Ένα πολύχρωμο σχολείο παιδιών μεταναστών και προσφύγων που λειτουργεί σαν οικογένεια
Εξωτερικά μοιάζει ένα συνηθισμένο σχολείο της Αθήνας- από αυτά που χωμένα στον πυκνό αστικό ιστό, με μικρούς προαύλιους χώρους πρώτα αφήνουν την εντύπωση πολυκατοικίας και μετά, αν πλησιάσεις, σχολικού συγκροτήματος. Όμως, οι ήχοι από τα παιχνίδια και τα γέλια των παιδιών σε οδηγούν εκεί, όπως σε κάθε σχολείο. Πίσω από τα κάγκελα ένα πολύχρωμο «σμήνος» παιδιών σα να τιτιβίζει, τρέχουν πάνω κάτω σαν με φτερά στα πόδια τους- παιδιά με καταγωγή από διάφορες χώρες της Αφρικής, παιδιά προσφύγων από τη Συρία, κορίτσια κι αγόρια από τις αραβικές χώρες του Μαγκρέμπ (βόρεια Αφρική), το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές, την ανατολική Ευρώπη, συνθέτουν τον μαθητικό πληθυσμό του. Και η πρώτη εικόνα τους, όπως τα παρατηρούσα στο διάλειμμά τους, είναι πως την εκπαίδευσή τους εκεί την καταφχαριστιούνται- στη συνέχεια του ρεπορτάζ θα δείτε πως τα ίδια την επιβεβαίωσαν με τον πλέον εμφατικό τρόπο, όπως μόνο τα παιδιά μπορούν να σε πείσουν με τον ενθουσιασμό και τον αγαθό στόμφο που εκφέρουν τις λέξεις τους. Όταν το αισθάνονται, μόνο.
Δυο κοριτσάκια από την Αφρική, με τα μαλλιά τους κοτσιδάκια, ενώ οι συμμαθητές τους ξεχύνονται από τις τάξεις στο άκουσμα του κουδουνιού, με περιεργάζονται διερευνητικά- ένας άγνωστος «μεγάλος» σε ένα παγκάκι της αυλής τους να σημειώνει σε ένα τετράδιο σαν σχολικό. Θα απορούσα κι εγώ. Γύρω μας τα άλλα παιδιά μου φέρνουν θύμησες των δικών μου παιδικών χρόνων σε ένα συνηθισμένο δημοτικό σχολείο της δεκαετίας του ’80, αποκλειστικά γηγενών Ελληνόπαιδων- τα παιδιά είναι παντού κι ανέκαθεν ίδια, σαν η πιο διαχρονική αξία της ανθρωπότητας, το τμήμα του ανθρώπινου πληθυσμού που ακόμα συγκρατεί μια φυσική αυθεντικότητα, ακατέργαστη από συγκυρίες και εποχές.
«Δημοσιογράφος είναι, κάνει ρεπορτάζ για το σχολείο μας», τους λέει. “I told you”, απαντά
Ο μόνος τρόπος να περιγραφεί η ατμόσφαιρα του Διαπολιτισμικού Δημοτικού Αλσούπολης (Νέας Ιωνίας) επαρκώς είναι να θυμηθεί ο καθένας το δικό του σχολείο, τα δικά του χρόνια στο θρανίο και την αυλή. Αν κάτι αξίζει να σημειώσω είναι πως τα παιδιά δεν έκαναν παρέα ανά εθνικότητα αλλά ανά τμήμα ή τάξη- όπως σε κάθε συνηθισμένο σχολείο συμβαίνει. Ναι, όταν μια τάξη λειτουργεί αρμονικά σαν παρέα που μαθαίνει από κοινού, η ενοποιητική της δύναμη υπερβαίνει φραγμούς των «μεγάλων»- εθνικότητες, θρησκείες ή χρώματα. Οι δυο κοπελίτσες ρωτούν τη δασκάλα τους ποιος είμαι. «Δημοσιογράφος είναι, κάνει ρεπορτάζ για το σχολείο μας», τους λέει. “I told you”, ακούω αμέσως την μία να λέει στην φίλη της. Τα παιδιά, όταν τυχαίνει να είναι με κάποιον συμμαθητή τους της ίδιας εθνικότητας, μιλάνε στη μητρική τους γλώσσα- και στο σπίτι τους αυτή μιλάνε με τους γονείς τους. Όμως, η κοινή γλώσσα όλων στο σχολείο είναι τα ελληνικά.
Η κυρία Μαρία Τσάμη είναι διευθύντρια του σχολείου- καθηγήτρια Αγγλικών και κάτοχος διδακτορικού διπλώματος, εργάζεται εκεί από το 1992.
«Στο σχολείο μας φοιτούν από παιδιά προσφύγων που ήρθαν από τη Συρία λίγους μήνες πριν και, φυσικά, δεν ήξεραν λέξη στα ελληνικά, μέχρι παιδιά Αφρικανών μεταναστών, που τα ίδια γεννήθηκαν στην Ελλάδα, άρα μιλάνε τη γλώσσα».
Σκοπός δικός μας είναι να εντάξουμε αυτά τα παιδιά (και τους γονείς τους), να τα κάνουμε να αισθανθούν όπως ο Γιαννάκης Αντετοκούνμπο που νιώθει την ελληνική και δική του σημαία
Αναγκαστικά λοιπόν οι τάξεις είναι τριών και τεσσάρων “ταχυτήτων” και η μαθησιακή διαδικασία προσαρμόζεται σε επιμέρους ομάδες παιδιών, ή ακόμα και εξατομικεύεται, ειδικά στους νεοφερμένους μαθητές. Για να είναι αυτό το εξαρχής πολύπλοκο εκπαιδευτικό σχήμα λειτουργικό πρέπει τα τμήματα να είναι ολιγομελή- και όντως δεν ξεπερνούν τους 15 μαθητές.
«Το μάθημα γίνεται στα ελληνικά, προσαρμοσμένο και με τη βοήθεια και άλλης γλώσσας όταν υπάρχει επικοινωνιακό αδιέξοδο. Όμως η επικοινωνία κτίζεται στα ελληνικά γιατί είναι η γλώσσα που τα παιδιά δεν τη μαθαίνουν απλώς, αλλά τη ζούνε - στο διάλειμμα, στις εξωσχολικές δραστηριότητες, στην κοινωνία. Γι' αυτό και διδάσκουμε από τα ίδια βιβλία με τα υπόλοιπα ελληνικά σχολεία, έχοντας όμως και πρόσβαση σε εξειδικευμένη βιβλιογραφία, από το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας κ.α.», μου λέει ο Δημήτρης Ξυδάκης, δάσκαλος της Β΄Δημοτικού.
H επικοινωνία κτίζεται στα ελληνικά γιατί είναι η γλώσσα που τα παιδιά δεν τη μαθαίνουν απλώς, αλλά τη ζούνε
Τις δύο μέρες που διήρκησε το ρεπορτάζ είχα την χαρά να γνωρίσω αρκετούς εκπαιδευτικούς του σχολείου- όλοι τους δάσκαλοι που μιλάνε αγγλικά, με μεταπτυχιακά, μετεκπαιδεύσεις, προϋπηρεσία σε σχολεία του εξωτερικού, ακόμα και διδακτορικά διπλώματα. Κυρίως, όμως, εκπαιδευτικοί που βρίσκονται σε αυτό το ιδιαίτερο σχολείο κατ’ επιλογή τους, δάσκαλοι που θυμούνται τους μαθητές τους με το μικρό τους όνομα και γνωρίζουν σε βάθος τις προσωπικές τους ιστορίες. «Υπάρχουν συνάδελφοι που βρέθηκαν εδώ και την άλλη μέρα ζήτησαν να φύγουν», μου λένε.
«Κάποιοι γονείς είναι στη χώρα με νομιμοποιητικά έγγραφα που δεν τους επιτρέπουν κοινωνική κι εργασιακή ευελιξία. Εργάζονται «μαύρα», ανασφάλιστοι, πολλοί μικροπωλητές- η δουλειά μας εδώ είναι κατεξοχήν κοινωνική δράση γιατί απευθύνεται σε περιθωριοποιημένες κοινωνικές ομάδες. Βοηθήσαμε, απλώς παρέχοντάς τους τις βεβαιώσεις φοίτησης των παιδιών τους, γονείς που ζούνε εδώ είκοσι χρόνια να βγάλουν χαρτιά για τα γεννημένα στην Ελλάδα παιδιά τους και εξεπλάγησαν- ήμασταν οι πρώτοι που τους υποστηρίζαμε. Το κέντρο της Αθήνας, αρέσει δεν αρέσει, είναι πολυπολιτισμικό- σκοπός δικός μας είναι να εντάξουμε αυτά τα παιδιά (και τους γονείς τους), να τα κάνουμε να αισθανθούν όπως ο Γιαννάκης Αντετοκούνμπο που νιώθει την ελληνική και δική του σημαία», μου λέει ο Ξυδάκης.
Παλιότερα, όπως θυμάται η διευθύντρια, κ. Τσάμη, το Διαπολιτισμικό της Νέας Ιωνίας ήταν σχολείο παλλινοστούντων- μαθητές ήταν παιδιά Ελλήνων μεταναστών που επέστρεφαν από τη Γερμανία, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία. Τότε αποτελούσε και προϋπόθεση για την εγγραφή ενός παιδιού να είναι Έλληνας ο ένας γονιός του- ένας περιοριστικός όρος που καταργήθηκε άμα της μετατροπής του σχολείου σε «Διαπολιτισμικό» το 1996. Η ταξική προέλευση των μαθητών στο ξεκίνημα του σχολείου ως διαπολιτισμικό ήταν αντεστραμμένη της σημερινής- τα παιδιά υπαλλήλων πρεσβειών και διπλωματών έβριθαν, ενώ σήμερα είναι ελάχιστα. Η τωρινή μεγάλη πλειοψηφία τους είναι παιδιά οικονομικών μεταναστών που η ελληνική κρίση έχει πλήξει πιο επώδυνα από τον μ.ο. των γηγενών Ελλήνων.
«Σε πολλές περιπτώσεις οι συνθήκες ζωής τους είναι δύσκολες- φτώχεια και συχνή απουσία του μπαμπά ή της μαμάς», λέει η υποδιευθύντρια του σχολείου, κυρία Ράνια Μπεντεβή, δασκάλα με μεταπτυχιακό στις μαθησιακές δυσκολίες.
«Οι γονείς συχνά εργάζονται όλη μέρα και τότε τα μεγαλύτερα παιδιά μεγαλώνουν μόνα τους τα μικρότερα αδέρφια τους. Έχουμε παιδάκια που γυρίζουν από το σχολείο το μεσημέρι, μαγειρεύουν, καθαρίζουν, διαβάζουν όσο προλαβαίνουν κι αντέχουν και η μαμα μπαίνει σπίτι από τη δουλειά τα μεσάνυχτα, τα βρίσκει να κοιμούνται. Είχαμε περίπτωση μαθήτριας 6ης Δημοτικού που έμενε με το μικρό αδελφάκι της σ’ ένα υπόγειο στην Κυψέλη, μόνοι τους όλη τη βδομάδα σχεδόν- η μαμά εργαζόταν εσωτερική οικιακή βοηθός και ήταν μαζί τους μόνο τα Σαββατοκύριακα. Κατά καιρούς είχαμε και μαθητές από τη Στέγη Ανηλίκων, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις παιδιών που ξεκίνησαν εδώ το σχολείο, γύρισαν για κάποια χρόνια στις χώρες καταγωγής τους και όταν επέστρεψαν αντιληφθήκαμε ότι στην περίοδο αυτή της απουσίας τους δεν λάμβαναν κανενός είδους εκπαίδευση», εξηγεί η ίδια.
Την ρωτάω για την ψυχολογία των νεοεισερχόμενων μαθητών.
Τα παιδιά είναι παντού κι ανέκαθεν ίδια, σαν η πιο διαχρονική αξία της ανθρωπότητας, το τμήμα του ανθρώπινου πληθυσμού που ακόμα συγκρατεί μια φυσική αυθεντικότητα, ακατέργαστη από συγκυρίες και εποχές
«Τα περισσότερα παιδιά στην αρχή είναι “κλειστά”, αλλά προσαρμόζονται εύκολα, σε 2- 3 μήνες έχουν κιόλας μπει στο “κλίμα”, αρχίζουν να μιλάνε τη γλώσσα και να χαμογελούν- και σε δυο χρόνια μέσα έχουν γίνει “αστέρια” στα ελληνικά. Η ανάγκη των παιδιών να επικοινωνήσουν είναι τεράστια και για αυτό μαθαίνουν πολύ γρήγορα», μου λέει.
Μιλώντας με τους δασκάλους δεν μπορώ να τους κρύψω τον θαυμασμό που νιώθω για εκπαιδευτικούς που επιτελούν το δύσκολο έργο της ένταξης ενός παιδιού σε ένα νέο κόσμο- από το σχολικό περιβάλλον και πρόγραμμα, μέχρι τη νέα γλώσσα και τον, αρχικά, ολότελα ξένο κοινωνικό περίγυρο. Υπάρχουν βέβαια ειδικές προβλέψεις, όπως μια δυο ώρες παραπάνω ελληνικά στους νέους μαθητές για να «τρέξουν» πιο γρήγορα- αλλά όλοι οι εκπαιδευτικοί που μίλησα μαζί τους αναφέρθηκαν στην πολύτιμη βοήθεια, που στην προσπάθεια αυτής της πολύπλευρης ενσωμάτωσης των «καινούργιων», έχουν από τους συμμαθητές τους. «Οι συμμαθητές εδώ υποστηρίζουν τους νεοαφιχθέντες- παρότι είναι σύνηθες τα παιδιά στις ηλικίες κάτω των 12 ετών να είναι σκληρά, τα δικά μας παιδιά αγκαλιάζουν πάντα τους καινούργιους, ανεξαρτήτως χρώματος και φυλής, ίσως γιατί έχουν περάσει από τη θέση τους».
Στα διαλείμματα των μαθημάτων μιλάω με κάποια παιδιά- ένα από αυτά είναι η . Έφυγαν μετά τον πόλεμο από την Βεγγάζη, γιατί η ζωή παρέμενε επικίνδυνη. Στο διαπολιτισμικό ξεκίνησε πέρσι - ήδη τα ελληνικά της είναι άψογα, της αρέσει η Φυσική και είναι ένα χαμογελαστό κορίτσι που θέλει όταν μεγαλώσει να γίνει τραγουδίστρια.
«Ξυπνάω κάθε μέρα χαρούμενη που θα έρθω σχολείο κι όταν καμιά φορά είμαι άρρωστη, στενοχωριέμαι που χάνω το μάθημα. Εδώ είμαστε όλοι ίσοι, ίδιοι κι ας έχουμε διαφορετικό χρώμα. Είμαστε σαν οικογένεια», μου λέει γελώντας.
Από τη Λιβύη θυμάται τον θαλασσινό αέρα της Βεγγάζης- και στην Ελλάδα η θάλασσα είναι που της αρέσει όμως.
Με τη βοήθεια της μιλάω με τον που ήρθε στην Ελλάδα και στο σχολείο πριν ένα μήνα- και μέσα στην τάξη αυτές τις πρώτες μέρες η Ρ. είναι αυτή που συνδέει, μεταφράζοντας από τα ελληνικά στα αραβικά, τον νέο της συμμαθητή με την μαθησιακή διαδικασία. Ο Α. μου λέει ότι ήρθε με τη μητέρα και τον αδερφό του πριν δυο μήνες στην Ελλάδα- ο μπαμπάς του είναι ήδη στο Λονδίνο και εκεί θέλει να τον συναντήσει και η υπόλοιπη οικογένεια. Το ταξίδι από τη Συρία ήταν δύσκολο, όπως και η ζωή στην πόλη του, το Χαλέπι. Ήρθαν από τη θάλασσα, στη Ρόδο. Δεν θέλω να ρωτήσω παραπάνω λεπτομέρειες για τον πόλεμο και την περιπέτεια της μετάβασης στην Ευρώπη. Γνωρίζει ήδη αρκετές ελληνικές λέξεις και η βελτίωσή του είναι καθημερινή- τα ελληνικά, η «Γλώσσα», είναι και το αγαπημένο του μάθημα. Ο 13χρονος Α. είναι από τις περιπτώσεις παιδιών που προσαρμόστηκαν εύκολα- όπως και από την πρώτη μέρα στο σχολείο χαμογελούσαν, θέλησαν αμέσως να μπούνε στην τάξη.
Δεν είναι όλα τα παιδιά του πολέμου το ίδιο ευπροσάρμοστα όμως- όταν σε μια έκθεση ζωγραφικής που επισκέφτηκε το σχολείο είδαν ένα βίντεο με τους πρόσφυγες στις βάρκες, τα παιδιά ειδικά «ταρακουνήθηκαν», δεν θέλουν να μιλάνε ούτε να ζωγραφίζουν αυτά που πέρασαν
- ζούσε σ’ ένα χωριό της Συρίας και τα τελευταία χρόνια είχε, εξαιτίας του πολέμου, διακόψει το σχολείο, πιθανότατα γιατί είχε πάψει κι αυτό να υπάρχει... Ήρθε στην Ελλάδα μαζί με την μητέρα της και τις πρώτες μέρες στο σχολείο συχνά έκλαιγε- μετά από λίγους μήνες «γελά και αγκαλιάζει» μου λένε οι δάσκαλοι. Μιλάω με την Σ. με την βοήθεια - η ίδια είναι δυο χρόνια στο σχολείο και τα ελληνικά της είναι άψογα. «Χαίρομαι πολύ που βοηθάω τη δασκάλα μου να επικοινωνεί με τους νέους συμμαθητές μου», λέει. «Για μένα είναι πολύ εύκολο και το διασκεδάζω να μεταφράζω από τα ελληνικά στα αραβικά γιατί αγαπώ πολύ και το σχολείο και τη δασκάλα μου», συνεχίζει.
Η πρώτη μέρα που βρέθηκα στο σχολείο συνέπεσε με το ξεκίνημα του μεσημεριανού φαγητού στο σχολείο.. Tα Διαπολιτισμικά Σχολεία εντάχθηκαν σε πρόγραμμα που «τρέχουν» από κοινού τα υπουργεία Εργασίας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Παιδείας και στους μαθητές μοιράστηκαν μερίδες μοσχαράκι με κριθάρι και σαλάτα μπρόκολο.
Τα παιδιά το καταφχαριστήθηκαν. «Σ’ ένα σχολείο που για κάποιους μαθητές δεν είναι σπάνιο να ακούσουν τη μαμά στο σπίτι να τους λέει “θα φάμε αύριο”, αυτή η δωρεάν σίτιση είναι πολύ σημαντική», επισημαίνει ένας δάσκαλός τους.
«Και η μετακίνησή τους είναι πολύ σημαντική. Ευτυχώς φέτος είχαμε στη διάθεσή μας από το ξεκίνημα της χρονιάς λεωφορείο για την μετακίνηση των παιδιών και για κάποιες περιοχές που ο αριθμός των μαθητών είναι μικρός μας εξυπηρετούν ταξί- όλα τα μέσα μετακίνησης είναι μισθωμένα από την Περιφέρεια. Θα θέλαμε κι έναν ψυχολόγο ή κοινωνικό λειτουργό σε μόνιμη βάση κοντά μας, είναι πάγιο αίτημά μας για την καλύτερη υποστήριξη των παιδιών. Αυτό μέχρι στιγμής δεν έχει συμβεί παρά μόνο για πολύ μικρές χρονικές περιόδους», λέει η διευθύντρια, κ. Τσάμη. Τη συναντώ στην αίθουσα των καθηγητών, μαζί με την υποδιευθύντρια κ. Μπεντεβή.
Είναι αγαπητό το σχολείο στην τοπική κοινωνία; Και ποια είναι η διάδρασή του με τους γονείς των μαθητών;
«Έχουμε άριστες σχέσεις με τη γειτονιά- ο Δήμος Νέας Ιωνίας μας υποστηρίζει διαχρονικά και αποκαλεί το σχολείο μας “στολίδι όλου του Δήμου”. Καταβάλλουμε μεγάλη προσπάθεια να κτίζουμε σχέσεις εμπιστοσύνης, όχι μόνο με τα παιδιά και την τοπική κοινωνία αλλά και με τους γονείς- επισκεπτόμαστε τις διάφορες μεταναστευτικές κοινότητες, συμμετέχουμε στις γιορτές τους και σίγουρα εκτιμούν αυτή την προσέγγιση. Αρκετοί μουσουλμάνοι γονείς επιτρέπουν στα παιδιά τους να μας ακολουθούν στην εκκλησία (για τους χριστιανούς των άλλων δογμάτων αυτό είναι σίγουρο), θεωρώντας ότι είναι θετικό για τα παιδιά τους να γνωρίσουν και άλλες θρησκείες. Εμείς, προσπαθούμε να τους φέρουμε (και τους γονείς) κοντά στο σχολείο μας», λέει η διευθύντρια.
«Αυτό δεν είναι πάντα εύκολο αλλά η δυσκολία των περισσοτέρων εξηγείται - ένας γονιός που περιοδεύει τα πανηγύρια ως μικροπωλητής ή εργάζεται όλη μέρα πώς να βρει χρόνο για τον σύλλογο γονέων που προσπαθούμε να συστήσουμε; Ούτε είμαστε το σχολείο της γειτονιάς τους, δεν είναι κι εύκολο να «πεταχτείς» από τα Κάτω Πατήσια, π.χ., στη Νέα Ιωνία..», σχολιάζει η υποδιευθύντρια.
«Ρατσιστικές συμπεριφορές αντιμετωπίζουν οι μαθητές τους εκτός σχολείου;»
«Τους μήνες που είχαν προηγηθεί της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα είχανε κυνηγηθεί παιδιά μας, είχανε επιτεθεί και χτύπησαν και γονείς μαθητών μας, όχι στο σχολείο, στις γειτονιές τους. Οι γονείς μας έλεγαν ότι τα παιδιά δε μπορούσαν να κοιμηθούν όταν έκανε πορείες η Χ.Α. και περνώντας κάτω από το σπίτι τους άκουγαν τις φωνές τους και τα συνθήματα.
Ένα πρωτάκι που περνούσε πολλές ώρες μόνο του στο σπίτι με είχε ρωτήσει φοβισμένο αν αυτοί οι άνθρωποι μας βλέπουν και μέσα από τους τοίχους, ή θυμάμαι όταν συμβούλεψα μια μαθήτρια να προσέχει εκείνη την περίοδο και να αποφεύγει να κυκλοφορεί μόνη της- την ρώτησα πως αισθάνεται και μου απάντησε “τους μισώ κυρία, τους μισώ”.
Τι άλλο να της απαντούσα εκτός από το ότι δεν πρέπει να αισθάνεται μίσος γιατί γίνεται ίδια με αυτούς... Με όσα ακολούθησαν τη δολοφονία του Φύσσα, αυτός ο καθημερινός φόβος καταλάγιασε».
Πάντως, ακόμα, παιδιά με καταγωγή από αφρικανικές χώρες μεταγράφονται στο Διαπολιτισμικό από σχολεία του κέντρου ή άλλων περιοχών της Αθήνας γιατί εκεί δέχονται ρατσισμό από συμμαθητές τους, πολύ συχνά από λευκά παιδιά άλλων μεταναστευτικών κοινοτήτων. Στο Διαπολιτισμικό- που συνεχίζουν και σαν απόφοιτοι να επισκέπτονται για να συναντήσουν τους δασκάλους τους- νιώθουν πλήρως αποδεκτά και ασφαλή.
Οι μαθητές του σχολείου, ανεξαρτήτως χρώματος, ζούνε φυσιολογικά την παιδική τους ηλικία στην Ελλάδα- έχουν εξωσχολικές δραστηριότητες, κάνουν παρέες με γηγενείς συνομηλίκους τους, προχωρούν στην εκπαίδευσή τους και διακρίνονται στον αθλητισμό, χαρίζοντας στο σχολείο τους σημαντικές διακρίσεις στους μαθητικούς αγώνες. είναι μια καλή μαθήτρια που θέλει να γίνει οφθαλμίατρος γιατί έχει και η ίδια μυωπία- «λοιπόν θα ήθελα να βοηθήσω τα άλλα παιδιά». Στο σχολείο της τίποτα δεν θα ήθελε να αλλάξει, ιδίως οι καλοί δάσκαλοί της- «στενοχωριέμαι μόνο όταν καμιά φορά τσακώνονται οι συμμαθητές μου», λέει.
«Πολύ γρήγορα διαπίστωσα πως τα παιδιά σε αυτό το σχολείο είναι ήδη τόσο εξοικειωμένα με το διαφορετικό, με το ξένο, με το καινούριο, που, αποτελούν αυτά παράδειγμα προς μίμηση για εμάς τους ‘μεγάλους’», μου λέει η δασκάλα Ζωή Τζήκου
Τι κερδίζει από την καθημερινή της εμπειρία στο Διαπολιτισμικό της Νέας Ιωνίας;
«Κάποτε γύρισε και μου είπε “κυρία πεινάω σαν λύκος σε άγρια αστροφεγγιά”»
«Λίγοι εκπαιδευτικοί είμαστε τελικά τόσο τυχεροί, μέσα σε μια μέρα να ταξιδεύουμε μέσω των μαθητών μας από την Αθήνα σε όλον τον κόσμο και στο τέλος της (σχολικής) μέρας, να επιστρέφουμε σπίτι με μια ‘βαλίτσα’ γεμάτη εικόνες, χρώματα, ιστορίες, ανθρώπους, μουσικές», απαντάει. Και όταν ρωτάω αν τα παιδιά είναι γενικά καλοί μαθητές, απλώς μου γνωρίζει τον είναι ένα ψηλό παιδί με λαμπερό βλέμμα.
«Περνάς καλά στο σχολείο;», τον ρωτάω- «τέλεια» απαντάει με έναν ενθουσιασμό που δε θα περιγραφόταν ούτε με όλου του κόσμου τα θαυμαστικά... Ο Τ. παίζει μπάσκετ, ο σωματότυπος του τον κατευθύνει εκεί άλλωστε- «όταν μεγαλώσω», μου λέει, «θελω να παίξω μπάσκετ στον Παναθηναϊκό ή τον Ολυμπιακό. Και να γίνω συγγραφέας».
Όμως παράλληλα με το μπάσκετ σε σύλλογο της Αθήνας, έχει γράψει τρεις «φανταστικές ιστορίες και ένα θεατρικό για μία δασκάλα με ενοχλητικούς μαθητές», όπως ο ίδιος περιγράφει τα έργα του. Την ελληνική γλώσσα την χειρίζεται περίτεχνα- «κάποτε γύρισε και μου είπε “κυρία πεινάω σαν λύκος σε άγρια αστροφεγγιά”» μου λέει για αυτόν η δασκάλα του, Ζωή.
«Στην Γ΄Δημοτικού τον είχα μαθητή και με είχε ρωτήσει, για να με “ψαρώσει”, αν ξέρω ποιος είναι ο Πυλάδης...», μου λέει γελώντας ο δάσκαλος Δημήτρης Ξυδάκης. «Είναι ένα παιδί που έχει “καταπιεί” τη βιβλιοθήκη του σχολείου, με προχωρημένο χιούμορ και την ικανότητα να χρησιμοποιεί δομές της γλώσσας που αποδεικνύουν ότι η βασική του ταυτότητα είναι ελληνική».
Από μια αίθουσα αντηχούν σε όλον τον διάδρομο τραγούδια. Τα παιδιά της 4ης. Παιδιά μεταναστών β΄γενιάς από την Αφρική και μαζί παιδιά προσφύγων, τραγουδούν το ποιηματάκι «Άνοιξα του Αιγαίου τη θύρα» σε μελωδικά ελληνικά.
Η δασκάλα τους στη μουσική, κυρία Λένα Γεωργαλή, έχει μελοποιήσει όλα τα ποιήματα που περιλαμβάνουν τα «αναγνωστικά» και των έξι τάξεων του Δημοτικού.
Ήταν συγκινητικό το άκουσμα του τραγουδιού- κι ακόμη περισσότερο το θέαμα των μικρών μαθητών που τραγουδούσαν με αγάπη για τη χώρα που ζούνε, σμίγοντας άθελά τους το παιδικό με το πολιτικό τραγούδι.
Αν το υπουργείο Παιδείας ήθελε ποτέ να ηχογραφήσει αυτά τα τραγουδάκια και να τα κυκλοφορήσει, διαθέτοντας τα όποια έσοδα στην υποστήριξη παιδιών αδιακρίτως, η πρώτη χορωδία ας θεωρείται έτοιμη...
Άνοιξα του Αιγαίου τη θύρα
Άνοιξα του Αιγαίου τη θύρα
την περνώ φτάνω στη Θήρα
απ’ την Άνδρο και τη Σύρο
κύματα χορό θα σύρω
για να πάω στην Αίγινα
γλαροπούλι έγινα
Πάτμο, Λέρο, Κω και Ρόδο
ροδοπέταλα από ρόδο
άπορος πατάω στον Πόρο
δίχως να ’χω κάποιον πόρο
όλοι παίρνουν απ’ την Πάρο
κι εγώ πάω για να πάρω
και ρωτάω έναν ψαρά
«προς τα πού είναι τα Ψαρά;»Τήνος, Μύκονος και Μήλος
στα φτερά του μ’ έχει ο μύλος
«δεν υπάρχει σκόπελος»
μου φωνάζει η Σκόπελος
παίζω σε γιαλό και σ’ άμμο
απ’ τη Λήμνο πάω στη Σάμο
Μυτιλήνη και στη Χίο
τριγυρίζω σαν στοιχειό
σ’ ένα δέλφινα καβάλα
πάω στη Θάσο, στην Καβάλα
στη Μακεδονία, στη Θράκη
κι από Κρήτη Σαμοθράκη.
Θέτη Χορτιάτη,
Παιχνιδόλεξα, εκδ. Κέδρος, Αθήνα, 1986
**Μουσική σύνθεση, Λένα Γεωργαλή ,2015
**Σημείωμα:
Ευχαριστούμε πολύ τους μαθητές, τους δασκάλους και το υπουργείο Παιδείας