Η HuffPost Greece θυμάται μία από τις πιο πολυσυζητημένες δίκες του 20ου αιώνα με αφορμή την παραπομπή σε δίκη ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου του Γιώργου Παπακωνσταντίνου για την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ.
Είκοσι έξι χρόνια μετά το «Βρώμικο ’89» το Σκάνδαλο Κοσκωτά, παραμένει το πρώτο μεγάλο σκάνδαλο διαφθοράς της μεταπολιτευτικής Ελλάδας της «Αλλαγής». Κυρίως όμως ήταν η πρώτη μεγάλη ένδειξη του πολιτικού σκηνικού της διαφθοράς που θα επικρατούσε τα επόμενα χρόνια καθώς και των σχέσεων διαπλοκής μεταξύ των τραπεζών, της κυβέρνησης και των ΜΜΕ στην σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα.
Ο Ελληνοαμερικάνος Γιώργος Κοσκωτάς ξεκίνησε να δουλεύει στην Τράπεζα Κρήτης ως απλός υπάλληλος το 1979, και ενώ τον καταζητούσαν ήδη στην Αμερική για πλαστογραφία. Πέντε μόλις χρόνια αργότερα σε μια ιστορία που θυμίζει Χολιγουντιανό σενάριο, ο Κοσκωτάς είχε καταφέρει να αγοράσει την Τράπεζα Κρήτης και να δημιουργήσει έναν Κολοσσό των ΜΜΕ τη «Γραμμή» με έξι περιοδικά, τρεις εφημερίδες (ανάμεσα τους και η Καθημερινή καθώς και η Βραδυνή) κι έναν ραδιοσταθμό, ενώ το 1987 αγόρασε και τον Ολυμπιακό. Σε όλη αυτή την ιλιγγιώδη πορεία του προς την κορυφή ο Γιώργος Κοσκωτάς, που αργότερα έγινε γνωστός στο Πανελλήνιο ως «Ο μεγαλοαπατεώνας», βάδισε χέρι-χέρι με την τότε Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ σε μια άτυπη αλλά ιδιαίτερα βολική συμφωνία: ο Κοσκωτάς θα παρείχε στήριξη στην εξουσία, και για αντάλλαγμα η κυβέρνηση θα του παρείχε πλήρη πολιτική κάλυψη. Οι απωθητικές λεπτομέρειες αυτής της συναλλαγής ήρθαν στην επιφάνεια λίγο αργότερα.
Από το 1987 και μετά πλήθαιναν οι φωνές που ρωτούσαν τον αυτονόητο : Πως ένας υπάλληλος τραπέζης κατάφερε να γίνει δισεκατομμυριούχος, κι ένας από τους ισχυρότερους άντρες στη χώρα μέσα σε λίγα χρόνια; Και κυρίως, τι συμφέροντα εξυπηρετούσε; Οι υπόλοιποι εκδότες της εποχής άρχισαν να βγάζουν στη φόρα τις πλαστογραφίες του παρελθόντος ενώ η πίεση για φορολογικό έλεγχο γινόταν πλέον αναπόφευκτη.
Σε συλλογικό επίπεδο η υπόθεση Κοσκωτά- θα μπορούσε να είχε λειτουργήσει σαν μια προειδοποίηση για τη διαφθορά του ελληνικού πολιτικού συστήματος ή τις σχέσεις εξουσίας, media και τραπεζών. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο.H ελληνική κοινωνία όμως, απ’ ότι αποδείχτηκε, ήταν μάλλον ανέτοιμη για να το λάβει.