Ο θάνατος της 30χρονης Jessica Ainscough, η οποία διαγνώσθηκε με σάρκωμα στο αριστερό της χέρι και επέλεξε να αντικαταστήσει τη χημειοθεραπεία με εναλλακτικές μορφές θεραπείας, επανέφερε στην επικαιρότητα ένα θέμα που απασχολεί έντονα την επιστημονική κοινότητα: τι κρύβεται πίσω από αυτούς τους διαφορετικούς τρόπους θεραπείας; Υπάρχει πραγματικό αποτέλεσμα; Και ποια είναι η σχέση ανάμεσα στους ογκολόγους και σε όσους ασκούν αυτή την «εναλλακτική ιατρική»;
Η ογκολόγος και συγγραφέας Ranjana Srivastava σε άρθρο της στον Guardian με τίτλο «Τι λέμε εμείς οι γιατροί στους “εναλλακτικούς θεραπευτές” όταν ένας ασθενής πεθαίνει; Τίποτα. Δεν συζητάμε ποτέ», περιγράφει την καθημερινή «μάχη» που δίνει με την παραπληροφόρηση των δικών της ασθενών σχετικά με τις εναλλακτικές μορφές θεραπείας, αλλά και για την απουσία επικοινωνίας των ογκολόγων με τους «εναλλακτικούς θεραπευτές».
Έρευνες δείχνουν, όπως αναφέρεται στο άρθρο, ότι σχεδόν το 70% των καρκινοπαθών, αλλά και το 90% των ασθενών που συμμετέχουν στο πρώιμο στάδιο μια κλινικής δοκιμής, χρησιμοποιούν εναλλακτικές μορφές θεραπείας. «Τώρα γνωρίζουμε ότι αυτές οι θεραπείες, όχι μόνο δεν βοηθούν, αλλά είναι και απολύτως επικίνδυνες. Τα βότανα και τα συμπληρώματα μπορούν να επηρεάσουν τη χημειοθεραπεία και να μειώσουν την αποτελεσματικότητά της, κάτι που αποτελεί πραγματικό μειονέκτημα όταν ο σκοπός της είναι θεραπευτικός,» γράφει η Srivastava.
Σύμφωνα μάλιστα με έρευνα του Guardian, από τα 44 μπουκάλια με βότανα που ελέχθησαν, το ένα τρίτο περιείχε υποκατάστατα – το φυτό που διαφημιζόταν στο μπουκάλι ούτε καν υπήρχε μέσα. Πολλά από τα δημοφιλή συμπληρώματα περιέχουν μάλιστα σκόνη ρυζιού και αχριόχορτα, φυτά δηλαδή που δεν έχουν καμία θεραπευτική ικανότητα. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας το αποκάλεσε αυτό «απειλή στην ασφάλεια του καταναλωτή.»
Η ηλεκτροθεραπεία, τα ραδιοκύματα και η μαγνητική ενέργεια, τονίζει η γιατρός στο άρθρο της, είναι όλες εναλλακτικές θεραπείες του καρκίνου που έχουν απορριφθεί ως ψευδής από έγκυρες οργανώσεις καρκίνου, όπως η Αμερικανική Καρκινική Εταιρεία και και Καρκινικό Συμβούλιο Αυστραλίας.
Στο επίκεντρο της προσοχής βρίσκεται όπως είναι φυσικό η θεραπεία Gerson, καθώς έτσι επέλεξε να πολεμήσει τον καρκίνο η Jessica Ainscough όταν απέρριψε τη χημειοθεραπεία. Προωθείται ως «η φυσική θεραπεία που ενεργοποιεί την εξαιρετική ικανότητα του σώματος να αυτοθεραπεύεται.» Το Κέντρο Έρευνας Καρκίνου της Βρετανίας εξηγεί ότι απαιτεί από τον ασθενή να καταναλώνει εννέα κιλά φρούτων και λαχανικών (ναι καλά διαβάσατε, εννέα) και να κάνει τρία ή τέσσερα κλύσματα καφέ, κάθε μέρα. Υπάρχει μια διακριτική αναφορά ότι «σε μερικές περιπτώσεις η θεραπεία Gerson μπορεί να γίνει εξαιρετικά βλαβερή για την υγεία.»
«Στα 10 χρόνια που είμαι ογκολόγος, έχω γίνει μάρτυρας μερικών καταστροφικών συνεπειών όταν οι γιατροί προτείνουν εναλλακτικές μορφές θεραπείας,» γράφει η Srivastava.
Στη συνέχεια, παραθέτει τα δικά της παραδείγματα ασθενών. Τη γυναίκα που είχε καρκίνο στο στήθος και όταν ο “εναλλακτικός θεραπευτής” της δεν μπορούσε πλέον να κάνει τίποτα για αυτήν, ήταν πλέον πολύ αργά για να την σώσει. Τον άνδρα που ξόδεψε 50.000 δολάρια σε εγχύσεις βιταμινών και καταστράφηκε οικονομικά, αλλά και τη σύζυγο που αναγκάστηκε να πουλήσει το σπίτι, όταν ανακάλυψε το τεράστιο χρέος που άφησε πίσω του ο άνδρας της μετά τον θάνατό του. Αλλά και για τα παιδιά που αναγκάστηκαν να παρατήσουν τις σπουδές τους για να βοηθήσουν τον πατέρα τους να πληρώσει εξωτικά βότανα.
«Αυτές οι ιστορίες δεν είναι μοναδικές – κάθε ογκολόγος έχει να πει μια ιστορία οικονομικής και ψυχολογικής καταστροφής, την οποία και ζει η οικογένεια για πολύ καιρό αφότου η οικογένεια έχει πεθάνει,», προσθέτει η ογκολόγος.
Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η χημειοθεραπεία μπορεί επίσης να είναι καταστροφική και θανάσιμη, προσθέτει. Αλλά η διαφορά, τονίζει, είναι ότι οι ασθενείς μπορούν να ενημερωθούν από πολλές πηγές για αυτό, λαμβάνουν πολλές πληροφορίες από τους γιατρούς τους, ενώ η τοξικότητα επίσης παρακολουθείται και μετριέται.
Τι συμβαίνει, ωστόσο όταν ένας ασθενής που επέλεξε τελικά μία εναλλακτικής μορφή θεραπείας πεθάνει, όπως συνέβη στη περίπτωση της Ainscough; «Η επικοινωνία ανάμεσα στον ογκολόγο και τον εναλλακτικό θεραπευτή είναι ανύπαρκτη,» απαντά η Ranjana Srivastava.
Σύμφωνα με την εμπειρία της, όπως τονίζει, ποτέ δεν έχει επικοινωνήσει μαζί της κάποιος «εναλλακτικός θεραπευτής» για να συζητήσει μαζί της τη φροντίδα ενός ασθενούς.
«Οι γνώσεις μας για την υγεία προχωρούν με αργό ρυθμό. Αυτή η εναλλακτική βιομηχανία υγείας, αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων, προχωρά με γοργό ρυθμό. Θα προσελκύσει απροστάτευτους ασθενείς που θα προσκολληθούν και στην παραμικρή υπόσχεση ανάρρωσης χωρίς βλαβερές επιπτώσεις. Όταν υπάρχει ανταλλαγή χρημάτων και η προϋπόθεση ακούγεται πολύ καλή για να είναι αληθινή, η φράση παραμένει: ο αγοραστής ας προσέχει,» καταλήγει η Ranjana Srivastava.
Πηγή: The Guardian