Ένα νησί του Ειρηνικού βρέθηκε στο επίκεντρο της έντονης αντιπαράθεσης μεταξύ ΗΠΑ και Βόρειας Κορέας των τελευταίων ωρών, η οποία χαρακτηρίστηκε από εκατέρωθεν απειλές ύστερα από δημοσίευμα της Washington Post, σύμφωνα με το οποίο η Πιονγκγιάνγκ έχει αποκτήσει τη δυνατότητα να τοποθετήσει πυρηνικά όπλα σε πυραύλους της.
Πρόκειται για το Γκουάμ, ένα νησί περίπου 544 τετραγωνικών χιλιομέτρων στον δυτικό Ειρηνικό, που ανήκει στις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν εγκαταστήσει σε αυτό στρατιωτική βάση. Όπως αναφέρεται σε σχετικό δημοσίευμα του Guardian, σχεδόν το 1/3 της έκτασής του ελέγχεται από τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, και εκεί βρίσκονται περίπου 6.000 Αμερικανοί στρατιωτικοί.
Η θέση του, εντός εμβέλειας των βορειοκορεατικών πυραύλων μέσης και μακράς εμβέλειας, καθώς και η στρατιωτική του σημασία για τις ΗΠΑ, το καθιστούν λογικό στόχο για την Πιονγκγιάνγκ, η οποία απείλησε με επίθεση εναντίον του νησιού μετά τις δηλώσεις Τραμπ ότι η Βόρεια Κορέα θα αντιμετωπίσει «πυρ και μανία» εάν συνεχίσει τις απειλές εναντίον των ΗΠΑ.
Τη Δευτέρα δύο αμερικανικά βομβαρδιστικά Β-1Β απογειώθηκαν από το Γκουάμ για να πραγματοποιήσουν ασκήσεις μαζί με αεροπορικές δυνάμεις της Νότιας Κορέας και της Ιαπωνίας στην Κορεατική Χερσόνησο. Επίσης, τον προηγούμενο μήνα, σε άλλη μία επίδειξη δύναμης, αμερικανικά υπερηχητικά βομβαρδιστικά που είχαν απογειωθεί από το Γκουάμ πέταξαν επίσης πάνω από την Κορεατική Χερσόνησο, μετά από δύο δοκιμές διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων από τη Βόρεια Κορέα.
Το νησί είναι ιδιαίτερα απομακρυσμένο: Ο μεγαλύτερος κοντινός πληθυσμός άξιος αναφοράς βρίσκεται στις Ομόσπονδες Πολιτείες της Μικρονησίας, σε απόσταση άνω των 900 χλμ. Η Παπούα Νέα Γουϊνέα είναι 2.250 χλμ μακριά, οι Φιλιππίνες 2.570 και η Ιαπωνία 2.610. Σχεδόν το 40% του πληθυσμού του Γκουάμ (συνολικά 162.000 άνθρωποι) αποτελείται από τον ντόπιους Τσαμόρο, ενώ ένα 25% είναι Φιλιππινέζοι.
Αν και υπάρχει κάποια δυσφορία από τους κατοίκους του Γκουάμ για την παρουσία των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων, αυτή είναι παράλληλα απαραίτητη για την οικονομία του νησιού, καθώς μόνο ο τουρισμός την ξεπερνά ως παράγοντας/ τομέας οικονομικής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα τουρισμού του νησιού, πρόκειται για έναν προορισμό που δεν έχει όμοιό του, με πανέμορφες παραλίες, καταγάλανους ουρανούς και φημισμένα σε όλο τον κόσμο ηλιοβασιλέματα.
Το Γκουάμ είχε βρεθεί υπό ισπανική κυριαρχία το 1565, και πέρασε στον έλεγχο των ΗΠΑ το 1898, κατά τον Ισπανοαμερικανικό Πόλεμο. Η Ιαπωνία το κατέλαβε για περίπου 2,5 χρόνια κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1950, με πράξη του Κογκρέσου, το Γκουάμ κατέστη μη ενσωματωμένη περιοχή των ΗΠΑ.
Το νησί έχει περιορισμένη αυτοδιοίκηση, με κυβερνήτη που εκλέγεται τοπικά, νομοθεσία και εκπρόσωπο χωρίς δικαίωμα ψήφου στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Οι κάτοικοι δεν πληρώνουν φόρο εισοδήματος στις ΗΠΑ ούτε ψηφίσουν στις προεδρικές εκλογές- αν και είναι Αμερικανοί πολίτες από τη γέννησή τους. Πρωτεύουσα του Γκουάμ είναι η Χαγκάτνα και μεγαλύτερη πόλη το Ντεντέντο. Οι γλώσσες που ομιλούνται είναι τα αγγλικά και τα Τσαμόρο.
Οι ΗΠΑ έχουν μια ναυτική βάση και έναν σταθμό λιμενικού/ ακτοφυλακής στον νότο, και μια αεροπορική βάση στον βορρά, που χρησιμοποιήθηκε κατά τον πόλεμο του Βιετνάμ. Αντιπυραυλική προστασία κατά βαλλιστικών βλημάτων παρέχει το σύστημα THAAD.