Ζεστά, σχεδόν παστέλ, φωτεινά χρώματα, σκιές που περισσότερο γοητεύουν παρά τρομάζουν, πορτρέτα ανθρώπων που η ματιά τους ταξιδεύει, φυσικά τοπία άγρια, αδάμαστα που εναλλάσσονται με την αστική γεωμετρία της πόλης, ασπρόμαυρη καθημερινότητα και ονειρικές εκλάμψεις μέσα στη νύχτα.
Ο κόσμος μέσα από τον φωτογραφικό φακό της Μαρίτας Παππά είναι απαλός, σχεδόν βελούδινος, κρύβοντας μέσα του τόσο σκοτάδι όσο και φως, τόση ανεμελιά όση και μελαγχολία. Παρατηρώντας τα έργα της νιώθεις σαν να βλέπεις μικρές ταινίες του ανεξάρτητου κινηματογράφου, στις οποίες οι πρωταγωνιστές είναι κάθε φορά τρεις: οι άνθρωποι ή τα κτήρια που βλέπεις στις φωτογραφίες, το περιβάλλον γύρω τους και το άτομο πίσω από την κάμερα. Έπειτα μαθαίνεις για την λατρεία που έχει στον κινηματογράφο και όλα αρχίζουν να βγάζουν νόημα.
Η Μαρίτα Παππά γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, την οποία και άφησε το 2011 όταν και της δόθηκε η ευκαιρία να σπουδάσει στο Λονδίνο, κερδίζοντας μια υποτροφία για το Master σε σπουδές φωτογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Westminster. Μέχρι τότε είχε συνεργαστεί με το Associated Press και το περιοδικό «Ε» της Ελευθεροτυπίας. Έχει συμμετάσχει στα Athens Photo Festival του 2010 και του 2012 και σε πολλές εκθέσεις στη Μεγάλη Βρετανία, ενώ η δουλειά της έχει αναγνωριστεί αρκετές φορές σε φωτογραφικούς διαγωνισμούς τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Το καλοκαίρι του 2014 επέστρεψε στην Ελλάδα και έκτοτε έχει επικεντρωθεί στην προσωπική της δουλειά, ζώντας μεταξύ Λονδίνου και Αθήνας -και αιχμαλωτίζοντας, στο ενδιάμεσο, τις στιγμές που περιβάλουν την καθημερινότητά της.
Πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με τη φωτογραφία;
H ενασχόλησή μου με τη φωτογραφία ξεκίνησε όταν ήμουν 20 χρονών. Ας πούμε ότι ήταν μια δημιουργική διέξοδος από την καθημερινότητα ενός πτυχίου, που τελικά δεν τελειώσα και ποτέ. Δεν πήγαινα ποτέ στη σχολή και έβλεπα συνέχεια ταινίες. Ύστερα από προτροπή του ιδιοκτήτη του video-club (στο οποίο ξόδευα όλα μου τα χρήματα), ξεκίνησα κάποια μαθήματα στη Στερέωση στη Θεσσαλονίκη και έπειτα σπούδασα στη Leica στην Αθήνα. ‘Υστερα ήρθε το μεταπτυχιακό στο Λονδίνο. Στην ουσία όλα ξεκίνησαν λόγω μιας μεγάλης αγάπης για τον κινηματογράφο και την εικόνα γενικότερα.
Ποιο ήταν το έναυσμα που σε έκανε να επικεντρωθείς στην Αθήνα και τη ζωή των ανθρώπων της;
Για να είμαι απολύτως ειλικρινής, ακόμα το ψάχνω και εγώ. Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω γιατί με ελκύει αυτή η πόλη τόσο πολύ. Ίσως για αυτό τη φωτογραφίζω κιόλας. Μάλλον με αυτόν τον τρόπο προσπαθώ η ίδια να την καταλάβω. Το σίγουρο είναι ότι μου έλειπε και ακόμα μου λείπει πολύ όταν είμαι μακριά, κάτι που συμβαίνει αρκετά συχνά.
Το γεγονός πως βλέπεις την πόλη ως «επισκέπτρια», που όμως έχει βιώματα από αυτήν, σε έχει βοηθήσει στην απεικόνιση της; Σε έχει κάνει ίσως να τη δεις από άλλη οπτική γωνία απ' ότι αν ζούσες εδώ;
Σίγουρα έχει παίξει κάποιο ρόλο. Όσο έμενα εδώ δε φωτογράφιζα την πόλη. Το γεγονός ότι έφυγα και πήρα κάποια απόσταση, σε συνδυασμό με το πόσο μου έλειπε, βοήθησε πολύ να δω πράγματα που πριν δεν είχα προσέξει. Αν και απο την άλλη δυσκολεύτηκα αρκετά να αφήσω το ρόλο της επισκέπτριας πίσω μου και να αρχίσω να “βλέπω” ουσιαστικά την πόλη. Το να είσαι απλά επισκέπτης δεν αρκεί κατα τη γνώμη μου.
Το γεγονός ότι γεννήθηκα και μεγάλωσα εδώ, βοήθησε στο να ξαναθυμηθώ. Να ψάξω τι ήταν αυτό που με συγκινούσε και τότε. Όλα ενα παιχνίδι αναμνήσεων είναι και ανακάλυψης. ‘Οπως όταν είσαι παιδί και συνέχεια ανακαλύπτεις τον κόσμο γύρω σου. Κάπως έτσι είναι για μένα η Αθήνα.
Οι φωτογραφίες σου αποπνέουν μια ηρεμία και μια, σχεδόν απόκοσμη μερικές φορές, γαλήνη, ακόμα και όταν τοποθετούνται στη καρδιά της πόλης. Υπάρχει πάντα, ωστόσο, ένας τόνος μελαγχολίας σε αυτές. Τι είναι αυτό που ψάχνεις να απαθανατίσεις κάθε φορά, το επίκεντρο, αν θες, των φωτογραφιών σου;
Την ηρεμία. Δε μου αρέσουν οι εικόνες που φωνάζουν. Μου αρέσει να βρίσκω την ηρεμία μέσα στο χάος. Είναι μια πρόκληση. Και η Αθήνα πολλές φορές είναι ένα χάος ειδικά το κέντρο της, που είναι και το «σημείο δράσης» μου. Το επικεντρο της δουλειάς μου είναι η ίδια η πόλη και οι άνθρωποί της. Με ενδιαφέρει να αποτυπώσω τι σημαίνει για μένα η Αθήνα, ανεξαρτήτως κρίσης που βεβαίως είναι μία πραγματικότητα, δεν αντιλέγω, ούτε προσπαθώ να την «κρύψω». Ο καθένας επιλέγει με ποιο τρόπο θα απεικονίσει αυτό που συμβαίνει γύρω του. Ίσως και για αυτό να υπάρχει αυτή η υποβόσκουσα μελαγχολία.
Ξέρω αρκετό κόσμο που άρχισε να δίνει μεγαλύτερη προσοχή στις λεπτομέρειες της πόλης του εξαιτίας του Instagram. Πιστεύεις πως το Instagram, αλλά και τα social media εν γένει, έχουν βοηθήσει στο να γίνει περισσότερο δημοφιλής η ενασχόληση με τη φωτογραφία; Και, τελικά, είναι καλό αυτό ή γυρίζει μπούμερανγκ στην ίδια την τέχνη μερικές φορές;
Πιστεύω πως γενικά τα social media είναι ένα εργαλείο προώθησης της δουλειάς κάποιου και προσωπικής διαφήμισης, οπότε από αυτή την άποψη είναι καλό, αρκεί να ξέρεις πως να τα χειριστείς. Δεν ξέρω αν έχει βοηθήσει τη φωτογραφία, νομίζω το μέλλον θα δείξει. Σίγουρα έχει βοηθήσει αρκετούς φωτογράφους αφού είναι ένας άμεσος και δωρεάν τρόπος να επικοινωνήσεις τη δουλειά σου παντού. Η γνώμη μου είναι ότι όλα θέλουν ισορροπία. Νομίζω ότι το ζητούμενο είναι η σκληρή δουλειά και το να ξέρεις τι θες να πεις. Όλα τα άλλα έρχονται ή τουλάχιστον αυτό λεω στον εαυτό μου κάθε μέρα.
Ήσουν υποψήφια για το Times Young Photographer of the Year καθώς και για το Magnum Ideas Tap Photographic Award. Πώς νιώθεις βλέποντας τη δουλειά σου να αναγνωρίζεται σε παγκόσμιο επίπεδο; Πιστεύεις πως βοήθησε το γεγονός ότι ζεις στο Λονδίνο και όχι στην Ελλάδα;
Το «παγκόσμιο» είναι μια αρκετά ισχυρή λέξη. Δε θεωρώ οτι σε καμία περίπτωση έχω φτάσει σε αυτό το επίπεδο. Σίγουρα προσπαθώ και το έχω στόχο αλλά θελω πολλή δουλειά ακόμα και χαίρομαι για αυτό. Είμαι αρκετά νέα σε αυτόν το χώρο, οπότε για μένα αποτελεί χαρά ότι αρχίζει σιγά σιγά η δουλειά μου να επικοινωνεί και να βρίσκει μια ανταπόκριση. Το Λονδίνο βοήθησε ώστε να έρθω σε επαφή με μια τεράστια αγορά σχετικά γρήγορα. Μια αγορά αρκετά σκληρή και ανταγωνιστική. Οι υποψηφιότητες είναι κάτι που έρχεται εφόσον το κυνηγάς, και ναι για τις συκεκριμένες δύο βοήθησε ότι ήμουν κάτοικος Λονδίνου, αφού απευθύνονταν σε φωτογράφους που έμεναν στη Μεγάλη Βρετανία. Κατά τα άλλα δε θεωρώ ότι αν έμενα στην Ελλάδα, δε θα είχα τέτοιες ευκαιρίες. Νομίζω προτεραιότητα έχει η δουλειά και όχι ο τόπος διαμονής. Γνωρίζω πολλά παραδείγματα αξιόλογων Ελλήνων φωτογράφων που έχουν τη βάση τους εδώ και ήταν υποψήφιοι για πάρα πολλά και σημαντικά βραβεία.
Η αισθητική κάποιων φωτογραφιών σου μου θύμισε σε κάποια σημεία αυτή του Ryan McGinley ενώ κάποιες άλλες μου έφεραν στο μυαλό λευκώματα με stills από ταινίες. Υπάρχουν φωτογράφοι των οποίων την τεχνική θαυμάζεις και, ως ένα σημείο, σε έχει επηρεάσει στο πώς βλέπεις τον κόσμο μέσα από τον φακό;
Συμφωνώ περισσότερο με τη δεύτερη παρατήρηση… Η αλήθεια είναι ότι ο κινηματογράφος έχει αποτελέσει ίσως τη μεγαλύτερη επιρροή στη δουλειά μου. Ήταν η πρώτη μου επαφή με αυτό που λέμε εικόνα, και είναι βαθιά μου αγάπη. Από κει και πέρα, υπάρχουν φωτογράφοι και φωτογραφικές σχολές που θαυμάζω και σέβομαι απεριόριστα όπως είναι η Ιαπωνική σχολή του 1960-1970 καθώς και η Αμερικανική με τη βαθιά παράδοση τους στο roadtrip. Πιο σύγχρονοι είναι ο Stephen Gill και ο Daisuke Yokota, βαθιά πειραματικοί και οι δύο.
Έχεις δει κάποια αλλαγή στην Ελλάδα της κρίσης του 2011, όταν και έφυγες για το Λονδίνο, με την Ελλάδα, ξανά της κρίσης, του 2015; Επίσης, πώς σε αντιμετωπίζει ο κόσμος στην Αγγλία όταν μαθαίνουν πως είσαι Ελληνίδα;
Ναι, υπάρχει πιο έντονο το στοιχείο της αστικής μελαγχολίας. Πιο πολλές μοναχικές φιγούρες στο δρόμο. Σαν η χώρα να είναι σε μια κατάσταση διαρκούς αναμονής. Βέβαια τον τελευταίο καιρό έχει αλλάξει λίγο, όλα είναι ρευστά, άλλες φορές νιώθω ότι υπάρχει ελπίδα για κάτι καλύτερο, άλλες πάλι όχι...θα φανεί στο μέλλον. Όταν με γνωρίζουν απλά με ρωτάνε συνέχεια για την πολιτική κατάσταση, ιδιαιτέρως τώρα. Κατά βάση αυτό.
Ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον;
Έχω επιστρέψει στην Αθήνα από τον Απρίλιο και προς το παρόν θεωρώ ότι μένω εδώ. Δεν ξέρω για πόσο ακόμα. Μακάρι να μπορούσα να πω «για πάντα»! Είμαι ερωτευμένη με την Αθήνα, σε σημείο εμμονής. Βέβαια κάποιες φορές δε βλέπεις υποκειμενικά κάποια πράγματα. Τα ερμηνεύεις και τελικά τα απεικονίζεις σύμφωνα με αυτό που έχεις στο κεφάλι σου. Η Αθήνα για μένα είναι ένα έργο που ποτέ δεν τελειώνει, σαν να παίζεται συνεχώς σε λούπα, κάθε φορά ανακαλύπτω κάτι νέο. Θα ήθελα να μένω στο κέντρο και να μη χάνω ποτέ καμία στιγμή. Πράγμα αδύνατο, αλλά δεν ξέρεις ποτέ!