Τις τελευταίες ημέρες, μεγάλες εφημερίδες και πρακτορεία του εξωτερικού προσπαθούν να αποκωδικοποιήσουν την στρατηγική της ελληνικής αντιπροσωπείας, κάνοντας λόγο για σκληρό πόκερ μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων της.
Παραβιάζουν ανοικτές θύρες. Την τακτική της ελληνικής κυβέρνησης, την έχει περιγράψει εδώ και πολύ καιρό, ο πολυγραφότατος και λαλίστατος Έλληνας Υπουργός Οικονομικών: Η Ελλάδα διαπραγματεύεται με ανοικτά χαρτιά, διατυπώνοντας δημοσίως τα απλά ερωτήματα, στα οποία ξέρει ότι οι Βρυξέλλες δεν έχουν απάντηση:
- Πως μπορεί να θεωρηθεί βιώσιμο ένα χρέος που υπερβαίνει το 180% του ΑΕΠ;
- Πως μπορεί η Ελλάδα να παρουσιάσει πλεονάσματα 4,5%, όταν καμία χώρα της Ευρώπης δεν έχει τέτοιους ρυθμούς ανάπτυξης;
- Ποιον ωφελεί η λιτότητα;
- Τι θα ακολουθήσει, αν η Ευρώπη αποφασίσει να συντρίψει τον Σύριζα και την Ελλάδα;
«Το μικρό πιόνι που λέγεται Ελλάδα πρέπει να επιστρατεύσει το ένα και μοναδικό όπλο που διαθέτει», έγραφε ο Γιάννης Βαρουφάκης, τον Δεκέμβριο του 2014: «Να πει την αλήθεια στους ευρωπαίους. Ποια αλήθεια; Ότι παραμένει πτωχευμένο παρά τις θυσίες του λαού της. Ότι αυτά που της ζητούν θα βαθύνουν κι άλλο την πτώχευση αυτή. Ότι τα περί Greek Success Story ήταν προπαγάνδα που ωφελούσε μόνο την πολιτική άρνησης της κρίσης και μια μικρή πλειοψηφία που ζει από τα διακρατικά δάνεια και τις χρημαστηριακές φούσκες που χτίστηκαν τον τελευταίο χρόνο».
Δεν μπλοφάρουμε, ξεκαθαρίζει στους New York Times της Δευτέρας: «Συχνά με ρωτούν, τι θα κάνουμε αν ο μόνος τρόπος να εξασφαλίσουμε τη χρηματοδότηση είναι να παραβιάσουμε τις κόκκινες γραμμές μας και να αποδεχτούμε μέτρα που θεωρούμε ότι είναι μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης. Πιστεύω ακράδαντα ότι δεν έχουμε το δικαίωμα να μπλοφάρουμε και γι' αυτό απαντάω: Οι γραμμές που παρουσιάσαμε ως κόκκινες δεν θα παραβιαστούν. Γιατί αλλιώς δεν θα ήταν κόκκινες, αλλά άλλη μία μπλόφα. Το παιχνίδι προσποιήσου και επέκτεινε που ξεκίνησε το 2010, τελείωσε».
Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης δεν αιφνιδιάστηκε από την σκληρή στάση της ΕΚΤ και των Ευρωπαίων ηγετών. «Όσο διαρκεί μια τέτοια διαπραγμάτευση, κατά τη διάρκεια της οποίας θα απειλούμαστε με κλείσιμο των ΑΤΜ από το Βερολίνο και τη Φρανκφούρτη, οι αγορές θα έρθουν και πάλι στα όρια του νευρικού κλονισμού», προέβλεπε τον Δεκέμβριο, ο Γιάννης Βαρουφάκης.
Επιμένει στη στάση αυτή ακόμα και μετά την κρύα υποδοχή του Eurogroup της Δευτέρας: «Δεν θέλουμε άλλα δάνεια, γράφει στους NY Times. «Αν δεν υπάρχει ένα αξιόπιστο σχέδιο για να αναπτυχθεί η οικονομία, ώστε να μπορέσουμε κάποια στιγμή να τα ξεπληρώσουμε, ώστε να βοηθήσουμε τη μεσαία τάξη να σταθεί ξανά στα πόδια της, αν δεν μας επιτραπεί να αντιμετωπίσουμε πρώτα τη χυδαία ανθρωπιστική κρίση, τι να κάνουμε τα δάνεια».
Η ελληνική κυβέρνηση γνωρίζει ότι η ΕΚΤ και οι εταίροι μπορεί να επιλέξουν να τραβήξουν την πρίζα. Η απειλή έχει έτσι κι αλλιώς διατυπωθεί. Αντί για απάντηση στο τελεσίγραφο, ο Γιάννης Βαρουφάκης και ο Αλέξης Τσίπρας απευθύνουν στην Ευρώπη ένα τελευταίο υπαρξιακό ερώτημα, που συνοπτικά θα μπορούσε να διατυπωθεί ως εξής:
Ο ελληνικός λαός μας εξέλεξε για να βάλουμε τέλος στις καταστροφικές πολιτικές λιτότητας και για να εφαρμόσουμε το πρόγραμμα μας. Το ξέρουμε ότι μπορείτε να μας συντρίψετε. Είστε όμως έτοιμοι να αναλάβετε το πολιτικό κόστος της συντριβής μας και της ανόδου της ακροδεξιάς στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Είστε έτοιμοι να διαλύσετε το αξιακό υπόβαθρο της ΕΕ;
Η ελληνική κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να δώσει μια σκληρή μάχη με το χρόνο. Έτσι κι αλλιώς η κρίσιμη δόση είναι του Ιουνίου. Κανείς πάντως δεν μπορεί να κατηγορήσει τον Γιάννη Βαρουφάκη για ωραιοποίηση της κατάστασης. Τον Οκτώβριο του 2013 παρότρυνε τα πολιτικά κόμματα να ακολουθήσουν το δρόμο του Ουίνστον Τσώρτσιλ: Να υποσχεθούν στον ελληνικό λαό, τρία μόνο πράγματα: Δάκρυα, αίμα και αξιοπρέπεια.
Για πρώτη ίσως φορά, στην ερώτηση τι θα συμβεί αν δεν δοθεί παράταση και λήξει το υπάρχον πρόγραμμα, κλήθηκε να απαντήσει, όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά και ένας εκ των Ευρωπαίων εταίρων. Στην συνέντευξη τύπου που έδωσε μετά το άγονο eurogroup της Δευτέρας, ο Γερούν Ντάισελμπλουμ ρωτήθηκε από΄τον δημοσιογράφο Μπρούνο Γουότερφιλντ τι θα γίνει μετά. «Όταν λήξει το πρόγραμμα για την Ελλάδα στο τέλος του μήνα, όπως γίνεται με όλα τα κράτη μέλη, το ελληνικό κράτος θα μπορεί να υποβάλει νέο αίτημα για για χρηματοδότηση υπό προϋποθέσεις», απάντησε ο κ. Ντάισελμπλουμ.