Το ηχητικό με τις δηλώσεις του Γιάνη Βαρουφάκη περί Plan B και παράλληλο τραπεζικό σύστημα έδωσε στη δημοσιότητα το φόρουμ OMFIF («The Official Monetary and Financial Institutions Forum»). Το ηχητικό ντοκουμέντο είναι από το φόρουμ της 16ης Ιουλίου. Η συζήτηση γινόταν με επενδυτές και στελέχη διεθνών hedge funds, με συντονιστή τον βαρώνο Νόρμαν Λάμοντ, πολιτικό των Βρετανών Συντηρητικών και πρώην υπουργό Οικονομικών επί πρωθυπουργίας Τζον Μέιτζορ. Το OMFIF είναι ένα ανεξάρτητο ερευνητικό δίκτυο που επικεντρώνεται σε θέματα πολιτικής και επενδύσεων.
Σύμφωνα με τους ίδιους, το ηχητικό ανέβηκε με τη συγκατάθεση του Γιάνη Βαρουφάκη.
Υπενθυμίζεται ότι το Plan B του Βαρουφάκη προέβλεπε δημιουργία ενός παράλληλου τραπεζικού συστήματος, που θα μπορούσε να οδηγήσει στη δραχμή.
Ο Γιάνης Βαρουφάκης αναφέρει μεταξύ άλλων (από το 2.30 λεπτό έως το 6.35):
«Πιστεύω ότι αυτή η συμφωνία δεν είναι βιώσιμη και ο Σόιμπλε, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, είναι αποφασισμένος να πετύχει ένα Grexit, έτσι τίποτα δεν έχει τελειώσει. Επιτρέψτε μου, όμως, να είμαι πολύ ακριβής και συγκεκριμένος σε αυτό το σημείο. Ο πρωθυπουργός προτού γίνει πρωθυπουργός και προτού κερδίσει τις εκλογές τον Ιανουάριο μου έδωσε το πράσινο φως να εκπονήσω ένα Ρlan Β. Και συγκέντρωσα μια πολύ ικανή ομάδα, μικρή ομάδα, όπως έπρεπε να είναι, επειδή έπρεπε να δράσει υπό άκρα μυστικότητα για προφανείς λόγους. Και αρχίσαμε να εργαζόμαστε από τα τέλη Δεκεμβρίου, ξεκινώντας από τις αρχές Ιανουαρίου για τη δημιουργία της. Αφήστε όμως, αν αυτό σας ενδιαφέρει, να σας περιγράψω κάποια πολιτικά και θεσμικά εμπόδια, που δυσχέραναν την ολοκλήρωση του έργου μας και την ενεργοποίησή του. Το έργο είχε λίγο-πολύ ολοκληρωθεί, είχαμε ένα Ρlan Β, αλλά η δυσκολία ήταν να προχωρήσουμε από τους πέντε ανθρώπους, που το σχεδίαζαν, στους χίλιους που θα το υλοποιούσαν. Γι’ αυτό θα έπρεπε να εξασφαλίσω μία ακόμη εξουσιοδότηση, την οποία ουδέποτε έλαβα. Αλλά να σας δώσω ένα παράδειγμα: Σχεδιάζαμε σε ένα μεγάλο αριθμό μετώπων, οπότε αναφέρω ένα ενδεικτικά. Πάρτε την περίπτωση των πρώτων λεπτών μετά το κλείσιμο των τραπεζών. Τα ΑΤΜ δεν λειτουργούν και πρέπει να υπάρξει ένα σύστημα παράλληλων πληρωμών, ώστε να συνεχίσει να λειτουργεί η οικονομία για λίγο, ενώ πρέπει να δοθεί στον πληθυσμό η αίσθηση ότι το κράτος ελέγχει την κατάσταση και πως υπάρχει σχέδιο.
Αυτό που σχεδιάζαμε να κάνουμε είναι το εξής: Υπάρχει η ιστοσελίδα της φορολογικής υπηρεσίας, όπως στη Βρετανία και αλλού, όπου πολίτες, φορολογούμενοι μπαίνουν στο σάιτ, χρησιμοποιούν τον κλειδάριθμό τους και μεταφέρουν μέσω web banking χρήματα από τους λογαριασμούς τους στο ΑΦΜ τους, ώστε να πληρώσουν τον ΦΠΑ, τον φόρο εισοδήματος κ.λπ. Σχεδιάζαμε να δημιουργήσουμε μυστικούς λογαριασμούς, συνδεδεμένους με κάθε ΑΦΜ, χωρίς να το πούμε σε κανέναν, ώστε να έχουμε αυτό το σύστημα σε λειτουργία υπό άκρα μυστικότητα και με το πάτημα ενός κουμπιού θα μας επιτρεπόταν να διανείμουμε pin σε κάθε κάτοχο ΑΦΜ, δηλαδή σε κάθε φορολογούμενο.
Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την περίπτωση κατά την οποία το κράτος χρωστάει ένα εκατ. ευρώ σε φαρμακευτική εταιρίας για την αγορά φαρμάκων για λογαριασμό του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Θα μπορούσαμε αμέσως να δημιουργήσουμε μια ψηφιακή μεταφορά σε αυτόν τον λογαριασμό του ΑΦΜ της φαρμακευτικής εταιρίας και να τους παράσχουμε ένα pin ώστε να μπορέσουν να το χρησιμοποιήσουν ως έναν κατά κάποιο τρόπο παράλληλο μηχανισμό πληρωμής για τη μεταφορά αυτού του ψηφιακού χρήματος σε οποιονδήποτε άλλο που χρωστούσαν χρήματα, ενώ παράλληλα να γίνονται και φορολογικές πληρωμές προς το κράτος. Αυτό θα δημιουργούσε ένα παράλληλο τραπεζικό σύστημα, ενώ οι τράπεζες θα ήταν κλειστές λόγω της επιθετικής πολιτικής της ΕΚΤ, δίνοντάς μας λίγο αέρα να αναπνεύσουμε.
Αυτό το σχέδιο αναπτύχθηκε πολύ καλά και θα έκανε μεγάλη διαφορά, επειδή πολύ γρήγορα θα μπορούσαμε να το επεκτείνουμε, χρησιμοποιώντας εφαρμογές σε smartphones (apps) και θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα παράλληλο σύστημα σε λειτουργία, το οποίο θα ήταν μεν προσδιορισμένο σε ευρώ, αλλά εν μια νυκτί θα μπορούσε να μετατραπεί και σε μια νέα δραχμή».
Αναφερόμενος στη συνέχεια στις δυσκολίες που αντιμετώπισε, λέει (6.40 έως 9.33):
Η γενική γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, του υπουργείου μου, ελέγχεται πλήρως και απευθείας από την τρόικα. Δεν ήταν στον έλεγχο του υπουργείου μου, ήταν υπό τον έλεγχο των Βρυξελλών. Είναι σαν η εφορία του Ηνωμένου Βασιλείου να ελέγχεται από τις Βρυξέλλες. Είμαι σίγουρος ότι ακούγοντας αυτές τις λέξεις σας σηκώνεται η τρίχα. Αυτό είναι το νούμερο ένα πρόβλημα.
Όμως, η γενική γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων από την άλλη ελέγχεται από εμένα, ως υπουργός. Διόρισα έναν καλό παιδικό μου φίλο, που είχε γίνει καθηγητής πληροφορικής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Το έβαλα εκεί γιατί τον εμπιστευόμουν. Κάποια στιγμή, μια εβδομάδα αφού πήγαμε στο υπουργείο, με κάλεσε και μου είπε πως αυτός ελέγχει τα μηχανήματα, το hardware αλλά όχι το λογισμικό (software). Το λογισμικό ανήκει στη γενική γραμματεία Δημοσίων Εσόδων που ελέγχεται από την τρόικα. Τι κάνουμε; Έτσι είχαμε μια συνάντηση, οι δυο μας -κανείς άλλος δεν το γνώριζε- και μου είπε πως αν ζητούσε άδεια από αυτούς να αρχίσω να εφαρμόζω αυτό το πρόγραμμα τότε η Τρόικα θα καταλάβαινε αμέσως ότι σχεδιάζαμε ένα παράλληλο σύστημα. Του είπα να μην το κάνει, δεν θέλαμε να αποκαλύψουμε κάτι σε αυτό το στάδιο, και έτσι τον εξουσιοδότησα -και δεν μπορείτε να το πείτε πουθενά αυτό, είναι εντελώς μεταξύ μας- να χακάρουμε...
(διακόπτεται για να του πουν ότι και άλλοι ακούν αλλά ότι δεν θα πουν τίποτα)
-Το ξέρω, αλλά ακόμη και αν το πουν, θα αρνηθώ ότι το είπα (8.25).
Έτσι αποφασίσαμε να χακάρουμε το λογισμικό του υπουργείου μου ώστε να αντιγράψει απλά το φορολογικό σύστημα σε ένα μεγάλο υπολογιστή στο γραφείο του για να μπορέσει να δουλέψει για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή του παράλληλου συστήματος πληρωμών.
Και ήμασταν έτοιμοι, να πάρουμε το πράσινο φως από τον πρωθυπουργό όταν έκλεισαν οι τράπεζες. Να πάμε στα γραφεία της γενικής γραμματείας Δημοσίων Εσόδων – που δεν ελέγχεται από εμάς αλλά ελέγχεται από τις Βρυξέλλες – να συνδέσουμε το λάπτοπ και να ενεργοποιήσουμε αυτό το σύστημα.
Προσπαθώ να σας μεταφέρω τα θεσμικά προβλήματα που είχαμε να αντιμετωπίσουμε ώστε να εφαρμόσουμε μια ανεξάρτητη πολιτική για να βελτιώσουμε τις συνέπειες του κλεισίματος των τραπεζών από την ΕΚΤ.
Η απάντηση Βαρουφάκη
Σε ανακοίνωσή του, που δημοσιοποιήθηκε μετά το ηχητικό, ο Γιάνης Βαρουφάκης τονίζει ότι η ομάδα εργασίας που εργαζόταν για την αντίδραση στα σχέδια ακόμη και εξώθησης της χώρας από την ευρωζώνη δεν έχει σχέση με το έργο της ομάδας της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων. Το οποίο είναι να επεξεργαστεί τρόπους με τους οποίους το taxisnet θα μπορεί να γίνει ένα σύστημα πληρωμών και προς τρίτους, ένα σύστημα το οποίο αυξάνει την αποτελεσματικότητα και ελαχιστοποιεί τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τους πολίτες και προς τις επιχειρήσεις. Αναλυτικά:
Κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων, και έως την ημέρα του Δημοψηφίσματος, ο τ. Υπουργός Οικονομικών κ. Γιάνης Βαρουφάκης, ως όφειλε, και κατ’ εντολή του πρωθυπουργού, επέβλεπε ομάδα εργασίας η οποία, με συντονιστή τον καθηγητή James K. Galbraith, επεξεργαζόταν σχέδιο έκτακτης ανάγκης και αντίδρασης σε σχέδια υπονόμευσης της κυβέρνησης από τους δανειστές, συμπεριλαμβανομένων και των γνωστών σχεδίων εξώθησης της χώρας εκτός ευρωζώνης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, πριν την ανακοίνωση του κ. Βαρουφάκη για την ύπαρξη της εν λόγω ομάδας εργασίας, ο τ. Υπουργός δεχόταν συνεχή και έντονη κριτική για την ανυπαρξία σχεδίου αντίδρασης σε σχέδια υπονόμευσης της χώρας από τους δανειστές. Η Τράπεζα της Ελλάδος (η οποία είχε, π.χ., έτοιμο σχέδιο ΠΝΠ για τραπεζική αργία), η ΕΚΤ, κυβερνήσεις χωρών της ΕΕ, τράπεζες και διεθνείς οργανισμοί διαθέτουν τέτοιες ομάδες και σχεδιασμό από το 2012. Πράγματι, θα ήταν ύψιστη ανευθυνότητα να μην έχει εκπονήσει ανάλογα σχέδια το Υπουργείο Οικονομικών.
Από τότε που ο τ. Υπουργός Οικονομικών, ανακοίνωσε την ύπαρξη εκείνης της ομάδας εργασίας, τα ΜΜΕ κατακλύζονται από ευφάνταστα «ρεπορτάζ» τα οποία πλήττουν την ποιότητα του δημόσιου διαλόγου προσπαθώντας να την σκιαγραφήσουν ως ομάδα που «συνομωτούσε» για να επαναφέρει εθνικό νόμισμα. Πρόκειται για καθαρή συκοφαντία. Η ομάδα εργασίας του Υπουργείου Οικονομικών λειτουργούσε πάντα στο πλαίσιο της κυβερνητικής πολιτικής και οι εισηγήσεις της είχαν ως μόνιμη αναφορά το δημόσιο συμφέρον, την τήρηση της νομιμότητας και την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη.
Ως προς το δημοσίευμα της Καθημερινής με τίτλο «Plan B με υποκλοπές και χάκινγκ», σημειώνεται ότι η σύνταξη «αμέλησε» να ζητήσει εξηγήσεις και σχολιασμό από τον κ. Βαρουφάκη πριν δημοσιεύσει ανακριβείς αναφορές σε «υποκλοπές ΑΦΜ όλων των φορολογούμενων». Έτσι, εκούσια ή ακούσια, έσπειρε σύγχυση και συνεισέφερε στην γενικευμένη παραπληροφόρηση των ΜΜΕ. Ως προς την ουσία, το δημοσίευμα προφανώς αναφέρεται στα πλάνα του Υπουργείου Οικονομικών που ο τ. Υπουργός ανέφερε ευθαρσώς στον απολογισμό του κατά την τελετή παράδοσης του υπουργείου την 6η Ιουλίου με την εξής αναφορά:
«Η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων έχει αρχίσει να επεξεργάζεται τρόπους με τους οποίους το taxisnet μπορεί να γίνει κάτι παραπάνω από αυτό που είναι, να γίνει ένα σύστημα πληρωμών και προς τρίτους, ένα σύστημα το οποίο αυξάνει την αποτελεσματικότητα και ελαχιστοποιεί τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τους πολίτες και προς τις επιχειρήσεις.»
Το σχέδιο αυτό δεν αποτελούσε μέρος του έργου της προαναφερόμενης ομάδας εργασίας αλλά πλάνο του Υπουργείου του οποίου η εφαρμογή θα πρέπει να προχωρήσει, ανεξαρτήτως της έκβασης των διαπραγματεύσεων, καθώς βελτιώνει σημαντικά την ρευστότητα τόσο του κράτους όσο και του ιδιωτικού τομέα, αντιμετωπίζοντας αποτελεσματικά τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημόσιου στο ιδιωτικό τομέα και αντιστρόφως.
Περιληπτικά, στην διάρκεια της πεντάμηνης διαπραγμάτευσης που συνετάραξε την Ευρώπη, και άλλαξε τους όρους του δημόσιου διαλόγου στην Ευρωπαϊκή ήπειρο, το Υπουργείο Οικονομικών έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για να εξυπηρετήσει το δημόσιο συμφέρον υπό αντίξοες συνθήκες. Η καμπάνια των συστημικών ΜΜΕ να αποδομήσουν τον πεντάμηνο αγώνα της κυβέρνησης και του ελληνικού λαού για δημοκρατία και κοινό νου θα αποτύχει.