Τον κώδωνα του κινδύνου για την ελληνική οικονομία κρούει ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας στην Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική που κατέθεσε στη Βουλή. Σε αυτή ο κ. Στουρνάρας κάνει λόγο για διπλό κίνδυνο που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, από την υπέρμετρη φορολόγηση και τις πιθανές καθυστερήσεις στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.
Ο κ. Στουρνάρας επισημαίνει επίσης στην έκθεσή του την ανάγκη να εξειδικευτούν τα μέτρα ελάφρυνσης του Δημοσίου Χρέους αλλά και να μειωθεί στο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος το 2018 στο 2%.
Πιο αναλυτικά ο κ. Στουρνάρας επαναφέρει την πρόταση για πλεονάσματα 2% αντί 3,5% και επισημαίνει ότι η δέσμευση των Ευρωπαίων εταίρων για ανάληψη δράσεων με στόχο τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους σε βραχυπρόθεσμο και μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα είναι ένα θετικό βήμα.
Ωστόσο ο διοικητής τη ΤτΕ επισημαίνει πως το πρόβλημα του δημόσιου χρέους δεν αντιμετωπίζεται αποφασιστικά και με εμπροσθοβαρή τρόπο στο πλαίσιο της ιδιαίτερα ευνοϊκής διεθνούς συγκυρίας των πολύ χαμηλών επιτοκίων, αλλά μετατίθεται για επανεξέταση στο μέλλον.
Ο κ. Στουρνάρας επισημαίνει πάντως πως η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης δημιουργεί θετικές προοπτικές για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας το β΄ εξάμηνο του 2016 και προβλέπει για το σύνολο του 2016 οριακά αρνητικό ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ -0,3%.
Επίσης ο κ. Στουρνάρας εκτιμά ότι είναι επιβεβλημένη:
• Η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που προβλέπονται στο πρόγραμμα.
• Η επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας.
• Η δραστική αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών.
• Η ελάφρυνση των φορολογικών βαρών με παράλληλη περικοπή των μη παραγωγικών δαπανών του Δημοσίου.
Ο διάλογος Στουρνάρα - Βούτση
Ο κ. Στουρνάρας παρέδωσε την έκθεση στον πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση σε συνάντηση που είχαν κατ' ιδίαν. Κατά τη συνάντηση, οι κ.κ. Βούτσης και Στουρνάρας είχαν τον ακόλουθο διάλογο:
Διοικητής της ΤτΕ: «Κύριε Πρόεδρε, έχω την τιμή να σας υποβάλω την Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής 2015-2016, σύμφωνα με το Καταστατικό της Τράπεζας της Ελλάδος. Όπως ξέρετε, ολοκληρώθηκε η αξιολόγηση, αύριο το Eurogroup και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας θα εγκρίνουν την εκταμίευση της δόσης. Την επόμενη εβδομάδα η ΕΚΤ, βεβαίως μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, κατά πάσα πιθανότητα, όπως φαίνεται, θα εγκρίνει την επιστροφή της εξαίρεσης, άρα την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων στην κανονική χρηματοδότηση από το ευρωσύστημα. Αυτό θα βελτιώσει την εμπιστοσύνη και αποτελεί την αρχή ενός νέου δρόμου που μας επιτρέπει να ατενίζουμε με μεγαλύτερη αισιοδοξία την οικονομία.
Πρέπει και η Κυβέρνηση τώρα να προχωρήσει σε αλλαγές, σε ιδιωτικοποιήσεις, σε μεταρρυθμίσεις που αυξάνουν την ένταση του ανταγωνισμού στους τομείς των αγαθών και των υπηρεσιών, στην αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μαζί με την ΤτΕ και τις εμπορικές τράπεζες. Αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα αλλά είναι επίσης και μια μεγάλη ευκαιρία.
Επίσης, στην Έκθεση εξειδικεύουμε με μεγαλύτερη λεπτομέρεια αυτό που πολύ καιρό λέω, ότι πρέπει να μειώσουμε τον τελικό δημοσιονομικό στόχο από 3,5% του Α.Ε.Π. πλεόνασμα σε 2%, παράλληλα με μια αναδιάρθρωση χρέους, η οποία δεν θα επιφέρει ζημιές στους δανειστές αλλά θα είναι μια κατάσταση όπου θα κερδίσει και ο δανειζόμενος, δηλαδή και η Ελλάδα και οι δανειστές. Ελπίζω τα αποτελέσματά της και τα συμπεράσματά της να γίνουν δεκτά από την Κυβέρνηση».
Πρόεδρος της Βουλής: «Κύριε Διοικητά, να σας εκφράσω την αμέριστη βοήθεια την οποία μπορεί να παρέχει η Βουλή και με τη συζήτηση της Έκθεσης στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών και στο ειδικό Γραφείο που παρακολουθεί τον Προϋπολογισμό και οτιδήποτε άλλο θεωρείτε κι εσείς ότι θα μπορούσε να έρθει σε μια συζήτηση επί της ουσίας, έτσι ώστε να βοηθηθούν όλοι, και η Κυβέρνηση και ο δημόσιος χώρος με τη συζήτηση.
Μετά την αξιολόγηση είναι προφανές πως διαμορφώνεται πλέον ένα αισιόδοξο περιβάλλον και έχουν τεθεί για συζήτηση ζητήματα τα οποία πριν από κάποιο χρονικό διάστημα, πριν από ενάμιση χρόνο τουλάχιστον, θεωρούνταν εκτός ατζέντας. Δηλαδή το ζήτημα της μη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και της κρίσης συνολικά στην Ευρώπη, το ζήτημα των τεράστιων πλεονασμάτων τα οποία απαιτούνταν σε κάθε φάση διαπραγμάτευσης με όλες τις κυβερνήσεις και τα οποία δεν θα οδηγούσαν ούτε μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και μετά το 2018 σε μια πραγματική πορεία ανάπτυξης και ανάκαμψης. Σειρά θεμάτων πάρα πολύ σημαντικών, τα οποία τώρα βρίσκονται σε μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση. Ελπίζουμε και με τη βοήθεια της ΤτΕ, σε θέματα που αφορούν πολύ περισσότερο την κοινωνία, που έχει υποφέρει όλα αυτά τα χρόνια, να βρεθούν γρήγορα θετικές λύσεις υπέρ των κοινωνικά αδύναμων.
Ήδη εσείς θέσατε κάποια από αυτά. Δηλαδή στο θέμα των κόκκινων δανείων και στο θέμα του κώδικα δεοντολογίας και του ρυθμιστικού πλαισίου θα πρέπει να υπάρχει η καλύτερη δυνατή συνεργασία έτσι ώστε να δίνονται κάποιες σοβαρές λύσεις υπέρ των αδυνάτων που σε τελευταία ανάλυση και τη δανειοδοτική ικανότητα των τραπεζών θα ενισχύσουν με την επίλυση αυτού του προβλήματος. Βεβαίως και το ζήτημα της ισχύος των capital controls και με ποιο οδικό χάρτη και όσο το δυνατόν πιο σύντομα θα φύγουμε από αυτό το status. Και μια σειρά άλλων ζητημάτων, τα οποία μπορούν πια να οδηγήσουν σε μια πολύ καλύτερη εικόνα για την οικονομία με το πρόσημο -απ’ ό,τι λέει και η Κυβέρνηση- δίκαιης ανάπτυξης να δίνει τον τόνο σε αυτή τη φάση».
Διοικητής της ΤτΕ: «Συμφωνώ απόλυτα ότι βάζουμε στο τραπέζι πράγματα τα οποία πριν από ενάμιση χρόνο δεν τα σκεφτόμασταν. Η συνεργασία μεταξύ Κυβέρνησης και ΤτΕ είναι πολύ καλύτερη σήμερα, άψογη θα έλεγα. Με το οικονομικό επιτελείο θα πρέπει να δούμε ακριβώς αυτό που είπα, ποιοι παράγοντες δημιουργούν ανάπτυξη τώρα και ποια είναι τα εμπόδια στην ανάπτυξη. Κινδύνους έχουμε μπροστά μας, δεν ξέρουμε για παράδειγμα πώς θα εξελιχθεί το προσφυγικό, το οποίο ελπίζω να εξελιχθεί θετικά. Έχουμε το ενδεχόμενο εξόδου της Βρετανίας από την Ε.Ε., το απεύχομαι, αλλά πρέπει να το αντιμετωπίσουμε εφ’ όσον γίνει και τις συνέπειές του. Επίσης εσωτερικά έχουμε ίσως αυτή τη στιγμή μια υψηλή φορολογία σε αυτούς που πληρώνουν φόρους, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που ακόμα δεν πληρώνουν φόρους. Άρα να δούμε πώς θα μπορέσουμε να αντισταθμίσουμε τις υφεσιακές επιπτώσεις αυτών των κινδύνων, εφόσον βεβαίως υλοποιηθούν. Η ΤτΕ είναι στη διάθεση και της Βουλής και της Κυβέρνησης, για συζήτηση και λήψη των κατάλληλων μέτρων».
Πρόεδρος της Βουλής: «Θα ήθελα κι εγώ επ’ αυτού να σας πω ότι υπάρχει ζήτημα για όλη την Ευρώπη και είναι κομβικά τα θέματα στα οποία η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά, το προσφυγικό ήταν και είναι ένα από αυτά, οι επί θύραις συνεννοήσεις που γίνονται εν κρυπτώ και παραβύστω για την ΤTIP και για τη CETA, που ολοκληρώθηκε η πρώτη φάση της, δημιουργούν ένα πλαίσιο διακινδύνευσης και επικινδυνότητας για τα ευρωπαϊκά κεκτημένα, όχι μόνο στο επίπεδο της οικονομίας. Και η συμπεριφορά προς τη χώρα μας, ως προς τις συνταγές οι οποίες ακολουθήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια και από το ΔΝΤ και από τους θεσμούς, έχει επιφέρει δυστυχώς ένα κοινωνικό ζήτημα πάνω στο οποίο επικάθονται τα όποια νέα επιβαρυντικά μέτρα λαμβάνονται στο πλαίσιο της συμφωνίας. Απ’ αυτόν τον κλοιό θα πρέπει πάρα πολύ γρήγορα η χώρα μας, με τη βοήθεια όλων, να εξέλθει».
Διοικητής της ΤτΕ: «Βεβαίως η ΤτΕ είναι αρωγός σε αυτά και θέλω να σας πω πόσο μεγάλη σημασία έχουν τα επιχειρήματα. Δηλαδή, όταν μιλάμε με τους εταίρους μας και δεν μας αρέσει κάτι το οποίο μας προτείνουν, εμείς πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιπροτείνουμε λύσεις. Αυτό κάνει η ΤτΕ εδώ και αρκετό καιρό, γι’ αυτό και καταθέτουμε τώρα αυτή την πρόταση για τη μείωση των πλεονασμάτων και για μια ήπια αναδιάρθρωση χρέους η οποία θα είναι εις όφελος όλων. Και στην αρχιτεκτονική της ευρωζώνης σε τελευταία ανάλυση, όχι μόνο της Ελλάδας».
Πρόεδρος της Βουλής: «Επιτρέψτε μου, επ’ αυτού ειδικά, διότι είναι πολύ σημαντική η συζήτηση στην οποία κι εσείς συμμετέχετε, για το θέμα των πλεονασμάτων, να πω ότι το ζήτημα του χρέους, έστω σε δύο χρόνια, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ριζικά. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, από τώρα λαμβάνονται κάποια μέτρα αλλά θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ριζικά και σε επίπεδο ευρωζώνης, διότι αφορά και θα πρέπει να αφορά σε μια ουσιαστική απομείωση συνολικά του χρέους και όχι μόνο των χωρών του νότου, έτσι ώστε να υπάρχει ένα εφαλτήριο, μια νέα εκκίνηση στην ευρωπαϊκή οικονομία. Είναι, επαναλαμβάνω, πράγματα τα οποία πέρσι ή πρόπερσι δεν γινόντουσαν δεκτά από τους συνομιλητές, ενώ τώρα όχι απλώς γίνονται δεκτά αλλά αντιλαμβάνονται ότι είναι θέματα πρώτης προτεραιότητας».