ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΥΝΟΡΑ ΤΟΥΡΚΙΑ-ΣΥΡΙΑ
«Rojava» στα κουρδικά σημαίνει «δύση». Μετά την έναρξη όμως του εμφυλίου πολέμου στη Συρία η λέξη έπαψε να αποτελεί απλά έναν γεωγραφικό προσδιορισμό. Παραπέμπει σε μια μικρή περιοχή στα βόρεια της Συρίας, στα σύνορα με την Τουρκία. Μια περιοχή η οποία κατοικείται στην συντριπτική της πλειοψηφία από Κούρδους οι οποίοι μετά την αποχώρηση των συριακών δυνάμεων ανακήρυξαν την αυτονομία της. Για του Κούρδους, η Rojava αποτελεί το «δυτικό Κουρδιστάν».
Σε αυτή τη γωνία της πάντα ταραγμένης Μέσης Ανατολής, εδώ και τρία χρόνια εκπονείται κατά κάποιους, ένα…«πείραμα» με ευρύτερες γεωπολιτικές διαστάσεις ή, για κάποιους άλλους, μια «αθόρυβη επανάσταση».
Η τύχη του εγχειρήματος, όπως έχει διδάξει η ιστορία, θα κριθεί από τα συμφέροντα των «μεγάλων παικτών», το πείσμα των «μικρών» και τις ισορροπίες που θα αποφασιστεί πως πρέπει να τηρηθούν. Ασχέτως όμως αυτού, το σήμερα φαντάζει ενδιαφέρον.
Μια…διαφορετική μορφή κοινωνίας πασχίζει να γεννηθεί εν μέσω διασταυρωμένων πυρών. Μια «αυτόνομη κρατική οντότητα» επιχειρείται να δημιουργηθεί . «Πάνω» σε αρχές, δομές και ιδεολογία που αντιπροσωπεύουν ένα «μοντέλο» καινοτόμο όσο και ξένο για την Ανατολή και ξεχασμένο ή απορριπτέο για τη σύγχρονη Δύση.
Τι είναι όμως πραγματικά η Rojava; Η πρόεδρος του Νομοθετικού Συμβουλίου του Κομπάνι έχει να μας δώσει κάποιες απαντήσεις...
Η Fayza Abdi είναι μια γυναίκα χειραφετημένη, με πανεπιστημιακή εκπαίδευση, μητέρα δύο παιδιών και στο πρόσωπό της όσο και στο λόγο της διακρίνεται μια αυθεντική καλοσύνη. Κατ’ επιλογή φορά μαντίλα αλλά μπήκε με άνεση στο παραδοσιακό αντρικό καφενείο κοντά στα σύνορα Τουρκίας - Συρίας, όπου είχαμε δώσει ραντεβού. Κατά σύμπτωση εκείνη την ώρα στην τηλεόραση οι ειδήσεις έδειχναν πλάνα του Αλέξη Τσίπρα. Και όπως σε όλες τις επαφές μας στο πλαίσιο της αποστολής στην περιοχή- ακολουθώντας την ανθρωπιστική βοήθεια που εστάλη από την Ελλάδα στο λαό του Κομπάνι- δεν αποφύγαμε τις ερωτήσεις για τον ΣΥΡΙΖΑ!
Η συζήτηση ξεκίνησε από τη διοικητική δομή της Rojava, των περίπου 4.5εκατ. κατοίκων, που αποτελείται από τρεις ξεχωριστές περιοχές, ασύνδετες γεωγραφικά αλλά με κοινή ιδεολογία. Το Τζαζίρα, το Αφρίν και το Κομπάνι. Η πολιορκία του Κομπάνι από τις δυνάμεις του Ισλαμικού Κράτους, η αντίσταση των Κούρδων μαχητών και η νίκη τους επί των σουνιτών εξτρεμιστών ήταν αναμφίβολα τα γεγονότα που ανάγκασαν τη Δύση να ασχοληθεί με τις εξελίξεις στη συγκεκριμένη περιοχή και να αναρωτηθεί τι πραγματικά συμβαίνει τα τέσσερα τελευταία χρόνια.
"Rojava february2014 2" by PANONIAN - Own work. Licensed under CC0 via Wikimedia Commons.
Όπως εξηγεί η κ.Abdi, μιλώντας στη HuffPost Greece, oι τρεις περιοχές ονομάζονται «καντόνια». Ο όρος, ως περιεχόμενο, αντιστοιχεί στα καντόνια της Ελβετίας μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα οπότε αποτελούσαν ουσιαστικά κυρίαρχα κράτη, μέλη της ομοσπονδίας. «Η ιδέα των καντονιών δεν είναι καινούρια. Πάει πίσω περί τα 15 χρόνια και είχε αναφερθεί σε αυτή πρώτος ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν. Μετά την έναρξη του εμφυλίου στη Συρία περάσαμε από την ιδεολογία στην πράξη με τη συγκρότηση της Rojava. Ήταν ένα αναγκαίο βήμα για εμάς. Το καθεστώς του Άσαντ καταπίεζε τις μειονότητες, όπως την Κουρδική. Ακόμη και τη γλώσσα μας ένα παιδί μπορούσε να τη διδαχθεί μόνο ως ξένη γλώσσα, όπως μαθαίνετε εσείς τα Αγγλικά. Και αυτό ήταν το λιγότερο», αναφέρει η κ.Abdi. Έτσι το «κενό εξουσίας» καλύφθηκε από με τη δημιουργία κάτι εντελώς...εναλλακτικού για τα μέχρι τότε δεδομένα.
Το όνομα του φυλακισμένου στην Τουρκία και καταδικασμένου για τρομοκρατικές πράξεις «Άπο», θα αναφερθεί πολλές φορές στη συζήτηση. Εξάλλου, παραμένει ο αδιαμφισβήτητος καθοδηγητής των Κούρδων. Η δε Rojava, οικοδομείται βάσει των επιταγών της δικής του ιδεολογικής-πολιτικής πλατφόρμας, με ένα μείγμα στοιχείων δημοκρατικού ή και ελευθεριακού σοσιαλισμού, ακόμη μαρξισμού - λενινισμού, και πάντα με έμφαση στην ισότητα των φύλων και την οικολογία.
Η επιμονή στην απόλυτη αυτονομία και ελευθερία στη λήψη αποφάσεων που χαρακτηρίζει το μοντέλο διοίκησης των καντονιών, αποτελεί μέρος αυτής πολιτικής πλατφόρμας και μία μόνο από τις πολλές εκπλήξεις της Rojava.
Όταν ζητάμε από την πρόεδρο να μας αναλύσει τις βασικές αρχές που ευαγγελίζεται η Rojava, αναφέρεται στη «σύναψη ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου», στις προβλέψεις του νέου Συντάγματος και χρησιμοποιεί λέξεις και φράσεις όπως: σύστημα αυτοδιαχείρισης και αυτο-οργάνωσης, δικαίωμα στην αυτοπροστασία, ισότητα των δύο φύλων, οικολογία, σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα-θρήσκευμα, εθνότητα, γλώσσα, τον πολιτισμό-ανεκτικότητα, πλουραλισμός, οικονομική αυτάρκεια, δημοκρατία των πολιτών, συμμετοχική δημοκρατία και λήψη αποφάσεων από τη βάση. Ακούγεται ιδανικό και το ερώτημα είναι πως όλα αυτά μεταφράζονται στην πράξη…
Κι όμως. Αν και όχι σε απόλυτο βαθμό, σε αυτά τα τρία μικρά κομμάτια γης, οι άνθρωποι που τα κατοικούν φαίνεται να μην τα πηγαίνουν και τόσο άσχημα. Στην καθημερινότητα η συνύπαρξη είναι αρμονική, ο τρόπος συμπεριφοράς αλλά και περιβολής στους δημόσιους χώρους δεν θυμίζει «βαθεία ανατολή» και σε καμία περίπτωση δεν καθορίζεται απόλυτα από τη θρησκεία.
Σε όλα τα καντόνια υπάρχουν τοπικές συνελεύσεις της γειτονιάς, του χωριού, της πόλης αλλά και πολυάριθμες οργανώσεις. Οι κάτοικοι λαμβάνουν συλλογικά αποφάσεις για όλα τα ζητήματα που τους αφορούν ενώ υπάρχει και επιμερισμός αρμοδιοτήτων και εργασιών. Αυτό το «μοντέλο» συνεχίζεται μάλιστα ακόμη και τώρα, στους προσφυγικούς καταυλισμούς αλλά και μέσα στο κατεδαφισμένο Κομπάνι. Συναποφασίζουν και όλοι προσπαθούν να προσφέρουν κάτι. Στο ερειπωμένο σχολείο, στο φούρνο, στη γειτονία που πρέπει να ξαναχτιστεί.
Η κ.Abdi κάνει λόγο για«κομμούνες» στις οποίες εκπροσωπούνται, όπως και σε όλες τις βαθμίδες της διοίκησης, άπαντες: άνδρες και γυναίκες, νέοι και εθνότητες.
«Τόσο στις οργανώσεις όσο και στο Νομοθετικό Συμβούλιο του κάθε καντονιού υπάρχει ποσόστωση 40% για τις γυναίκες. Το άλλο 40% είναι άνδρες και το υπόλοιπο 20% προέρχεται από τις μειονότητες. Τα μέλη τους προέρχονται από τα κόμματα, από ανεξάρτητους και από τις οργανώσεις» εξηγεί η κ.Abdi συνθέτοντας με την περιγραφή της ένα πραγματικά αντιπροσωπευτικό «μωσαϊκό». Οι αναλογίες αυτές τηρούνται και στο Διοικητικό Συμβούλιο- που ασκεί καθήκοντα εκτελεστικής εξουσίας- ενώ υπάρχει τέλος η Συντονιστική Επιτροπή της Rojava όπου και τα τρία καντόνια εκπροσωπούνται ισότιμα.
Σε επίπεδο λήψης αποφάσεων υπάρχει επίσης ελευθερία. «Εάν για παράδειγμα ληφθεί μια απόφαση στο Κομπάνι, αυτή έρχεται προς συζήτηση στη διοίκηση της Rojava. Για να εφαρμοστεί όμως δεν είναι απαραίτητο να συμφωνήσουν και τα άλλα δύο καντόνια. Πάντα βέβαια πρέπει να τηρούνται οι αρχές του Συντάγματος, αλλά υπάρχει μεγάλη ελευθερία σε επιμέρους ζητήματα».
Αυτό ωστόσο που με εκπλήσσει είναι πως πέραν της ποσόστωσης για τις γυναίκες, σε αυτή τη γωνία της Μέσης Ανατολής υπάρχει και μια άλλη καινοτομία, προς ενίσχυση της θέσης της γυναίκας στο δημόσιο βίο. «Εφαρμόζουμε το σύστημα της διπλής προεδρίας στο οποίο μια εξουσία μοιράζεται στα δύο και ισότιμα, μεταξύ ενός άνδρα και μιας γυναίκας», μας λέει η κ.Abdi, η οποία είναι η συμπρόεδρος του Νομοθετικού Συμβουλίου και μοιράζεται το αξίωμα με έναν άνδρα.
Το ίδιο σύστημα, εφαρμόζεται όχι μόνο στη Rojava αλλά και σε άλλες περιοχές όπου είναι ισχυρό το κουρδικό στοιχείο. Στους δήμους της νότιας και ανατολικής Τουρκίας όπου έχουν εκλεγεί Κούρδοι υπάρχει επίσης το μοντέλο της συνδημαρχίας, όπως στο Σουρούτς.
Στα ίδια βήματα και το αριστερό-με κουρδικό πρόσημο-κόμμα της Τουρκίας, το HDP, όπου o πρόεδρος, Selahattin Demitras μοιράζεται το αξίωμα με την Figen Yuksekdag.
Για μια ακόμη φορά, ανακαλύπτουμε πως πίσω και από αυτή την ευχάριστη, για το γυναικείο κίνημα, έκπληξη βρίσκεται ο «Άπο». «Ο Οτσαλάν έχει μιλήσει εδώ και χρόνια για την ισότητα των δύο φύλων. Πλέον για εμάς είναι μια πραγματικότητα. Για μια ακόμη φορά περάσαμε από τα λόγια στην πράξη. Και για τη Rojava, όπως και γενικότερα για τους Κούρδους η ισότητα ανδρών- γυναικών αποτελεί βασική αρχή. Σίγουρα υπήρχαν αντιδράσεις από τους άνδρες αλλά…προσαρμόστηκαν» λέει χαμογελώντας η κ.Abdi η οποία απορρίπτει τον όρο «φεμινισμός». «Δεν είμαστε καλύτεροι από τους άνδρες ούτε θέλουμε να είμαστε ανώτερες αυτών. Απλά είμαστε ίσοι».
Βέβαια, υπάρχουν και αλήθειες που δεν λέγονται. Οι Κούρδισσες κέρδισαν αυτή την ισότητα όχι μόνο χάριν της επιμονής τους και της γενικότερης φιλοσοφίας και παράδοσής τους. Ο αποδεκατισμός των Κούρδων μαχητών από τους Τούρκους τα χρόνια του σκληρού αντάρτικού στη μάχη για ένα ελεύθερο «Κουρδιστάν», έβγαλε τις γυναίκες στα βουνά και τους έδωσε όπλα. Η χειραφέτηση ήρθε ως φυσική συνέχεια του νέου τους ρόλου και η ισότητα ως αναγκαιότητα και επιβράβευση, όπως και σε τόσους άλλους πολέμους. Το ίδιο συνέβη και με τις Κούρδισσες της Συρίας οι οποίες, όπως μας εξήγησε στη συνέχεια η κ.Abdi, πολεμούν πλάι - πλαί με τους άνδρες.
Βέβαια όπως και στη Δύση, η ισότητα σταματά στην πόρτα του σπιτιού…Στις οικογένειες από το Κομπάνι που συναντήσαμε ο ρόλος της γυναίκας σε ο,τι αφορά τις υποχρεώσεις, οικιακές και οικογενειακές, δεν έχει αλλάξει. Κοινώς το «μοίρασμα» των αξιωμάτων στο δημόσιο βίο δεν μεταφράστηκε σε…επιμερισμό αρμοδιοτήτων όπως στη φροντίδα των παιδιών, το μαγείρεμα, το πλύσιμο, το σφουγγάρισμα και το κουβάλημα του νερού!
Η ισχύς του στρατού είναι αυτή την περίοδο το πιο σημαντικό εφόδιο για τα απειλούμενα, από όλα τα ανοιχτά μέτωπα της περιοχής, καντόνια της Rojava. Στην προσπάθεια όμως οικοδόμησης μιας νέας κοινωνίας και στον αγώνα για την αναγνώριση της περιοχής ως «αυτόνομη», οι οικονομικοί πόροι είναι μια σημαντική παράμετρος. Από την έναρξη του εμφυλίου στη Συρία, ο τραπεζικός τομέας έχει καταρρεύσει ενώ στα τρία καντόνια της Rojava δεν συλλέγονται φόροι. Το Κομπάνι, το Αφρίν και το Τζεζίρε βρίσκονται όχι μόνο σε ένα πολιτικό αλλά και σε ένα οικονομικό ιδιότυπο εμπάργκο από τις γείτονες χώρες.
«Στη Rojava γενικότερα, όπως φυσικά και στο Κομπάνι τα οικονομικά μεγέθη είναι μικρά. Βασιζόμαστε κατά κύριο λόγο στις αγροτικές καλλιέργειες και στην κτηνοτροφία. Πιστεύουμε στην αυτοδιαχείριση, αλλά και στη συλλογική εργασία με ένα κοινό σκοπό και στόχο και όλες οι δραστηριότητες συνδέονται μεταξύ τους» εξηγεί στη HuffPost Greece η κ.Abdi. H ιδιωτική πρωτοβουλία υπάρχει αλλά όχι σε μεγάλο βαθμό ενώ «βασικός στόχος είναι να είμαστε αυτάρκεις».
Βαριά βιομηχανία επίσης δεν υπάρχει, παρά μόνο κάποιες μικρές τσιμεντοβιομηχανίες οι οποίες πλέον έχουν καταστραφεί ή εγκαταλειφθεί. Υπάρχει ωστόσο το πετρέλαιο. Και αν και δεν είναι θέμα δημόσιας συζήτησης, υπάρχουν πληροφορίες πως κάποιες ποσότητες πωλούνται στη μαύρη αγορά.
Όσο για το μέλλον, η απάντηση δεν είναι ξεκάθαρη. Εξάλλου το ποιό «οικονομικό μοντέλο» θα ακολουθήσει η Rojava θα καθοριστεί από πολλούς παράγοντες αφού όμως πρώτα κριθεί η ίδια η ύπαρξη της. «Είναι ακόμη κάπως νωρίς για να συζητήσουμε κάτι τέτοιο», παραδέχεται η κ.Abdi.
Μιλώντας για τη Rojava είναι φυσικά αδύνατον να μην μιλήσει κανείς για την πόλη- σύμβολο της αντίστασης στο ΙΚ, το Κομπάνι. Η συνολική εικόνα, από πλευράς των αρχών, όπως μας τη δίνει η κ.Abdi αποτυπώνεται και στις φωτογραφίες του Μιχάλη Καραγιάννη από την ισοπεδωμένη πόλη.
«Στο Κομπάνι βρίσκονται τώρα περίπου 2.000 κάτοικοι, πέραν των μαχητών. Στα χωρία έχουν επιστρέψει πολλοί περισσότεροι
γιατί οι βομβαρδισμοί των σουνιτών εξτρεμιστών στόχευαν κατά κύριο λόγο την πόλη η οποία έχει καταστραφεί σε ποσοστό 70% με 80%. Σχολεία και νοσοκομεία έχουν υποστεί τεράστιες ζημιές ή έχουν καταστραφεί ολοσχερώς», περιγράφει στη HuffPost Greece η πρόεδρος του Νομοθετικού Συμβουλίου του Κομπάνι.
Το χειρότερο όμως είναι οι νάρκες που τοποθέτησαν οι τζιχαντιστές. «Υπάρχουν βλήματα που δεν έχουν σκάσει και πολλές νάρκες. Στους δρόμους, σε σπίτια, στα χαλάσματα. Οι άνθρωποι επιστρέφουν στα σπίτια τους και τραυματίζονται σοβαρά ή σκοτώνονται. Έχουμε ζητήσει βοήθεια για τον καθαρισμό. Υπάρχει μια οργάνωση που αξιολογεί την κατάσταση, έχουμε ζητήσει βοήθεια και από τη Γερμανία αλλά δεν υπάρχει κάτι επίσημο ακόμη».Πέραν όμως της αποναρκοθέτησης της περιοχής υπάρχει και τεράστια ανάγκη παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας αλλά και οικονομικής αρωγής.
Ωστόσο φαίνεται να υπάρχουν αρκετά διπλωματικά εμπόδια. Η Rojava δεν έχει αναγνωριστεί ως αυτόνομο κράτος ενώ η διοίκησης της περιοχής δεν αναγνωρίζει το καθεστώς του Άσαντ που θα ήταν η μια επίσημη κρατική οδός μέσω της οποίας θα μπορούσε να διοχετευτεί βοήθεια στην περιοχή. Η άλλη οδός, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την ανακούφιση των προσφύγων, είναι η Τουρκία. Αυτή όμως κατηγορείται πως διαχειρίζεται κατά το δοκούν την όποια βοήθεια από διεθνείς οργανισμούς και κράτη με αποτέλεσμα να μην φτάνει στους Κούρδους της Συρίας. «Ζητάμε να ανοίξει μια επίσημη οδός που θα επιτρέπει την αποστολή βοήθειας απευθείας στο Κομπάνι, από κράτη και διεθνείς οργανισμούς» επιμένει η κ.Abdi. Μόνο που κάτι τέτοιο θα σήμαινε πως παράλληλα ανοίγει ο δρόμος για την αναγνώριση της «αυτόνομης» περιοχής…
Ανάλογα είναι και τα αιτήματα των αρχών της Rojava για την επίσημη παροχή βοήθειας από άλλα κράτη στη μάχη των Κούρδων κατά του Ισλαμικού Κράτους, υποστηρίζοντας πως είναι το «κλειδί» για την ανακοπή της επέλασης των τζιχαντιστών. Και αυτές οι εκκλήσεις όμως προσκρούουν στους κανόνες του διεθνούς δικαίου και της διπλωματίας. Εξάλλου από πλευράς της Τουρκίας το ισχυρότερο κόμμα στη Rojava, το Κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) έχει κατηγορηθεί για σχέσεις με το απαγορευμένο Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK) ο ιστορικός ηγέτης του οποίου έχει καταδικαστεί ως τρομοκράτης. Για το καθεστώς του Άσαντ, η Rojava δεν υφίσταται και το PYD είναι απαγορευμένο. Εν μέσω δε όλων αυτών οι συζητήσεις για το «κουρδικό ζήτημα» έχουν ανοίξει και πάλι και οι ισορροπίες είναι είναι εύθραυστες.
Βέβαια, το ίδιο PYD, αρνείται οποιαδήποτε σχέση με το PKK ενώ η διοίκηση της Rojava, όπως επιβεβαιώνει και η κ.Abdi δεν θέτει ανεξαρτησίας ή δημιουργίας ενός «μεγάλου Κουρδιστάν». Όταν σχολιάζουμε πως αυτό συνιστά μια υπαναχώρηση από τις αρχικές θέσεις του κουρδικού κινήματος, απαντά λακωνικά. «Σήμερα δεν υπάρχουν οι συνθήκες για ένα ενιαίο ανεξάρτητο Κουρδιστάν. Είμαστε ένας λαός χωρισμένος σε τέσσερις χώρες. Τουρκία, Συρία, Ιράκ και Ιράν. Το όνειρο υπάρχει αλλά τώρα προέχει να κερδίσουμε την αυτονομία μας». Όπως προέχει και η μάχη κατά του IK…
Η Rojava επισήμως δεν διαθέτει «στρατό», στη μορφή και στο περιεχόμενο τουλάχιστον που αντιστοιχεί σε δυτικούς όρους. Διαθέτει όμως τη Μονάδα Προστασίας Πολιτών (YPG) και τη Μονάδα Προστασίας Γυναικών (YPJ) που πρακτικά αποτελούν την «ένοπλη πτέρυγα» του Κόμματος της Δημοκρατικής Ένωσης της αυτο-ανακηρυχθείσας αυτόνομης περιοχής. Συνολικά αριθμούν περίπου 73.000 στρατιώτες- άνδρες και γυναίκες-ενώ στις τρεις αυτόνομες περιοχές δραστηριοποιείται και η μονάδα εσωτερικής ασφάλειας, η Asayish.
Οι γυναίκες που έχουν ντυθεί στα «χακί», κυμαίνονται σήμερα από 7.500 έως 10.000 και όπως μας εξηγεί η κ.Abdi, ο εμφύλιος στη Συρία και η επίθεση του ΙΚ έπεισε πολλές συμπατριώτισσές της να ενταχθούν στις μονάδες του «στρατού». «Εδώ και χρόνια όμως λαμβάνουμε στρατιωτική εκπαίδευση. Ξέρουμε πως να αντιδράσουμε, να προστατέψουμε τους εαυτούς και τους άλλους. Οι γυναίκες είναι ενεργές σε αυτό τον τομέα έως και τα 50 έτη αν και σε διαφορετικό βαθμό η κάθε μία».
Η εκπαίδευση τους, κρατά έως και 2 μήνες αν και για κάποιες είναι διαρκής. Βέβαια στην περίπτωση των τζιχανιστών τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά και η επόμενη ερώτηση στην κ.Abdi είναι αναπόφευκτη. «Μα δεν φοβάστε; Οι τζιχαντιστές επιφυλάσσουν για τις γυναίκες που πέφτουν στα χέρια τους τη χειρότερη μοίρα…». Η απάντησή της όμως είναι απλή όσο και αφοπλιστική. «Εμείς δεν επιτρέπουμε βιαιότητες σε βάρος μας. Και όταν ξέρεις πως μπορείς να τον σκοτώσεις δεν τον φοβάσαι…».
Έτσι, οι γυναίκες πολεμούν πλάι- πλάι με τους άνδρες, μοιράζονται συχνά ακόμη και τη διοίκηση μονάδων ενώ τα επιτεύγματα αλλά και το θάρρος κάποιων εξ αυτών συζητείται όχι μόνο μεταξύ των Κουρδισσών αλλά και των γυναικών της Δύσης. Το δε όνομα της Αρίν Μιρχάν- η οποία ζώστηκε με εκρηκτικά και πήρε μαζί της στο θάνατο 22 άνδρες του ΙΚ- είναι στα χείλη όλων των νεαρών κοριτσιών που συναντά κανείς στην ευρύτερη περιοχή αλλά και γραμμένο σε θρανία, τοίχους και μάντρες σπιτιών…
Πέρα πάντως από τη συμμετοχή των γυναικών στο «στρατό» της Rojava, στις τρεις μονάδες αν και υπερτερούν συντριπτικά οι Κούρδοι, έχουν ενταχθεί αρκετοί Άραβες, Χριστιανοί αλλά και Γεζίντι οι οποίοι επέλεξαν να μεταναστεύσουν στις περιοχές της Rojava αναζητώντας ένα ασφαλές καταφύγιο. Κάποιοι εξ αυτών κατάφεραν να γλιτώσουν από τους σουνίτες εξτρεμιστές και τον απόλυτο αφανισμό που τους επιφύλασσαν, μετά την καταδρομική επιχείρηση Κούρδων μαχητών οι οποίοι διέσχισαν τα σύνορα Συρίας-Ιράκ για να φυγαδεύσουν τον απροστάτευτο πληθυσμό. Σήμερα στον ΟΗΕ έχει ξεκινήσει μια μεγάλη συζήτηση για τη σφαγή των Γεζίντι από τους τζιχαντιστές και κατά πόσο οι βιαιότητες οι οποίες διαπράχθηκαν πληρούν τα χαρακτηριστικά της γενοκτονίας…
Η πολύμηνη πάντως μάχη για να μην πέσει το Κομπάνι στα χέρια του Ισλαμικού Κράτους, ήταν αναμφίβολα η πιο σημαντική που έχουν δώσει μέχρι σήμερα οι μονάδες της Rojava. Και φυσικά η μάχη δεν έχει ακόμη τελειώσει, αφού ακόμη και τώρα ομάδες ομάδες τζιχαντιστών παραμένουν στην ευρύτερη περιοχή και εξαπολύουν μικρής εμβέλειας επιθέσεις.
Σε κάθε περίπτωση, η YPG και η YPJ με μόνα εφόδιο τον ελαφρύ οπλισμό τους, κάποια αυτοσχέδια τάνκ και πολύ καρδιά κατάφεραν να «κρατήσουν» τις γραμμές τους αλλά και το Κομπάνι. Αυτό μάλιστα τη στιγμή που οι αντίπαλοί τους, είχαν στη διάθεσή τους μεγάλο μέρος του βαρέως οπλισμού του ιρακινού στρατού που είχε διατεθεί από τις ΗΠΑ και μετά την ανακήρυξη του Ισλαμικού Κράτους πέρασε στην διάθεση των τζιχαντιστών. Η πλάστιγγα βέβαια έγειρε οριστικά προς το μέρος των μαχητών της Rojava κυρίως μετά την ενίσχυση τους από τις δυνάμεις των Κούρδων του Ιράκ, Πεσμεργκά, («αυτοί που αντιμετωπίζουν το θάνατο») αλλά και των βομβαρδισμών των ΗΠΑ σε στρατηγικά σημεία όπου έδρευαν δυνάμεις του ΙΚ.