ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΛΕΣΒΟΣ - Η προσφυγική κρίση κρύβει πολλές ιστορίες. Λυπηρές οι περισσότερες, όπως συμβαίνει πάντα όταν κάποιος εξαναγκάζεται να εγκαταλείψει την εστία του. Κρύβει όμως και μια διάσταση ακόμη πιο τραγική. Εκείνη των ανήλικων που κάνουν το δύσκολο ταξίδι μόνα τους. Είτε γιατί έχασαν τους δικούς τους στον πόλεμο ή στη διαδρομή, είτε γιατί ξεκίνησαν εξ αρχής μόνα τους το ταξίδι. Πολλές οικογένειες δεν έχουν χρήματα για να μπορέσουν να πληρώσουν τα «εισιτήρια» για όλα τα μέλη της οικογένειας στους διακινητές. Επιλέγουν λοιπόν να στείλουν έστω ένα από τα παιδιά τους, συνήθως το μεγαλύτερο. Περισσότερο τα αγόρια, σπανιότερα τα κορίτσια. Με την ελπίδα ότι θα φτάσει με ασφάλεια στην όποια ευρωπαϊκή χώρα μπορεί να υπάρχουν συγγενείς τους, για να μπορέσουν να ενταχθούν στο πρόγραμμα της οικογενειακής επανένωσης.
Άλλα πάλι δεν έχουν συγγενείς να τα περιμένουν. Θέλουν μόνο να δουλέψουν για να στείλουν λεφτά πίσω στην οικογένειά τους.
Οι κίνδυνοι του ταξιδιού πολλοί. Και για τη σωματική τους ασφάλεια αλλά και για τη ψυχολογία τους. Περνάνε από θάλασσα (πολλά από αυτά δεν την είχαν ξαναδεί στη ζωή τους) και κυρίως από τους διακινητές, που δεν υπολογίζουν ότι πρόκειται για παιδιά. Αν είναι να τα χτυπήσουν, θα τα χτυπήσουν.
Στην Ελλάδα, εάν είναι τυχερά και αντιληφθούν οι αρχές ότι είναι ασυνόδευτα ανήλικα, χαίρουν προστασίας. Μεταφέρονται σε κάποια δομή φιλοξενίας και για όσα τελικά αποφασίσουν να ακολουθήσουν τη νόμιμη οδό, ξεκινούν οι διαδικασίες για την οικογενειακή επανένωση. Επειδή όμως η διαδικασία αυτή παίρνει χρόνο (2-7 μήνες) πολλά παιδιά επιλέγουν να συνεχίζουν το ταξίδι τους. Άλλωστε απαγορεύονται να τεθούν σε κράτηση και βάση νόμου προβλέπονται ανοιχτές δομές φιλοξενίας.
Χουσεΐν, 16 ετών: «Η ξενιτιά είναι σαν να έχει παντρευτεί ο πατέρας σου άλλη γυναίκα. Δεν θα είναι ποτέ η μάνα σου»
Η επιστροφή μου από τη Μυτιλήνη με έφερε κοντά σε 11 από αυτά τα παιδιά.
Διαβάστε σχετικά:
Μια από τις δράσεις της ΜΕΤΑδρασης (από τις πρώτες της) είναι η συνοδεία ασυνόδευτων ανηλίκων. Ελλείψει φορέων και ανθρώπων υπεύθυνων που θα μπορούσαν να αναλάβουν τη συνοδεία τους, τα παιδιά αυτά για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα παρέμεναν σε κέντρα κράτησης, σε συνθήκες επισφαλείς και ακατάλληλες για την ηλικία τους. Σταδιακά η δράση επεκτάθηκε λόγω της τεράστιας αύξησης των αναγκών.
Η HuffPost Greece ήταν αποκλειστικά στη συνοδεία που έγινε την Κυριακή 15 Νοεμβρίου από την Μυτιλήνη στον Πειραιά. Από τις 8 το βράδυ έως τις 7 το πρωί της Δευτέρας θα ταξίδευα με αυτά τα παιδιά προς τη δομή φιλοξενίας που είχε βρεθεί γι’ αυτά και θα μάθαινα τις ιστορίες τους.
Συναντήθηκα με την ομάδα της ΜΕΤΑδρασης στο Κέντρο Πρώτης Υποδοχής στη Μόρια, λίγο έξω από τη Μυτιλήνη. Τα παιδιά που είχαν πλέον υπ' ευθύνη τους ήταν 11. Πόσες φορές τα μετρήσαμε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού...
Ηλικίες από 14 έως 17, σύμφωνα με τα δηλωμένα στοιχεία τους. Τέσσερα αγόρια από τη Συρία, ένα από το Ιράκ, τρία από το Αφγανιστάν και τρία κορίτσια από την Ερυθραία. Στην ομάδα της ΜΕΤΑδρασης ήταν οι δύο διερμηνείς, ένας αραβόφωνος για τα παιδιά από τη Συρία και ένας φαρσόφωνος για τα παιδιά από το Αφγανιστάν (τα ονόματά τους δεν επιτρέπεται να δημοσιοποιηθούν), δύο συνοδοί, η Άννα και η Κωνσταντίνα και η επικεφαλής της ομάδας, Χριστίνα.
Ήδη από το βανάκι που μας μετέφερε στο λιμάνι της Μυτιλήνης, τα παιδιά έδειχναν χαρούμενα. Ένας πιτσιρικάς χτυπά το παράθυρο και κοιτά με έκπληξη τον Αμίρ (τα ονόματα των παιδιών βρίσκονται στη διάθεση της ΜΕΤΑδρασης και δεν θα αναφερθούν για λόγους ασφαλείας). «Πού πας», τον ρωτά. «Αθήνα», του απαντά. «Θα με πάρετε κι εμένα», ανταπαντά περιπαιχτικά, αποχαιρετώντας τον έξω από το παράθυρο.
Είμαστε στο πλοίο πολύ νωρίτερα από την αναχώρηση, αλλά η ομάδα πρέπει να βεβαιωθεί ότι ο χώρος που θα καθίσουν με τα παιδιά, θα είναι ασφαλής και άνετος. Τα τρία παιδιά από το Αφγανιστάν κάθονται με τη διερμηνέα τους στη μια πλευρά και τα παιδιά από τη Συρία σε άλλη. «Έχουν αντιπαλότητα» μου λένε από την ομάδα. Θεωρούν οι μεν τους δε κατώτερους.
Η απασχόληση των παιδιών περιλαμβάνει χαρτιά και ζωγραφική. Έρχεται το φαγητό και κάποια δυσανασχετούν που πρέπει να αφήσουν το παιχνίδι.
Το πλοίο έχει ήδη ξεκινήσει και είναι γεμάτο. Γεμάτο ανθρώπους που πριν από λίγες ημέρες ταξίδευαν με μια μικρή βάρκα από τα τουρκικά παράλια στις ακτές της Λέσβου. Στις 2 ημέρες που είχα περάσει στο νησί, είχα δει πολλές τέτοιες αφίξεις και πιάνω τον εαυτό μου να εξετάζει μήπως δω κάποιο γνώριμο πρόσωπο που μπορεί να είχα δει νωρίτερα να βγαίνει από κάποια βάρκα.
Η Χριστίνα τσεκάρει ακόμη μια φορά ότι έχει τα απαραίτητα έγγραφα για όλα τα παιδιά. Την εισαγγελική διάταξη, που ουσιαστικά αναθέτει τη συνοδεία και προσωρινή ανάθεση φροντίδας των παιδιών στη ΜΕΤΑδραση, τις ιατρικές τους εξετάσεις και το υπηρεσιακό σημείωμα, όπου αναγράφονται και τα στοιχεία των παιδιών. Αυτό το τελευταίο είναι ουσιαστικά αυτό που χρειάζεται να έχουν μαζί τους τα παιδιά. Τα υπόλοιπα είναι για τη δομή φιλοξενίας, όπως μου εξηγεί.
Με τη βοήθεια των διερμηνέων, η Χριστίνα εξηγεί ακόμη μια φορά στα παιδιά τι είναι εκεί που πάνε και ποιες είναι οι διαδικασίες. Και στη συνέχεια αρχίζει σιγά-σιγά να τους πιάνει κουβέντα, για να τα γνωρίσει καλύτερα. Και κυρίως για να συλλέξει πληροφορίες που μπορεί να φανούν χρήσιμες αργότερα, όπως εάν έχουν συγγενείς στην Ευρώπη για να έρθουν σε επαφή μαζί τους αμέσως μόλις φτάσουν Αθήνα.
Τα τέσσερα παιδιά από τη Συρία και ο Άχμεντ από το Ιράκ είναι φίλοι. Γνωρίστηκαν στη Μόρια. Από αυτή την παρέα, δύο είναι τα παιδιά που τραβάνε από την πρώτη στιγμή την προσοχή μου. Ο μεγαλύτερος από όλους, ο Ομάρ (τα στοιχεία του γράφουν 17 άλλα όπως εξομολογείται αργότερα είναι 19) και ο Aνάς (14 ετών αλλά δείχνει μικρότερος).
Ο Aνάς μεγάλωσε στη Συρία. Πάσχει από επιληψία. Ξεκίνησε το ταξίδι του λόγω της πάθησής του. Η θεία του, που βρίσκεται στη βόρεια Ευρώπη, έστειλε τα χρήματα στους γονείς του μικρού για να πάει να την βρει, επειδή εκεί δεν θα μπορούσε να έχει τη σωστή αγωγή. Ξεκίνησε το ανορθόδοξο ταξίδι του με κάποιους γείτονες, αλλά χωρίστηκαν στην Ελλάδα και έμεινε μόνος
Ο Aνάς είναι ένα από τα πιο ευγενικά και γλυκά παιδιά που έχω γνωρίσει. Από εκείνα που βλέπεις και λες «αν είχα παιδιά, έτσι θα ήθελα να είναι». Είναι καστανόξανθος και έχει μελί καλοσυνάτα μάτια. Κρύβουν όμως και μια μελαγχολία. Ο Aνάς πάσχει από επιληψία. Η ομάδα της ΜΕΤΑδρασης φροντίζει να ενημερωθεί ποιες ώρες παίρνει τα φάρμακά του και πού τα έχει για να έχουν άμεση πρόσβαση στην περίπτωση που χρειαστεί. Ο μικρός αμέσως ανοίγει την τσάντα του (μια τύπου σχολική, εκεί είχε όλα του τα υπάρχοντα) και δίνει τα χάπια στην Χριστίνα. Ο Ομάρ σπεύδει να ρωτήσει: «Εκεί που θα πάμε θα μπορεί να βρει τα φάρμακά του;». «Μην ανησυχείς, θα έχει φάρμακα εκεί» τον καθησυχάζει η Χριστίνα. Σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, ο Ομάρ είναι υπερπροστατευτικός απέναντι στον Aνάς. Ακόμη και όταν βγαίναμε στο κατάστρωμα και ο Aνάς έφευγε από δίπλα μας για να πάει στην άκρη του πλοίου και να χαζέψει την θάλασσα (σαν τα κύματα από την κίνηση του πλοίου να τον ταξίδευαν μακριά από εκεί που βρισκόταν) ο Ομάρ πάντα έριχνε βλέμματα προς το μέρος του για να βεβαιωθεί ότι είναι ασφαλής.
Ο Aνάς μεγάλωσε στη Συρία αλλά τα τελευταία 3 χρόνια βρισκόταν στο Ιράκ με την οικογένειά του. Ξεκίνησε το ταξίδι του λόγω της πάθησής του. Η θεία του, που βρίσκεται στη βόρεια Ευρώπη, έστειλε τα χρήματα στους γονείς του μικρού για να πάει να την βρει, επειδή στο Ιράκ δεν θα μπορούσε να έχει τη σωστή αγωγή. Ξεκίνησε το ανορθόδοξο ταξίδι του με κάποιους γείτονες, αλλά χωρίστηκαν στην Ελλάδα και έμεινε μόνος. Μέχρι που γνώρισε τους νέους του φίλους.
Ενώ όλα τα παιδιά βιάζονται να τελειώσουν το ταξίδι τους (και πολλές φορές παρά τις συμβουλές, φεύγουν μόνα τους πάλι, χωρίς να περιμένουν τη νόμιμη διαδικασία της επανένωσης), εκείνος υπόσχεται στην Χριστίνα ότι μόλις φτάσει στην Αθήνα, θα μιλήσει με την θεία του και δεν θα βιαστεί να πάει να την βρει μόνος του. Μπορεί να περιμένει, ειδικά αφότου έμαθε τι έγινε στο Παρίσι και για την απόφαση για το κλείσιμο των συνόρων.
Τα δύο παιδιά από το Αφγανιστάν έχουν ήδη κοιμηθεί. Το άλλο κάθεται στην καρέκλα του και παρατηρεί γύρω του. Τα κορίτσια από την Ερυθραία ζωγραφίζουν και τα υπόλοιπα παιδιά παίζουν χαρτιά με τον διερμηνέα και την Χριστίνα. Ένα παιχνίδι της Συρίας που όπως μου εξηγούν είναι κάτι μεταξύ ξερής και πρέφας. Αντί για τσόχα έχουν στρώσει το fleece μπουφάν του Aνάς για να μην γλιστράνε τα φύλλα. Ο Ομάρ δεν παίζει. Κάθεται στην καρέκλα του και είναι πολύ ανήσυχος. Κουνάει το πόδι του συνεχώς. «Τι έχεις» τον ρωτάει η Χριστίνα, ενώ τα χέρια της είναι γεμάτα χαρτιά. «Δεν μπορώ! Μου έχει κολλήσει στο μυαλό η μητέρα μου. Έχω τρελαθεί!» της απαντά με τα λίγα αγγλικά που ξέρει. Νιώθεις τόσο μικρός που δεν μπορείς να τον βοηθήσεις. Η έλλειψη προσοχής της Χριστίνας από το παιχνίδι εκνευρίζει τα άλλα παιδιά, που είναι έτοιμα να κερδίσουν. «Παίξε, σου λένε τα παιδιά» της μεταφέρει ο διερμηνέας. Μόλις τελειώσει η παρτίδα (με τα παιδιά φυσικά κερδισμένα) η Χριστίνα μου δίνει τη θέση της στο τραπέζι και πάει κοντά στον Ομάρ (μη ρωτάτε, έχασα πανηγυρικά!).
Η ιστορία του Ομάρ έχει πολλές δυσκολίες. Μπορεί τα χαρτιά του να λένε ότι είναι 17 αλλά στην πραγματικότητα είναι 19. Μεγάλωσε και εκείνος στη Συρία. Στο Χαλέπι. Όλοι οι συγγενείς του κοντά. Σε απόσταση το πολύ 15 λεπτά το ένα σπίτι από το άλλο. Τώρα σκορπίσανε στις πέντε ηπείρους. Κάποιοι θείοι πίσω στη Συρία, άλλοι στη βόρεια Ευρώπη, άλλοι στον δρόμο προς τα εκεί. Όπως και οι γονείς του, που εδώ και 3 χρόνια βρίσκονται στην Τουρκία. Κολλημένοι μεταξύ του παλιού και του νέου. Οι γονείς του είναι πολύ νέοι. Ο πατέρας του 42 και η μητέρα του μόλις 35. Έχει και δύο αδερφούς μικρότερους. Πριν φύγουν από τη Συρία, έφηβος ακόμη ο Ομάρ, τον έπιασαν οι κυβερνητικοί και τον έβαλαν ένα μήνα φυλακή. Δεν μας είπε γιατί. Έξι ημέρες τον βασάνιζαν. Κατάφερε να ξεφύγει και οι γονείς του, του έφτιαξαν διαβατήριο με παραποιημένα στοιχεία. Τον εμφάνιζε δύο χρόνια νεότερο, για να γλιτώσει τον στρατό.
Ο Ομάρ μεγάλωσε στο Χαλέπι. Όλοι οι συγγενείς του κοντά, σε απόσταση το πολύ 15 λεπτά το ένα σπίτι από το άλλο. Τώρα σκορπίσανε στις πέντε ηπείρους. Κολλημένοι μεταξύ του παλιού και του νέου. Εκείνος φυλακίστηκε από τους κυβερνητικούς. Το κορίτσι του σκοτώθηκε από βόμβα
Το κορίτσι του, ο εφηβικός του έρωτας, είχε μείνει πίσω στο Χαλέπι. Πριν από ένα χρόνο έμαθε ότι σκοτώθηκε από βόμβα. «Τι να κάνεις; Αυτά έχει ο πόλεμος», λέει με μια παραίτηση, λες και έχει δεχτεί τη μοίρα του.
Παρά τα όσα έχει ζήσει –και όσα έχει ακόμη μπροστά του- έχει ακόμη όνειρα για το μέλλον. Να φτάσει με ασφάλεια στη βόρεια Ευρώπη, στους θείους του και να επανενωθεί εκεί με την οικογένειά του. Θέλει να καταφέρει να συνεχίσει το σχολείο και να σπουδάσει μηχανολόγος.
«Είναι θετικό που έχουν ακόμη όνειρα και θέλουν να σπουδάσουν. Γνωρίζουμε παιδιά που έχουν χάσει κάθε ελπίδα για εξέλιξη. Το μόνο που θέλουν είναι να βρουν δουλειά για να στέλνουν πίσω στις οικογένειές τους», μου λέει η Χριστίνα.
Όσα παιδιά ρωτήσαμε, είχαν κάτι να σου πουν για τα όνειρά τους για το μέλλον. Ο Aνάς ήθελε να σπουδάσει γιατρός. Μπορεί να έπαιξε ρόλο και η κατάσταση της υγείας του. Ο Χουσεΐν πάλι, 16 χρονών από τη Συρία, θέλει να γίνει διερμηνέας. Και ο διερμηνέας χαμογέλασε όταν μου μετέφερε τα λεγόμενά του. «Αυτό είναι πολύ ελπιδοφόρο. Και όταν τους λέμε ότι πρέπει να συνεχίζουν να έχουν όνειρα, να πάνε σχολείο (σ.σ. διαπολιτισμικό), να σπουδάσουν, τους φέρνουμε ένα παράδειγμα: ότι οι πρώτοι διερμηνείς της ΜΕΤΑδρασης ήταν και εκείνοι ασυνόδευτα παιδιά που έμεναν σε κέντρο φιλοξενίας στην Κρήτη. Αποφάσισαν να μείνουν στην Ελλάδα, έμαθαν ελληνικά και ξεκίνησαν με τη ΜΕΤΑδραση», μου λέει αργότερα η Χριστίνα.
Κάνουμε στάση στη Χίο και το καράβι είναι ήδη ασφυκτικά γεμάτο, κόσμος και μωρά κοιμούνται στο πάτωμα. Κουβέρτες που έφεραν μαζί τους, άλλες από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, απλωμένες κάτω για να ζεστάνουν ταλαιπωρημένα κορμιά. Μέσα στο πλοίο αρχίζεις να κρυώνεις περισσότερο από ότι έξω (ποτέ δεν θα το καταλάβω αυτό με τα πλοία).
Ο Μοχάμεντ είναι χτυπημένος στο μάτι του. Μια μελανιά μεταξύ μύτης και αριστερού ματιού και ένα αιμάτωμα στο λευκό του ματιού που φαίνεται μόνο όταν γυρίζει το βλέμμα του. Δεν μας λέει που το έπαθε. Και δεν χάνει το χαμόγελό του. Μόνο όταν αρχίζει να μας μιλάει για τη Συρία
Η Κωνσταντίνα, η Χριστίνα και ο διερμηνέας είναι έξω με τον Χουσεΐν (16 ετών), τον Μοχάμεντ (15 ετών), και τον μικρό μας Aνάς. Όταν ο Aνάς αποφασίζει να πάει μέσα, η Χριστίνα τον ακολουθεί. Θέλει να λειάνει το έδαφος για να πάρουν αμέσως τη θεία του με το που φτάσουμε στην Αθήνα.
Ο Μοχάμεντ είναι το γελαστό παιδί. Ότι και να σου πει θα είναι κάτι για να σου κάνει πλάκα. Ο διερμηνέας δεν προλαβαίνει να μου μεταφράσει όλα όσα λέει, αλλά γελάμε μόνο με το ύφος του. «Έχουν αρχίσει να έχουν απορίες για την Δύση. Πριν με ρώτησε πως φτιάχνεται ένα τέτοιο πλοίο. Δεν είχε ξαναδεί», μου λέει ο διερμηνέας.
Εκεί που καθόμασταν παρατηρώ ότι ο Μοχάμεντ είναι χτυπημένος στο ένα του μάτι. Δεν το είχα προσέξει νωρίτερα. Μια μελανιά μεταξύ μύτης και αριστερού ματιού και ένα αιμάτωμα στο λευκό του ματιού που φαίνεται μόνο όταν γυρίζει το βλέμμα του αριστερά. Δεν μας λέει που το έπαθε. Αλλά σίγουρα δεν χάνει το χαμόγελό του. Μόνο όταν αρχίζει να μας μιλάει για τη Συρία.
Το ίδιο και ο Χουσεΐν, που όλη την ώρα κάνει πλάκα στην Κωνσταντίνα, αλλά όταν μιλά για τη χώρα του, σκοτεινιάζει.
«Όλοι είναι εναντίον όλων. Αν κυκλοφορούσες το βράδυ και έβλεπες αυτοκίνητο, κρυβόσουν. Αν βρισκόταν στον δρόμο σου κάποιος από τον ISIS και φορούσες κοντομάνικο, την είχες βάψει. Πριν το ψωμί είχε 15 λίρες και τώρα έχει 150. Όλοι οι Άραβες είναι εναντίον της Συρίας. Και πολλοί άλλοι. Ένας ξάδερφός μου δούλευε σε ένα πτηνοτροφείο. Έριξαν βόμβα και σκοτώθηκε. Δεν μπορείς να ζήσεις εκεί».
Ο Χουσεΐν όταν μιλά για τη χώρα του, σκοτεινιάζει. «Όλοι είναι εναντίον όλων. Αν κυκλοφορούσες το βράδυ και έβλεπες αυτοκίνητο, κρυβόσουν. Αν βρισκόταν στον δρόμο σου κάποιος από τον ISIS και φορούσες κοντομάνικο, την είχες βάψει. Ένας ξάδερφός μου δούλευε σε ένα πτηνοτροφείο. Έριξαν βόμβα και σκοτώθηκε. Δεν μπορείς να ζήσεις εκεί»
Δεν νομίζω να έχω ξαναδεί στην ζωή μου παιδί να μιλά με τόσο σοβαρό ύφος για τέτοια «θέματα μεγάλων», όπως ο πόλεμος. Σοβαρότητα και θυμό. Ξαφνικά από έφηβος μεταμορφώθηκε σε ένα μεσήλικα που είχε χρόνια εμπειρίας στη πλάτη του.
«Αν τα πράγματα γινόντουσαν όπως ήταν πριν, δεν θα έφευγε κανείς» τον διακόπτει ο Μοχάμεντ που και εκείνος έχει σοβαρέψει, αλλά έχει διαφορετικό ύφος. Πιο λυπημένο, όχι τόσο θυμωμένο. «Υπάρχει κόσμος που συνεργάζεται ακόμη με το καθεστώς γιατί εξασφαλίζει φαγητό». Τον ρωτάω πότε ήταν καλά τα πράγματα. «Πριν 5 χρόνια» μου λέει.
«Η ξενιτιά είναι σαν να έχει παντρευτεί ο πατέρας σου άλλη γυναίκα. Δεν θα είναι ποτέ η μάνα σου», λέει ο Χουσεΐν και με αφοπλίζει. Όμως όλοι του οι συγγενείς είναι στη βόρεια Ευρώπη. Μόνο οι γονείς του έχουν μείνει Συρία.
Οι γονείς του Μοχάμεντ από την άλλη δεν ήξεραν ότι βρίσκεται στην Ελλάδα. Νόμιζαν ότι θα μείνει στην Τουρκία. Ήταν εκεί για 4 μήνες με έναν θείο του. Έφυγε όμως μόνος του. Γνωρίστηκε με τον Χουσεΐν αφού έφτασε στην Ελλάδα. Όταν ρωτάμε που θέλει να πάει, μας απαντά και εκείνος ότι θέλει να πάει σε χώρα της βόρειας Ευρώπης (για κανένα παιδί δεν αναφέρουμε τη χώρα προορισμού, επίσης για λόγους ασφαλείας). «Μου έχουν μείνει 100 ευρώ. Φτάνουν για να φτάσω εκεί» μας ρωτάει και μας αφοπλίζει κι εκείνος. «Ένας γνωστός μου, μου είπε ότι χρειάστηκε 120 ευρώ». Τι να του απαντήσεις; Ξανανιώθεις τόσο μικρός…
Τον ρωτάω πόσα έδωσε στον διακινητή για να έρθει Ελλάδα. 1.200 δολάρια ήταν η ταρίφα για εκείνον. Ο Χουσεΐν πάλι έδωσε 800 δολάρια. Ποτέ η ταρίφα δεν είναι φιξ. Εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα ο καιρός. Στην κακοκαιρία πέφτει στα μισά, όπως μου είχαν πει οι άνθρωποι που συνάντησα στη Μυτιλήνη.
Με δισταγμό, επειδή βλέπω ότι έχει χάσει το χαμόγελό του και με στενοχωρεί, ζητάω από τον διερμηνέα να μας πει ο Μοχάμεντ αν τον τρόμαξε το ταξίδι με τη βάρκα. «Φοβήθηκα τα κύματα της Τουρκίας. Ήταν διαφορετικά από της Ελλάδας. Αλλά από εκεί μας έδιωχναν, εδώ μας βοήθησαν. Τρεις φορές έφαγα ξύλο από τους διακινητές»...
Αποφασίζουμε να μπούμε ξανά μέσα, μήπως θέλουν τα παιδιά να ξεκουραστούν. Προς έκπληξή μου βλέπω ότι τα τρία κορίτσια από την Ερυθραία παίζουν και γελούν με τα υπόλοιπα αγόρια. Ήταν πολύ κλειστές στην αρχή του ταξιδιού μας.
H Ραχέλ (16 ετών) και η Μπιλέν (17 ετών) είναι ξαδέρφες και ξεκίνησαν μαζί αυτό το ταξίδι από την Ερυθραία. Δεν μιλάνε πολύ για την ιστορία τους. Η μεγαλύτερη δείχνει να έχει οριστεί η «προστάτιδα». Την πρώτη μια ώρα του ταξιδιού ήταν «χωμένη» μέσα στο μαύρο μπουφάν της, σκεπασμένη με την κουκούλα της. Μοιάζει ντροπαλή αλλά τελικά είναι απλά παρατηρητική. Μάλλον μέχρι να νιώσει ασφάλεια. Θα είναι εκείνη που θα ανταποκριθεί στην αγκαλιά (σαν να την αποζητάει) και στο τέλος του ταξιδιού θα με ρωτήσει στενάχωρα «φεύγεις;», ενώ την αποχαιρετώ με ένα χάδι στα μαλλιά.
Ο Aνάς (πάντα λίγο πιο απόμακρος από τους άλλους) ζωγραφίζει με τις ξυλομπογιές που τους έχει δώσει η Χριστίνα.
Διακρίνω μια καρδιά με ένα βέλος, σαν να αιμορραγεί σε μια κούπα. Από πάνω της ένα μάτι. Και δίπλα έχει γράψει κάτι στα αραβικά. «Γράφει κάτι εδώ;», ρωτάω τον διερμηνέα. «Ναι. Τα δάκρυα της καρδιάς». Αποφάσισε να κάνει δώρο τη ζωγραφιά στη Χριστίνα. Αλλά φρόντισε να μην με αφήσει παραπονεμένη. Ζωγράφισε μετά και για εμένα ένα αγοράκι με τα μαλλιά του Φίντο Ντίντο. Και ο Μοχάμεντ συμπλήρωσε δίπλα ένα μικρό σκιτσάκι.
Είναι πλέον ξημερώματα και το σαλόνι του πλοίου έχει γίνει ένα απέραντο κοινόβιο. Οι άνθρωποι που ήταν πριν ξύπνιοι και μπαινόβγαιναν στο πλοίο, τώρα κοιμόντουσαν στο πάτωμα πάνω σε κουβέρτες. Ανάμεσα σε δύο ενήλικες, ένα-δύο παιδιά. Περπατάς ανάμεσά τους και φοβάσαι μην κουνήσει λίγο περισσότερο το πλοίο και πέσεις πάνω τους. Όλα τα παιδιά μας κοιμούνται, εκτός από τον Αμίρ (14 χρονών). Είναι κουκουλωμένος στην καρέκλα του με την κουβέρτα που τους έχει δώσει η Χριστίνα, αλλά δεν έχει κλείσει τα μάτια του. Εκείνος είναι μια διαφορετική περίπτωση από τα άλλα παιδιά. Την είχε μάθει νωρίτερα η διερμηνέας του. Δεν έχει κάποιον να πάει. Δεν τον περιμένει κάποιος στη βόρεια Ευρώπη. Θέλει απλά να φτάσει, να βρει δουλειά και να στέλνει λεφτά στους γονείς του που έχουν μείνει πίσω στο Αφγανιστάν. Ακόμη αναρωτιέμαι πως θα μπορέσει να βρει δουλειά –και τι είδους δουλειά- ένα παιδί 14 χρονών σε χώρα της βόρειας Ευρώπης. Ποιος θα ενδώσει στην παράνομη παιδική εργασία. Όλα αυτά τα παιδιά έχουν αφήσει τις οικογένειές τους και ταξιδεύουν –κυριολεκτικά- στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα. Δεν έχουν ιδέα για τις συνθήκες ζωής εκεί που πάνε, δεν ξέρουν τι θα συναντήσουν. Αλλά έχουν ακούσει ότι είναι καλύτερα από εκεί που έφυγαν.
Τα άλλα δύο αγόρια από το Αφγανιστάν, ο 14χρονος Εχσάν και ο επίσης 14χρονος Αλή ήταν γείτονες πίσω στην πατρίδα τους και ξεκίνησαν μαζί αυτό το ταξίδι.
Στις 6 περίπου το πρωί ακούγεται στο μεγάφωνο του πλοίου η αναγγελία ότι φτάνουμε στο λιμάνι του Πειραιά. Στα ελληνικά και στα αραβικά. Η Χριστίνα, η Άννα και η Κωνσταντίνα κανονίζουν τις τελευταίες λεπτομέρειες για την μετάβασή τους στα κέντρα φιλοξενίας. Τα 3 παιδιά από το Αφγανιστάν θα πάνε με την Άννα και την διερμηνέα τους στο ένα κέντρο και οι υπόλοιποι στο άλλο. Ακολουθώ τη δεύτερη ομάδα. Έξω από το πλοίο –όπως με είχε προειδοποιήσει ο διερμηνέας- διακινητές. Η Χριστίνα σε εγρήγορση ώστε να μην έχουν καμία επαφή με τα παιδιά.
Στις 8 το πρωί έχουμε ήδη φτάσει στη δομή φιλοξενίας. Ένα παλιό ξενοδοχείο έχει μετατραπεί σε καταφύγιο για τα παιδιά που μένουν μόνα τους.
Βάζουν στα παιδιά πρωινό και τους ενημερώνουν ξανά για τις διαδικασίες. Στον πίνακα ανακοινώσεων το πρόγραμμα της εβδομάδας για τις δραστηριότητες που έχουν οργανώσει για όσα παιδιά φιλοξενούνται εκεί. Τους τονίζουν πολλές φορές ότι το καλύτερο για αυτά είναι να μείνουν εκεί μέχρι να επικοινωνήσουν με τους δικούς τους ανθρώπους και να κάνουν υπομονή για να ακολουθηθούν όλες οι νόμιμες διαδικασίες της επανένωσης. «Εμείς τους εξηγούμε όλους τους νόμιμους τρόπους που πρέπει να ακολουθήσουν για να πάνε εκεί που θέλουν. Αρκετά παιδιά όμως είναι ανυπόμονα γιατί ξέρουν ότι αυτό θα πάρει χρόνο και φεύγουν μόνα τους» μου είχε πει λίγες ώρες νωρίτερα η Άννα. Η Χριστίνα έχει δουλειά ακόμη στο κέντρο. Να επικοινωνήσει με τους συγγενείς όσων παιδιών της έδωσαν πληροφορίες.
Είναι η ώρα που πρέπει να αποχαιρετήσω τα παιδιά. «Φεύγεις» με ρωτάει η Μπιλέν «Δυστυχώς πρέπει», της απαντάω.
«Εμείς οι συνοδοί συνήθως, λόγω του αυστηρά οριοθετημένου ρόλου μας, δεν ανταλλάσσουμε στοιχεία επικοινωνίας. Και αυτό είναι το δύσκολο της υπόθεσης. Ότι δεν γνωρίζουμε την τύχη τους. Μέσα μας προσπαθούμε να πιστεύουμε ότι όλα πήγαν καλά», μου είχε πει επίσης η Άννα στην αρχή του ταξιδιού. Έτσι και εγώ. Έφευγα και ήλπιζα ότι θα πάνε όλα καλά και θα φτάσουν στον προορισμό τους με ασφάλεια…
Η πρώτη και βασική δράση της ΜΕΤΑδρασης είναι οι διερμηνείες. Σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία το ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, βρίσκονται όπου υπάρχει ανάγκη για να βοηθήσουν αυτούς τους ανθρώπους να επικοινωνήσουν με τις αρχές και να μάθουν τα δικαιώματά τους.
Πριν 4 μήνες η ΜΕΤΑδραση διέθετε περίπου 100 διερμηνείς αλλά λόγω των αναγκών της προσφυγικής κρίσης, ξεπέρασε τους 180, μου λέει η πρόεδρος, Λώρα Παππά.
Μια άλλη δράση που ξεκίνησε τον Μάρτιο 2011 είναι οι συνοδείες ανηλίκων. Έως σήμερα, η ΜΕΤΑδραση (σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και τις κατά τόπους Αστυνομικές Διευθύνσεις και Εισαγγελίες), έχει πραγματοποιήσει 625 συνοδείες, κατά τις οποίες έχουν συνοδευτεί 2.672 παιδιά. Μόνο μέσα στο 2015 έχουν συνοδεύσει 735 παιδιά. Αυτά τα παιδιά βρίσκονταν είτε σε κέντρα κράτησης, είτε σε κέντρα πρώτης υποδοχής, είτε ήταν άστεγα, και συνοδεύτηκαν προς κατάλληλες δομές φιλοξενίας ανά την επικράτεια.
Το πρώτο βήμα είναι ο εντοπισμός του ασυνόδευτου ανηλίκου. Κάτι που δεν είναι πάντα εύκολο. Ακολουθεί η μεταφορά του και η τοποθέτηση σε κάποιο Ειδικό Χώρο Παραμονής Αλλοδαπών (ΕΧΠΑ) ή Κέντρο Πρώτης Υποδοχής (ΚΕΠΥ) για να καταγραφεί από την υπηρεσία πρώτης υποδοχής. Μόλις χαρακτηριστούν ως ασυνόδευτα και ενημερωθεί ο εισαγγελέας, τα μέλη της οργάνωσης κάνουν αίτηση για την έκδοση Εισαγγελικής Διάταξης.
Λώρα Παππά: «Μπορεί κάποιοι να λένε ότι είναι απάνθρωπο αυτό που κάνουν οι γονείς αυτοί, που αφήνουν τα παιδιά τους μόνα τους να ταξιδεύουν, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και εδώ στην Ελλάδα, παλιά, οικογένειες που είχαν 11 και 12 παιδιά, έδιναν το ένα για να σώσουν τα υπόλοιπα. Σε καταστάσεις πολέμου και επιβίωσης, οι άνθρωποι μπορεί να πάρουν δύσκολες αποφάσεις που θα κουβαλάνε για όλη τους τη ζωή»
«Ξεκινήσαμε με 3 δράσεις και έχουμε βρεθεί με 12», μου λέει η κ. Παππά, στη συνάντηση που είχαμε στα γραφεία της ΜΕΤΑδρασης. Η ίδια ήταν για πολλά χρόνια στην Ύπατη Αρμοστεία. Όμως έβλεπε ότι υπήρχαν σοβαρά κενά (όπως έλλειψη υπηρεσιών διερμηνείας, για την οποία η χώρα μας είχε καταδικαστεί πολλές φορές από διεθνή δικαστήρια) για τα οποία ούτε η πολιτεία, ούτε οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών έκαναν τίποτα -και που η Ύπατη Αρμοστεία δεν μπορούσε να καλύψει διότι δεν είναι στο ρόλο της. Γι’ αυτό το λόγο δημιουργήθηκε η ΜΕΤΑδραση.
«Μπορεί στην Ελλάδα να λένε ότι είναι απάνθρωπο αυτό που κάνουν οι γονείς αυτοί, που αφήνουν τα παιδιά τους μόνα τους να ταξιδεύουν, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και εδώ στην Ελλάδα, παλιά, οικογένειες που είχαν 11 και 12 παιδιά, έδιναν το ένα για να σώσουν τα υπόλοιπα. Σε καταστάσεις πολέμου και επιβίωσης, οι άνθρωποι μπορεί να πάρουν δύσκολες αποφάσεις που θα κουβαλάνε για όλη τους τη ζωή» αναφέρει.
Οι συνοδείες ξεκίνησαν πιλοτικά στον Έβρο το 2011. «Και μέσα σε 3 μήνες έσπαγαν τα τηλέφωνα για να καλύψουμε τις ανάγκες. Πολύ γρήγορα επεκτάθηκε σε όλη την Ελλάδα. Την πρώτη χρονιά, εκτός από τους διερμηνείς και τους συνοδούς, είχαμε και security, λόγω των διακινητών», μου λέει η κ. Παππά.
«Επί 20 χρόνια τα παιδιά έμεναν μήνες στα κρατητήρια. Η ΜΕΤΑδραση έκανε ένα βήμα με μεγάλο ρίσκο και οργάνωσε τις συνοδείες και από το 2011 έχουν συνοδευτεί 2672 παιδιά. Είναι πολύ σημαντικό τα παιδιά να μην μένουν στα κρατητήρια και να συνοδεύονται με ασφάλεια και προστασία για να μην πέφτουν στα κυκλώματα. Ειδικά σε αυτή την περίοδο, ενώ κάποιες φορές μπορεί να αισθανόμαστε σαν σταγόνα στον ωκεανό, παρά τις τόσες ομάδες που έχουμε και όλα αυτά που κάνουμε, στις συνοδείες ανηλίκων μπορούμε να πούμε ότι συμβάλουμε τα μέγιστα. Όποιο παιδί καταγραφεί ως ασυνόδευτο ανήλικο, η ΜΕΤΑδραση θα το συνοδεύσει. Και πιέζουμε για να καταγράφονται όλα. Το άγχος μας είναι για εκείνα που δεν καταγράφονται. Και πρέπει η διαδικασία της καταγραφής να γίνεται γρήγορα. Ήδη ο χρόνος που περνά μέχρι να φτάσει στη Μόρια είναι επικίνδυνος για να πέσει στα κυκλώματα».
Μου λέει και για την αλληλεγγύη που έχουν δείξει οι Έλληνες σε όλο αυτό που συμβαίνει. «Το μήνυμα συμπαράστασης σε αυτή την κατάσταση είναι συγκινητικό. Το είδαμε πολύ και με τη δράση που πραγματοποιήσαμε σε συνεργασία με την TaxiBeat. Ο κόσμος ήθελε να προσφέρει. Και το έκανε».