Μια ματιά στον πολύχρωμο κόσμο του βεστιαρίου της Λυρικής

Μια ματιά στον πολύχρωμο κόσμο του βεστιαρίου της Λυρικής

Σ.Βασιλείου, Καταδίκη του Φάουστ

Ένα καινούργιο ηλεκτρονικό αρχείο βάζει τη Λυρική Σκηνή στον 21ο αιώνα και συμπληρώνει χαμένες και ξεχασμένες ψηφίδες της ιστορίας του θεσμού. Είναι το αρχείο του βεστιαρίου της ΕΛΣ με τα 60 χιλιάδες ενδυματολογικά είδη και αξεσουάρ των συλλογών της, ένας ανεκτίμητος θησαυρός και κληρονομιά της ΕΛΣ.

Το έργο ηλεκτρονικής τους καταλογογράφησης εκτυλίσσεται εδώ και χρόνια και ένα μικρό μέρος του έχει ενσωματωθεί στον επίσημο ιστότοπο της Λυρικής. Σ΄ αυτή τη φάση, με χρηματοδότηση του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος και τη συμβολή των εργαζομένων της ΕΛΣ, προχωρά δυναμικά η κωδικοποίηση των συλλογών και τον Οκτώβριο θα τοποθετηθούν οι ετικέτες RFID με το απαραίτητο ιστορικό, κωδικοποιημένο πάνω στο κάθε ένδυμα.

Ο συναρπαστικός για τους φίλους της όπερας κόσμος, με παρελθόν στο θέατρο Ολύμπια και μέλλον στο «Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος» αποκαλύπτει πτυχές του στο βεστιάριο, ένα ζωντανό μουσείο στην άκρη της πόλης, στο Μενίδι, όπου η Λυρική Σκηνή φυλάσσει τους θησαυρούς της. Επισκεφτήκαμε τις εγκαταστάσεις και είδαμε από κοντά τα τεκμήρια μιας τέχνης που αντιμετωπίζει προκλήσεις στην εποχή μας, ιδίως στην χώρα μας.

Πίσω από τη σκηνή

Μπορεί να μην γίνονται παραγωγές μέσα στον Αύγουστο όμως στο βεστιάριο της Λυρικής οι ενδύτριες προετοιμάζουν τα ρούχα για τις επαναλήψεις της νέας σεζόν και μιλούν με ενθουσιασμό για την επικείμενη συνεργασία τους με την ενδυματολόγο, σκηνογράφο Λιλή Κεντάκα που υπογράφει τα κοστούμια της «Ηλέκτρας» του Σοφοκλή με την Αγνή Μπάλτσα στον ρόλο της Κλυταιμνήστρας. Η πρώτη συνεργασία της κορυφαίας μεσόφωνου με την ΕΛΣ για την εναρκτήρια όπερα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο νέο της σπίτι, κάνει πρεμιέρα στις 15 Οκτωβρίου. Μια λαμπρή παραγωγή καταγράφεται στην καινούργια εποχή του οργανισμού.

Στο άρτιο αποτέλεσμα των παραστάσεων συμβάλουν πάντοτε οι αφανείς ήρωες διαφόρων ειδικοτήτων. Οι ενδύτριες είναι εκείνες που βοηθούν τους καλλιτέχνες να ντυθούν και να αλλάξουν γρήγορα τα κοστούμια στην παράσταση. Φροντίζουν για την καθαριότητα των ρούχων κι αν συμβεί κάποιο ατύχημα το τακτοποιούν επί τόπου. Σε κάθε καινούργια παραγωγή «οι ενδυματολόγοι έρχονται στο βεστιάριο, μας δίνουν τις μακέτες των κοστουμιών κι εμείς τους ενημερώνουμε για τα ρούχα που φυλάσσονται από τις προηγούμενες παραστάσεις και πιθανόν να χρησιμοποιήσουν κάποια μεμονωμένα τεμάχια από τα υπάρχοντα ενδύματα... ένα γιλέκο, μια καμπαρτίνα. Τους βοηθάμε στην επιλογή τους μ΄ αυτόν τον τρόπο», εξηγεί η υπεύθυνη βεστιαρίου, Βαγγελιώ Κατσαρή.

«Ανακύκλωση» ή δημιουργία ενός νέου ενδύματος;

«Οι θεατές αγαπούν το κλασικό κοστούμι, είναι ο χρόνος, είναι το βάρος των υφασμάτων, είναι το στήσιμο του σώματος γιατί αναγκαστικά όταν φοράς έναν κορσέ το στήσιμο είναι πολύ διαφορετικό, αλλάζει τον τρόπο έκφρασης του σώματος και της ερμηνείας», επισημαίνει η ενδυματολόγος Τότα Πρίτσα, «ψυχή» του ηλεκτρονικού αρχείου κοστουμιών της ΕΛΣ.

Από το 2011 μέχρι σήμερα έχει εμπλουτίσει και κωδικοποιήσει ηλεκτρονικά σημαντικό μέρος των συλλογών, διασταυρώνοντας πληροφορίες από το πολύτιμο αρχείο της ΕΛΣ που είχε οργανώσει ο ενδυματολόγος και σκηνογράφος Γιάννης Στεφανέλης τη γόνιμη δεκαετία της Λυρικής του 60. «Η δουλειά του στο αρχείο χαρακτηρίζεται από ακρίβεια και λεπτομέρεια. Για να καταλάβετε, βρήκα πρόσφατα ακόμα και την επιστολή του Ιόλα με την οποία επισφράγιζε την παράδοση των κοστουμιών του Τζόρτζιο Ντε Κίρικο στην ΕΛΣ για την παράσταση «Ορφέας και Ευρυδίκη» του Γκλουκ το 1970.

Ιστορία 77 χρόνων

Μας ξεναγεί μαζί με την υπεύθυνη του βεστιαρίου και τις ενδύτριες, στην τεράστια αίθουσα με τους δεκάδες διαδρόμους όπου φυλάσσονται προστατευμένοι κατάλληλα οι θησαυροί της Λυρικής. Αίσθηση δέους προκαλούν τα κοστούμια της «Μήδειας» που σχεδίασε ο Τσαρούχης για τη Μαρία Κάλλας (1960-61). Θαυμάζοντας αυτά τα ιστορικά κοστούμια -τα οποία δεν δανείζονται ούτε «ανακυκλώνονται» σε άλλες παραστάσεις- το βλέμμα μας σταματά σε ένα πετραχήλι από τη «Νόρμα» του Αντώνη Φωκά (1959-1960), με τα μεταλλικά σιρίτια, επιδέξια ραμμένα πάνω στο ύφασμα. Όπως και στα κοστούμια με τις χρωματιστές λωρίδες δέρματος, που σχεδίασε ο Ντε Κίρικο για τον «Ορφέα και Ευρυδίκη» της ΕΛΣ το 1971 στο Φεστιβάλ Αθηνών.

Συγκινούν οι δύο όψεων φορεσιές που σχεδίασε ο Σπύρος Βασιλείου για την «Καταδίκη του Φάουστ» το 1974, και τα εξαιρετικά κοστούμια της «Τόσκα» του Νίκου Πετρόπουλου που ξαναφτιάχτηκαν εξ αρχής μετά την πυρκαγιά που απείλησε το βεστιάριο της ΕΛΣ την δεκαετία του ' 80 στο κτίριο όπου στεγαζόταν εκείνη την εποχή (στο μέγαρο του Τσίλερ, στην οδό Μαυρομιχάλη).

Μας δείχνουν το κοστούμι που φόρεσε ο Κώστας Πασχάλης στον «Ριγολέττο», το 1969. Και πόσα ακόμα εκατοντάδες ιστορικά κοστούμια που παραμένουν αταύτιστα, όπως μας εξηγούν, αναφέροντας την περίπτωση του ενδυματολόγου Γιώργου Ανεμογιάννη, που μόλις πρόσφατα ταυτίστηκαν κοστούμια του για παραστάσεις του 1945 και 1946 από μακέτες σκηνικών του, που έφεραν επάνω τους δείγμα υφάσματος.

Ένας απίστευτος πλούτος υψηλής αισθητικής και φαντασίας ξεδιπλώνεται μέσα στην ιστορία της Λυρικής. Έως και υφάσματα κατασκευασμένα εξαρχής, όπως οι ρίγες που έραψαν οι μοδίστρες πάνω στο κοστούμι του τενόρου Στιούαρτ Νηλ στους Παλιάτσους της Καβαλερία Ρουστικάνα (2011), με την υπογραφή του ενδυματολόγου Γιώργου Σουγλίδη.

Τα κοστούμια του Γιώργου Πάτσα. Του Γιάννη Μετζικώφ στη «Σαλώμη» (Ηρώδειο 1996/97) και στην οπερέτα «Το μικρόβιο του έρωτα» (2009) ντουμπλαρισμένα με χρυσή δαντέλα. «Τα σιρίτια που χρησιμοποιεί ο Μετζικώφ είναι από παραδοσιακές σχολές, ο συνεργάτης του είναι βορειοηπειρώτης, δουλεύει μόνο αυτό», εξηγούν οι ενδύτριες. Το όραμα του ενδυματολόγου πραγματοποιείται με λεπτομέρειες ανάμεσα στις ραφές και με σπάνια υλικά που κομποζάρουν επιδέξια τα πανάξια χέρια, όλο και πιο σπάνια στις μέρες μας.

«Τις ωραιότερες φούστες μπαλέτου, τα περίφημα tutus, τα έφτιαχνε η κ. Κουσουλού, μοναδική μοδίστρα, μεγάλο ταλέντο, συνταξιοδοτήθηκε πλέον. Πριν από μια δεκαπενταετία είχαμε είκοσι δύο μοδίστρες, τώρα έχουμε μόνο επτά για τις παραγωγές μας», λέει η Ντίνα Αντωνοπούλου, παραγωγός κοστουμιών. «Είναι δύσκολη δουλειά η παραγωγή κοστουμιών, ζεις μέσα στο άγχος. Πρέπει να φτιάξεις κάτι που να μοιάζει τέλειο. Δεν υπάρχει ποτέ χρόνος, πάντα την τελευταία στιγμή», συνεχίζει η Ντίνα Αντωνοπούλου και αναφέρεται στην πίεση κάτω από την οποία κατασκευάστηκαν τα ενδύματα της παράτασης Des/ equilibre/s του Αντώνη Φωνιαδάκη, τον περασμενο μήνα στο Νostos Festival. «Δεν έβρισκα στην αγορά το ύφασμα που ζήτησε ο ενδυματολόγος και το ύφασμα που είχαμε δεν έφτανε να ραφτούν 20 παντελόνια. Οπότε έπρεπε να ξαναραφτούν όλα από τη αρχή».

Η οικονομική στενότητα επηρεάζει την ποιότητα; «Σαφώς δεν υπάρχουν πια τα παλαιά υφάσματα, δεν υπάρχουν τα υφαντά, τα μπροκάρ, τα δαμασκηνά, τα ποιοτικά ζέρσεϊ. Επίσης, στην εποχή μας δεν βρίσκεις εύκολα και τα μέτρα υφάσματος που χρειάζεσαι. Εδώ μιλάμε για όπερα, όχι για θέατρο που θέλεις π.χ έξι μέτρα για έναν χιτώνα. Στη Λυρική πρέπει να ντύσεις ολόκληρη χορωδία και θα χρειαστείς 230-250 μέτρα ύφασμα. Οπότε, η δυσκολία δεν είναι μόνο η ποιότητα που ζητά ο ενδυματολόγος αλλά κι ότι εμείς πρέπει να τρέξουμε να βρούμε και τα μέτρα. Όμως το βεστιάριο της ΕΛΣ δεν παύει να έχει πολύ καλές ποιότητες υφάσματων».

(Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ)

Δημοφιλή