Με αφορμή την έναρξη της Ελληνικής έκδοσης του Huffington Post συμμαζεύω κάποιες σκόρπιες σκέψεις της τελευταίας δεκαετίας σχετικά με την έκφραση της γνώμης στο Διαδίκτυο.
Η δεκαετία που αναφέρω αφορά ένα παλιότερο ιστολόγιο που είχα και στο οποίο απλά έγραφα ότι σκεφτόμουν και με έσκαγε, venting steam που λένε και οι Αγγλοσάξονες. Κάποια στιγμή αντιλήφθηκα ότι είχα κοινό, άρχισα να παρακολουθώ περισσότερο άλλα ιστολόγια, μπήκα στη διαδικασία καθημερινής ενασχόλησης, κοκ. Τελικά λόγω αυξημένου φόρτου εργασίας απλά το άφησα στην άκρη, χωρίς τύψεις ή αναστολές.
Αυτό το πρώτο κύμα που έσκασε ήταν ένας προάγγελος του τι θα επακολουθούσε με την έλευση των κοινωνικών δικτύων. Αρκετά χρόνια παλιότερα, όταν μπήκε το Διαδίκτυο διστακτικά στη ζωή μας, ή σωστότερα, όταν διστακτικά η Ελλάδα έβαλε το Διαδίκτυο στα σπίτια αφαιρώντας σταδιακά τις αλυσίδες του dial up και του ISDN, το κλίμα ήταν πολύ διαφορετικό. Υπήρχε ακόμα αυτή η διάχυτη καχυποψία, και αν εκφραστώ και μου γυρίσει μπούμερανγκ, και αν κάποιος τα δει, και αν.... Σταδιακά περάσαμε στην έκφραση χωρίς ονοματεπώνυμο και τελικά στην έκφραση με όλη τη ταυτότητα, τη διεύθυνση, τις φωτό, το που πήγα διακοπές, τι έκανε το παιδί μου σήμερα, κοκ. Όπως λέμε, σε κάθε άνθρωπο υπάρχουν οι πυρηνικές πεποιθήσεις. Είναι δυνατό να άλλαξε ο κόσμος τόσο βαθιά, τόσο γρήγορα;
Αυτό βέβαια είναι μισή αλήθεια. Αφενός δεν είναι πλέον ο ίδιος κόσμος στο Διαδίκτυο. Οι αρχικοί χομπίστες ήταν στη πλειονότητα τους μοναχικά άτομα, που ομαδοποιούνταν με ομοίους τους και διατηρούσαν μία κάποια καχυποψία για τον «έξω» κόσμο. Λίγο πολύ, οι πεποιθήσεις τους παραμένουν οι ίδιες. Δεν βλέπω αρνητικά τη τεχνολογία, όμως φοβάμαι τι μπορεί κάποιος να μου κάνει με αυτήν επειδή ξέρω τις πιθανές δυνατότητες που του δίνει.
Επίσης όσοι δεν ήταν τότε επειδή το έβλεπαν σαν το όργανο του Διαβόλου, τον έξω-απ'εδώ κοκ εξακολουθούν λίγο-πολύ να έχουν μία πολύ αρνητική άποψη. Παλιά ήταν οι ταυτότητες που κατέβασαν δεκάδες χιλιάδες άτομα στο δρόμο. Κανένας εξ αυτών δεν το έχει μετανοιώσει. Λίγο πολύ όλοι βλέπουν με αντίστοιχο τρόπο οτιδήποτε ακούγεται ως τεχνολογική εξέλιξη. Είναι δηλαδή κάτι που έχουν απεργαστεί σκοτεινά κέντρα εξουσίας ώστε να μας οδηγήσουν στον έλεγχο τους. Είναι ο φόβος της ραγδαίας αλλαγής. Και να μην έχουμε καμμία αυταπάτη. Η αλλαγή που ζούμε είναι ραγδαία, με τα ανθρώπινα μέτρα και σταθμά.
Η μεγάλη μάζα όμως που εντάχθηκε όψιμα στον Ιστό ήταν άτομα τα οποία δεν είχαν κίνητρο, φοβόντουσαν τη δική τους άγνοια, δεν τους άρεσε η εικόνα κοινωνικής ψιλο-απομόνωσης που είχε η πρώτη κατηγορία. Είναι ο thirty-something που μπήκε τελικά στο Facebook και πλέον ποστάρει όλη μέρα, ο θείος που έχει λατρέψει τις πηγές πληροφορίας για το στοιχηματάκι του, η νοικοκυρά που δεν έχει τι να κάνει όλη μέρα αφού τελειώσει το «κοπιαστικό» της φόρτο εργασίας μέσα σε 1,5 ώρα, o εικοσάρης που κάνει όλη μέρα καμάκι στα ανοιχτά προφίλ με τις κλεμμένες φωτό με εμπνευσμένες εκφράσεις του στυλ «τι κούκλα είσαι εσύ μανάρι μου, κάνε μου αποδοχή και στείλε μου PM», κοκ.
Και φυσικά μαζί με το κίνητρο του καθενός άρχισε να βγαίνει και η γνώμη. Με βαρύγδουπα status όπου απλώνει ένα σεντόνι, με post στα σεντόνια των άλλων, με αλλεπάλληλα tweet..
Είμαι Εγώ και το δηλώνω με τη γνώμη Μου. Διαβάζω τι λες. Και έχω την απάντηση Μου. Δεν δέχομαι τη δική σου γνώμη. Όχι. Ο δεύτερος οργανωτής της ζωής του παιδιού είναι το «Όχι». Όταν μεγαλώνει το βρέφος έχει την εντύπωση ότι είναι ένα με τη μαμά. Όταν η μαμά φεύγει για πολύ τότε πανικοβάλλεται. Συνειδητοποιεί όμως σταδιακά ότι είναι κάτι άλλο. Για αυτό και όταν μαθαίνει το Όχι το λέει ασταμάτητα. Για να εμπεδώσει ότι είναι κάτι άλλο.
Η γνώμη λοιπόν μπορεί να είναι εσωτερική ανάγκη έκφρασης. Μπορεί να είναι εσωτερική ανάγκη διαχωρισμού από τον Άλλο. Μπορεί να είναι ανάγκη λήψης θαυμασμού ή και σεβασμού. Παραμένει όμως μία βαθιά ατομική ψυχολογική ανάγκη. Δεν είναι όμως περίεργο όταν ένα σύνολο αντιμετωπίζει μία κοινωνική καταστροφή να υπάρχει είτε ομοιομορφία είτε πολυδιάσπαση της γνώμης;
Εξαρτάται από το πώς αντιλαμβάνεται τη καταστροφή το σύνολο. Είναι κάτι στο οποίο έχει ευθύνη ή όχι; Εφόσον το σύνολο πείσει τον εαυτό του ότι δεν ευθύνεται τότε θα υπάρξει ομοιομορφία στη γνώμη. Π.χ όταν στη Γερμανία του 1919 πείστηκαν ότι έφταιγαν για τα δεινά τους κάποιοι προδότες τότε δημιουργήθηκε το γόνιμο έδαφος για τα μετέπειτα γεγονότα. Εφόσον όμως υπάρχει μία υποψία συλλογικής ευθύνης τότε το άτομο θα προσπαθήσει να την αποποιηθεί. Εγώ δεν είμαι αυτός που φταίει. Εγώ έχω γνώμη. Εγώ είμαι Άλλος. Ή εναλλακτικά: Εγώ είμαι καλύτερος από αυτούς (που έκαναν λάθη). Δες με. Θαύμασε με. Δεν είμαι σαν αυτούς. Εγώ είμαι Άλλος.
Η γνώμη εδώ όμως λειτουργεί σαν πρόληψη της αίσθησης ότι δεν έχεις τρόπους να επηρεάσεις πραγματικά τη ζωή σου. Πρόληψη του μάταιου. Επειδή όταν μπει η αίσθηση ματαιότητας τότε το σύνολο ακυρώνεται ως πιθανός τρόπος ικανοποίησης των βασικών αναγκών. Το άτομο γίνεται ξανά μονάδα. Εγώ δεν θα κάθομαι με αυτούς τους φταίχτες. Εγώ φεύγω. Και αυτό είναι ανεπίτρεπτο για κάθε σύνολο. Οπότε όποιοι φεύγουν ζωντανοί εισπράττουν χειρότερη κριτική από όσους μένουν πίσω ενώ όσοι φεύγουν νεκροί δεν αναφέρονται καν. Διαγράφονται. Μας απέρριψες. Σε απορρίπτουμε.
Η έκφραση γνώμης ενώ φαίνεται διασπαστική τελικά λειτουργεί ακριβώς σαν τη βαλβίδα της χύτρας. Όποιος διαμαρτύρεται δεν παραιτείται. Όποιος λέει κάθε μέρα ότι θα φύγει είναι ο λιγότερο πιθανός να φύγει. Και όλο το σύνολο σέρνεται, κλωτσώντας και δαγκώνοντας μεν, αλλά σέρνεται τελικά στο αναπόφευκτο της Ιστορίας. Αναπόφευκτο επειδή όσο μεγαλύτερο το σύνολο τόσο δυσκολότερη η αλλαγή. Όσο μεγαλύτερο το καράβι τόσο δυσκολότερα στρίβει. Αλλά και ο Τιτανικός είχε θαυμάσια ομόνοια ενώ βούλιαζε, τηρουμένων των αναλογιών.
Επειδή όλοι νιώθουμε τη κατεύθυνση στο στομάχι μας και ξέρουμε που πάμε, ακόμα και αν είμαστε στο 4ο κατάστρωμα βάθος. Επειδή υπάρχει συλλογική ευθύνη αλλά όχι συλλογική αθωότητα. Αθώες είναι οι μονάδες που βρίσκονται στα γρανάζια της ανάγκης, χωρίς επιλογές. Πεινάς. Θα κλέψεις. Ένοχες όμως οι μονάδες που επιλέγουν αυτό που ξέρουν ότι είναι λάθος. Έχεις να φας. Έχεις την επιλογή. Αν θα κλέψεις τότε είσαι ένοχος. Δεν υπάρχει εξωτερική πίεση. Κανείς δεν μπορεί πραγματικά να με πιέσει να κάνω το λάθος. Η πίεση είναι εσωτερική. Ο πειρασμός.
Και το Διαδίκτυο; Είναι τελικά ένα μέσο αποχαύνωσης και ελέγχου των μαζών; Είναι ένα μέσο απελευθέρωσης της πληροφορίας και δημοκρατικοποίησης; Είναι όλα και τίποτα. Είναι αυτό που επιλέγουμε να δούμε. Είναι το μαχαίρι που μπορούμε να καθαρίσουμε φρούτα, να σφάξουμε τον Άλλο, να κόψουμε τις φλέβες μας. Είναι ο πειρασμός. Ο πειρασμός να βγάλουμε παραέξω αυτό που σκεφτόμαστε και νιώθουμε αλλά φοβόμαστε να παραδεχτούμε. Ο πειρασμός να υποκύψουμε στα σκοτεινά μας κομμάτια με ένα ψεύτικο προφίλ, μια τρολιά, ένα σαρκασμό για κάποιον άλλο. Μπορεί να γίνει όμως και το μέσο να αντισταθούμε στα σκοτεινά μας κομμάτια. Να υποστηρίξω τον αδύνατο. Να πω το σωστό. Να αντιπαρατεθώ στην άγνοια. Να δηλώσω την αντίθεση μου. Ναι, σερνόμαστε όλοι προς τα εκεί αλλά εγώ το βλέπω. Δεν δέχομαι το άλλοθι σας. Θέλω το φως και την αλήθεια όχι το βολικό ψέμα. Θέλω να μάθω να την αντέχω. Θέλω να μάθω να τη ζητώ. Θέλω το μέλλον μου να είναι ξεκάθαρο και να το γνωρίζω. Μόνο έτσι θα είμαστε πραγματικά ενωμένοι.