Αναμφισβήτητα, οι γνωστές προρρήσεις αγίων γερόντων κατά τις τελευταίες δεκαετίες αναφορικά με τα μελλούμενα, διαδραμάτισαν και διαδραματίζουν σημαντικότατο ρόλο στο να διατηρηθεί ακμαίο το ηθικό εμάς των Ρωμηών και να μην μας καταλάβει η πλήρης απελπισία με τα όσα επαίσχυντα και διαλυτικά γίνονται γύρω μας. Βοήθησαν και βοηθούν το ρωμαίικο να αντέξει τις δύσκολες ώρες και να σταθεί στα πόδια του. Και καθώς με την πάροδο των χρόνων τα πράγματα σε διεθνές επίπεδο γίνονται πιο ξεκάθαρα, η ελπίδα δυναμώνει, και η χαρά της βεβαιότητας γίνεται πιο ισχυρή.
Όμως κατά τη δική μου θεώρηση των πραγμάτων, στο όλο θέμα υπάρχουν δύο σοβαρά σφάλματα και στρεβλώσεις, που εμένα τουλάχιστον μου προκαλούν πικρία και στενοχώρια. Το πρώτο είναι ότι πολλοί πολιτικοί και πολιτειακοί σχηματισμοί και παράγοντες, οι οποίοι ουσιαστικά δεν έχουν σχεδόν καμία σχέση με την Ορθοδοξία και τη Ρωμαίικη Παράδοση το Γένους μας, εκμεταλλεύονται στο έπακρον την βαθιά επίδραση των προρρήσεων αυτών στο λαό μας για την εξυπηρέτηση των δικών τους σκοπιμοτήτων και πολιτικών επιδιώξεων.
Το δεύτερο που με πικραίνει και με ανησυχεί ιδιαίτερα είναι ότι μεγάλο μέρος του λαού δεν κάνει διάκριση, και αντιλαμβάνεται τις προρρήσεις σε ένα πλαίσιο τρόπον τινά εθνικό/εθνικιστικό και με μία τοποθέτηση και νοηματοδότηση καθαρά κοσμική και ενθουσιαστική, αποστερώντας στην προοπτική κάθε πνευματικό, θεοκεντρικό, και εσχατολογικό όρο. Θα αναφερθώ περισσότερο σ' αυτό το ζήτημα, το οποίο θεωρώ ότι είναι αρκετά σοβαρό, καθώς εδράζεται σε μια στρεβλή, όμως αρκετά ισχυρή εθνική/εθνικιστική παράδοση δύο περίπου αιώνων στο λαό μας. Παράδοση από την οποία έχουμε υποφέρει τα πάνδεινα και την οποία πρέπει συνειδητά να εγκαταλείψουμε και να επανέλθουμε στις γνήσιες ανοιχτές, σωτηριολογικές παραδόσεις του Γένους μας με οικουμενικές προοπτικές.
Ο εθνικισμός/εθνοφυλετισμός με βάση τα λεξικά είναι η υπερβολική προσήλωση προς την ιδέα του έθνους και τα εθνικά ιδεώδη συχνά με παράλληλη υποτίμηση άλλων εθνών. Ως ιδεολογία εμφανίστηκε στο πλαίσιο αστικών επαναστάσεων και θέτει ως πολιτικό θεμέλιο του κράτους την έννοια του έθνους (έθνος-κράτος). Ουσιαστικά προέκυψε ως κεντρική θέση του διαφωτισμού και έλαβε μεσσιανικές διαστάσεις κατά τις επόμενες δεκαετίες.
Και εάν για τη Δύση είχε ένα λόγο και μιά βάση να αναπτυχθεί ως αντίδραση σε ένα σκληρό σκοταδιστικό πλαίσιο της Φράγκικης Εκκλησίας και σε ένα μανιχαϊκό τρόπο αντίληψης των πραγμάτων, στην καθ' ημάς ανατολή δεν υπήρχαν τέτοιοι σοβαροί λόγοι να ευδοκιμήσει. Ο Ελληνισμός από την αρχαιότητα και κυρίως η ρωμηοσύνη, η ρωμαίικη παράδοση τουλάχιστον 15 αιώνων δεν είχε καμιά σχέση με εθνικισμούς και καθαρά έθνη-κράτη. Διαφορετικά ήταν τα κριτήρια και τα προτάγματα των προγόνων μας, αυτού του λαού, αυτού του υπερεθνικού, χωρίς γλωσσικές ή άλλες διακρίσεις Γένους. Η όποια καταγωγή ή προέλευση όχι μόνο δεν αποτελούσε σημείο διακρίσεων και διαχωρισμού, αλλά απεναντίας τονίζονταν και αναδεικνύονταν ως ποικιλομορφία, ως πλούτος και ως ένα επιπλέον στολίδι του Γένους των Ρωμηών. Πόσοι και πόσοι άγιοι για να σταθούμε μόνο σ' αυτούς με τόσο διαφορετικές προελεύσεις, Εφραίμ ο Σύρος, Ιάκωβος ο Πέρσης, Μωυσής ο Αιθίοπας.
Και όμως ο εθνικισμός ήρθε και επιβλήθηκε συνειδητά στο χειμαζόμενο λαό από τις ελίτ του τόπου, διαστρεβλώνοντας πλήρως την άδολη αγάπη του λαού μας για το Γένος του. Η ιδεολογία αυτή εισήχθη από τις «εγγράμματες» ελίτ, «μεταλαμπαδεύθη» από την «πολιτισμένη» Εσπερία, τροφοδοτήθη από την εντόπια ενεργούμενη κρατική εξουσία και στρέβλωσε την υπερηφάνεια και τη γνήσια αγάπη για το Γένος που είχε ο λαός για πολλούς αιώνες. Γένος που συγκροτείται ενγχρόνως με όρους αιωνιότητας, οικουμενικά και ταπεινά ως Λαός του Θεού, ως Θεανθρώπινο σώμα προαπελθόντων συγκαιρινών και μελλόντων ελθείν, ως ελευθερία, μετοχή και αναφορικότητα, ως κατάφαση και ολοκλήρωση του κόσμου, ως σωτηριολογική πρόταση για όλο το ανθρώπινο, ως εσχατολογική προοπτική και τελείωση.
Υπό το πρίσμα της ιδεολογίας του εθνικισμού, με την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, τα ονόματα της συλλογικότητάς μας παραχαράχθηκαν ή και αλλάχθηκαν πλήρως, η Εκκλησία μετατράπηκε σε δευτερευούσης σημασίας απλό σύλλογο και απεκόπη βιαίως από τη Μητέρα Εκκλησία, οι εθνικοί όροι και παράμετροι ενισχύθηκαν πολύ σε σχέση με τους εκκλησιαστικούς, αγνοήθηκαν πλήρως το σύνολο σχεδόν των εκτός των συνόρων του κρατιδίου Ρωμηών και όλοι αυτοί οι Ρωμηοί αντιμετωπίστηκαν σαν ξένοι. Και το καινοφανές, στήθηκε μια ανιστόρητη αερογέφυρα από το 19ο αιώνα κατευθείαν στην αρχαιότητα με πλήρη αγνόηση του ενδιάμεσου ιστορικού χρόνου και των εξελίξεων που έλαβαν χώρα κατά την περίοδο αυτή.
Τον ελληνικό εθνικισμό θα ακολουθήσουν δυστυχώς και οι εθνικισμοί των άλλων βαλκανικών λαών με πιο χαρακτηριστικό σταθμό την υπόθεση της Βουλγαρικής Εξαρχίας το 1870. Ασυγκράτητος βουλγαρικός εθνικισμός που πυροδοτήθηκε κατά κύριο λόγο από τη Ρωσία. Η Ρωσία ήταν επίσης αυτή που τροφοδότησε και τον αραβικό εθνικισμό με αποτέλεσμα τα θλιβερά γεγονότα του Πατριαρχείου Αντιοχείας.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής και κυρίως η Ρωσία και η Αγγλία ενίσχυσαν όσο μπορούσαν τον εθνικισμό και την πολυδιάσπαση των Ρωμηών για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους και κυρίως την αποτροπή ανασύστασης της Ρωμανίας, της κακώς ονομαζόμενης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Το μόνο που ήθελαν ήταν ο σχηματισμός μικρών κρατικών μορφωμάτων, μικρών προτεκτοράτων πλήρως διαχειρήσιμων και ελεγχόμενων από αυτές. Έτσι φούντωσαν τα μίση και οι διχασμοί και έφτασαν Ρωμηοί να σκοτώνουν Ρωμηούς, να απαρνιούνται την κοινή ρίζα και παράδοσή τους, και να ιδρύουν εθνικά κράτη απομακρυνόμενοι και μισούμενοι μεταξύ τους.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η όλη Εκκλησία με την απόφαση της Μεγάλης Συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως του 1872 κατεδίκασε τον εθνοφυλετισμό, όμως δεν μπόρεσε να ανασχέσει το πανταχόθεν ενισχυόμενο ρεύμα. Σαν ποτάμι παρέσυρε λογικές και παραδόσεις φουσκώνοντας το νου με ενθουσιαστικά εθνικιστικά παραληρήματα. Το Γένος των Ρωμηών και οι προοπτικές του αγνοήθηκαν πλήρως και εντέλει διαμορφώθηκε μια Μεγάλη Ιδέα με καθαρά εθνικιστικά προτάγματα και προτεραιότητες.
Οι σκληρές συνθήκες που διαμόρφωναν πλέον οι αντιπαλότητες, αλλά και το ρεύμα των εθνικιστικών οραμάτων που ήταν γλυκό και ισχυρό σύντομα δυστυχώς θα παρασύρουν και πολλά εκλεκτά μέλη της Εκκλησίας. Πολλοί Μητροπολίτες σε καίριες θέσεις θα ενταχθούν σ΄ αυτό το κλίμα και θα ενισχύσουν τον εθνικό παροξυσμό στο τέλος του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα οδηγώντας το Λαό του Θεού στην πολυδιάσπαση και στον αλληλοσπαραγμό. Ακόμα και ο Πατριάρχης κατά το μάλλον ή ήττον χειραγωγήθηκε από τις τεράστιες πολιτικές πιέσεις. Εντέλει, όχι μόνο οι Μητροπόλεις, αλλά και το ίδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο κατήντησαν τρόπον τινά παραρτήματα του Υπουργείου Εξωτερικών του εθνικού κέντρου.
Πολλές φορές με πόνο αναρωτήθηκα γιατί δεν πέτυχαν τα εγχειρήματα στην Μικρά Ασία. Γιατί ήρθε η καταστροφή, ενώ ίσως τα πράγματα φαίνονταν να εξελίσσονταν διαφορετικά. Γιατί δεν έστερξε η Παναγία και ο Θεός; Καταλήγω να θεωρώ ότι ο Θεός δεν γινόταν να επιτρέψει, ή ακόμα περισσότερο να στέρξει, να ευλογήσει και να επικυρώσει κινήσεις που γίνονταν με εθνικιστικές, κοσμικές σκοπιμότητες, με καθαρά κοσμικά προτάγματα και εν τέλει δόξες και φληναφήματα κοσμικά. Νομίζω ότι ο εθνικισμός και ειδικά από Ορθόδοξο Λαό δεν ήταν και δεν είναι δυνατόν να ευλογηθεί από το Θεό.
Δυστυχώς ο εθνικισμός βρήκε βάση και έδαφος στη μεγάλη αγάπη του λαού μας για τα κοινά του, το δήμο του, το Γένος του και αυτήν την αγάπη τη μετέστρεψε, τη μεταμόρφωσε, τη διαστρέβλωσε πλήρως. Δυστυχώς επίσης μετά από δύο αιώνες το ρεύμα αυτό απέκτησε ρίζες και διαμόρφωσε παράδοση. Στρεβλή παράδοση που όμως διατηρείται μέχρι τις μέρες μας και στα χρόνια της κρίσης ίσως ενισχύεται και πάλι. Θεωρώ ότι το γεγονός είναι πρόσκαιρο, ως αντίδραση αυτοσυντήρησης στην κρίση και στο γενικότερο τρόπο που κατευθύνεται από κάποιες διεθνείς ελίτ η παγκοσμιοποίηση, και ότι ουσιαστικά είναι τα τελευταία σπαράγματα μιας πορείας ολοκλήρωσής του.
Ο ιστορικός κύκλος του εθνικισμού στην πατρίδα μας, κύκλος που άνοιξε εν πολλοίς με τη σύσταση του Ελληνικού κρατιδίου μετά από μιά πορεία δύο αιώνων με πολλές πτώσεις και πόνο στο λαό μας τελικά μπροστά στα αδιέξοδα που προκάλεσε και στα οξυμένα και δυσεπίλυτα οικουμενικά προβλήματα υποστρέφει και ολοκληρώνεται. Και αυτή η ολοκλήρωση θα γίνει τόσο πιο ανώδυνα και πιο σύντομα, όσο το γρηγορότερο εγκαταλείψουμε τις όποιες εθνικιστικές και κοσμικές αγκυλώσεις μας. Το κλειστό, τοπικό, κοσμικό, διαχειρίσιμο, θνησιγενές ψευτο-ρωμαίικο που γνωρίσαμε κλείνει τον κύκλο του. Οι συνθήκες για την ανατολή του πραγματικού υπερεθνικού, θεοκεντρικού, σωτηριολογικού και εσχατολογικού νέου Ρωμαίικου με οικουμενικές προοπτικές ωριμάζουν και θα μάς οδηγήσουν σε ένα νέο ιστορικό κύκλο.