Βήμα- βήμα ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ υλοποιεί τις ακραία συντηρητικές δεσμεύσεις που ανέλαβε προς τους ψηφοφόρους του και αυτή τη φορά βάζει ξανά στο στόχαστρο τα δικαιώματα των γυναικών. Το δικαίωμα να παίρνουν σημαντικές αποφάσεις για την υγεία τους, να ελέγχουν το σώμα τους και να επιλέγουν, εφόσον το επιθυμούν, την βέλτιστη για αυτές μέθοδο αντισύλληψης προς αποφυγή μια ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης.
Πληροφορίες αναφέρουν πως η διοίκηση Τραμπ έχει ήδη συντάξει ένα προσχέδιο εκτελεστικής πράξης που θα καταργεί τις νομοθετικές προβλέψεις βάσει των οποίων οι εργοδότες υποχρεούνται να καλύπτουν στο «πακέτο» της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης που παρέχουν στις εργαζόμενες γι αυτούς, τα μέσα αντισύλληψης της επιλογής τους.
Μάλιστα το Γραφείο Διοίκησης και Προϋπολογισμού του Λευκού Οίκου ανάρτησε στην ιστοσελίδα του σχετικό ενημερωτικό σημείωμα πως αναθεωρεί τις υφιστάμενες σχετικές προβλέψεις και εξετάζει το ενδεχόμενο να επιτρέπεται σε θρησκευτικούς εργοδότες να αρνούνται στις εργαζόμενες για αυτούς την κάλυψη των εξόδων που απαιτούνται για την αντισύλληψη. Ουσιαστικά δηλαδή να εξαιρούνται τα συγκεκριμένα έξοδα (πχ για αντισυλληπτικά χάπια, διάφραγμα κλπ) από την ασφάλεια υγείας που προσφέρουν.
Αν και περισσότερες λεπτομέρειες δεν έχουν γίνει γνωστές, η Γκρέτσεν Μπόρσελτ, αντιπρόεδρος του Εθνικού Νομικού Κέντρου Γυναικών δήλωσε ξεκάθαρα πως η ασφάλεια ορισμένων γυναικών δεν θα καλύπτει πλέον την αντισύλληψη.
Η πρόβλεψη ώστε οι ασφάλειες να καλύπτουν τα συγκεκριμένα έξοδα που επιβαρύνουν τις γυναίκες εισήχθη για πρώτη φορά στις ΗΠΑ το 2012 από τη διοίκηση του τέως προέδρου, Μπαράκ Ομπάμα η οποία θεώρησε πως οι μέθοδοι ελέγχου των γεννήσεων αποτελεί μια προληπτική ιατρική πράξη που θα πρέπει να παρέχεται δωρεάν στις γυναίκες όπως η μαστογραφία, οι εξετάσεις για σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα κλπ.
Ο νόμος αφορούσε συνολικά 55 εκατομμύρια γυναίκες που μόνο τον πρώτο χρόνο εφαρμογής της νομοθεσίας ξόδεψαν 1,4δισεκ δολάρια λιγότερα, όσα δηλαδή τα χρήματα που έπρεπε να δαπανούσαν για αντισυλληπτικά χάπια. Παράλληλα όμως ο νόμος βοήθησε ώστε να μειωθεί κατακόρυφα ο αριθμός των αμβλώσεων, που κατρακύλησε σε επίπεδα του 1973, οπότε έγινε νόμιμη η έκτρωση.
Ήδη πάντως Κέντρο Αναπαραγωγικών Δικαιωμάτων (που παρέχει νομική υπεράσπιση) δήλωσε ότι σκοπεύει να αμφισβητήσει το νομοσχέδιο και τονίζει πως χωρίς την κάλυψη των εξόδων για την αντισύλληψη αμέτρητες γυναίκες θα χάσουν το βασικό τους δικαίωμα να αποτρέψουν μια ανεπιθύμητη και σχεδιάσουν κατά βούληση πότε θα κάνουν παιδιά και πόσα. δήλωσε ο Nancy Northup, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Κέντρου Αναπαραγωγικών Δικαιωμάτων. «Απλά και καθαρά η εκτελεστική εντολή του Προέδρου Τραμπ θα βλάψει τις γυναίκες. Και το Κέντρο Αναπαραγωγικών Δικαιωμάτων είναι έτοιμο να παλέψει στο δικαστήριο».
Στο νόμο του Ομπάμα είχαν εναντιωθεί αρκετοί θρησκευόμενοι εργοδότες που τάσσονται κατά της αντισύλληψης και φυσικά κατά των αμβλώσεων και το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε πως κάποιες «χριστιανικές εταιρείες»- όπως η Hobby Lobby- δεν μπορούν να υποχρεωθούν ώστε η ασφάλεια που παρέχουν να καλύπτει τα συγκεκριμένα έξοδα. Η κυβέρνηση Ομπάμα τους κάλεσε να δηλώσουν τις αντιρρήσεις τους, βασιζόμενο στο θρησκευτικό αίσθημα προκειμένου να βρεθούν λύσεις όπως η ανάθεση της ιατροφαρμακευτικής κάλυψης των γυναικών εργαζομένων σε έναν τρίτο ασφαλιστή που δεν θα κωλύεται για θρησκευτικούς λόγους.
Σημειώνεται πως μεταξύ των πρώτων εκτελεστικών πράξεων που υπέγραψε ο Τραμπ κατά την ανάληψη της προεδρίας τον Ιανουάριο ήταν και μία που αφορούσε τις αμβλώσεις και είχε συνέπειες για τις γυναίκες σε παγκόσμιο επίπεδο. Πρακτικά η απόφαση του Τραμπ απαγορεύει την χρηματοδότηση διεθνών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που παρέχουν βοήθεια, ενημέρωση και συμβουλεύουν για θέματα οικογενειακού προγραμματισμού και αναπαραγωγικών επιλογών εφόσον μεταξύ αυτών υπάρχει και η επιλογή του άμβλωσης. Γι αυτό και η πολιτική αυτή συχνά αποκαλείται ως διεθνής «νόμος-φίμωτρο».