Είδαμε την επιστροφή των Λάνθιμου/Φιλίππου στο Διαγωνιστικό των Καννών, με τον Colin Farrell και τη Nicole Kidman.
Του Θοδωρή Δημητρόπουλου
Πηγή: Pop Code
Το πλάνο με το οποίο ξεκινά η ταινία είναι μια ανοιχτή εγχείρηση καρδιάς σε όλη της τη δόξα και, well, αισθητική επιθετικότητα, και κάπως έτσι η νέα συνεργασία των Λάνθιμο/Φιλίππου σου λέει με το καλημέρα τι σκοπεύει να (σου) κάνει.
Στο ‘Killing of a Sacred Deer’ ο Colin Farrell παίζει τον Stephen, έναν καρδιοχειρούργο οικογενειάρχη. Η Nicole Kidman είναι η γυναίκα του, έχουν δύο μικρά παιδιά, και ακόμα κυριότερα έχουν έναν έφηβο stalker, τον Martin του Barry Keoghan (‘Norfolk’, και σύντομα στο ‘Dunkirk’, και μετά μάλλον παντού γιατί είναι ανατριχιαστικός). Ο Martin είναι εμμονικός με τον Stephen επειδή ο πατέρας του πέθανε κάποτε στο χειρουργικό του τραπέζι, μια εμμονή που εκφράζεται σταδιακά με διαφορετικούς τρόπους, από το να προσπαθήσει να τον κάνει κομμάτι της οικογένειάς του μέχρι, ε, μπορείς να φανταστείς κάποια πράγματα, αν και υποπτεύομαι με τίποτα όλα.
Καταρχάς για αυτή την ταινία, κρίμα που είχα ήδη χρησιμοποιήσει το Κόλιν Φάρελ εν Αυλίδι ως τίτλο, έξαλλος είμαι. Το σενάριο κάνει και ευθεία αναφορά στην Ιφιγένεια με τον ίδιο τρόπο που οπτικά ο Λάνθιμος κάνει εξίσου σαφείς αναφορές σε Kubrick και, βάζοντας μέσα και το weird του πράγματος, οπωσδήποτε και τον Jonathan Glazer, κι όχι μόνο επειδή κι οι δύο έχουν αποτυπώσει συναισθηματική συντριβή μέσα από τις εκφράσεις μιας Nicole Kidman σε τοπ φόρμα.
Το ‘Deer’ όμως παρόλο που ξεκινά με ογκώδεις ευρυγώνιες λήψεις και με επιβλητικές ορχηστρικές συνθέσεις, σύντομα αποκαλύπτεται ως ένα -στην καρδιά του- αληθινά απλό, συγκεκριμένο, τρομακτικά εσωτερικό κομμάτι οικογενειακού τρόμου, με αληθινούς δεσμούς στο b-horror είδος. Έχεις μια οικογένεια της οποίας η ασφάλεια απειλείται από έναν εξωτερικό εισβολέα, έχεις έγκλημα και καρμική τιμωρία, έχεις villains και θύματα, και κυριότερα όλων, έχεις ένα επίπεδο κλειστοφοβικής, συναισθηματικής συμφόρησης απτό. Μπορεί όλο αυτό να ξεκινά από ιδέες αρχετυπικές αλλά η εκτέλεση είναι σχεδόν σωματική, τα σύμβολα διασύρονται, ακόμα και δια στόματος των ηρώων. Δεν θα περίμενα ποτέ να γράψω τη φράση “αν ο ‘Κυνόδοντας’ ήταν ένα κλειστοφοβικό οικογενειακό θρίλερ”, αλλά πραγματικά το ‘The Killing of a Sacred Deer’ είναι ο ‘Κυνόδοντας’, αν ήταν ένα κλειστοφοβικό οικογενειακό θρίλερ.
Για την ακρίβεια, το ‘Deer’ αποτελεί μια -για μένα απρόσμενη- τέτοιου είδους εσωτερική στροφή. Μπορεί ο Λάνθιμος να συνεργάζεται με όλο και μεγαλύτερης εμβέλειας σταρ καθώς οι μετοχές του ανεβαίνουν, όμως έχει ενδιαφέρον πως μετά το άνοιγμα του αφηγηματικού εύρους που πραγματοποίησαν με το ‘Lobster’ οι Λάνθιμος/Φιλίππου, η νέα τους ταινία φέρνει μια επιστροφή στις ασφυκτικές οικογενειακές δυναμικές του κλασικού τους breakout αριστουργήματος.
Θα ήθελα πολύ να είμαι σε μια αίθουσα εδώ στις Κάννες όταν προβλήθηκε πρώτη φορά ο ‘Κυνόδοντας’, χωρίς hype, χωρίς προσμονή, χωρίς τίποτα, απλά με ανθρώπους να βγαίνουν από την αίθουσα χωρίς να καταλαβαίνουν τι ήταν αυτό το εξωγήινο πράγμα που είδαν. Ίσως να έμοιαζε λίγο με τη σημερινή προβολή του ‘Deer’, στο τέλος της οποίας ακούστηκαν κάτι διάσπαρτα “boo” και κάμποσα παλαμάκια, αλλά κυρίως από την οποία το πλήθος αποχωρούσε αβέβαιο και μουδιασμένο. Είναι ταινίες που ζουν για το λίγο-αμέσως-πιο-μετά, όταν (όπως και με το ‘Lobster’, αν και αυτό ήταν ένα φιλμ με απείρως περισσότερη ψυχή) δε θες να σταματήσεις να το ψειρίζεις. Όσο αμήχανη και δύσκολη μπορεί να είναι η παρακολούθηση του ‘Deer’, τόσο απολαυστικό είναι το μετά.
Γράφω αυτές τις γραμμές, ας πούμε, και δε μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι 2-3 εικόνες του έργου που επιστρέφουν διαρκώς στο μυαλό μου, εντελώς επιθετικά, και με ενοχλούν όσο και με διασκεδάζουν. (Τα παιδιά που σέρνονται είναι άμεσα iconic στιγμή.)
Η ταινία είναι γεμάτη με τέτοιες νότες που στήνουν την σουρεαλιστικά άκαμπτη εικόνα της. Τα kinks, η horror εικονογραφία (από ματωμένα πρόσωπα μέχρι μια εκπληκτική κάθετη λήψη που ακολουθεί το μικρό γιο καθώς κατεβαίνει τις σκάλες και, well, κάτι συμβαίνει), το στεγνό χιούμορ στη θέα αγνά ενοχλητικών εικόνων, η instant classic ατάκα της Alicia Silverstone για την τάρτα της, η a capella “πάντα έτοιμοι κάτι πιο ποπ” Ellie Goulding καθώς η κάμερα απομακρύνεται αργά και υπό γωνία (σα να πρέπει αλλά να μη θέλει), τα κλασικά στημένα, παράλογα διαλογικά μοτίβα του Φιλίππου που μεταφέρουν και αυτή του την ταινία στο βασίλειο ενός εφιάλτη- γι’αυτό και το φιλμ καταφέρνει να μη μοιάζει άδειο ακόμα κι όταν δεν ενδιαφέρεται καν να δώσει πληροφορίες ή εκλογικεύσεις ή όταν η σύνθεση των αναφορών και των θεματικών του μοιάζει μπανάλ. Μετά και το ‘Deer’, νιώθω πως οι Λάνθιμος/Φιλίππου θα μπορούσαν να έχουν κάνει το ‘Happening’ του Shyamalan να λειτουργήσει.
Δεν ξέρω ακόμα πώς αισθάνομαι για τη μετακίνηση του Λάνθιμου προς ένα τέτοιου είδους άκρο, γιατί το έργο του πάντα κέρδιζε πολύ από την κρυμμένη του καρδιά και -διαστροφικά έστω- ελπίδα. Στο ‘Deer’ η ελπίδα και η εξιλέωση είναι μακριά από την ουσία και, φυσικά, οι θεοί είναι πραγματικά απάνθρωποι. Από την άλλη, δεν ξέρω: απ’την πρώτη στιγμή πίστευα πως το τέλος του ‘Lobster’ δεν ήταν όσο ανοιχτό όσο ήθελαν να πιστεύουν πολλοί, οπότε ίσως και να ερχόταν κάπως όλο αυτό.
Όπως και νά’χει, σε ένα Διαγωνιστικό Καννών που εξελίσσεται σε αληθινή κόντρα στοιχειωτικών εικόνων αρρωστημένων οικογενειακών δυναμικών, θα ήταν απολαυστικό αν ο Φοίνικας πήγαινε σε κάτι σαν το ‘Killing of a Sacred Deer’, την εσωτερικευμένη domestic horror ποιότητά του και τις επιθετικές του, ανατριχιαστικές εικόνες. Θα ήταν ό,τι πιο κοντινό θα μπορούσαν να ζήσουν οι Κάννες σε εκείνη τη φορά που μια ταινία σαν το ‘Silence of the Lambs’ πήγε και κέρδισε τα πέντε μεγαλύτερα Όσκαρ.