Ο Bertolucci απαντά για τη διαβόητη «σκηνή με το βούτυρο» αλλά, δυστυχώς, εξακολουθεί να χάνει το νόημα

Ο Bertolucci απαντά για τη διαβόητη «σκηνή με το βούτυρο» αλλά, δυστυχώς, εξακολουθεί να χάνει το νόημα
Director Bernardo Bertolucci attend sa news conference for the film
Jean-Paul Pelissier / Reuters
Director Bernardo Bertolucci attend sa news conference for the film

Μετά τον χαμό που προκλήθηκε μέσα στο Σαββατοκύριακο, όταν εξαιτίας μιας συνέντευξης του Bernardo Bertolucci από το 2013 που ήρθε ξανά στη δημοσιότητα μια μεγάλη μερίδα του κόσμου έμαθε πως η περίφημη σκηνή με το βούτυρο από το «Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι» γυρίστηκε εις βάρος της ηθοποιού Maria Schneider η οποία έμαθε την τελευταία στιγμή για τις προθέσεις του σκηνοθέτη και του Brando, ο Bertolucci βγήκε χτες, Δευτέρα, και απάντησε στις κατηγορίες του κοινού προσπαθώντας να υπερασπιστεί τα ανυπεράσπιστα.

Στην πραγματικότητα, βέβαια, κατάφερε να κάνει τα πράγματα ακόμα χειρότερα, καθώς η γραμμή υπεράσπισης που ακολούθησε ήταν «πρόκειται περί μιας γελοίας παρεξήγησης». Αν το πρώτο πράγμα που σας ήρθε στο μυαλό ήταν το κλισέ «αγάπη μου δεν είναι αυτό που νομίζεις!», μην ανησυχείτε, δεν είστε οι μόνοι.

Στη δήλωση που εξέδωσε ο Ιταλός σκηνοθέτης και η οποία δημοσιεύθηκε στο Variety, ο Bertolucci λέει:

«Θα ήθελα, για μια τελευταία φορά, να ξεκαθαρίσω μια γελοία παρεξήγηση που συνεχίζει να παράγει δημοσιεύματα για το “Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι” παγκοσμίως. Αρκετά χρόνια πριν, στο Cinemathèque Francaise, κάποιος μου ζήτησε να του δώσω λεπτομέρειες για τη διάσημη σκηνή με το βούτυρο. Διευκρίνισα, αλλά μάλλον δεν ήμουν σαφής, πως αποφασίσαμε με τον Marlon Brando να μην ενημερώσουμε τη Maria πως θα χρησιμοποιούσαμε βούτυρο. Θέλαμε την αυθόρμητη αντίδρασή της σε αυτή την ακατάλληλη χρήση του βουτύρου. Και εκεί βρίσκεται η παρεξήγηση. Κάποιοι πίστεψαν, και πιστεύουν, πως η Maria δεν είχε ενημερωθεί για τη βία που θα ασκούνταν πάνω της αυτό είναι αναληθές!».

Σύμφωνα με τον Bertolucci, η Schneider γνώριζε για όλα όσα θα συνέβαιναν στη σκηνή, επειδή «είχε διαβάσει το σενάριο όπου όλα περιγράφονταν». Το μόνο που δεν γνώριζε ήταν η χρήση του βουτύρου. «Και αυτό, όπως έμαθα μετά από χρόνια, προσέβαλε την Maria. Όχι η βία στην οποία υποβλήθηκε στη σκηνή, η οποία ήταν γραμμένη στο σενάριο», είπε ο σκηνοθέτης.

Ανεξαρτήτως του αν η Schneider γνώριζε ή δε γνώριζε για τη βία που θα υπήρχε στη σκηνή, πρέπει να γίνει κατανοητό πως οποιαδήποτε αλλαγή στη σκηνή, και πόσο μάλλον μια αλλαγή τέτοιου είδους, στην οποία η ηθοποιός όχι μόνο δεν είχε συμφωνήσει αλλά ούτε καν ήξερε την ύπαρξή της, μπορεί να θεωρηθεί επίθεση. Και αυτό είναι κάτι που ο Bertolucci, δυστυχώς, δείχνει να μην καταλαβαίνει, ακόμη και σήμερα.

Επίσης, καλό είναι να θυμόμαστε πως την περίοδο των γυρισμάτων, η Schneider ήταν 19 ετών και ο συμπρωταγωνιστής της, Marlon Brando, 48. Ναι, μπορεί οι εποχές να ήταν διαφορετικές, ναι, μπορεί και η ίδια η Schneider να είχε δηλώσει πως «Ήμουν τόσο νέα και σχετικά άπειρη και δεν καταλάβαινα όλο το σεξουαλικό περιεχόμενο της ταινίας. Έπρεπε να είχα καλέσει τον ατζέντη μου ή το δικηγόρο μου να έρθει στο πλατό επειδή δεν μπορείς να αναγκάσεις κάποιον να κάνει κάτι που δεν υπάρχει στο σενάριο, αλλά εκείνη την περίοδο, δεν το γνώριζα αυτό», αλλά η πράξη που πραγματοποιήθηκε σε εκείνο το γύρισμα παραμένει ένα είδος βιασμού.

Σας φαίνεται βαρύς χαρακτηρισμός, από τη στιγμή που δεν υπήρξε διείσδυση, όπως τόσοι και τόσοι έσπευσαν να εξηγήσουν στα κοινωνικά δίκτυα μέσα στο Σαββατοκύριακο, επιμένοντας πως «αφού δεν υπήρξε σεξ, δεν υπήρξε βιασμός, ηρεμήστε λίγο»; Προσπαθήστε να το εξηγήσετε αυτό σε ένα 19χρονο κορίτσι που, ενώ νόμιζε πως πρωταγωνιστούσε σε μια ταινία με δύο θρυλικά ονόματα του κινηματογράφου που θα πυροδοτούσε τη καριέρα της, βρέθηκε υπό τη χειραγώγηση δύο αντρών που θεώρησαν πως αυτό που έκαναν ήταν ανώτερης μορφής τέχνη. Το ότι ένας βιασμός μπορεί να είναι ψυχολογικού και ηθικού επιπέδου, δεν αναιρεί το γεγονός πως, όσο κι αν δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε επειδή θαυμάζουμε τον τάδε ηθοποιό ή τον δείνα σκηνοθέτη, παραμένει βιασμός. Επίσης, όσον αφορά στην τέχνη, να με συγχωρείτε αλλά οι «καλλιτέχνες» που χρησιμοποιούν με αισχρό τρόπο τους ανθρώπους που δίνουν τη ψυχή και το σώμα τους στο όνομα της τέχνης τους, μόνο και μόνο για να προσφέρουν μια ωμή απεικόνιση βίας και βιασμού χωρίς κάποιο ιδιαίτερο νόημα ή συμβολισμό από πίσω, θέλοντας να σοκάρουν το θεατή στοχεύοντας στον απόλυτο ρεαλισμό (που μόνο για ρεαλισμό δεν μιλάμε) δεν το κάνουν για την τέχνη. Το κάνουν για τη δική τους, διαστρεβλωμένη οπτική πάνω σε αυτή. Και ναι, η τέχνη είναι υποκειμενική, που αρχίζει όμως και που τελειώνει αυτή η υποκειμενικότητα όταν μιλάμε για τη ψυχική υγεία και, εν τέλει, την ίδια τη ζωή ενός ατόμου (δεν είναι κρυφό πως η Schneider δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει τα όσα βίωσε στα γυρίσματα της ταινίας, βιώματα που τη στοίχειωναν μέχρι το θάνατό της);

«Δεν ήθελα η Maria να υποδυθεί την ταπεινωμένη και την οργισμένη, ήθελα η Maria να νιώσει την οργή και την ταπείνωση», είχε πει στη συνέντευξή του το 2013 στο Cinemathèque Francaise, όπου και ξεκαθάρισε πως, νιώθει μεν τύψεις, αλλά δεν το έχει μετανιώσει. Είπαμε, η υψηλή τέχνη.

Παρόλα αυτά, δεν ήταν λίγοι, ούτε άσημοι, οι ηθοποιοί που εξέφρασαν δημόσια την απέχθειά τους απέναντι στη διαβόητη σκηνή και τον τρόπο που χειραγώγησαν ο Bertolucci και ο Brando τη Schneider.