Κάθε φορά που πηγαίνεις με την οικογένεια στο πατρικό σου, νιώθεις τους ρόλους ν' αλλάζουν. Μπαίνεις στο σπίτι των γονιών σου, παρέα με τον/τη σύντροφο και τα παιδιά σου και δεν είσαι πλέον εσύ ο μεγαλύτερος και ο πιο υπεύθυνος στο γκρουπ. Χαλαρώνεις, χαμογελάς κι αφήνεις τα παιδιά ν' απολαύσουν και να κακομάθουν από τα χαϊδέματα και τις υπερβολές της γιαγιάς και του παππού.
Open Image Modal
WIN-Initiative via Getty Images

Κάθε φορά που πηγαίνεις με την οικογένεια στο πατρικό σου, νιώθεις τους ρόλους ν' αλλάζουν. Μπαίνεις στο σπίτι των γονιών σου, παρέα με τον/τη σύντροφο και τα παιδιά σου και δεν είσαι πλέον εσύ ο μεγαλύτερος και ο πιο υπεύθυνος στο γκρουπ. Χαλαρώνεις, χαμογελάς κι αφήνεις τα παιδιά ν' απολαύσουν και να κακομάθουν από τα χαϊδέματα και τις υπερβολές της γιαγιάς και του παππού.

Νιώθεις κι εσύ πως θέλεις λίγα χαϊδέματα, και μαλώματα ακόμα, ειδικά από την αδυναμία σου, τον λατρεμένο πατέρα που τώρα είναι παππούς πια και ταΐζει με προσοχή τα εγγόνια στο στόμα. Χαμογελάς, απορείς και προσπαθείς να θυμηθείς εάν τάισε ποτέ εσένα ή τ' αδέλφια σου στο στόμα και είσαι σίγουρος πως κάτι τέτοιο δεν έγινε. Αράζεις στη βεράντα και χαζεύεις στην ησυχία που περιτριγυρίζει το σπίτι των παιδικών σου χρόνων συζητώντας τεμπέλικα με τους γονείς σου που, ευτυχώς, είναι «στο πόδι» κι ακόμη τα 'χουν τετρακόσια και μπορούν ν' απολαύσουν τα εγγόνια τους και να κάνουν παρέα με τα μεγάλα παιδιά τους.

Παρατηρείς τον παππού, τον πατέρα, και τις συναναστροφές του με τα παιδιά σου. Αυτός που κάποτε ήταν σοβαρός κι απροσπέλαστος ακόμη, και για σένα κι ας σου 'χε αδυναμία, τώρα χαμογελάει κι αστειεύεται με τα μικρά. Πηγαίνει στο καφενείο της γειτονιάς και περιμένει πότε θα περάσουν τα μικρά με τα πόδια ή τα ποδήλατα για να τους κεράσει χυμό, παγωτό ή σουβλάκι, να τους πειράξει μαζί με τους άλλους παππούδες της παρέας και να τους στείλει μετά «να παίξουνε» ή «στη μάνα τους». Πολλές φορές θα τους πάει στο γήπεδο να δούνε την τοπική ομάδα να παίζει, όπως έκανε και μ' εσένα όταν ήσουν πιτσιρίκι κι από εκεί κόλλησες και δεν αφήνεις αγώνα να μη δεις, κι όταν βλέπεις πάντα σκέφτεσαι να ήταν εκεί κι αυτός να τα σχολιάσετε.

Φροντίζει πάντα να υπάρχουν στο σπίτι οι αδυναμίες των παιδιών και το λέει μόλις έρχονται με χαρά. «Δες τι έχει στο ψυγείο; Σήμερα τις πήρα για σένα» λέει και γελάει όταν τα μικρά τρέχουν στο ψυγείο να δουν τις φράουλες ή τις σοκολάτες ή οτιδήποτε άλλο τους αρέσει την κάθε χρονική περίοδο. Είναι υπεύθυνος για ότι χρειαστούν τα μικρά όσο είναι εκεί και το κάνει με χαρά και χωρίς καθόλου γκρίνια. Εάν γρατζουνιστεί ένα γόνατο ή χαλάσει ένα ποδήλατο αμέσως θα τρέξει στο φαρμακείο ή στο μάστορα για να φροντίσει όλα να είναι πάλι καλά.

Και πάντα, στο τέλος της επίσκεψης θα σιγουρευτεί πως και τα μεγάλα του παιδιά είναι εντάξει, πως δεν υπάρχει κάποιο επείγον ζήτημα που να μπορεί κι αυτός να βοηθήσει, πως τα βγάζουν πέρα και μεγαλώνουν τα εγγόνια με ό,τι πρέπει. Όταν για μια ακόμη φορά θα τον διαβεβαιώσεις πως «ναι, όλα καλά μην ανησυχείς, αν χρειαστώ κάτι θα σου πω» κι αυτός θα σε κοιτάξει με σοβαρότητα στα μάτια, θα θυμηθείς και πάλι πως υπάρχει λόγος που του έχεις αδυναμία τόσα χρόνια.

Βλέπεις ο παππούς είναι ο συνδετικός κρίκος για σένα, αυτός που συνδέει το χθες, την παιδική ηλικία, τις γλυκιές, ξεθωριασμένες αναμνήσεις, με το αύριο. Αυτός που θα πει στα παιδιά σου ιστορίες για σένα και θα γελάει μαζί τους όταν θα σε κάνει ρεζίλι. Είναι αυτός που θα λέει στους άλλους ιστορίες κι επαίνους για τα δικά σου παιδιά, επαινώντας έμμεσα κι εσένα για την καλή δουλειά που κάνεις κι ας μην το λέει ποτέ ευθέως. Δεν έμαθε ποτέ την αξία του επαίνου ξέρεις, γιατί στα χρόνια που μεγάλωσε οι ανάγκες ήταν τελείως διαφορετικές και οι προτεραιότητες άλλες. Δεν έμαθε να λέει «σ' αγαπάω» και ν' αγκαλιάζει και να φιλάει πολύ τα παιδιά του, αλλά το κάνει πρόθυμα στα εγγόνια του. Έτσι δείχνει την αγάπη του, με κάθε φιλί, με κάθε αστείο, πείραγμα ή ιστορία απ' τα παλιά. Έτσι κι εσύ τον ξέρεις, τον αγαπάς, του έχεις αδυναμία κι επιστρέφεις πάντα στα πάτρια εδάφη, εκεί που σε περιμένει με ανυπομονησία.