Με τους Βρετανούς ψηφοφόρους να επιλέγουν την αποχώρηση της Βρετανίας “Brexit” από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η σημερινή ημέρα αποκτά ιδιαίτερο πολιτικό ενδιαφέρον για τις εξελίξεις σε ευρωπαϊκό, περιφερειακό, αλλά και διεθνές επίπεδο.
Από πλευράς των ΗΠΑ ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα είχε επισκεφτεί τον Απρίλιο τη Βρετανία παίρνοντας ξεκάθαρα θέση υπέρ της παραμονής της χώρας στην ΕΕ και υποκινώντας τους ψηφοφόρους να μην επιλέξουν την αποχώρηση που σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ομπάμα θα έχει επίδραση και στο διμερές πλαίσιο σχέσεων μεταξύ των ΗΠΑ και της Βρετανίας.
Η Βρετανία βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με τη δρομολόγηση της διαδικασίας αποχώρησής της μέσω ενεργοποίησης των διαδικασιών που προβλέπονται από το άρθρο 50 της συνθήκης της Λισσαβόνας, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι οι διαδικασίες προβλέπουν και τον καθορισμό του μελλοντικού πλαισίου σχέσεων μεταξύ της χώρας που αποχωρεί και της ΕΕ.
Οι εξελίξεις αυτές σημειώνονται ενώ οι ΗΠΑ προετοιμάζονται για τη διεξαγωγή του κεντρικού προεκλογικού αγώνα, με στόχο την εκλογή προέδρου στις 8 Νοεμβρίου. Το κοινό στοιχείο μεταξύ των δύο εκλογικών διαδικασιών εντοπίστηκε σε μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ του “συστήματος” και του “αντισυστήματος.”
Στο βρετανικό δημοψήφισμα το λεγόμενο “σύστημα” εκφράστηκε υποστηρίζοντας την παραμονή στην ΕΕ εκπροσωπούμενο κυρίως από τις τράπεζες και τις μεγάλες εμπορικές κοινοπραξίες. Το “αντισύστημα” υποστήριξε την αποχώρηση από την ΕΕ κι εκφράστηκε από κοινωνικές και εμπορικές ομάδες μικρότερης οικονομικής ισχύος, αλλά και πολίτες της εργατικής τάξης, οι οποίοι στη Βρετανία αισθάνονται αποκομμένοι από το κέντρο λήψης αποφάσεων των Βρυξελλών.
Στις ΗΠΑ και στο επίπεδο διεξαγωγής του προεκλογικού αγώνα, το “σύστημα” ταυτίζεται με την προεδρική υποψηφιότητα της Χίλαρι Κλίντον, ενώ από την άλλη μεριά, την “αντισυστημική” προέλευση του, τονίζει ο υποψήφιος για το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, Ντόναλντ Τραμπ.
Πέρα από τις εξελίξεις που δρομολογήθηκαν σήμερα, το σίγουρο είναι ότι η Βρετανία θα εξακολουθήσει να συνεργάζεται με τις ευρωπαϊκές χώρες, διασφαλίζοντας ωστόσο την αυτόνομη κρατική της υπόσταση και την ελευθερία λήψης αποφάσεων για την υλοποίηση των στόχων, αλλά και των αποφάσεων της κυβέρνησης στο Λονδίνο.
Το αποτέλεσμα αυτό, ενδέχεται επίσης να τονίσει τις “αντισυστημικές” επιλογές εντός του πλαισίου διεξαγωγής του προεκλογικού αγώνα στις ΗΠΑ, ενώ είναι δεδομένο ότι θα το αξιοποιήσει ο Ντόναλντ Τραμπ στην προσπάθειά του να πλήξει το προφίλ της Χίλαρι Κλίντον, στις κοινές εμφανίσεις που η ίδια θα κάνει με τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα.
Για την ώρα, ένα από τα κυρίαρχα θέματα στην προεκλογική εκστρατεία των ΗΠΑ, είναι το ζήτημα της οπλοκατοχής, που συνδέεται με το προφίλ των γνήσιων Αμερικανών και είναι κατοχυρωμένο συνταγματικό δικαίωμα.
Τερματίστηκε η καθιστική διαμαρτυρία
Οι Δημοκρατικοί τερμάτισαν χθες την καθιστική διαμαρτυρία τους στη Βουλή των Αντιπροσώπων σε μια πολιτική αντίδραση για την έλλειψη νέων νομοθετικών μέτρων περιορισμού της οπλοκατοχής, σύμφωνα με τον Στένι Χόγερ, μέλος του αναφερόμενου νομοθετικού σώματος.
Οι Δημοκρατικοί αντιπρόσωποι έκαναν από την Τετάρτη καθιστική διαμαρτυρία στην αίθουσα της Βουλής των Αντιπροσώπων και μπροστά από τη θέση του προέδρου, ενώ παρέμειναν διαμαρτυρόμενοι για μία ολόκληρη νύχτα, προκειμένου να πιέσουν για την ψήφιση νομοθεσίας για τον αποτελεσματικό έλεγχο της οπλοκατοχής, μετά την τελευταία αιματηρή επίθεση στο κλαμπ του Ορλάντο.
Η καθιστική διαμαρτυρία πραγματοποιήθηκε παρά το γεγονός ότι οι Ρεπουμπλικάνοι είχαν εγκαταλείψει τη Βουλή των Αντιπροσώπων, αρχίζοντας την περίοδο των διακοπών τους, μέχρι την 5η Ιουλίου.
Ο Χόγερ, που είναι ο δεύτερος πιο ισχυρός αντιπρόσωπος των Δημοκρατικών στη Βουλή των αντιπροσώπων δήλωσε ότι τα μέλη της Γερουσίας του Δημοκρατικού Κόμματος, θα επιστρέψουν στις εκλογικές τους περιφέρειες, προκειμένου να εξασφαλίσουν την υποστήριξη το κόσμου στην προώθηση νομικών μέτρων περιορισμού της οπλοκατοχής.
Κυρίαρχη η οπλοκατοχή
Η δυναμική κινητοποίηση που επέλεξαν να κάνουν οι Δημοκρατικοί αντιπρόσωποι στο αναφερόμενο νομοθετικό σώμα είναι σπάνια για την πολιτική πραγματικότητα στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ, υπογραμμίζοντας την πολιτική ευαισθησία που έχει προσλάβει το ζήτημα της οπλοκατοχής, μετά την τελευταία αιματηρή επίθεση βίας στο Ορλάντο.
Το Κογκρέσο έχει να περάσει σχετική νομοθεσία για την οπλοκατοχή από το 1994, με τους υποστηρικτές της οπλοκατοχής, να υποστηρίζουν ότι ενδεχόμενος περιορισμός πλήττει τα συνταγματικά δικαιώματα των Αμερικανών πολιτών, ενώ έχουν δρομολογηθεί εξελίξεις στη Γερουσία.
Αναλαμβάνοντας το κόστος
Από την άλλη μεριά, ο υποψήφιος για το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, Ντόναλντ Τραμπ θα πληρώσει προσωπικά το κόστος των 50 εκατ. δολαρίων που έχει μέχρι σήμερα ξοδέψει στην προεκλογική του εκστρατεία, σύμφωνα με υψηλόβαθμο στέλεχος της προεκλογικής του καμπάνιας.
Ωστόσο, ανοιχτό παραμένει το ζήτημα της χρηματοδότησης της προεκλογικής του εκστρατείας, με τον ίδιο να έχει δηλώσει ότι θα πληρώσει (αν χρειαστεί) ο ίδιος το κόστος, παρά το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του, είναι δεσμευμένο σε επενδυτικές τοποθετήσεις, αλλά και σε ακίνητα.
Η ανακοίνωση ότι ο Τραμπ δε θα ζητήσει αποζημίωση για τα έξοδα που έκανε μέχρι τώρα, έγινε από τον υπεύθυνο των οικονομικών του, Στιβ Μνάτσιν στην προεκλογική του εκστρατεία στο τηλεοπτικό κανάλι CNBC, έγινε μετά τη δημοσιοποίηση των ανησυχιών για το μέγεθος του οικονομικού κόστους που θα έχει η προεκλογική εκστρατεία, μέχρι την 8η Νοεμβρίου.
Ο Μνάτσιν δήλωσε ότι ο Τραμπ συγκέντρωσε 10 εκατ. δολάρια μαζί με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα από τις εκδηλώσεις συγκέντρωσης χρημάτων και δωρεών που πραγματοποιήθηκαν τις τελευταίες ημέρες. Ο εκκεντρικός δισεκατομμυριούχος συγκέντρωσε άλλα 6 εκατ. δολάρια μέσω χορηγιών στο διαδίκτυο, στην πρώτη προσπάθεια που έκανε ο Τραμπ για να καλύψει τα έξοδα της προεκλογικής του εκστρατείας. “Θα κάνουμε πιο αποτελεσματική την προσπάθειά μας, μέσα στο μήνα.”
Οικονομική ρευστότητα
Η συζήτηση γύρω από τα οικονομικά του Τραμπ, άνοιξε μετά τη δημοσιοποίηση στοιχείων για τα οικονομικά του Τραμπ, με ρευστότητα 1,3 εκατ. δολαρίων έναντι 42 εκατ. δολαρίων που έχει συγκεντρώσει η Χίλαρι Κλίντον για τη χρηματοδότηση της προεκλογικής της εκστρατείας. Το οικονομικό επιτελείο του Τραμπ τονίζει ότι η προεκλογική του εκστρατεία είναι “ελλειμματική” σε σύγκριση με αυτήν της Χίλαρι Κλίντον, καθώς μόλις πρόσφατα ξεκίνησε την προσπάθεια συγκέντρωσης, χορηγιών.
Από την άλλη μεριά, ο Τραμπ επωφελήθηκε από τη δωρεάν τηλεοπτική κάλυψη, αλλά και την παρουσία του στα πρωτοσέλιδα των αμερικανικών εφημερίδων, αλλά και στο διαδίκτυο εξαιτίας της τακτικής των προσωπικών επιθέσεων που ακολούθησε ο ίδιος έναντι των συνυποψηφίων του στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, αλλά και κατά της Χίλαρι Κλίντον.
Ωστόσο, κατά την περίοδο που διανύουμε η οικονομική ρευστότητα των δύο κεντρικών υποψηφίων Ντόναλντ Τραμπ και Χίλαρι Κλίντον, δίνει το προβάδισμα των κινήσεων στην πρώην ΥΠΕΞ των ΗΠΑ.
Συμφωνίες προεκλογικής χρηματοδότησης
Ο Ντόναλντ Τραμπ χρηματοδότησε την προεκλογική εκστρατεία του, μέσω του προσωπικού του πλούτου και δίνοντας χρήματα υπό τη μορφή δανείων. Ωστόσο, ο ίδιος μετέτρεψε τα δάνεια αυτά, σε προσωπικές συνεισφορές, δηλώνοντας στους ψηφοφόρους του με τον τρόπο αυτό, ότι δεν επιδιώκει την πληρωμή τους.
Η προεκλογική νομοθεσία των ΗΠΑ δεν προβλέπει κάποιο όριο στα χρήματα που ένας υποψήφιος μπορεί να συνεισφέρει στην προεκλογική του εκστρατεία, σε αντίθεση με τους περιορισμούς που υπάρχουν για τους δωρητές. Ο ίδιος ενεργοποίησε τη διαδικασία συγκέντρωσης δωρεών στα τέλη Μαΐου, με τους υπεύθυνους της εκστρατείας του να δηλώνουν ότι η καμπάνια του δέχεται δωρεές, από τότε, που ξεκίνησε η διαδικασία.
Την προηγούμενη Τρίτη, ο Τραμπ συμμετείχε σε εκδήλωση συγκέντρωσης προεκλογικών δωρεών στο Μανχάταν, με τη συμμετοχή επιχειρηματιών όπως, ο Carl Icahn, αλλά και ο John Paulson, μετά από πρόσκληση του Woody Johnson ιδιοκτήτη της ποδοσφαιρικής ομάδας New York Jets.
Το οικονομικό επιτελείο της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, προσανατολίζεται στην υπογραφή κοινών συμφωνιών προεκλογικής χρηματοδότησης, με την Εθνική Επιτροπή των Ρεπουμπλικάνων, αλλά και τις κεντρικές οργανώσεις του κόμματος, ανά πολιτεία.
Ένας προεδρικός υποψήφιος στις ΗΠΑ, μπορεί να δεχτεί προσωπική δωρεά άνω των 5.400 δολαρίων, ενώ μια κοινή συμφωνία χρηματοδότησης της καμπάνιας του, μπορεί να του εξασφαλίσει επιταγές μέχρι 450.000 δολαρίων.
Τα χρήματα αυτά θ' αξιοποιηθούν για την πρόσληψη προσωπικού, αλλά και για την επικοινωνία με τους ψηφοφόρους στις δύσκολες πολιτείες, το εκλογικό αποτέλεσμα των οποίων θα είναι καθοριστικό για την ανάδειξη του επόμενου προέδρου των ΗΠΑ.
Επαναπροσδιορισμός σχέσεων
Η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, επαναπροσδιορίζει τις οικονομικές και γεωπολιτικές πραγματικότητες στην Ευρώπη, ενώ επιβάλλει την αναδιαμόρφωση του πολλαπλού πλαισίου των σχέσεων μεταξύ της Ουάσιγκτον και του Λονδίνου. Παράλληλα, στρέφει τα βρετανικά συμφέροντα προς τη Βρετανική Κοινοπολιτεία (Καναδάς, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία και Νοτιοαφρικανική Ένωση), αλλά και προς την ενεργοποίηση της διαδικασίας των διαπραγματεύσεων αποχώρησης από την ΕΕ.
Υπό τις εξελίξεις αυτές, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ένα επιπλέον χαρτί στα χέρια του, προκειμένου ν' ασκήσει κριτική στη Χίλαρι Κλίντον, αλλά και στον αποχωρούντα πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, σε μια προσπάθεια ενίσχυσης της “αντισυστημικής,” αλλά επιχειρηματικής προέλευσης του.
Στο γενικότερο επίπεδο των προεκλογικών εξελίξεων στις ΗΠΑ, η οπλοκατοχή, αναμένεται ότι θα παραμείνει στα κυρίαρχα θέματα της προεκλογικής εκστρατείας, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι θα δοκιμαστούν για τις σχέσεις τους, αλλά και την επιρροή που δέχονται από την Εθνική Ένωση Οπλοκατοχής (NRA).