρίσκαμε. Οι τουαλέτες ήταν πολύ βρώμικες και δεν υπάρχει καμία υγιεινή.
Ένας ακόμα πρόσφυγας από την Συρία, ο Έμπνεσαμ παραθέτει τη δικιά του ιστορία: «Το ταξίδι από την Τουρκία στην Ελλάδα ήταν πολύ δύσκολο. Αλλά αν το συγκρίνω με τις δυσκολίες που είχα στη Συρία ή στην Αίγυπτο, δεν είναι τίποτα. Η βάρκα ήταν πολύ μικρή. Νομίζω πως τα καταφέραμε λόγω της βοήθειας του Θεού - αλλιώς θα είχαμε όλοι πεθάνει. Ο διακινητής μας άφησε σε ένα άλλο ελληνικό μικρό νησί και έφυγε. Εκεί μας βρήκαν και μας συνέλαβαν κάποιοι ντυμένοι με μαύρες στολές. Δύο ώρες ήμαστε σκυμμένοι, ξαπλωμένοι σχεδόν στο έδαφος, ενώ έβρεχε καταρρακτωδώς. Όταν με βρήκατε (το επόμενο πρωί), ήμουν μούσκεμα. Παρακαλούσα το Θεό να με βοηθήσει να συνεχίσω το ταξίδι. Τώρα νιώθω καλύτερα, έχω έντονο πονόλαιμο, αλλά θα τα καταφέρω. Είμαι εντάξει» λέει.
Δύο ώρες ήμαστε σκυμμένοι, ξαπλωμένοι σχεδόν στο έδαφος, ενώ έβρεχε καταρρακτωδώς
Επιπλέον τονίζει ότι «στη Λέρο, στο αστυνομικό τμήμα (γελάει) ήταν πολύ δύσκολα. Αν δεν ερχόσαστε οι Γιατροί χωρίς Σύνορα να με εξετάσετε, θα φώναζα απελπισμένος "Αφήστε με έξω, θέλω να αναπνεύσω καθαρό αέρα". Το κελί είναι πολύ μικρό και πάσχω από χρόνιο άσθμα. Κανονικά είναι για δύο άτομα, αλλά ήμαστε 12 μέσα σ’αυτό! Το αστυνομικό τμήμα στη Λέρο δεν έχει κατάλληλες υπηρεσίες, όπως νερό, τουαλέτες κλπ».
Σημειώνεται, ότι φέτος περισσότεροι από 14.000 άνθρωποι έχουν πραγματοποιήσει το επικίνδυνο ταξίδι σε μικρές βάρκες, διασχίζοντας το Αιγαίο από την Τουρκία στα Δωδεκάνησα για να αναζητήσουν προστασία. Μάλιστα το 90% αυτών προέρχονται από την εμπόλεμη Συρία. Με ελάχιστες κατάλληλες εγκαταστάσεις για τη φιλοξενία τους, πολλοί πρόσφυγες αναγκάζονται να κοιμηθούν ακόμα και έξω στο κρύο και τη βροχή ή συνωστισμένοι σε κελιά αστυνομικών τμημάτων, ενώ περιμένουν να μεταβούν στην ηπειρωτική χώρα.
«Κατά τους τελευταίους τέσσερις μήνες, δεν έχουμε δει πραγματική βούληση για βελτίωση του συστήματος υποδοχής», αναφέρει ο Κώστας Γεωργακάς, συντονιστής της δράσης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στα Δωδεκάνησα. «Δεν παρέχεται κανένας ιατρικός έλεγχος κατά την άφιξη και το πιο σημαντικό, είναι ότι ευάλωτα άτομα παραμελούνται. Πρόσφατα, μια ομάδα γιατρών από το Υπουργείο Υγείας στάλθηκε με σκοπό να κάνει ιατρικούς ελέγχους για τον Έμπολα, παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι πρόσφυγες προέρχονται από τη Συρία και το Αφγανιστάν και όχι από τη Δυτική Αφρική. Ενώ, εκείνοι που υποφέρουν από καρδιαγγειακά προβλήματα ή διαβήτη δεν λαμβάνουν καμία φροντίδα».
«Έχουμε δει τον απαράδεκτο συνωστισμό 53 ανθρώπων σε ένα κελί που προορίζεται για 6», σημειώνει ο κ. Γεωργακάς και συμπληρώνει: «Οι συνθήκες αυτές είναι αφόρητες ακόμη και για μια νύχτα, ειδικά για ανθρώπους που ήδη υποφέρουν σωματικά και ψυχολογικά καθώς έχουν εγκαταλείψει τη χώρα τους εξαιτίας του πολέμου. Αυτά που τους παρέχονται μετά από ένα τέτοιο εξαντλητικό ταξίδι δεν είναι μόνο ντροπιαστικά αλλά θέτουν σε κίνδυνο την υγεία τους».