Ο Βαγγέλης Δελέγκος, φωτογράφος, συγγραφέας και δάσκαλος φωτογραφίας, παρουσιάζει για πρώτη φορά, στην Huffington Post, την ολοκλήρωση της τελευταίας μεγάλης εργασίας του, το "Mirrorless Photography", ενός τριετούς φωτογραφικού project, δημιουργημένου αποκλειστικά με φθηνές mirrorless φωτογραφικές μηχανές. Συνομιλούμε μαζί του για το εντυπωσιακό αυτό οπτικό υλικό, το πολυτελές λεύκωμα που το συνοδεύει (και που έχει μόλις κυκλοφορήσει), και λαμβάνουμε χρήσιμες και ειλικρινείς συμβουλές για όποιον επιθυμεί να ασχοληθεί ή καταπιάνεται ήδη με αυτή την ξεχωριστή τέχνη. Μια πλούσια και ιδιαίτερη συνέντευξη, με έναν δημιουργό εικόνων που κατέχει ήδη εδώ και χρόνια ξεχωριστή θέση στην σύγχρονη ελληνική Φωτογραφία.
Aναπολείς την απλή και ρομαντική περίοδο του φιλμ και της αναλογικής Φωτογραφίας;
Η αλήθεια είναι πως ναι, συχνά πυκνά ανακαλώ νοσταλγικά στη μνήμη μου δουλειές και αποστολές που πραγματοποιούσα τη δεκαετία του ΄90. Και μπορεί εκείνη η ωραία περίοδος του φιλμ να ήταν αρκούντως ρομαντική και πιο απλή αλλά, πιστέψτε με, ήταν επίσης και απείρως πιο δύσκολη. Βασικές φωτογραφικές έννοιες όπως η “Φωτομέτρηση” και το “Καδράρισμα”, πράγματα που οι σημερινοί νέοι φωτογράφοι αναλαμβάνουν ευκόλως (και πρόχειρα) να διεκπεραιώσουν μέσα από χιλιάδες δωρεάν ψηφιακά καρέ της μηχανής τους, τότε μεταφράζονταν σε κόστος (αγορά και εμφάνιση ακριβών φιλμ), προκειμένου, μέσω των τυχόν λαθών, να φτάσεις την οπτική σου αντίληψη εκεί που μπορούσες.
Ποιές οι διαφορές κάμερας DSLR και μιας CSC (Compact System Camera) ή πιο απλά "mirrorless";
Η βασική φιλοσοφία δημιουργίας των mirrorless φωτογραφικών μηχανών, εντοπίζεται στις μικρότερες διαστάσεις, όγκο και βάρος σε σχέση με τις DSLR. Γι΄ αυτό, εξ ορισμού έπρεπε να απουσιάζει ολάκερη η προηγούμενη λογική σχεδιασμού καθρέπτη, πενταπρίσματος και των συναφών μερών, ώστε να μπορεί το «σώμα» μιας μηχανής να γίνει πολύ πιο λεπτό και πολύ πιο ελαφρύ. Παρόμοια, ακολουθούν και πολλές άλλες διαφορές μεταξύ των δύο συστημάτων, όπως η αντικατάσταση του οπτικού σκοπεύτρου με ψηφιακό, η ύπαρξη πολλών καρέ ανά δευτερόλεπτο και στα πολύ φθηνά μοντέλα, η εισαγωγή καλών φακών με απείρως μικρότερο όγκο και βάρος. Η σύγκριση αυτή βέβαια θα μπορούσε να κρατήσει ώρες, μιας και τα διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά, καθώς και οι "πολέμιοι" ή "υπέρμαχοι" φωτογράφοι και των δύο πλευρών, είναι τέτοια και τόσα σε αριθμό, ώστε η παράθεση όλων των παραμέτρων καταλήγει να είναι μια υπόθεση που οδηγεί, ανάλογα με το κουράγιο του καθενός, σε ανάλωση απείρων ωρών έρευνας και συζητήσεων.
Γιατί και πότε επέλεξες να φωτογραφίζεις με CSC;
Επέλεξα να φωτογραφίζω με CSC, τη στιγμή που συνειδητοποίησα πως μπορούσα με αυτές να έχω ακριβώς την ίδια ποιότητα εικόνας (ή και καλύτερη πλέον), την ίδια ευελιξία (αυτή σίγουρα καλύτερη), την ίδια ταχύτητα και παραμετροποίηση στο χειρισμό (ομοίως), σε σχέση με τις παλιότερες βαριές μου DSLR, χωρίς όμως να χρειάζεται να κουβαλώ στην πλάτη μια φωτογραφική τσάντα σχεδόν ασήκωτη. Και μπορεί για έναν φωτογράφο στούντιο ή κάποιον άλλο συνάδελφο (βλέπε για παράδειγμα λήψεις γάμων και βαπτίσεων, όπου δυστυχώς το «θεαθήναι» του «επαγγελματικού» και ογκώδους εξοπλισμού ακόμα παίζει πρωταρχικό ρόλο στον Έλληνα πελάτη), το παραπάνω βάρος να μην παίζει ιδιαίτερο ρόλο από τη στιγμή που δουλεύει στατικά σε κάποια βάση, φανταστείτε όμως εμένα σε αποστολή, να έχω επάνω μου τσάντα με δύο μηχανές τουλάχιστον και 5-6 φακούς (και πληθώρα αξεσουάρ), μαζί με ένα τρίποδο, από το ξημέρωμα έως το βράδυ. Έτσι, από τα τέλη του 2012 και μετά, η επαφή μου με τις DSLR περιορίστηκε μόνο στις περιπτώσεις όπου μου ζητείται κάποια δοκιμή νέου μοντέλου ή δίνοντας συχνά οδηγίες και καθοδηγώντας τους μαθητές μου.
Πώς γεννήθηκε η ιδέα να βγάλεις το βιβλίο “Mirrorless Photography”;
Αυτό ήταν μια σχετικά εύκολη υπόθεση. Δεν υπάρχει στην αγορά κάτι αντίστοιχο, ούτε καν κάτι παρεμφερές από ό,τι γνωρίζω (στην Ελλάδα και στο εξωτερικό), και το συγκεντρωθέν υλικό από ταξίδια, αποστολές, μαθήματα και workshops των τελευταίων τριών ετών τουλάχιστον, αριθμεί τόσες πολλές χιλιάδες καλών και ποιοτικών εικόνων, ώστε κατέληξε να είναι απλά θέμα κοπιαστικής επιλογής φωτογραφιών, για να μπορέσω να οπτικοποιήσω ιδανικά την επιλογή και τη στροφή μου στις mirrorless φωτογραφικές μηχανές. Πάντα βέβαια υπάρχει πολλή και σκληρή δουλειά πίσω από την υλοποίηση μιας ωραίας ιδέας, κάτι που συνήθως, στον τόπο μας, δεν πληρώνεται ούτε κατά διάνοια.
Που εστιάζετε κυρίως στις φωτογραφίες σας;
Ανέκαθεν πιστεύω ότι με χαρακτήριζε μια μεγάλη και ουσιαστική θεματική ευρύτητα, μιας και είναι λίγες οι φωτογραφικές εφαρμογές με τις οποίες δεν έχω καταπιαστεί ακόμα. Λατρεύω το τοπίο και το ταξίδι, τη φύση και την αρχαιολογική Φωτογραφία, όμως έχω ασχοληθεί εξίσου επιτυχημένα με την διαφημιστική Φωτογραφία, το στούντιο, το περιβαλλοντικό ρεπορτάζ και πολλά άλλα. Θα έλεγα ότι τελικά επιλέγω να εστιάσω σε οτιδήποτε με περιβάλει, φτάνει να ανταποκρίνεται στην αισθητική μου, στην ιδιοσυγκρασία μου, στο τί η δική μου η ματιά θεωρεί άξιο απαθανάτισης, ακόμα και στη διαφορετική διάθεση της κάθε μέρας.
Ποια είναι η πηγή εμπνευσής σας;
Σε συνέχεια των παραπάνω, η πηγή της φωτογραφικής μου έμπνευσης μπορεί να είναι ουσιαστικά το παραμικρό, σημαντικό ή ασήμαντο. Μια μικροσκοπική λεπτομέρεια που θα οδηγήσει σε μια ωραία εικόνα macro, ένα αχανές τοπίο, ένα συμβάν, το χρώμα, το μοτίβο, κάτι πολύ πρωτότυπο ή κάτι πολύ συνηθισμένο που μπορεί όμως να αποδοθεί με πολύ πρωτότυπο τρόπο. Όλα είναι καλοδεχούμενα για τη ματιά μου και δεν κρατώ τη μηχανή έχοντας οπτικές «προκαταλήψεις», κάτι που με έχει αποζημιώσει όλα αυτά τα χρόνια.
Μπορείς να κάνεις τέχνη στην Ελλάδα;
Μπορείς, σίγουρα. Με την προϋπόθεση ότι θα ξοδέψεις χρήματα χωρίς να εισπράξεις, θα απευθυνθείς σε μικρό κοινό, αν τυχόν αρνηθείς να γίνεις μέλος σε διάφορες γνωστές “ομάδες” κ.λπ., και φυσικά αν το στομάχι σου αντέχει την σχεδόν σίγουρη απογοήτευση καθώς θα βλέπεις πολύ χειρότερους από εσένα να απολαμβάνουν τιμές και δόξες. Αν αντί για όλα αυτά, το πρωταρχικό μέλημά σου είναι η εσωτερική και ψυχική ανάταση που μπορείς να πάρεις από όλη την δημιουργική διαδικασία, τότε ναι, μην πάψεις ποτέ να καταπιάνεσαι με οποιαδήποτε μορφή τέχνης.
Υπάρχουν άνθρωποι ή καταστάσεις που ανατρέχεις για να αντλήσεις έμπνευση;
Εδώ και σχεδόν 25 χρόνια, έχω μελετήσει και έχω “διαβάσει” δουλειές πολλών κορυφαίων φωτογράφων, χωρίς όμως να έχω επιθυμήσει ποτέ να τους μοιάσω ή να τους αντιγράψω στον τρόπο που εκείνοι έχουν αντιληφθεί τον κόσμο γύρω τους, μιας και αυτό για μένα αποτελεί εντελώς διαφορετική περίπτωση από δημιουργό σε δημουργό. Πάντα θα σταθώ σε ενδιαφέρουσες εικόνες, είτε προέρχονται από δημοσιεύσεις σε έντυπα ή στο διαδίκτυο, είτε, ακόμα καλύτερα αν είναι λήψεις δικών μου μαθητών, οπότε θα έχω και έναν λόγο παραπάνω να χαίρομαι για την πρόοδο τους. Συνολικά πάντως, η έμπνευση μου πηγάζει πάντα από εκεί έξω, σε συνδυασμό ίσως με την γέννηση μιας καλής και πρωτότυπης ιδέας.
Η εξέλιξη σου φωτογραφικά έγινε μέσα από την εμπειρία ή μέσα από μία σχολή και τελικά ποιο από τα δύο είναι πιο σημαντικό;
Εδώ θα δυσκολευτώ να απαντήσω, όχι εξαιτίας των προσωπικών μου βιωμάτων που είναι ξεκάθαρα, αλλά επειδή ο κάθε μαθητευόμενος φωτογράφος αντιλαμβάνεται και αντιδρά διαφορετικά σε κάθε λογής διδακτικές προσεγγίσεις. Υπάρχουν παιδιά που προτιμούν την “ασφάλεια” που τους παρέχει μια ιδιωτική σχολή (παρά το γεγονός ότι θα κληθούν να ξοδέψουν παράλογα ποσά), επειδή νιώθουν πιο καλά υπό τη σκέπη ενός δομημένου προγράμματος σπουδών, ενώ άλλοι θα σπεύσουν να μαθητεύσουν άτυπα δίπλα σε κάποιον επαγγελματία, κάτι που και αυτό με τη σειρά του μπορεί να κρύβει κινδύνους, αν ο άνθρωπος που επιλέξουν δεν διαθέτει αντικειμενικότητα και ορθή εμπειρία. Προσωπικά, υπήρξα κάποτε και σπουδαστής σε σχολή Φωτογραφίας, από την οποία αποχώρησα εμφανώς απογοητευμένος για τα χρήματα και τον χρόνο που είχα σπαταλήσει, καθώς και συνεργάτης σε παλιότερους φωτογράφους, οι οποίοι είχαν μεν κάποια λίγα “μυστικά” να μοιραστούν, αλλά με το σταγονόμετρο. Όντας λοιπόν εδώ και καιρό δάσκαλος Φωτογραφίας και ο ίδιος, φροντίζω να αντλώ και να αξιοποιώ τα καλά και από τις τρεις αφετηρίες. Ό,τι τυχόν καλό και θεωρητικό μπορεί κανείς να βρει σε μια σχολή, μαζί με τα μυστικά των παλαιότερων αλλά, και αυτό για μένα είναι το κυριότερο, χωρίς εγώ να κρατώ κανένα απολύτως μυστικό από τους μαθητές μου, απο τις μυριάδες φωτογραφίσεις που έχω πραγματοποιήσει εδώ και 24 χρόνια. Η αγάπη για μια τέχνη δεν χωρά κομπλεξισμούς και αίσθηση “απειλής” από τους νεότερους.
Ποια είναι τα μαγικά συστατικά κατά την γνώμη σου που χρειάζεται κάποιος για να γίνει καλός φωτογράφος;
Η μόνιμή μου πεποίθηση είναι πως η Φωτογραφία πρέπει να ισορροπεί ακριβώς στη μέση μεταξύ τέχνης και τεχνικής. Αν η ζυγαριά γέρνει πολύ περισσότερο προς την τέχνη, χωρίς την απαραίτητη παρουσία υψηλής τεχνικής, δεν θα μπορέσει ποτέ κανείς να υλοποιήσει ιδανικά αυτό που έχει οραματιστεί. Αντίστοιχα, αυτός που εστιάζει περισσότερο στην τεχνική, αδιαφορώντας για τα υπόλοιπα, θα καταφέρει ίσως να έχει εντυπωσιακές εικόνες στο αρχείο του, οι οποίες όμως θα έιναι βαρετές και προβλέψιμες. Υπάρχουν ατέλειωτα παραδείγματα και από τις δύο περιπτώσεις. Χρειάζεται αφοσίωση, πειραματισμό, πολύ περπάτημα, διάθεση και αγάπη. Χωρίς την έμφυτη περιέργεια για οτιδήποτε μας περιβάλει, και χωρίς χιλιάδες χιλιάδων καρέ, δεν θα μπορέσει κανείς να “γυμνάσει” και να δυναμώσει την οπτική του αντίληψη, ούτε βέβαια και να κατορθώσει να δημιουργήσει κάποιο προσωπικό στυλ. Η καλή γνώση των δυνατοτήτων του εξοπλισμού μας επιτρέπει να είμαστε πιο γρήγοροι, πιο σίγουροι και πιο αποτελεσματικοί τη στιγμή του “κλικ”.
Πότε είχες την πρώτη επαφή με τη φωτογραφία και γιατί σε κέρδισε αυτή η μορφή τέχνης;
Θυμάμαι τον εαυτό μου πιτσιρικά, σε εκδρομή του δημοτικού, να κρατώ μια Polaroid και να φωτογραφίζω τις Μυκήνες και την Επίδαυρο. Θυμάμαι επίσης να την κρατώ αγκαλιά στην επιστροφή, με κλάματα, επειδή κάποιο άλλο παιδάκι, άθελα του, της είχε χαλάσει το κουμπί ενεργοποίησης του κλείστρου. Διάφορες άλλες φθηνές μηχανές με συντρόφευαν σε όλα τα σχολικά ταξίδια και διακοπές, ενώ κάπου εκεί στα τέλη του λυκείου, είχα δανειστεί μια παλιά ρώσικη και είχα τραβήξει το πρώτο μου ασπρόμαυρο, πορτραίτα μιας κοπέλας που αγαπούσα τότε. Γιατί με κέρδισε λοιπόν αυτή η τέχνη; Ίσως επειδή μου δίνει τη δυνατότητα να ξεδιαλέγω και να κρατώ για πάντα ορισμένα «κάδρα», από τις ανεξάντλητες εικόνες που γεννάει καθημερινά αυτός ο πλανήτης. Ίσως πάλι επειδή η Φωτογραφία με φέρνει στην πιο άμεση μορφή γνωριμίας που έχω βιώσει, με τη Γη. Ποιος ξέρει.
Πόσο καιρό εργάστηκες για το project;
Το υλικό έχει αντληθεί από λήψεις τουλάχιστον τριών ετών και αναρίθμητες αποστολές και ταξίδια. Υπήρξε πολύ δύσκολο το να καταλήξω στις εικόνες που βλέπετε στο λεύκωμα, μιας και ήθελα να οπτικοποιήσω ιδανικά όλα εκείνα τα οφέλη που πιστεύω πως πλέον διαθέτουν οι mirrorless φωτογραφικές μηχανές. Ξέροντας πως μπορούσα να δείξω πολλές διαφορετικές πτυχές της τέχνης και της τεχνικής που μπορεί να επιτευχθεί με πενιχρά μέσα και φθηνό εξοπλισμό, έπρεπε να δώσω αυτό το συγκεκριμένο μήνυμα απλά και με ειλικρίνεια. Για μένα είναι ένα σπουδαίο project και κάτι που σκοπεύω, αν το ευνοήσουν οι δύσκολες συνθήκες, να το επαναλάβω και με άλλου είδους εξοπλισμό στο μέλλον.