Όσα δεν δείχνουν οι κάμερες στη Μυτιλήνη: Η οργάνωση, οι ανεξέλεγκτες ροές και τα προβλήματα που έρχονται

Όσα δεν δείχνουν οι κάμερες στη Μυτιλήνη: Η οργάνωση, οι ανεξέλεγκτες ροές και τα προβλήματα που έρχονται

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΛΕΣΒΟΣ -Οι δύο ημέρες που πέρασα στη Μυτιλήνη σίγουρα δεν αποκαλύπτουν όλη την εικόνα των τελευταίων 6 μηνών. Η κατάσταση έχει ομολογουμένως οργανωθεί καλύτερα, άνθρωποι δεν κυκλοφορούν χαμένοι στους δρόμους κάνοντας τεράστιες αποστάσεις με τα πόδια και η αλληλεγγύη του κόσμου από όλο τον πλανήτη -και κυρίως των ντόπιων- είναι άνευ προηγουμένου.

Όλη αυτή η κατάσταση έχει αναδείξει δύο πολύ έντονες πλευρές, όπως μου περιγράφει η Βαρβάρα Γκιγκιλίνη. Την καλή, που είναι η βοήθεια των εθελοντών, οι δωρεές, η αλληλεγγύη. Και την κακή: Η αισχροκέρδεια σε βάρος των προσφύγων και φυσικά ο εθνικισμός.

Όλη αυτή η κατάσταση έχει αναδείξει βέβαια δύο πολύ έντονες πλευρές, όπως μου περιγράφει η Βαρβάρα Γκιγκιλίνη, εκδότρια της τοπικής εφημερίδας Πολιτικά. Την καλή, που είναι η βοήθεια των εθελοντών, οι δωρεές, η αλληλεγγύη που έχουν συμβάλλει στο να σωθούν πολλές ανθρώπινες ζωές. Έχει να μου πει πολλά παραδείγματα για ανθρώπους που πήραν πρόσφυγες σπίτι τους, ειδικά την περίοδο που δεν υπήρξε καμία οργάνωση, ανθρώπους που παραμελούν τις δουλειές τους για να βοηθήσουν τον κόσμο που έρχεται.

Και την κακή: Η εκμετάλλευση και η αισχροκέρδεια σε βάρος των προσφύγων. Και φυσικά ο εθνικισμός. «Η Χρυσή Αυγή διπλασίασε τα ποσοστά της στις τελευταίες εκλογές», μου λέει η Βαρβάρα. Έξαρση του εθνικισμού αναμένει και ο Στρατής Καμπανάς, κάτοικος της περιοχής. Για τον ίδιο η αιτία θα είναι και η στάση των ΜΚΟ, που δεν σέβονται τους ντόπιους, όπως λέει. «Στην αρχή ήταν οι μετανάστες, οι πρόσφυγες και ο φόβος, τώρα είναι αυτοί που τους πατρονάρουν», μου εξηγεί.

Εντυπωσιακό είναι το πόσο έχει βελτιωθεί η οργάνωση για τη διαχείριση των ροών. Βέβαια, πρόκειται για δουλειά των οργανώσεων, ενώ χαρακτηριστική είναι η απουσία του κράτους. Το κράτος το βλέπουμε μόνο στην διαδικασία της καταγραφής -δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Απούσα είναι και η Εκκλησία, όπως μου λέει η Βαρβάρα. «Η Εκκλησία είναι ανύπαρκτη. Δεν υπάρχει πουθενά. Έχουν τόσα σπίτια άδεια και δεν έχουν ανοίξει ούτε ένα για να μείνει μια οικογένεια. Δεν έχουν οργανώσει ούτε ένα συσσίτιο».

Ουσιαστικά η διαχείριση των ροών έχει «περάσει» από το κράτος στις ΜΚΟ, κάτι που επιβεβαίωσαν όλοι οι ντόπιοι που μίλησαν στην HuffPost Greece.

Το τελευταίο διάστημα, μετά τη μαζική εμφάνιση των ΜΚΟ στο νησί, που πλέον ξεπερνούν τις 100, και την απουσία του κράτους, έχουν καταφέρει να οργανωθούν σε ένα μοναδικό σύστημα αυτο-οργάνωσης και συνεργασίας. Η «αλυσίδα» για την αρωγή των προσφύγων έχει ως εξής: Με το που φτάνει μια βάρκα σε κάποια ακτή του νησιού (κυρίως στο βόρειο τμήμα), οδηγούνται στο πρώτο camp ή stage 1. Αυτά είναι διάφορα σημεία στις παραλίες που έχουν στήσει είτε οργανώσεις, είτε εθελοντές (είτε σε συνεργασία) και παρέχονται στεγνά ρούχα και φαγητό. Επίσης εκεί υπάρχουν διερμηνείς – κυρίως της ΜΕΤΑδρασης που συνεργάζεται με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες. Αλλά και ιατρεία.

Στη συνέχεια μεταφέρονται στο stage 2 ή assembly point που είναι ένας μεγαλύτερος χώρος λίγα χιλιόμετρα πιο μακρυά. Κάποιοι μπορεί να επιλέξουν να πάνε με τα πόδια, όμως στις ευπαθείς ομάδες συστήνεται από τους εθελοντές να περιμένουν τα βανάκια (κυρίως της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες) για να μεταφερθούν στο stage 2. Όπως μου εξήγησε η Κατερίνα Κιτίδη από την Ύπατη Αρμοστεία, όταν επισκέφθηκα το assembly point στην Σκάλα Συκαμιάς, εκεί οι άνθρωποι μπορούν να ξεκουραστούν, έχει ιατρείο και γίνεται μια πρώτη ενημέρωση για τις διαδικασίες του ασύλου και τα δικαιώματά τους, ενώ παρέχονται και πληροφορίες για τα επόμενα βήματα. Επίσης φροντίζουν τις ευάλωτες περιπτώσεις. Ο στόχος είναι να γίνονται αυτές οι διαδικασίες γρήγορα και να μην χάνουν πολύ χρόνο οι άνθρωποι εκεί. Υπάρχει ωστόσο πιθανότητα διανυκτέρευσης, εάν φτάσουν πολύ αργά το βράδυ και έχουν σταματήσει τα λεωφορεία.

Στο stage 2 γίνεται και η επιλογή για το κέντρο καταγραφής και φιλοξενίας που θα πάει ο καθένας, στα οποία μεταφέρονται με λεωφορεία. Των οργανώσεων, πάντα. Στο Καρά Τεπέ, το οποίο επισκεφθήκαμε, εξυπηρετούνται μόνο οικογένειες Σύριων, ενώ στη Μόρια μεταφέρονται όλοι οι υπόλοιποι (καθώς και οι Σύριοι που ταξιδεύουν μόνοι). Σε όλη αυτή την αλυσίδα, την παρουσία του κράτους την βλέπουμε μόνο σε αυτά τα δύο κέντρα καταγραφής και φιλοξενίας.

Η Μόρια εμπίπτει στη δικαιοδοσία της αστυνομίας και του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, ενώ το Καρά Τεπέ στον Δήμο Λέσβου.

Όπως εξηγεί στη HuffPost Greece ο υπεύθυνος του Καρά Τεπέ, Σταύρος Μυρογιάννης, το σύστημα λειτουργεί σαν πυραμίδα, για να εξυπηρετούνται γρήγορα και χωρίς εντάσεις οι «φιλοξενούμενοι ταξιδιώτες», όπως τους χαρακτηρίζει.

«Αυτοί εδώ οι άνθρωποι για εμάς δεν είναι οι καημένοι οι πρόσφυγες, οι ταλαιπωρημένοι και οι κατατρεγμένοι. Εμείς στο μυαλό μας έχουμε ότι όλοι αυτοί εδώ είναι φιλοξενούμενοι ταξιδιώτες. Αυτοί οι άνθρωποι θέλουν να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Αυτό που έχουν στο μυαλό τους είναι να καταγραφούν γρήγορα, άντε να μείνουν μία ημέρα μέχρι να τακτοποιήσουν τα εισιτήριά τους, να ξεκουραστούν λίγο και μετά να συνεχίσουν το ταξίδι τους».

Όπως μου εξηγεί καθημερινά καταγράφονται περί τα 600 με 700 άτομα, ενώ στον χώρο μπορούν να φιλοξενηθούν μέχρι και 2.000, αριθμός που δεν καλύπτεται πάντα. «Οι αριθμοί αλλάζουν αυθημερόν. Μπορώ να πω ακόμη και κάθε πέντε λεπτά. Αυτό δεν μπορούμε να το ελέγξουμε. Οι αφίξεις είναι καθημερινές και συνεχόμενες. Το κέντρο λειτουργεί 24 ώρες το 24ωρο. Θα έλεγα ότι ένας σταθερός αριθμός φιλοξενούμενων ταξιδιωτών που έχουμε εμείς εδώ είναι περί τα 600 άτομα ημερησίως» εξηγεί. Και με προλαβαίνει: «Η διαδικασία της καταγραφής περιλαμβάνει και αποτυπώματα και φωτογραφία».

Δεν υπάρχει περιορισμός για το πόσο θα παραμείνει κανείς, ωστόσο το σύνηθες είναι μία με δύο μέρες.

Το Καρά Τεπέ υπάγεται στη δικαιοδοσία του Δήμου Λέσβου και ο κ. Μυρογιάννης μου περιγράφει την πυραμίδα: «Στην κορυφή βρίσκεται ο δήμαρχος. Η ομπρέλα μας είναι η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ. Κάπου ανάμεσα είμαι και εγώ. Στα δεξιά και αριστερά είναι όλες οι ΜΚΟ και οι οργανώσεις, οι πιστοποιημένες (σ.σ. το τονίζει). Και κάτω-κάτω η σκληρή βάση, οι εθελοντές. Αυτή είναι η πυραμίδα και πάνω σε αυτό το σύστημα λειτουργούμε, όσον αφορά στο οργανωτικό».

Η καταγραφή γίνεται πάρα πολύ γρήγορα, σύμφωνα με τον κ. Μυρογιάννης, ο κόσμος πληροφορείται για όλα με διερμηνείς και δεν υπάρχουν εντάσεις πλέον γιατί έχει οργανωθεί ένα καλό σύστημα. Δεν ίσχυε ωστόσο πάντα αυτό.

«Πριν οργανωθεί το σύστημα και φτιαχτεί αυτός ο χώρος, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες όλων, το παιχνίδι είχε χαθεί γιατί οι αριθμοί ήταν τόσο μεγάλοι, ήταν μη διαχειρίσιμοι. Χρειάζεσαι τρελές υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό. Ναι, πιαστήκαμε λίγο απροετοίμαστοι στην αρχή» παραδέχεται.

Το καλοκαίρι οι πρόσφυγες μπορούσαν να καταγραφούν μόνο στην Μόρια και σε ένα γήπεδο κοντά στο λιμάνι της Μυτιλήνης.

Πριν πάνε οι οργανώσεις στο νησί (οι πρώτες εμφανίστηκαν τον Ιούλιο) η κατάσταση ήταν ανεξέλεγκτη. Λεωφορεία δεν περνούσαν, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι που έφταναν να πηγαίνουν με τα πόδια στα κέντρα καταγραφής. Κυρίως στη Μυτιλήνη για να μπορέσουν να φύγουν μετά. Πρόκειται για μια απόσταση άνω των 40 χλμ. «Καλό είναι ότι οργανώθηκε το όλο σύστημα γιατί σκέψου ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι έφευγαν από εδώ και πήγαιναν με τα πόδια μέχρι την Μυτιλήνη. Δεν υπήρχαν λεωφορεία. Και όχι μόνο αυτό, είχαμε και προβλήματα με τον νόμο που αν έπαιρνες κανέναν πρόσφυγα στο αυτοκίνητό σου, σε θεωρούσαν διακινητή», μου λέει ο Αποστόλης Παρασκευόπουλος, κάτοικος της Σκάλας Συκαμιάς και εθελοντής.

Η Μάρα Κιττάκη, συντονίστρια των διερμηνέων της ΜΕΤΑδρασης, μου περιγράφει εκείνη την περίοδο. «Επικρατούσαν πολλές εντάσεις. Φανταστείτε στο καταγραφικό στο λιμάνι ήταν 3 άτομα με 3 υπολογιστές για να καταγράψουν 3.000 άτομα», μου λέει και μου εξηγεί τον ρόλο της ΜΕΤΑδρασης: «Εμείς είπαμε σαν ΜΕΤΑδραση ότι μπορούμε να βοηθήσουμε για να μην υπάρχει ένταση. Όταν μιλάς τη γλώσσα, όλα είναι καλύτερα. Εκεί τους αποδείξαμε ότι η συνεννόηση είναι σπουδαίο πράγμα. Και ουσιαστικά λειτουργήσαμε και σαν διαμεσολαβητές. Να τους ρωτήσουμε αν είχαν φάει, αν ήθελαν κάτι. Όταν δείχνεις ενδιαφέρον μαλακώνει ο άνθρωπος».

«Αν δεν υπήρχαν οι οργανώσεις θα είχαμε πάθει μεγάλη ζημιά» μου λέει η Βαρβάρα. Εγείρονται όμως και ερωτήματα για τον τρόπο λειτουργίας τους, όπως παραδέχεται. «Υπάρχουν οργανώσεις που έρχονται μόνο και μόνο για να δικαιολογήσουν τα λεφτά, αλλά υπάρχουν και πολλές που κάνουν πραγματική δουλειά. Η αλήθεια είναι όμως ότι εάν δεν υπήρχαν οι ΜΚΟ εδώ, θα είχαμε πάθει μεγάλη ζημιά» μου λέει η Βαρβάρα. «Το κράτος δεν το έχουμε δει. Θα ήθελα να το έχω δει, αλλά δεν το έχω δει». Πιο χειμαρρώδης είναι ο Στρατής Καμπανάς, κάτοικος της περιοχής που ενεργοποιήθηκε πολύ εθελοντικά όλο το καλοκαίρι για να βοηθήσει τους πρόσφυγες. Και αντιμετώπισε πολλά προβλήματα. Αυτό που τον ενοχλεί περισσότερο τώρα είναι η αισχροκέρδεια σε βάρος των προσφύγων.

«Έχουμε τις ΜΚΟ γιατί δεν ήρθε κανένας ντόπιος τότε να βοηθήσει. Πλακώσανε οι ΜΚΟ και τώρα οι ντόπιοι κάνουν ΜΚΟ. Οι οποίοι είναι για έλεγχο» μου λέει. «Το 99,9% κάνει κάτι για να κερδίσει στο μέλλον. Για να εκμεταλλευτεί την κατάσταση». Και αναδεικνύει και το θέμα της αντιπαλότητας μεταξύ των οργανώσεων: «Εδώ οι ΜΚΟ έχουν πρόβλημα. Τσακώνονται για την δικαιοδοσία του καθένα. Πας να βοηθήσεις εκεί που έχουν στήσει camps και αν δεν σε ξέρουν σε ρωτάνε τι κάνεις εδώ. Έχει εξαφανιστεί κάθε είδους ελέγχου. Όλες οι ΜΚΟ, δεν ξέρω και εγώ από πού, έχουν πετάξει απ’ έξω και εμένα τον ανεξάρτητο εθελοντή. Εγώ σταμάτησα γιατί θα τσακωνόμασταν».

Πόσο προετοιμασμένες είναι για τον χειμώνα οι οργανώσεις; Δηλώνουν έτοιμες, αλλά οι συνθήκες σίγουρα δεν θα είναι εύκολες. «Όταν άρχισαν οι πρώτες βροχές ήμουν έξαλλη γιατί δεν υπήρχαν ούτε στέγαστρα για τους ανθρώπους», μου λέει η Βαρβάρα. Ο Αποστόλης, εκτιμά ότι θα υπάρχει πρόβλημα στα camps που βρίσκονται στις παραλίες. Και αυτό γιατί ο χειμώνας είναι βαρύς στο νησί, τα κύματα είναι μεγάλα και το χιόνι έντονο.

«Ακούς ελικόπτερο και ξέρεις ότι πνίγεται κόσμος. Πρέπει να δεις ημέρα που έχει 7 μποφόρ και ψάχνουν για μωρά στη θάλασσα. Εδώ εμείς έχουμε πάθει μεγάλο σοκ. Το νησί είναι σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και κανείς δεν κάνει τίποτα»

Πέρα από το θέμα όμως της διαχείρισης των προσφύγων, λίγοι έχουν σκεφτεί την ψυχολογία των κατοίκων. Ακόμη θυμάμαι τι μου είχε πει ο Αποστόλης όταν είχαμε μιλήσει μετά τα τραγικά ναυάγια της 28ης Οκτωβρίου: «Σίγουρα θα αποκτήσουμε ψυχολογικά κάποια μέρα εμείς εδώ. Είναι δύσκολο να ζεις καθημερινά με τον θάνατο».

Το ίδιο μου είπε και τώρα που τον συνάντησα. «Πιάνω τον εαυτό μου συνέχεια να κοιτά τη θάλασσα. Το βράδυ πέφτω να κοιμηθώ και έχω στο νου μου μην ακούσω φωνές. Έχω να κοιμηθώ σαν άνθρωπος δεν ξέρω κι εγώ από πότε. Εγώ το λέω, είμαι χάλια, έχω καεί. Όλοι μου λένε να φύγω. Αλλά μπορείς, όταν κόσμος πνίγεται;».

Το ίδιο μου λέει και η Βαρβάρα: «Ακούς το ελικόπτερο και ξέρεις ότι πνίγεται κόσμος. Πρέπει να δεις ημέρα που έχει 7 μποφόρ και ψάχνουν για μωρά στη θάλασσα. Εδώ εμείς έχουμε πάθει μεγάλο σοκ. Το νησί είναι σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και κανείς δεν κάνει τίποτα» μου λέει.

«Το ψυχολογικό είναι ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα. Καταρχήν το έχει η πόλη της Μυτιλήνης. Ξέρεις τι είναι ξαφνικά να βλέπεις 25.000 κόσμο μέσα στην πόλη σου και να μην ξέρεις εάν θα στείλεις το παιδί σου στο σχολείο; Εγώ σου λέω κακώς μπορεί να σκέφτονται έτσι, δεν έχει ακουστεί να έχουν κάνει κάτι άσχημο οι πρόσφυγες. Όμως η κατάσταση είναι δύσκολη», παραδέχεται και ο Στρατής.

Ένα ακόμη τεράστιο θέμα που θέτουν οι κάτοικοι του νησιού είναι το περιβαλλοντικό.

Κάθε μέρα υπολογίζεται ότι το νησί επιβαρύνεται, σε στεριά και θάλασσα με 20 τόνους σκουπίδια σε πλαστικό και κανείς δεν ξέρει πως να τα διαχειριστούν, όπως μου λέει η Βαρβάρα.

Οι εθελοντές καταβάλλουν φιλότιμες προσπάθειες να μειώσουν τον όγκο των σκουπιδιών άμα τη εμφανίσει του. Μόλις βοηθήσουν τους ανθρώπους που έρχονται με τις βάρκες, συγκεντρώνουν τα σωσίβια σε ένα σημείο να πεταχτούν. Ψαράδες μαζεύουν σωσίβια ορφανά από τη θάλασσα. Αλλά αρκεί;

|

Δημοφιλή