Το ξημέρωμα της 14ης Νοεμβρίου φαίνεται να αποτελεί και την ανατολή μιας «άλλης» Ευρώπης, η οποία δεν έχει μόνο να διαχειριστεί το βαρύτατο πένθος για τις ανθρώπινες απώλειες των πολλαπλών επιθέσεων στο Παρίσι και τον φόβο που αυτές δικαίως προκαλούν αλλά και τις συνέπειες τους σε ό,τι αφορά τον τρόπο «αντίδρασης» της διεθνούς κοινότητας.
Τα ζητήματα που εγείρονται είναι πολλά και αφορούν την ίδια την επίθεση και τους δράστες αλλά εκ των πραγμάτων ανοίγουν επιτακτικά και μια συζήτηση που έχει κατά πολύ καθυστερήσει για την ανάδυση και ενδυνάμωση του Ισλαμικού Κράτους, τις ευθύνες και την (μη) αντίδραση σε διεθνές επίπεδο αλλά και τις συνέπειες των επιθέσεων αυτών σε επίπεδο πολιτικών ασφάλειας στην ΕΕ. Όλα αυτά βέβαια συνδέονται όμως και με την ουσιαστική διαχείριση της μεγαλύτερης προσφυγικής κρίσης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η HuffPost Greece, απευθύνθηκε στην αναπληρώτρια καθηγήτρια του τμήματος Διεθνών Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά, Μαρία Μπόση η οποία ειδικεύεται σε θέματα διεθνούς ασφάλειας μας βοήθησε σε μια πρώτη εκτίμηση των όσων εκτυλίσσονται από το βράδυ της 13ης Νοεμβρίου με το βλέμμα όμως στραμμένο και στην «επόμενη μέρα».
Γαλλία: Το πρόβλημα της ενσωμάτωσης και η «ευάλωτη» Ευρώπη
«Ένα από πράγματα που πρέπει να κατανοήσουμε και από αυτές τις πολύνεκρες επιθέσεις στο Παρίσι, την καρδιά της Ευρώπης, είναι το πόσο ευάλωτη είναι η ΕΕ και πολύ περισσότερο πόσο ευάλωτα είναι τα κράτη-μέλη της που δεν έχουν καταφέρει να ενσωματώσει μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Η Γαλλία είναι μια τέτοια περίπτωση κράτους -μέλους της ΕΕ αφού στη χώρα ζει μεγάλος αριθμός μουσουλμάνων που όμως σε σημαντικό βαθμό ζουν υπό συνθήκες γκετοποίησης». Βέβαια ίσως αυτός να μην είναι ο μόνος παράγοντας που «διευκόλυνε» την επιλογή της Γαλλίας ως στόχο. Όπως αναφέρει η κ.Μπόση η Γαλλία «έδρασε με ταχύτητα στην περίπτωση της Λιβύης και έχει αναλάβει ενεργό ρόλο στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους αλλά την ίδια στιγμή δεν έπραξε αυτό που όφειλε, δηλαδή να ρίξει μια ματιά και εντός των συνόρων της. Των γκετοποιημένων μουσουλμάνων που φυσικά δεν είναι συνολικά εξτρεμιστές αλλά σαφώς βλέπουμε πως υπάρχουν επιθέσεις στη Γαλλία που προέρχονται από αυτό τον χώρο-το είδαμε το προηγούμενο διάστημα. Συνεπώς υπάρχει θέμα κρατικής ασφάλειας».
Βέβαια σπεύδει να τονίσει πως θα πρέπει να σταθούμε «και στο γεγονός πως η επίθεση που έγινε από αυτόχειρες ήταν επιτυχής και αυτό είναι κάτι που δείχνει για μια ακόμη φορά ότι η τρομοκρατία όταν επιλέγει να να φέρει σε πέρας μια επίθεση τα καταφέρνει. Η πρόληψη είναι σχεδόν αδύνατη και αυτή είναι μια γενική παρατήρηση παρακολουθώντας φαινόμενα τρομοκρατίας στην πορεία του χρόνου».
Οι ίδιες βέβαια οι επιθέσεις ακόμη και αν δεν μπορούσαν κατά πάσα πιθανότητα να αποτραπούν, προκαλούν μια «αντίδραση» τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο και σύμφωνα με την κ.Μπόση, το τίμημα για περισσότερη ασφάλεια μπορεί να αποδειχθεί για μία ακόμη φορά, πολύ μεγάλο.
Τι σημαίνει για την Ελλάδα και το προσφυγικό ζήτημα η ανατροπή στα δεδομένα ασφάλειας
Όπως εκτιμά η κ.Μπόση, «οι επιθέσεις αυτές έρχονται να ανατρέψουν τα δεδομένα ασφάλειας στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και φυσικά αναμένεται να έχουμε ενίσχυση των μέτρων ασφαλείας σε διεθνές επίπεδο…Όμως στους δρόμους του Παρισιού δεν είδαμε μόνο τις διωκτικές αρχές. Είδαμε στρατό. Και είδαμε να κλείνουν τα σύνορα της χώρας. Ο στρατός όμως χρησιμοποιείται όταν υπάρχει εξωτερική απειλή. Όταν δηλαδή έχουμε πόλεμο». Και τονίζει πως πλέον φαίνεται «να κινούμαστε προς τη δημιουργία μιας Ευρώπης - φρούριο».
Οι συνέπειες μιας τέτοιας μορφής αντίδρασης είναι πολυσήμαντες. Αφενός, όπως εξηγεί, «Με δεδομένο ότι η Ευρώπη έχει φοβηθεί, τα μέτρα που θα ληφθούν θα επηρεάσουν το σύνολο των πολιτών της ΕΕ. Θα δούμε και πάλι εκχώρηση δικαιωμάτων των πολιτών στο όνομα της ασφάλειας, κάτι που φυσικά ανατρέπει κεκτημένα στην Ευρώπη. Και φυσικά δεν θα στοχοποιηθούν μόνο οι μουσουλμάνοι». Βέβαια, όπως συμπληρώνει, ένα επιπλέον πρόβλημα θα αποτελέσει και η ενίσχυση της ξενοφοβίας και του ρατσισμού με την παράλληλη πιθανή ενίσχυση ακροδεξιών κομμάτων στη Γαλλία και όχι μόνο.
Αφετέρου όμως, εφόσον τα μέτρα ασφαλείας που λαμβάνονται αφορούν και τα σύνορα και με δεδομένο «ότι βλέπουμε μια συζήτηση που φαίνεται να ανατρέπει τη συνθήκη Σέγκεν, τίθεται θέμα για την Ελλάδα και πόσο θα επηρεαστεί από αυτά δεδομένου ότι έχει να αντιμετωπίσει μια διπλή κρίση. Την οικονομική και αυτή της διαχείρισης των προσφυγικών ροών. Οι ροές φυσικά δεν θα σταματήσουν αλλά με κλειστά σύνορα χωρών της ΕΕ πως θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση που θα δημιουργηθεί; Και μάλιστα χωρίς ουσιαστική βοήθεια..Την ίδια στιγμή, ακόμη δηλ. και πριν τις επιθέσεις, βλέπαμε να υπάρχει και μια μεγάλη συζήτηση αλλά όχι και, κατά τη γνώμη μου, μια άσκηση ουσιαστικής πίεσης για την αντιμετώπισή του ζητήματος». Όπως τονίζει, οι επιθέσεις στη Γαλλία και ο τρόπος αντίδρασης «συνδέεται άμεσα με τις προσφυγικές ροές και επηρεάζει ευθέως τις ευρωπαϊκές χώρες πρώτης υποδοχής, δηλαδή την Ελλάδα».
Οι ευθύνες για την ανάδυση του ΙΚ, ο υποστηρικτικός ρόλος της Τουρκίας και η Ρωσία
Σε ό,τι αφορά του Ισλαμικό Κράτος, που φαίνεται να βρίσκεται και πίσω από τις επιθέσεις στο Παρίσι, η κ.Μπόση σημειώνει πως υπάρχει μια διγλωσσία αλλά και μια αδυναμία της διεθνούς κοινότητας να αντιδράσει ενώ εστιάζει ιδιαίτερα στην περίπτωση της Τουρκίας. «Φυσικά όλοι καταδικάζουν τις τρομοκρατικές επιθέσεις αλλά για παράδειγμα η Τουρκία είναι μια ξεχωριστή περίπτωση. Γιατί γνωρίζουμε πόσο ελεύθερα η Τουρκία επέτρεπε να περάσουν στα σύνορά της μέλη του Ισλαμικού Κράτους, τους παρείχε προστασία και διευκολύνσεις. Τώρα όμως η ηγεσία της χώρας βγαίνει και δηλώνει πως συντάσσεται με όσους καταδικάζουν την τρομοκρατία». Την ίδια στιγμή, επισημαίνει πως η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να σκεφτεί πως οι ασκούμενες πολιτικές της «μπορούν να λειτουργήσουν ως μπούμερανγκ. Αδιαφόρησαν για την ανάδυση το Ισλαμικού Κράτους, την αύξηση της δύναμής του ενώ υπάρχει μια ασάφεια στον τρόπο προσέγγιση και αντιμετώπισης».
«Το ζήτημα που μπαίνει σε ό,τι αφορά το Ισλαμικό Κράτος είναι αυτό των διπλών πολιτικών που ασκούνται σε διεθνές επίπεδο. Αρχικά είδαμε μια αδιαφορία και απροθυμία να υπάρξει μια ουσιαστική συζήτηση στην ανάδυση του Ισλαμικού Κράτους και στο πως αντιλαμβάνονται τα κράτη την αύξηση της δύναμης της οργάνωσης που κατέληξε να αυτοανακηρυχθεί ως «κράτος». Αυτή η ασάφεια όμως πρέπει να λάβει ένα τέλος. Πχ η επέμβαση της Ρωσίας στη Συρία δεν αντιμετωπίστηκε θετικά. Θεωρήθηκε ως κάτι αρνητικό και τέθηκαν ερωτήματα για τις πραγματικές επιδιώξεις αυτής της κίνησης της Μόσχας. Η Ρωσία όμως ορθά έδρασε και αυτές οι πράξεις που βλέπουμε τώρα θα πρέπει να ενώσουν τη διεθνή κοινότητα και να αναληφθεί δράση κατά του Ισλαμικού Κράτους», αναφέρει η κ.Μπόση.