Στα 13,2 δισ. ευρώ (7,5% επί του ΑΕΠ) υπολογίζεται το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης για το έτος 2015, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ- βάσει των στοιχείων της οποίας, το ακαθάριστο ενοποιημένο χρέος σε ονομαστικές τιμές στο τέλος του 2015 εκτιμάται στα 311,7 δισ. ευρώ, δηλαδή 177,4% επί του ΑΕΠ.
Αντίστοιχα, το 2014, το έλλειμμα ήταν στο 3,6% (6,4 δισ.) και το χρέος στο 179,7% επί του ΑΕΠ το 2014, στα 319,7 δισ.
Σημειώνεται ότι τον Απρίλιο η αντίστοιχη εκτίμηση ήταν έλλειμμα στο 7,2% επί του ΑΕΠ, με χρέος στο 176,9%. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, οι αναθεωρήσεις οφείλονται κυρίως σε επικαιροποιημένα στοιχεία, σε μεθοδολογικές αλλαγές στην ταξινόμηση κάποιων ειδικών συναλλαγών και στην επίδραση της αναθεώρησης του ΑΕΠ.
Επίσης, βάσει των στοιχείων που παρουσιάζει η ΕΛΣΤΑΤ, το ΑΕΠ βαίνει μειούμενο από το 2012, όταν ήταν 191,2 δισ. ευρώ. Έπεσε στα 180,6 δισ. ευρώ το 2013, στα 177,9 δισ. ευρώ το 2014 και στα 175,7 δισ. ευρώ το 2015. Επίσης, το 2015 υπήρξε αρνητική επίπτωση στο ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης κατά 7,17 δισ. ευρώ από την υποστήριξη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Όπως επισημαίνεται από την ΕΛΣΤΑΤ, η μέτρηση του πρωτογενούς ισοζυγίου όπως καθορίζεται στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής για την Ελλάδα (όπως παρουσιάζεται στους θεσμούς) δεν υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ, καθώς κατά τη μέτρηση του πρωτογενούς ισοζυγίου στο πλαίσιο του προγράμματος, μια σειρά από δαπάνες και έσοδα αντιμετωπίζονται διαφορετικά από ό,τι αντιμετωπίζονται κατά την κατάρτιση των δημοσιονομικών στοιχείων για τους σκοπούς της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος (ΔΥΕ). Ειδικότερα, τα στοιχεία που αντιμετωπίζονται διαφορετικά περιλαμβάνουν τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων, συναλλαγές για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και τα έσοδα από μεταφορές ποσών που συνδέονται με εισοδήματα των εθνικών κεντρικών τραπεζών της ευρωζώνης, τα οποία προέρχονται από την κατοχή ελληνικών κρατικών ομολόγων στα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια.