Διάλογος με πολλές δυσκολίες, αλλά που απέδειξε ότι η Άνγκελα Μέρκελ στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα βρήκε ένα αξιόπιστο συνομιλητή που θα της λέει την άποψή του για την κατάσταση στην Ελλάδα και τις επιπτώσεις της πολιτικής της. Μ’ αυτά τα λόγια περιέγραψε αυτόπτης μάρτυρας την πεντάωρη συζήτηση Μέρκελ – Τσίπρα στο Βερολίνο.
Η αναφορά αυτή έχει την σημασία της, διότι λέγεται πως ένα από τα προβλήματα που είχε η γερμανική πλευρά με τον Αντώνη Σαμαρά ήταν πως δεν την ενημέρωνε ουσιαστικά για την κατάσταση στην Ελλάδα και πως διαμορφωνόταν, αλλά ακόμη και αν είχε επιφυλάξεις αναλάμβανε να υλοποιήσει τις επιλογές που του υποδείκνυαν. Έτσι η μόνη πληροφόρηση για την πολιτική ηγεσία των εταίρων ερχόταν από τα τεχνικά στελέχη της τρόικας που έμπαιναν σε υπουργεία, σε νοσοκομεία, στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους κ.α.
Αντίθετα η συζήτηση Μέρκελ – Τσίπρα είχε αντιπαράθεση. Αντιπαράθεση μέσα από την οποία προέκυψαν συμφωνίες και διαφωνίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάποια στιγμή ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι θα αναλάβει εκείνος την πρωτοβουλία ώστε να γίνουν γνωστά τα πραγματικά μεγέθη της οικονομίας και της κοινωνίας.
Είναι προφανές ότι η συζήτηση είχε και αντιπαράθεση στοιχείων, καθώς άλλα είχε η Γερμανίδα καγκελάριος και άλλα είχε ο Έλληνας πρωθυπουργός. Και ο Αλ. Τσίπρας επίμονα δεν άφησε να πέσει κάτω ούτε ένα νούμερο πάνω στο οποίο θα μπορούσε η Μέρκελ «να πατήσει» για να δημιουργήσει πολιτική. Αυτό ήταν από τα χαρακτηριστικά της συζήτησης, που, σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη, είχε ως αποτέλεσμα να διαμορφωθεί μία «σχέση εμπιστοσύνης που βασίζεται στη δυναμική».
Ο «διπλός σεβασμός»
Ο Αλ. Τσίπρας έθεσε το πλαίσιο κάνοντας λόγο για ένα «διπλό σεβασμό»: στην Δημοκρατία και τις ευρωπαϊκές συνθήκες. Εγώ διαφωνώ, αλλά τις σέβομαι, είπε χαρακτηριστικά. Τι εννοεί ο πρωθυπουργός; Την απόρριψη της λιτότητας ως μοναδική επιλογή οικονομικής πολιτικής για την Ελλάδα. Ο σεβασμός στην Δημοκρατία επιβάλλει να σεβασμό στην ψήφο του ελληνικού λαού που είπε όχι στη λιτότητα και ότι πρέπει να υπάρξει νέα συμφωνία, ενώ με τον σεβασμό στις ευρωπαϊκές συνθήκες υποδηλώνεται το επιχείρημα ότι η λιτότητα δεν είναι μέρος των ευρωπαϊκών συνθηκών που θα πρέπει να τηρούνται.
Συμφωνίες
Μέρκελ και Τσίπρας συμφώνησαν σε θέματα που αφορούν την οικονομία. Για παράδειγμα συμφώνησαν στις πολιτικές για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και των τριγωνικών συναλλαγών, όπως και για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο ελληνικός φοροεισπρακτικός μηχανισμός που καλείται να επιλύσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Σύγκλιση υπήρξε και για το αμφιλεγόμενο Ταμείο για το Μέλλον, που η Γερμανία το προβάλλει ως ένα «αντίτιμο» για τις οφειλές ππου έχει από την Κατοχή.
Διαφωνία για το μνημόνιο
Οι δύο πλευρές δεν συμφώνησαν σε βασικά πράγματα. Το Βερολίνο με τίποτα δεν αποδέχθηκε την αποτυχία του μνημονίου – και δεν πρόκειται να την αποδεχθεί ποτέ για να μην χρειαστεί να ομολογήσει το λάθος του. Έτσι η Μέρκελ επέμεινε ότι το μνημόνιο έχει θετικά αποτελέσματα που μπορούν να βγάλουν την Ελλάδα από την κρίση. «Είναι αποτυχημένο» της απάντησε ο Αλ. Τσίπρας και δεν δίστασε να το πει και στην συνέντευξη τύπου. Και το χρέος διογκώθηκε ως ποσοστό του ΑΕΠ και ανθρωπιστική κρίση προκλήθηκε.
Επισημαίνεται πως ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στο νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης. Και είπε στην Μέρκελ πως το γεγονός ότι ψηφίσθηκε από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, που υλοποίησαν το μνημόνιο, είναι απόδειξη της αποτυχίας του. Η γερμανική πλευρά επέμεινε στο οικονομικό κόστος με τον Έλληνα πρωθυπουργό να υπογραμμίζει ότι η αντιμετώπιση της ακραίας φτώχειας δεν μπορεί να μπει στην ζυγαριά των αριθμών. Είναι αντίθετο στις αρχές του ευρωπαϊκού πολιτισμού, είπε ο Αλ. Τσίπρας στην Αν. Μέρκελ.
Το Βερολίνο θέλει και άλλο flexibility στις εργασιακές σχέσεις
Εντονότερες φαίνεται πως ήταν οι διαφωνίες για τις αλλαγές που ετοιμάζει η κυβέρνηση στα εργασιακά. Το Βερολίνο διαφωνεί με την επαναφορά της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και με την αύξηση του κατώτατου μισθού. Ζητά να υπάρξει και άλλη μείωση του εργατικού και μισθολογικού κόστους μέσα από ακόμη πιο ευέλικτες μορφές εργασίας. Κατά την εκτίμηση της Μέρκελ έτσι θα έλθουν ξένοι επενδυτές στην Ελλάδα.
Αντίθετα ο Αλ. Τσίπρας υπογράμμισε πως οι επενδύσεις κατέρρευσαν μαζί με την κατάρρευση των εργασιακών δικαιωμάτων και των μισθών. Οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας είχαν ως αποτέλεσμα την πτώση της ζήτησης και κατέστησαν την χώρα μη φιλική στους επιχειρηματίες, σύμφωνα με την Αθήνα.
Η διαφορά αντιλήψεων παρέμεινε και κυβερνητικοί παράγοντες επεσήμαναν κατόπιν αυτού ότι οι εργασιακές σχέσεις δεν είναι διμερές θέμα, αλλά ευρωπαϊκό.
Τι θα γίνει με τις ιδιωτικοποιήσεις
Η ελληνική πλευρά εξέθεσε την οπτική της για τις ιδιωτικοποιήσεις. Τάχθηκε υπέρ διεθνών συνεργειών, τόνισε ότι ο επενδυτής πρέπει να δεσμεύεται για νέες θέσεις εργασίας και για επενδύσεις, ενώ ζήτησε τα χρήματα από τις ενδεχόμενες ιδιωτικοποιήσεις να μην πηγαίνουν στην αποπληρωμή του τεράστιου δημόσιου χρέους, αλλά στην ενίσχυση του ασφαλιστικού συστήματος που κινδυνεύει με κατάρρευση.
Αντίθετα η Μέρκελ είπε ότι με τις ιδιωτικοποιήσεις η Ελλάδα μπορεί να βρει κεφάλαια για να αποπληρώνει το χρέος.